Τι φορολογία πληρώνει σήμερα ένας μισθωτός με καθαρό ετήσιο εισόδημα 7.000 ευρώ και μεικτό –μετά τις ασφαλιστικές κρατήσεις– 7.700 ευρώ;
Το θέμα τέθηκε στον δημόσιο διάλογο μετά τη γνωστή παρέμβαση του διευθυντή του ευρωπαϊκού τμήματος του ΔΝΤ Πόουλ Τόμσεν, ο οποίος υποστήριξε ότι περισσότεροι από το 50% των φορολογουμένων στην Ελλάδα δεν πληρώνουν φόρο εισοδήματος, έναντι μόλις 8% σε άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης.
Με το συγκεκριμένο άρθρο θα επιχειρήσουμε να αποδείξουμε όχι τόσο ότι ο εκπρόσωπος του ΔΝΤ –έτσι θα πρέπει να τον αντιμετωπίζουμε– επιλέγει ένα και μοναδικό στοιχείο για να τεκμηριώσει τους ισχυρισμούς του, ενώ αποσιωπά άλλες κρίσιμες φορολογικές παραμέτρους (έμμεσοι φόροι, εκτεταμένη φοροδιαφυγή και φοροαποφυγή, φορολογικές απαλλαγές, όπως αφορολόγητο πετρέλαιο στη ναυτιλία και απαλλαγή από τη φορολογία εισοδήματος των εφοπλιστικών εταιρειών κ.λπ.), όσο ότι εκφράζει μια ανατριχιαστικά βάρβαρη πολιτική επιλογή, η οποία συμπυκνώνεται στη φράση «φορολογήστε τους φτωχούς και μειώστε τη φορολογία των πλουσίων για να έχουμε ανάπτυξη».
Φαίνεται ότι ο επικεφαλής του ΔΝΤ στην Ευρώπη, οικονομολόγος κ. Τόμσεν, δεν έχει πληροφορηθεί παλαιότερα αλλά και πρόσφατα στοιχεία μεγάλων ευρωπαϊκών και αμερικανικών τραπεζών, σύμφωνα με τα οποία, μετά το 1990 και ειδικά τα χρόνια που ακολούθησαν τη μεγάλη διεθνή καπιταλιστική κρίση του 2008 η υπερσυσσώρευση κεφαλαίου στα χέρια μερικών δεκάδων χιλιάδων σύγχρονων κροίσων –σε σχέση με τα υπόλοιπα 7,5 δισεκατομμύρια κατοίκων του πλανήτη Γη– έχει λάβει εκρηκτικές διαστάσεις. Πολλά από τα τρισεκατομμύρια που βρίσκονται σήμερα στα χέρια του 0,1% του πληθυσμού του πλανήτη δεν βρίσκουν διέξοδο ούτε σε παραγωγικές επενδύσεις ούτε σε κερδοσκοπικές πράξεις (μετά το πατατράκ που έπαθαν το 2007-08 με τα παράγωγα χρηματοοικονομικά προϊόντα, σήμερα φυσάνε και το γιαούρτι). Ετσι δημιουργείται το αναπασχόλητο, αδρανές κεφάλαιο, το οποίο, εκτός των άλλων, δείχνει και τα στενά και περιορισμένα όρια του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής.
Παρ’ όλα αυτά η στρατηγική του ΔΝΤ παραμένει αναλλοίωτη: «Φορολογήστε τους φτωχούς και μειώστε τη φορολογία των πλουσίων και των εταιρικών κερδών». Σαν να λέει, δηλαδή, χρησιμοποιήστε τα δημοσιονομικά εργαλεία, τη νομισματική, συναλλαγματική και εισοδηματική πολιτική κατά τέτοιον τρόπο ώστε να επιταχυνθεί περαιτέρω η υπερσυσσώρευση κεφαλαίου· ότι η λύση στο σημερινό οικονομικό πρόβλημα βρίσκεται στην ακόμη μεγαλύτερη διεύρυνση των κοινωνικών και εισοδηματικών ανισοτήτων.
Απλά μαθήματα φορολογικής επιβάρυνσης
Με απλά παραδείγματα θα επιχειρήσουμε να καταδείξουμε πως τα επιχειρήματα Τόμσεν ότι τα χαμηλά εισοδήματα δεν πληρώνουν φόρους είναι ένας μύθος. Ας επανέλθουμε στο παράδειγμα του μισθωτού με ετήσιες μεικτές αποδοχές 7.700 ευρώ, ο οποίος πληρώνει ασφαλιστικές εισφορές για κύρια σύνταξη 514 ευρώ (6,67% επί των ακαθάριστων αποδοχών).
Από το εναπομείναν καθαρό εισόδημα των 7.186 ευρώ, για λόγους απλοποίησης, υποθέτουμε ότι καταναλώνεται στο σύνολό του και ένα μέρος του, το 35% ή 2.515 ευρώ διατίθεται για την αγορά ειδών διατροφής, το 59% ή 4.240 ευρώ για την κάλυψη άλλων αναγκών και το 6% ή 412 ευρώ για την πληρωμή του ΕΝΦΙΑ καθώς ο εν λόγω μισθωτός είναι κάτοχος ενός διαμερίσματος 100 τ.μ.
Με τα σημερινά δεδομένα, ο συγκεκριμένος φορολογούμενος δεν πληρώνει φόρο εισοδήματος, καθώς εισόδημα μικρότερο των 8.686 ευρώ είναι αφορολόγητο.
Ωστόσο:
* Για το 35% του καταναλωθέντος εισοδήματός του που διατίθεται για την αγορά ειδών διατροφής και επιβαρύνονται με ΦΠΑ 13% θα πληρώσει φόρο 327 ευρώ.
* Για το 59% που διατίθεται για κάλυψη των υπόλοιπων αναγκών και επιβαρύνονται με ΦΠΑ 24% θα πληρώσει φόρο 1.018 ευρώ.
Για ΦΠΑ δηλαδή θα πληρώσει 1.345 ευρώ. Αν προσθέσουμε τα 412 ευρώ για την πληρωμή ΕΝΦΙΑ και τα 514 ευρώ για τις ασφαλιστικές του κρατήσεις, ο συγκεκριμένος φορολογούμενος θα καταβάλει φόρους και ασφαλιστικές εισφορές 2.271 ευρώ ή το 29,5% των ακαθάριστων εσόδων του από μισθωτές υπηρεσίες.
Ποια λογική επιβάλλει το σχεδόν 1/3 ενός μηνιαίου εισοδήματος των 550 ευρώ να παρακρατείται για φόρους και ασφαλιστικές εισφορές, τη στιγμή που οι μισθοί του επιπέδου αυτού αγγίζουν τα όρια της φτώχειας;
Η περίπτωση μισθωτού με μπλοκάκι
Ακόμη χειρότερη είναι η περίπτωση ενός κατ’ ουσία μισθωτού, ο οποίος όμως εμφανίζεται ως… ελεύθερος επαγγελματίας και αμείβεται με μπλοκάκι.
Ας υποθέσουμε ότι ο συγκεκριμένος φορολογούμενος έχει τις ίδιες ετήσιες ακαθάριστες απολαβές, 7.700 ευρώ. Με βάση αυτό το ποσό, θα πληρώσει:
* 2.079 ευρώ για ασφαλιστικές κρατήσεις και παροχές υγείας (26,95% επί του συνολικού εισοδήματος των 7.700 ευρώ).
* 1.237 ευρώ φόρο εισοδήματος, καθώς το καθαρό εισόδημα των 5.621 ευρώ φορολογείται από το πρώτο ευρώ με συντελεστή 22% για ελεύθερους επαγγελματίες και εμπόρους – βιοτέχνες, σαν ένα τιμωρητικό από τους κυβερνώντες μέτρο, οι οποίοι στους συγκεκριμένους κλάδους εντοπίζουν εκτεταμένη φοροδιαφυγή.
* 412 ευρώ ΕΝΦΙΑ (όπως και στην πρώτη περίπτωση).
* 182 ευρώ ΦΠΑ (με συντελεστή 13%) για αγορά ειδών διατροφής.
* 622 ευρώ ΦΠΑ (24%) για την αγορά άλλων αγαθών και υπηρεσιών.
Συνολικά ο μισθωτός αυτός για φόρους και ασφαλιστικές κρατήσεις θα καταβάλει 4.520 ευρώ ή το 58,7% των συνολικών ακαθάριστων αποδοχών και καλείται να ζήσει με υπόλοιπα 3.180 ευρώ.
Αυτή την κατάσταση βιώνουν σήμερα οι πένητες του ελλαδικού χώρου, το σωτήριον έτος 2017.