Πεντακόσια εκατομμύρια ευρώ την ημέρα χάνονταν στο χρηματιστήριο της Αθήνας την εβδομάδα που πέρασε. Οι προσδοκίες που εντέχνως καλλιεργήθηκαν και βασίστηκαν στην «απόβαση» κερδοσκοπικών funds «ταχείας απόδοσης» στην ελληνική αγορά αποδείχθηκαν πομφόλυγες.
Ο γενικός δείκτης υποχώρησε και πάλι στα όρια των 800 μονάδων και η κεφαλαιοποίηση (συνολική αξία των μετοχών που είναι εισηγμένες) του ελληνικού χρηματιστηρίου στην περιοχή των 55 δισ. ευρώ.
Μετά την κήρυξη των εκλογών τον περασμένο Ιούνιο υπήρξε μια μεγάλη άνοδος την οποία η ΝΔ έσπευσε να αποδώσει στις προσδοκίες που δημιουργούσαν για άνετη επικράτησή της οι δημοσκοπήσεις και το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών. Ομως η περίοδος της μαζικής έλευσης ξένων επενδυτών κράτησε μόλις έναν μήνα. Την εβδομάδα που ακολούθησε την 7η Ιουλίου οι προθέσεις των ultra κερδοσκόπων έγιναν εμφανείς. Ξεφόρτωσαν μαζικά τις μετοχές που είχαν αγοράσει προεκλογικά. Οι αγορές ψαλίδισαν τις προσδοκίες Μητσοτάκη. Σε δύο συνεδριάσεις εξανεμίστηκαν 3,3 δισ. ευρώ και η υποχώρηση σέ ένα διήμερο την πρώτη μετεκλογική εβδομάδα έφτασε το 6,04%.
Πρέπει πάντως να υπογραμμιστεί ότι η άνοδος ειδικά στον τραπεζικό τομέα ουδόλως σχετιζόταν με την προοπτική των εκλογών, αλλά με την πορεία εξυγίανσης στο μέτωπο των «κόκκινων» δανείων. Είναι χαρακτηριστικό ότι από την 1η Ιανουαρίου 2019 μέχρι τις ευρωεκλογές η άνοδος των τραπεζικών μετοχών ήταν εκπληκτική: Πειραιώς 301%, Εθνική 126%, Eurobank 66%, Αlpha Bank 51,3%!
Ομως τα όσα εκτυλίχτηκαν μετά τις εκλογές του περασμένου Ιουλίου και ειδικότερα το τελευταίο 15θήμερο (βοηθούντος και του διεθνούς κλίματος) είναι χαρακτηριστικά. Η πτώση έγινε εντονότερη. Από το όριο σχεδόν των 900 μονάδων (894,66 μονάδες της Παρασκευής 5 Ιουλίου) την παραμονή των εκλογών, η αγορά υποχώρησε κάτω από τις 800 μονάδες χάνοντας τεράστιο μέρος των κερδών της.
Οι επιθυμίες…
Οπως είναι γνωστό, το οικονομικό αφήγημα της ΝΔ έχει συνθηματοποιηθεί από τον Κυριάκο Μητσοτάκη στο «πολλές επενδύσεις, πολλές νέες και καλοπληρωμένες δουλειές» και συμπυκνωθεί στον στόχο για 4% ανάπτυξη ετησίως.
Ομως η οικονομική ανάπτυξη και οι επενδύσεις δεν είναι κάτι που διαμορφώνεται ούτε κατ’ επιθυμία ούτε πολύ περισσότερο με διαταγές ή επικοινωνιακή πολιτική. Επίσης, οι συνεχείς φωτογραφίσεις του αρμόδιου υπουργού με υποτίθεται «επενδυτικούς παράγοντες» δεν συνιστούν φιλοεπενδυτική πολιτική.
Δεδομένου λοιπόν ότι δεν υπάρχει κάτι άλλο χειροπιαστό, η συμπεριφορά του χρηματιστηρίου είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα για το πώς η αγορά αξιολογεί και τις υποσχέσεις και την πολιτική Μητσοτάκη.
Πρέπει να σημειωθεί πάντως ότι μέσα σε λίγες ημέρες μετά τις ευρωεκλογές ξένα funds έριξαν 3,5 δισ. ευρώ στο ελληνικό χρηματιστήριο αλλά αποχώρησαν με μερικές εκατοντάδες εκατομμύρια κέρδος από την πρώτη μετεκλογική εβδομάδα.
Με τέτοιους overnight επενδυτές (της μιας νύχτας) δεν μπορεί βεβαίως να υποστηριχτεί ότι μια προοπτική αύξησης του ΑΕΠ κατά 4% είναι βάσιμη.
Υπάρχει βεβαίως και το Ελληνικό. Ο προγραμματισμός της προηγούμενης κυβέρνησης προέβλεπε παράδοση των μετοχών της Ελληνικό ΑΕ στη Lamda Development του ομίλου Λάτση εντός του Σεπτεμβρίου το αργότερο. Μέχρι στιγμής η τρεχάλα της κυβέρνησης απέδωσε για τον όμιλο Λάτση μερικές χιλιάδες τετραγωνικά μέτρα περισσότερα προς πώληση, λόγω αύξησης του δικαιώματος «υψούν» με μεταβολή συμφωνίας της προηγούμενης κυβέρνησης με τον όμιλο Λάτση, υπέρ βεβαίως του επιχειρηματικού ομίλου.
Από την άλλη πλευρά, φαίνεται ότι η στοίχιση της κυβέρνησης με επιχειρηματικά συμφέροντα είναι «αλά καρτ», δεδομένου ότι η επίθεση κατά της Βασιλικής Θάνου οφειλόταν μάλλον στη δικαίωση της πλευράς του ελληνικού ομίλου Μυτιληναίος εις βάρος γαλλικής πολυεθνικής από την Επιτροπή Ανταγωνισμού.
Χωρίς εναλλακτική ή…
Η επερχόμενη ύφεση στην παγκόσμια οικονομία (αναλύουμε στην επόμενη σελίδα) δυσκολεύει ακόμη περισσότερο την εφαρμογή της πολιτικής της ΝΔ όπως την έχει παρουσιάσει στα χαρτιά ο πρωθυπουργός Κυρ. Μητσοτάκης. Ο στόχος αύξησης 4% στο ΑΕΠ σε συνθήκες δημοσιονομικών δεσμεύσεων (3,5% πρωτογενές πλεόνασμα) αλλά και παράλληλων φοροελαφρύνσεων φαντάζει άλυτη εξίσωση.
Απόπειρα εναλλακτικής λύσης υποτίθεται ότι συγκροτούν τα διαρρέοντα σενάρια για διάθεση περίπου 19-20 δισ. στις τράπεζες για να «λήξει» το θέμα των «κόκκινων» δανείων. Πρόκειται περί επικίνδυνων αστειοτήτων, καθώς το προαναφερθέν ποσόν αποτελεί το 60-65% του περίφημου «μαξιλαριού».
Ηδη οι αγορές, που λόγω της εξόδου της χώρας από τα μνημόνια και των εξελίξεων στην ευρωπαϊκή χρηματαγορά είχαν πιέσει τις αποδόσεις των δεκαετών ελληνικών ομολόγων σε επίπεδα λίγο πιο κάτω από το 2%, αντιδρούν αρνητικά. Οι τελευταίες εβδομάδες αποδεικνύουν πως μια τέτοια τάση είναι ευμετάβλητη και οι αποδόσεις έχουν υπερβεί και πάλι το 2% και κινούνται πλέον για το δεκαετές στην περιοχή του 2,16% με 2,20%.
Ενα άλλο σενάριο θέλει την κυβέρνηση να «πουλάει» μεταρρυθμίσεις στους θεσμούς (κατάργηση εργασιακών δικαιωμάτων και περαιτέρω ελαστικοποίηση της αγοράς εργασίας, αντιμεταρρύθμιση στην κοινωνική ασφάλιση και ιδιωτικοποίηση της επικουρικής, γρήγορες ιδιωτικοποιήσεις κ.λπ.) και έναντι αυτών να ζητάει ελαστικοποίηση της δημοσιονομικής πολιτικής με περιορισμό των πρωτογενών πλεονασμάτων ώστε να χρηματοδοτηθεί σε σημαντικό τμήμα το νέο φορολογικό πλαίσιο. Μέχρι στιγμής όλα αυτά κινούνται στη σφαίρα της έκθεσης (νεοφιλελεύθερων) ιδεών. Τα δημοσιονομικά αποτελέσματα μιας τέτοιας πολιτικής θα ωριμάσουν σε βάθος χρόνου και τα οικονομετρικά μοντέλα που θα παρουσιάσει ο Χρήστος Σταϊκούρας με το «μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα» της κυβέρνησης αρχές Οκτωβρίου θα πρέπει στις «βασικές παραδοχές» να γράφει για το 2020-24 «μεταβολή ΑΕΠ» 4% τον χρόνο αλλά και να εκθέτει τον τρόπο που θα πραγματοποιηθεί. Οπότε για την τύχη των εξαγγελιών Μητσοτάκη και του οικονομικού του προγράμματος… κοντός ψαλμός αλληλούια.