Το πέταγμα των «γλάρων»

Το πέταγμα των «γλάρων»

Ο Δημήτρης Καραντζάς κλείνει αριστοτεχνικά την τσεχωφική του τριλογία.

Ο Δημήτρης Καραντζάς έχει χαρακτηριστεί enfant terrible του θεάτρου. Κι αυτό δεν είναι είδηση αλλά παραδοχή και υπό αυτό το πρίσμα βλέπουμε κάθε νέα του δουλειά. Ο Τσέχωφ είναι σπουδαίος συγγραφέας, μέλος της ιδιαίτερης κάστας των Ρώσων μεγάλων ανατόμων της ψυχής. Η συνάντηση του Καραντζά με το έργο του Τσέχωφ, που εκφράστηκε στο τρίπτυχο «Τρεις αδελφές» – «Θείος Βάνιας» – «Γλάρος», είναι από τα πιο δημιουργικά συναπαντήματα που έχουμε όχι δει αλλά βιώσει τα τελευταία χρόνια στο ελληνικό θέατρο.

Ο Καραντζάς έχει ανοίξει τα χαρτιά του ως προς το ύφος και την προσέγγιση στον θεατρικό λόγο με τον περίφημο φορμαλισμό του, τον οποίο όμως στον «Γλάρο» αφήνει στο πλάι, βάζοντας μια άνω τελεία μέχρι να επιστρέψει. Αυτήν τη φορά ο σκηνοθέτης συνθέτει πάνω σε πιο κλασικούς τρόπους, καταφέρνοντας όμως να φέρει το τσεχωφικό πνεύμα και λόγο στον καιρό μας, τόσο φρέσκα και ζωντανά όσο και οι γλάροι που μπορεί να δούμε το επόμενο καλοκαίρι σε κάποιο ταξίδι μας με πλοίο.

Ο «Γλάρος» είναι μια ωρολογιακή βόμβα. Αλλά δεν σκάει στα χέρια του, γιατί την απασφαλίζει. Το θέατρο που κάνει ο Καραντζάς εμπεριέχει μια σημαντική αντίφαση – και ίσως από αυτήν εφορμά: έχει ψυχή αλλά και μαθηματική ακρίβεια, από αυτήν που έχουν ενσωματωμένη οι μεγάλοι μαέστροι της κλασικής μουσικής.

Οι ήρωές του κατεβαίνουν από τη σκηνή, άρα και το ίδιο το έργο φεύγει από τις βελούδινες κουίντες και συναντά το κοινό, πιο σωματικά και με θαυμαστό τρόπο, πιο εγκεφαλικά και συναισθηματικά. Κι εμείς οι θεατές, αν και μπαινοβγαίνουμε μία στη θεατρική συνθήκη του τσεχωφικού έργου και την άλλη σε αυτήν του ανεβάσματος του Καραντζά, σχεδόν χαζεύουμε τη λίμνη, που τη φανταζόμαστε τόσο όμορφη, αυτήν όπου «κάποτε άκουγες μουσικές και τραγούδια», αλλά καταλήγει για τους ήρωες ένας βούρκος, που τραβάει προς τα κάτω, στα σκοτάδια και στον θάνατο, αλλά την άλλη στιγμή αναδύονται προς τα πάνω, προς τη ζωή. Τόση ρευστότητα το νερό, περισσότερη οι τσεχωφικοί ήρωες κι ακόμη μεγαλύτερη η ίδια η τέχνη του θεάτρου, που βρίσκεται στην καρδιά του «Γλάρου», ο οποίος ευτυχεί με ένα σπουδαίο καστ – ξεχωρίζω τους Αινεία Τσαμάτη (τι Τρέπλιεφ!), Νατάσα Εξηνταβελώνη και Θεοδώρα Τζήμου, αφού ο Μανώλης Μαυροματάκης και η Δήμητρα Βλαγκοπούλου είναι κυρίως στην τελευταία πράξη όπου λάμπουν μες στις υπαρξιακές αντιφάσεις των ηρώων τους. Ολοι τους «γλάροι» που μπαινοβγαίνουν στη δράση και καταφεύγουν στην τέχνη για να βρουν λόγο για να συνεχίσουν να ζουν ή τη δύναμη να πεθάνουν. «Να με θυμάστε καμιά φορά» μας λέει η Αρκάντινα στο κλείσιμο της αυλαίας. Και ο «Γλάρος» του Καραντζά μάς θυμίζει πόσο υψηλή τέχνη είναι το θέατρο, πραγματική όσο και ονειρική.

INFO
Θέατρο Προσκήνιο (Καπνοκοπτηρίου 8 & Στουρνάρη), Τετάρτη έως Κυριακή, μέχρι 3 Μαρτίου

Documento Newsletter