Το εξελισσόμενο σκάνδαλο των εκτεταμένων υποκλοπών, του οποίου κάθε εβδομάδα νέες λεπτομέρειες βλέπουν το φως της δημοσιότητας, κυριαρχεί στα πολιτικά πράγματα της χώρας και όχι μόνο. Διότι το σκάνδαλο αυτό, αγγίζει ευθέως τον πυρήνα της δημοκρατικής λειτουργίας του κράτους και των θεσμών του, οδηγώντας τις πολιτικές δυνάμεις στην αναζήτηση της διαλεύκανσης του αλλά και στην απόδοση των σχετικών ευθυνών. Ποιές είναι αυτές οι θέσεις των πολιτικών προσώπων που αναζητούν με κάθε τρόπο την αλήθεια, απαιτώντας να βγουν στο φως όλες οι λεπτομέρειες από τις διαπλεκόμενες σχέσεις των εμπλεκομένων σε αυτήν την υπόθεση;
Ο πρόεδρος της αξιωματικής αντιπολίτευσης Αλέξης Τσίπρας από το βήμα της Βουλής έδωσε στοιχεία που επιβεβαίωσαν την παρακολούθηση έξι θεσμικών παραγόντων από την ΕΥΠ με εντολή του πρωθυπουργού. Κατά το προηγούμενο διάστημα ο κ. Μητσοτάκης αποχώρησε από τη βουλή χωρίς να δώσει ξεκάθαρες εξηγήσεις και ακόμα λίγο πριν την πρόταση δυσπιστίας επέλεξε να απέχει αντί να παρευρίσκεται στη Βουλή, προκειμένου να δώσει ξεκάθαρες απαντήσεις αναφορικά με το γιατί η ΕΥΠ προέβαινε σε παρακολουθήσεις θεσμικών παραγόντων.
Σύµφωνα µε τις εφημερίδες Εστία και Documento, η παγίδευση με κακόβουλο λογισμικό έχει πλήξει και την ίδια την ευρύτερη οικογένεια του κ. Μητσοτάκη. Σύμφωνα με τα δημιοσιεύματα όλα τα δεδομένα στα κινητά τηλέφωνα των ατόμων αυτών (κλήσεις, μηνύματα, φωτογραφίες, emails) μεταφέρονταν σε πραγματικό χρόνο στο σύστηµα που πραγματοποιούσε τις υποκλοπές. Ενώ η Πόπη Τσαπανίδου στην τοποθέτηση της τόνισε ότι ο υπουργός ήταν κι αυτός υπό παρακολούθηση, και ο κ. Μητσοτάκης έλεγε ότι κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει. Έτσι λοιπόν, το σκάνδαλο Μητσοτάκη το χρεώθηκε ολόκληρη η παράταξη της Νέας Δημοκρατίας
Αλλά και στο διεθνή χώρο, οι αναφορές στο συγκεκριμένο σκάνδαλο πληθαίνουν με όχι και τόσο κολακευτικά λόγια για την εγχώρια εξέλιξη της υπόθεσης αυτής. Η συντηρητική γερμανική εφημερίδα Suddeutsche Zeitung σε άρθρο εναντίον της κυβέρνησης Μητσοτάκη, αναφέρεται στη μη ορθή λειτουργία του κράτους δικαίου στην Ελλάδα λέγοντας ότι «η δημοκρατία στην Ελλάδα περνάει δύσκολες στιγμές», αφού επιβεβαιώνεται από διεθνείς οργανισμούς ότι «η χώρα έχει υποχωρήσει σε κριτήρια όπως το κράτος δικαίου και η ελευθερία του Τύπου».
Από την πλευρά της συντηρητικής παράβασης μια δυναμική παρέμβαση από πέντε πρώην υπουργούς και βουλευτές της ΝΔ για το σκάνδαλο των υποκλοπών και τις απόπειρες συγκάλυψης που επιχειρούνται επί μήνες, δίνει το στίγμα των απόψεων ορισμένων στελεχών που ανήκουν στην παράταξη αυτή. Σύμφωνα με το Documento, τα στελέχη αυτά τονίζουν την πρόσφατη ουσιαστική άρνηση «ανάληψης της αντικειμενικής και μη μεταβιβάσιμης ευθύνης του Πρωθυπουργού ως πολιτικού προϊστάμενου της ΕΥΠ, που παραβιάζει τους νόμους και το Σύνταγμα και πλήττουν τη λειτουργία της Δημοκρατίας», και θέτουν ως μόνη διέξοδο τη σύγκληση του συμβουλίου πολιτικών αρχηγών για ενημέρωση από τον πρωθυπουργό. Επίσης επισημαίνουν την αναγκαιότητα της διαλεύκανσης «όλων των παραμέτρων που συνιστούν το μείζον σκάνδαλο των υποκλοπών από τη Δικαιοσύνη».
Εν τω μεταξύ, δημοσιεύματα φέρουν τον Νίκο Ανδρουλάκη να αρνείται αίτημα των ευρωσοσιαλιστών να “ανεβάσουν” την υπόθεση των υποκλοπών. Αυτή η τακτική να υποβαθμίζεται το θέμα των υποκλοπών έχει δημιουργήσει απορίες στον πολιτικό κόσμο. Ενώ κατά το προηγούμενο διάστημα τονιζόταν από το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ η παρακολούθηση από την ΕΥΠ του κινητού του προέδρου του, τώρα διαφαίνεται μια λογική ίσων αποστάσεων και καταλαγιασμού του θέματος. Οπωσδήποτε όμως στη δημόσια σφαίρα διαμορφώνεται μια διαχωριστική γραμμή, η οποία μπορεί να θέσει τις προϋποθέσεις για μετεκλογικές συνεργασίες. Αυτή η διαχωριστική γραμμή εδράζεται στην προστασία των αρχών του κράτους δικαίου και στην υπεράσπιση των δημοκρατικών λειτουργιών.
Η πολύκροτη υπόθεση του σκανδάλου των υποκλοπών δείχνει ότι η υπέρβαση των δημοκρατικών ορίων σε ένα σύγχρονο κράτος δικαίου έχει συμβεί και δεν υπάρχει καμία διάθεση από την πλευρά των ιθυνόντων για τη διαλεύκανση και την απόδοση των σχετικών ευθυνών. Η καθολική σχεδόν απαίτηση του πολιτικού κόσμου για τη διαλεύκανση του σκανδάλου και την επιστροφή σε μια ασφαλή κατάσταση κατά την οποία θα διαφυλάσσονται τα δικαιώματα των πολιτών και η προστασία των προσωπικών τους δεδομένων, δίνει το στίγμα του αιτήματος της κοινωνίας για την προστασία των ίδιων των μελών της. Η απαίτηση αυτή θα ικανοποιηθεί με την αλλαγή πολιτικής που θα υλοποιήσει μέτρα για την πορεία προς μια ασφαλή κατεύθυνση.
Ο Δρ. Γεώργιος Φαράντος είναι μέλος της Νομαρχιακής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ Αρκαδίας και Διδάσκων του Τμήματος Πολιτικής Επιστήμης και Διεθνών Σχέσεων του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου