Η δεξιά στροφή της Ιταλίας έχει καταστήσει το μεταναστευτικό επίκεντρο της πολιτικής επικαιρότητας ξανά στη χώρα, μετά την κρίση του 2015. Οι πιο αυστηρές προβλέψεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο για την αποτροπή των αιτούντων άσυλο έχουν ενθαρρύνει τις χώρες μέλη της ΕΕ να δείχνουν το σκληρό τους πρόσωπο, κανονικοποιώντας την ακροδεξιά ρητορική. Παράλληλα, οι πρόσφυγες διαλέγουν πιο επικίνδυνες διαδρομές, αφού οι αυξανόμενοι κίνδυνοι στις χώρες καταγωγής κάνουν όλο και περισσότερους να επιλέγουν το δρόμο προς το ιταλικό νησί της Λαμπεντούζα. Η μεταναστευτική κρίση δημιουργεί ρήγματα τόσο μέσα στην ιταλική κυβέρνηση όσο και μεταξύ της Ιταλίας και των ευρωπαίων εταίρων της.
Επιφυλάξεις Γαλλίας, αποκλεισμός από Γερμανία
Σχετικά με τις δεσμεύσεις της Ευρώπης, η ιταλίδα πρωθυπουργός παραμένει επιφυλακτική αφού έχει δει πολλές κλειστές πόρτες για το αίτημα μετεγκατάστασης των μεταναστών, ένα από τα πιο ακανθώδη ζητήματα για την κυβέρνησή της, ειδικά μετά τις διακηρύξεις που έγιναν κατά την προεκλογική εκστρατεία για μείωση των αφίξεων μεταναστών.
Το Βερολίνο πρωτίστως αλλά και το Παρίσι έβγαλαν αποτρεπτικές ανακοινώσεις που αποτυπώνουν μια πολύ πιο δύσκολη διπλωματική πραγματικότητα. Για το απόγευμα της Παρασκευής έχει κανονιστεί σύσκεψη στο υπουργείο Εσωτερικών της Γαλλίας υπό τον Ζεράλ Νταρμανέν. Η συνάντηση, διευκρινίζουν στο Παρίσι, θα περιλαμβάνει όλες τις «εμπλεκόμενες υπηρεσίες» της αστυνομίας, της χωροφυλακής και της μετανάστευσης, σύμφωνα με το υπουργείο Εσωτερικών. Οι πηγές δεν ανέφεραν εάν η Γαλλία προτίθεται να ακολουθήσει την απόφαση της Γερμανίας να αναστείλει την εθελοντική υποδοχή των αιτούντων άσυλο από την Ιταλία. Ο Νταρμανέν στις αρχές της εβδομάδας, κατά τη διάρκεια επιθεώρησης στη Μεντόν, ανακοίνωσε σημαντική ενίσχυση της αστυνομικής δύναμης στα σύνορα με την Ιταλία…
Παράλληλα, η γερμανική κυβέρνηση ανέστειλε μια εθελοντική συμφωνία με την Ιταλία για την υποδοχή προσφύγων, κατηγορώντας τη Ρώμη ότι δεν τηρεί τις υποχρεώσεις της βάσει των κανόνων του Δουβλίνου για το άσυλο. Ως μέρος ενός προγράμματος της ΕΕ που είναι γνωστό ως εθελοντικός μηχανισμός αλληλεγγύης, η Γερμανία δεσμεύτηκε να δεχθεί 3.500 αιτούντες άσυλο από χώρες που βρίσκονται στα εξωτερικά σύνορα του μπλοκ και έχουν πληγεί περισσότερο από το πιο πρόσφατο κύμα μετανάστευσης.
Σύμφωνα με αναφορές σε διεθνή μέσα, μέχρι στιγμής η Γερμανία έχει δεχθεί περισσότερα από 1.700 άτομα στο πλαίσιο του προγράμματος, το οποίο ξεκίνησε τον περασμένο Ιούνιο. Ωστόσο, το Βερολίνο σταμάτησε τις μεταφορές, επικαλούμενο την παράλειψη της Ιταλίας να τηρήσει τις υποχρεώσεις της βάσει των κανόνων της συνθήκης του Δουβλίνου, οι οποίοι ορίζουν ότι τα αιτήματα ασύλου των μεταναστών πρέπει να αξιολογούνται στην ευρωπαϊκή χώρα στην οποία φθάνουν για πρώτη φορά και όχι στο σημείο που καταλήγουν. Ωστόσο, επικριτές, συμπεριλαμβανομένων ορισμένων εντός της ιταλικής κυβέρνησης, υποστηρίζουν ότι οι κανόνες ασκούν αδικαιολόγητη πίεση στην Ιταλία και σε άλλες μεσογειακές χώρες που βρίσκονται στην πρώτη γραμμή της μεταναστευτικής κρίσης.
Περισσότεροι από 123.800 παράτυποι μετανάστες και αιτούντες άσυλο έχουν φτάσει στην Ιταλία με πλοίο μέχρι στιγμής φέτος, σε σύγκριση με περίπου 65.500 την ίδια περίοδο πέρυσι. Περίπου 10.000 άνθρωποι έχουν φτάσει στη Λαμπεντούζα των 7.000 κατοίκων, ενώ η Ιταλία καταβάλει προσπάθειες να μεταφέρει τους πρόσφυγες σε κέντρα υποδοχής σε όλη τη Σικελία, δήλωσαν οι ιταλικές αρχές. Η μεταναστευτική οδός της Μεσογείου είναι από τις πιο συχνά χρησιμοποιούμενες, και πιο θανατηφόρες: Από το 2014, το Missing Migrants Project του Διεθνούς Οργανισμού Μετανάστευσης έχει καταγράψει τους θανάτους περισσότερων από 20.000 ανθρώπων στη Μεσόγειο θάλασσα…
Ταραχή στην ιταλική κυβέρνηση
Η έκτακτη ανάγκη που προκύπτει στην Ιταλία μετά τις αφίξεις των προσφύγων στις ιταλικές ακτές αναστατώνει την συντηρητική πλειοψηφία. Είναι η Λέγκα που συνεχίζει να προσπαθεί να καρπωθεί από την ταραχή που προκαλεί η κρίση, αφού υψώνει τους τόνους ενώ παράλληλα αμφισβητεί την προσέγγιση που ακολουθεί μέχρι στιγμής η Τζόρτζια Μελόνι, ιδιαίτερα στη συμφωνία με την Τυνησία.
Τη Δευτέρα αναμένεται να ανακοινωθούν μέτρα από τον υπουργό Εσωτερικών Πιαντεντόζι, ενώ δεν αποκλείεται αν είναι παρών και ο Ματέο Σαλβίνι. Τα μέτρα που συζητούνται θεωρούνται από τους εμπνευστές τους πολύ αυστηρά, αφού οι ίδιοι προειδοποιούν ότι «υπάρχουν πολλοί τρόποι να μειώσουμε τις ροές», αποκαλώντας τη μετανάστευση ένα «ακραίο κακό», για το οποίο χρειάζονται «ακραίες θεραπείες». Μάλιστα, γίνεται λόγος για «ένα κέντρο απελάσεων σε κάθε περιοχή».
Ο Σαλβίνι προκρίνει τη μεμονωμένη δράση της Ιταλίας στο προσφυγικό αφού είναι πεπεισμένος ότι «μια επίθεση στην Ιταλία» βρίσκεται σε εξέλιξη. Παράλληλα πιστεύει ότι «η Ευρώπη είναι εντυπωσιακά απούσα, μακρινή, αδαής και κουφή». Δεν παρέλειψε να αναπαραγάγει τις γνωστές ακροδεξιές θεωρίες συνωμοσίας: «Υπάρχουν γερμανικοί θεσμοί που δίνουν εκατομμύρια ευρώ σε γερμανικές ΜΚΟ για να φέρουν μετανάστες στην Ιταλία. Είναι γεγονός». Γεγονός είναι βέβαια και ότι ο Σαλβίνι δικάζεται για την υπόθεση Open Arms, στην οποία ο ακροδεξιός πολιτικός αντιμετωπίζει κατηγορίες για απαγωγή, αφού δεν επέτρεψε σε πλοίο να δέσει σε ιταλικό λιμάνι, θέτοντας σε κίνδυνο τη ζωή των επιβαινόντων προσφύγων.
Το υπουργείο Εσωτερικών, που είναι υπεύθυνο για τις αφίξεις, έχει αναλάβει την επικοινωνία της πολιτικής σχετικά με το ζήτημα, και έχει τηλεφωνικές επαφές με την Ευρωπαία Επίτροπο Εσωτερικών Υποθέσεων Ίλβα Γιόχανσον. Όπως δήλωσε στα ιταλικά μέσα ενημέρωσης ο υπουργός Εσωτερικών Πιαντεντόζι: «Μοιραστήκαμε την ανάγκη ανάπτυξης μιας νέας ευρωπαϊκής επιχειρησιακής στρατηγικής κατά των διακινητών ανθρώπων. Τόνισα επίσης στον Επίτροπο την ανάγκη ενίσχυσης των επαναπατρισμών από την Τυνησία στις χώρες προέλευσης».
Την ίδια ώρα, η Μελόνι υποστήριξε ότι ανέμενε την αντίδραση του Μακρόν και του Σολτς, αφού είχε ανακοινώσει «ότι δεν μπορούμε πλέον να καλωσορίσουμε αυτόματα πίσω τους πρόσφυγες, επειδή τα hotspots μας είναι γεμάτα» και «η ΕΕ δεν μας έδωσε το χέρι στην υπεράσπιση των εξωτερικών συνόρων». Όσο για τις μετεγκαταστάσεις, η ιταλίδα πρωθυπουργός τις υποβίβασε σε «δευτερεύον ζήτημα». «Το θέμα των μετεγκαταστάσεων είναι δευτερεύουσας σημασίας, τους τελευταίους μήνες ήταν ελάχιστες. Το πρόβλημα είναι να σταματήσουν οι αφίξεις μεταναστών στην Ιταλία, αλλά ακόμη δεν βλέπω να φτάνουν συγκεκριμένες απαντήσεις», επέμεινε.