Η σηµαντική ιδιαιτερότητα των εκλογών στις 21 Μαΐου του 2023 δεν είναι ότι διεξάγονται µε το σύστηµα της απλής αναλογικής. Για πρώτη φορά στη µεταπολιτευτική Ελλάδα οι εκλογές θα κρίνουν αν θα περατωθεί η προσπάθεια εγκαθίδρυσης ενός καθεστώτος. Στην επερχόµενη εθνική κάλπη ο πολίτης δεν καλείται να ψηφίσει απλώς κυβέρνηση, αλλά να τελειώσει µε το καθεστώς Μητσοτάκη.
Την καθεστωτική λειτουργία της κυβέρνησης Μητσοτάκη δεν την εντοπίζουν οι εγχώριοι αντιπολιτευτικοί παράγοντες και οι δηµοσιογράφοι, αλλά η Ευρωπαϊκή Ενωση και οι ευρωπαϊκοί θεσµοί. Με εξαίρεση ίσως τον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόµµατος και φίλο του Κυριάκου Μητσοτάκη Μάνφρεντ Βέµπερ, ακόµη και οι οµοϊδεάτες του σε αυτό τον αντιµετωπίζουν ως παρία και απειλή για το κράτος δικαίου. Ακόµη και στην Κοµισιόν των συντηρητικών αντανακλαστικών ο Μητσοτάκης σχολιάζεται ως ένας πρώην που µέχρι την τελευταία στιγµή βάζει χέρι στο κοινό ταµείο προς όφελος κάποιων φίλων ολιγαρχών.
Στις 2 Φεβρουαρίου 2023 ο έγκυρος ευρωπαϊκός ιστότοπος Euractiv µετέφερε πληροφορίες (σε ρεπορτάζ του δηµοσιογράφου Σαράντη Μιχαλόπουλου) για την ανησυχία που επικρατεί στην Ευρώπη σε σχέση µε τη διαχείριση των κονδυλίων του Ταµείου Ανάκαµψης από την ελληνική κυβέρνηση. Οπως χαρακτηριστικά ανέφερε το ρεπορτάζ, στην Ευρώπη ανησυχούν γιατί η κυβέρνηση Μητσοτάκη είναι «έρµαιο ισχυρών πιέσεων και δεσµεύσεων σε µια περίκλειστη οµάδα Ελλήνων επιχειρηµατιών». Με παρεµβάσεις στις Βρυξέλλες το Μέγαρο Μαξίµου επιχείρησε να διαψεύσει το ρεπορτάζ, κάτι που τελικώς δεν έγινε. Το πρώτο θέµα του Documento σήµερα επιβεβαιώνει το ρεπορτάζ του Euractiv αλλά κυρίως τον προβληµατισµό των Βρυξελλών. Τα χρήµατα του Ταµείου Ανάκαµψης δεν οδηγούνται στην πραγµατική οικονοµία, στις παραγωγικές επιχειρήσεις ή στους τοµείς που πρέπει στρατηγικά να αναπτυχθούν. Το ευρωπαϊκό χρήµα, µε τις οδηγίες του υπουργείου Οικονοµικών και την εγγύηση του ελληνικού δηµοσίου, µοιράζεται σε µια µικρή οµάδα επιχειρηµατιών οι οποίοι δεν έχουν ανάγκη από χρήµα για να αναπτυχθούν (το έχουν ήδη), απλώς αρνούνται να χρησιµοποιήσουν το δικό τους.
Ο Μητσοτάκης ούτε έξω πάει καλά ούτε µέσα. Καλά πάει στα κανάλια κι αυτό µε µεγάλη προσπάθεια, αφού σε κάθε περιοδεία του ο σκηνοθέτης δεν µπορεί να κρύψει ότι το πλήθος που τον περιβάλλει δεν είναι θαυµαστές και ψηφοφόροι αλλά φρουροί και σωµατοφύλακες που τον κρατούν ασφαλώς αποµονωµένο. Καλά επίσης πάει στις δηµοσκοπήσεις αλλά κι αυτό πλέον είναι άνευ σηµασίας. Η εγκυρότητα των δηµοσκοπήσεων µοιάζει µε την αξιοπιστία του κυβερνητικού εκπροσώπου Ακη Σκέρτσου και επιπλέον στερείται κάθε σκέρτσου. Είναι για να γελάµε.
Λίγο πριν από τις εκλογές ο Μητσοτάκης µοιάζει σαν εκείνο τον εκπαιδευόµενο στην πτώση µε αλεξίπτωτο που τον ρωτά ο εκπαιδευτής τι θα κάνει αν δεν ανοίξει το αλεξίπτωτο στα 10.000 πόδια και απαντά «θα περιµένω να ανοίξει στα 3.000 πόδια». Και όταν ο εκπαιδευτής επιµένει να ρωτά τι θα κάνει όταν δεν ανοίξει ούτε στα 3.000 πόδια αυτός απαντά αυτάρεσκα ότι θα περιµένει να ανοίξει στα 1.000 πόδια, για να καταλήξει τελικώς ύστερα από αλλεπάλληλες ερωτήσεις να πει «ε καλά, αν δεν ανοίξει και στα δύο πόδια από τη γη, θα κάνω µία έτσι και θα πατήσω, είναι µικρό το ύψος». Ο Μητσοτάκης πέφτει και πιστεύει ότι κάποια στιγµή θα απλώσει το πόδι και θα πατήσει µε ασφάλεια, αγνοώντας την επιτάχυνση µε την οποία κινείται προς το τέλος.
Το µειονέκτηµά του δεν είναι µόνο η διακυβέρνησή του, όσα έφερε και όσα κατέστρεψε αλλά και η δαιµονοποίηση του αντιπάλου. Κάθε (αναγκαστική λόγω εκλογών) τηλεοπτική εµφάνιση του Αλέξη Τσίπρα βεβαιώνει ότι είναι ένας ψύχραιµος πολιτικός µε θέσεις και δηµοκρατική αντίληψη. ∆εν εχθρεύεται την επιχειρηµατικότητα, δεν αντιστρατεύεται την ανάπτυξη, δεν µισεί τους αντιπάλους του. Καλεί σε συστράτευση για να γίνει η οικονοµική ανάπτυξη µοχλός της κοινωνίας και όχι ιδιότητα «ηµετέρων», υπερασπίζεται το κοινωνικό κράτος που πρέπει να προστατεύει τους πολίτες και δεσµεύεται για διακυβέρνηση µε διαφάνεια και δικαιοσύνη. Ακόµη κι αν κάποιος κακόπιστος υποστηρίξει ότι δεν θα τα εφαρµόσει όλα αυτά, και µόνο που τα διατυπώνει ως κυβερνητικές ανάγκες σκιαγραφεί το έλλειµµα και τα εγκλήµατα της πολιτικής Μητσοτάκη.
Οι µοναδικές κινητήριες δυνάµεις του Μητσοτάκη τρεις βδοµάδες πριν από τις εκλογές είναι τα φιλικά µέσα ενηµέρωσης, οι κλακαδόροι και οι θεσµοί τύπου «Ντογιάκος» που υπόσχονται φωτιά και τσεκούρι σε αλλόπιστους. Στα social media και στο ίντερνετ οι «ειδικοί σύµβουλοι και οι εταιρείες τους» επιχειρούν να χειραγωγήσουν τους εύπιστους ψηφοφόρους σε µια νέα έκδοση του σκανδάλου Cambridge Analytica (θα έχουµε σύντοµα αποκαλύψεις σε σχέση µ’ αυτό).
Αυτό που µαρτυρά όµως την πτώση του Μητσοτάκη είναι η προσπάθεια να προσανατολίσει τη συζήτηση στην επόµενη µέρα. Με διαρροές και non papers σε δηµοσιογράφους επιχειρεί να τεθεί προς απάντηση από τον ΣΥΡΙΖΑ το ερώτηµα µε ποιον θα συµµαχήσει την επόµενη µέρα των εκλογών. Η µεταφυσική απορία της Ν∆ για τα µελλούµενα είναι µια προσπάθεια παγίδευσης του ΣΥΡΙΖΑ προκειµένου να δηµιουργηθεί η εντύπωση του µάταιου και µη πειστικού. Το ερώτηµα δεν είναι µε ποιον θα συµµαχήσει ο ΣΥΡΙΖΑ και αν πρόκειται για συγκυβέρνηση ήττας ή καλής πρόθεσης. Οποιος από πλευράς ΣΥΡΙΖΑ απαντά περιπτωσιολογικά, µε σενάρια αντί πολιτικής, είναι αφελής ή στόχος για τα βελάκια της επικοινωνιακής οµάδας του Μαξίµου.
Η επόµενη µέρα θα ενεργοποιήσει εξελίξεις, αφού όµως σηµατοδοτήσει την ήττα Μητσοτάκη. Ακόµη κι αν, στο πιο ευνοϊκό σενάριο για τον Μητσοτάκη, δεν καταρρεύσει εκλογικά αλλά υποστεί τη συνήθη κυβερνητική φθορά, είναι εκ των πραγµάτων ηττηµένος απέναντι στην εικόνα παντοδυναµίας που ο ίδιος δηµιουργεί. Ειδικά αν υπάρξει κι άλλος γύρος εκλογών, ο Μητσοτάκης θα πάει σε αυτές ταπεινωµένος και ανυπόληπτος, µε µοναδική διέξοδο την προεκλογική αλλά στείρα κινδυνολογία.
Η επόµενη µέρα θα είναι εφιάλτης για τον Μητσοτάκη, ειδικά αν είναι δεύτερος. ∆εν θα µπορεί να θέσει διλήµµατα και να εκβιάσει καταστάσεις. Θα είναι ένας φυγάς µες στο κόµµα του, µε τους δυσαρεστηµένους έτοιµους να πουλήσουν και τα ιµάτια και τα Armani του. Το πολιτικό σκηνικό που θα δηµιουργηθεί δεν θα επιδέχεται απλοϊκές αναλύσεις του τύπου ποιος πάει µε ποιον για να σχηµατίσει κυβέρνηση, γιατί θα είναι διαφορετικό πολιτικά. Ο Νίκος Ανδρουλάκης δεν θα µπορεί να επικαλεστεί τον µικροµέγαλο ρόλο του φαντασιακού του επειδή θα έχει µετρηθεί, ενώ οι δυνάµεις µες στο ΠΑΣΟΚ θα µπουν σε φυγόκεντρη κίνηση ανάλογα µε το τι εκπροσωπούν.
Είναι λάθος να θεωρούµε ότι τα κόµµατα µονοσήµαντα θα βρεθούν απέναντι σε ποσοστά και αριθµητικές πράξεις, επειδή δεν θα είναι τα ίδια. Πολύ περισσότερο η Ν∆. Το πρώτο στο οποίο θα βρεθούν απέναντι είναι η ευθύνη. Ποιος λοιπόν επιχειρεί να την προεξοφλήσει µε σενάρια και γιατί; Μα φυσικά ο Μητσοτάκης, για να µεταφέρει το κέντρο βάρος του προβληµατισµού από την πολιτική του στη σεναριολογία, θεωρώντας ότι µπορεί κάτι να σκηνοθετήσει. ∆εν υπάρχουν σενάρια αυτήν τη στιγµή. Υπάρχει το καθεστώς Μητσοτάκη που πρέπει να πέσει.