Το Ολοκαύτωμα των Ελλήνων Εβραίων – Η σχέση τους με την Αντίσταση

Το Ολοκαύτωμα των Ελλήνων Εβραίων – Η σχέση τους με την Αντίσταση

Η «Ημέρα Μνήμης των Ελλήνων Εβραίων Μαρτύρων και Ηρώων του Ολοκαυτώματος» καθιερώθηκε με ομόφωνη απόφαση της Βουλής τον Ιανουάριο του 2004 και γιορτάζεται κάθε χρόνο στις 27 Ιανουαρίου, για να τιμηθεί η μνήμη των χιλιάδων Ελλήνων Εβραίων, που έχασαν τη ζωή τους στα ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης. 

Η εβραϊκή κοινότητα της Θεσσαλονίκης, 45-50.000 άνθρωποι, χάθηκε σε ποσοστό 96%, ένα από τα υψηλότερα των κρατών της Δυτικής Ευρώπη. Αντολφ Αϊχμαν, Ντίτερ Βισλιτσένι, Αλόις Μπρούνερ, Μαξ Μέρτεν και η «αίθουσα του θησαυρού». Η παραχώρηση «εγκαταληφθεισών» περιουσιών σε συνεργάτες των ναζί. Η εξόντωση στις άλλες πόλεις.

Το σχέδιο δολοφονίας των Εβραίων της Ευρώπης με συστηματικό βιομηχανικό τρόπο σε στρατόπεδα θανάτου, πρέπει να απασχόλησε το Χίτλερ από το φθινόπωρο του 1941. Η σοβιετική επικράτεια ήδη από το καλοκαίρι του 1941 είχε αποτελέσει το θέατρο των πρώτων μαζικών εξοντώσεων εβραϊκών πληθυσμών τόσο από τους ναζί, τα Einsatzgruppen (ειδικές μονάδες επιφορτισμένες με τις μαζικές δολοφονίες, Εβραίων, μπολσεβίκων και άλλων ιδεολογικών εχθρών), όσο και από ντόπιους δωσίλογους και αντισημίτες. Οι μαζικές δολοφονίες -ακόμη και γυναικόπαιδων- κατά τις πρώτες πέντε εβδομάδες της επιχείρησης Μπαρμπαρόσα στο Γκάρσντεν, στο Μπιάλιστοκ κ.α. έδειξαν ότι η δυσκολία της οργάνωσης, τα ηθικά ζητήματα και οι πολιτικοί κίνδυνοι ενός σχεδίου μαζικής εξόντωσης των Εβραίων μπορούσαν να ξεπεραστούν. Από τις μαζικές δολοφονίες των Εβραίων της Σοβιετικής Ένωσης χρειάστηκαν πέντε μήνες για να γίνει το πέρασμα σε ένα πιο περίπλοκο πρόγραμμα εφαρμογής της «τελικής λύσης» σε πανευρωπαϊκή κλίμακα με βιομηχανικό σχεδιασμό. Ύστερα από τις εξελίξεις τον χειμώνα του 1941-1942 (σοβιετική αντεπίθεση, οι ΗΠΑ στον πόλεμο ενώ οι Άγγλοι καταλάμβαναν και πάλι την Κυρηναϊκή) η γερμανική οικονομία έπρεπε να μετατραπεί από μία οικονομία σχεδιασμένη να εξυπηρετήσει έναν πόλεμο-αστραπή σε μία οικονομία για ολοκληρωτική και παρατεταμένη σύρραξη. Έτσι, οι κύριοι παράγοντες που επηρέασαν την πορεία της «τελικής λύσης», τη ριζοσπαστικοποίηση της ναζιστικής αντιεβραϊκής πολιτικής, από τις αρχές του 1942 και στο εξής ήταν η ανάγκη για φτηνά εργατικά χέρια (Εβραίους και άλλους σε καταναγκαστικά έργα) στη γερμανική πολεμική οικονομία και βέβαια το ότι οι Εβραίοι αποτελούσαν για τους ναζί θανάσιμο κίνδυνο για την ασφάλεια της χώρας.

Η ναζιστική μηχανή ανάμεσα στον Οκτώβριο του 1941 και τον Μάρτιο του 1942 έσπευσε να κατασκευάσει τα «εργοστάσια θανάτου» και να στήσει και όλο τον διοικητικό και γραφειοκρατικό μηχανισμό, που ήταν απαραίτητος για το μεγάλο εγχείρημα. Ο πρώτος στόχος ήταν η καθολική εκκένωση της γερμανικής επικράτειας από τους Εβραίους της και στη συνέχεια η εκκένωση της υπόλοιπης Ευρώπης. Οι εκτοπισμοί ξεκίνησαν από τον Οκτώβριο του 1941 για το Γ΄ Ράιχ και ολοκληρώθηκαν μέχρι τον Φεβρουάριο του 1942. Σε αυτήν την πρώτη φάση δοκιμάστηκαν και «βελτιώθηκαν» οι τεχνικές αφανισμού με αέρια ώστε να γίνουν περισσότερο αποτελεσματικές ενώ χρησιμοποιήθηκαν για την οργάνωση και τη στελέχωση των στρατοπέδων όλοι εκείνοι οι επιτελείς που είχαν πρωταγωνιστικό ρόλο στα προγράμματα ευθανασίας στη Γερμανία της δεκαετίας του 1930. Η γερμανική κοινωνία, οι «καθημερινοί άνθρωποι» της Βέρμαχτ ακολούθησαν τη δική τους διαδρομή στο πέρασμα από την απλή αδιαφορία απέναντι στην κακοποίηση των Εβραίων συμπολιτών τους το 1938, στην αναζήτηση δραστικών μέτρων για την εξαφάνισή τους. Η εμπειρία της Πολωνίας, η άσκηση συμπεριφορών της ανώτερης φυλής προς τους κατώτερους εκεί Σλάβους και Εβραίους, η επαφή με τους πολύ διαφορετικούς –από τους Γερμανοεβραίους- ανατολικούς Εβραίους (Ostjuden) και τελικά ο «πόλεμος καταστροφής» εναντίον των Μπολσεβίκων φαίνεται να οδήγησε στην απόλυτη από-ανθρωποποίηση του «άλλου» και στην οικειοποίηση της ιδέας εξαφάνισής του. Ανάλογες αλλά και αντίθετες διαδρομές θα ακολουθήσουν οι πολίτες στην υπόλοιπη Ευρώπη.

Στην ελληνική επικράτεια, το σχέδιο της ολοκληρωτικής καταστροφής εφαρμόστηκε αργότερα από άλλες χώρες υπό γερμανική κατοχή, καθώς προηγούνταν στο σχεδιασμό η Κεντρική Ευρώπη. Επιπλέον στην Ελλάδα, ήταν απαραίτητος ο συντονισμός και με τις δύο άλλες δυνάμεις κατοχής, ιταλικές και βουλγαρικές. Πρώτος στόχος η πολυπληθής εβραϊκή κοινότητα της Θεσσαλονίκης, 45-50.000 άνθρωποι και το 1/5 του πληθυσμού της πόλης, η οποία χάθηκε σε ποσοστό 96% ανεβάζοντας το συνολικό ποσοστό της χώρας σε θύματα της γενοκτονίας των Εβραίων στην Ευρώπη σε ένα από τα υψηλότερα των δυτικών κρατών.

Ο εβραϊκός πληθυσμός ήταν εγκατεστημένος σε όλη την πόλη. Το 40 – 45% ανήκε στα χαμηλά και κατώτερα κοινωνικά στρώματα και κατοικούσε στο Ρεζί Βαρδάρ και στο Βαρώνου Χιρς στα δυτικά της πόλης, στο 151 και στο Συνοικισμός 6 – Καραγάτς στα ανατολικά με πιο πυκνοκατοικημένο αυτόν του Ρεζί Βαρδάρ. Οι φτωχικές συνοικίες είχαν διατηρήσει τον αμιγώς εβραϊκό χαρακτήρα τους. Ο υπόλοιπος πληθυσμός ανήκε στα μεσαία και ανώτερα κοινωνικά στρώματα και διέμενε στις περιοχές του Κέντρου, του Φαλήρου, της Αγίας Τριάδας και της Καλαμαριάς, όπου ήταν περισσότερο αναμεμειγμένος με τον υπόλοιπο χριστιανικό πληθυσμό.

Όταν άρχισαν τα φυλετικά μέτρα, τον Φεβρουάριο του 1943 (ονομαστική και οικονομική απογραφή, διακριτικό αστέρι κ. ά.), από όλες αυτές τις περιοχές οι Εβραίοι πολίτες έπρεπε να μετακινηθούν στα όρια των γκέτο (οι συνοικισμοί στα δυτικά (ειδικά ο συνοικισμός Βαρώνου Χιρς έγινε το κεντρικό διαμετακομιστικό κέντρο-στρατόπεδο) και στα ανατολικά της πόλης που αναφέρθηκαν παραπάνω, και άλλοι δύο που κατοικούνταν και από χριστιανούς, στη συνοικία των Εξοχών και στο κέντρο).

Η εξόφληση της τελευταίας δόσης

Η μετακίνηση έγινε στα τέλη Φεβρουαρίου 1943, μέσα σε τέσσερις μέρες. Η Ισραηλιτική Κοινότητα Θεσσαλονίκης είχε μόλις καταβάλει την τελευταία δόση για την εξαγορά της υποχρέωσης των μελών της να εκτελούν καταναγκαστικά έργα, που είχε τεθεί σε εφαρμογή από τον Ιούλιο του 1942 ενώ από τον Δεκέμβριο του 1942 είχε στην κυριολεξία εκθεμελιωθεί και βεβηλωθεί το πανάρχαιο εβραϊκό νεκροταφείο με κύρια ευθύνη των ελληνικών αρχών.

Οι περισσότεροι Εβραίοι της Θεσσαλονίκης εκτοπίστηκαν ανάμεσα στις 15 Μαρτίου 1943 και τις αρχές Ιουνίου, αν και το τελευταίο «φορτίο» ανθρώπων έφυγε στις αρχές Αυγούστου. Οι περισσότεροι προορίζονταν για το Άουσβιτς – Μπιρκενάου. Μέχρι το Μάιο του 1943 είχαν αναχωρήσει 43.300 άνθρωποι από τη Θεσσαλονίκη. Σχεδόν κανείς δεν γύρισε στο σπίτι του. Το 1947 υπολογίζεται ότι ζούσαν στη Θεσσαλονίκη λιγότεροι από 2.000 Εβραίοι.

Από τις πρώτες μέρες της εκκένωσης των σπιτιών, συνεργάτες των Ντίτερ Βισλιτσένι και Αλόις Μπρούνερ, των επικεφαλής για την εφαρμογή της «τελικής λύσης» στη Θεσσαλονίκη, καταλήστευσαν ό,τι πολυτιμότερο υπήρχε στα κτίρια, για να τα μεταφέρουν στο κτίριο της οδού Βελισσαρίου 42, όπου ήταν η έδρα του Ειδικού Τμήματος Βισλιτσένι. Μία από τις αίθουσες του οικήματος είχε ονομαστεί «αίθουσα του θησαυρού» και ήταν κατάμεστη από πολύτιμα αντικείμενα, κλεμμένα από τις κατοικίες των διωγμένων. Πέρα από τις διάφορες μορφές λεηλασίας από τους Γερμανούς, τους συνεργάτες τους αλλά και από πολίτες της Θεσσαλονίκης, ιδιαίτερη σημασία έχει η επίσημη ρύθμιση από την πολιτεία. Σχετικά με τα ακίνητα, από τον Μάρτιο του 1943, τα παρέλαβε από τις γερμανικές αρχές και τον Μαξ Μέρτεν, η Υπηρεσία Διαχείρισης Ισραηλιτικών Περιουσιών (Υ.Δ.Ι.Π.), δηλαδή το ελληνικό κράτος. Ο συνολικός σχεδιασμός της κατοχικής κυβέρνησης αφορούσε στην παραχώρηση περιουσιών 50.000 πολιτών, που μόλις είχαν εκτοπιστεί, σε Έλληνες πολίτες πρόσφυγες από την Αν. Μακεδονία και Θράκη και σε Έλληνες πολίτες «ευρισκόμενους σε ανάγκη».

Λεηλασία των εβραϊκών περιουσιών από ναζί και συνεργάτες

Η πολιτεία ασκούσε κοινωνική πολιτική ‒ενώ εκκρεμούσε το θέμα της βουλγαρικής κατοχής και των προσφύγων‒ μοιράζοντας σπίτια ή καταστήματα σε αυτούς. Ωστόσο, ο Μαξ Μέρτεν και η Υπηρεσία Ασφαλείας (Sicherheitsdienst/SD) παρακολουθούσαν τις συνεδριάσεις της επιτροπής και συχνά επικρατούσε η γνώμη της SD για το ποιοι θα επιμελούνταν τις περιουσίες. Οι Έλληνες πρόσφυγες παραμελούνταν, για να ευνοηθούν συνεργάτες των Γερμανών, τα μέλη της μεσοπολεμικής φασιστικής 3Ε αλλά και συγγενείς των μελών της επιτροπής. Η διασπάθισή της κινήθηκε προς διάφορες κατευθύνσεις και η έρευνα παραμένει ακόμη ανοιχτή. Σχετικά με την κινητή περιουσία, τα αποθέματα χρυσού των ευκατάστατων Εβραίων φαίνεται ότι «βοήθησαν» την ελληνική οικονομία σημαντικά είτε με τα μικρότερα είτε με τα μεγαλύτερα ποσά σε χρυσό, ωστόσο οι γερμανικές και οι ελληνικές αρχές είναι πιθανό να εκποίησαν και ακίνητα της εβραϊκής περιουσίας ή κινητά εμπορεύματα έναντι χρυσού. Τελικά μόνο 300 διαμερίσματα και 300 καταστήματα επιστράφηκαν στους ιδιοκτήτες τους από τα 11.000 και 2.300 αντιστοίχως, ενώ ασαφής παραμένει και η διαχείριση των «εγκαταληφθεισών» περιουσιών από το Κεντρικό Ισραηλιτικό Συμβούλιο, που ανέλαβε την ευθύνη από το 1947, σε συνεργασία με τον Ο.Π.Α.Ι.Ε.

Η ελληνική περίπτωση εντάσσεται στο ευρύτερο πλαίσιο των δυτικών ευρωπαϊκών χωρών που βρέθηκαν υπό την κατοχή του άξονα, όπου η πολιτική λεηλασίας των εβραϊκών περιουσιών από τους ναζί, βρήκε πρόθυμους συνεργάτες που παρακινούνταν από ένα συνδυασμό φυλετικών, αντισημιτικών, εθνικιστικών, οικονομικών, πολιτικών κινήτρων. Μεταπολεμικά στις περισσότερες χώρες θεσπίστηκαν νόμοι για την επιστροφή των περιουσιών, ωστόσο η διαδικασία δεν ολοκληρώθηκε για μια σειρά από λόγους: οι περισσότεροι ιδιοκτήτες είχαν δολοφονηθεί, οι επιζώντες συχνά δεν επέστρεφαν στην προηγούμενη «πατρίδα» τους. Εκείνοι που μετανάστευαν στο Ισραήλ έχαναν το δικαίωμα διεκδίκησης ενώ οι άνθρωποι που επέστρεφαν στα μέρη από όπου είχαν διωχθεί έπρεπε να αντιμετωπίσουν τις τοπικές αντιδράσεις εκείνων που είχαν καρπωθεί τις περιουσίες αλλά και το ατομικό και συλλογικό τραύμα της καταστροφής.

Οι εβραϊκές κοινότητες στην υπόλοιπη Ελλάδα 

Γερμανική ζώνη κατοχής

Στη Μακεδονία εκτός από τη Θεσσαλονίκη χάθηκαν στο μεγαλύτερο ποσοστό τους κοινότητες αρχαίες όπως της Βέροιας (460 άτομα), ή άλλες σεφαραδίτικες όπως της Φλώρινας (400 άτομα). Συμπεριλήφθηκαν στις δύο τελευταίες αποστολές που έφυγαν από Θεσσαλονίκη το Μάιο του 1943. Στην περιοχή της Μακεδονίας, φωτεινή εξαίρεση αποτέλεσε η περίπτωση της Κατερίνης. Η πλειοψηφία των 30-40 Εβραίων της πόλης σε ένα σύνολο 17.000 κατοίκων κατάφερε να διασωθεί με τη βοήθεια των συμπολιτών τους, χωρικών και της Αντίστασης. Στην περίπτωση της Κατερίνης είναι αξιοσημείωτο ότι διασώθηκαν και τα περιουσιακά στοιχεία των μελών της κοινότητας και τους αποδόθηκαν με την απελευθέρωση.

Στην παραμεθόρια περιοχή του Έβρου, που ήταν επίσης γερμανοκρατούμενη, έγινε συγκέντρωση του μικρού εβραϊκού πληθυσμού (Διδυμότειχο, Σουφλί και Αγία Τριάδα), ο οποίος έφυγε το Μάιο του 1943 με τις δύο τελευταίας αποστολές από Θεσσαλονίκη.

Ένα χρόνο μετά, τον Ιούνιο του 1944, ακολούθησε η γερμανοκρατούμενη Κρήτη. Παρότι υπήρχε από πολύ νωρίς το ενδιαφέρον για την κοινότητα των Χανίων, ωστόσο ο εκτοπισμός των ανθρώπων οργανώθηκε μόνον τον Μάιο του 1944 μαζί με την υπόλοιπη νησιωτική Ελλάδα, για την οποία φαίνεται ότι υπήρξε ιδιαίτερος σχεδιασμός. Συνελήφθησαν περίπου 300 Εβραίοι των Χανίων και 26 από το Ηράκλειο οι οποίοι κατά τη μεταφορά τους βυθίστηκαν μαζί με το πλοίο, μάλλον από βρετανική τορπίλη.

Βουλγαρική ζώνη κατοχής

Στη βουλγαρική ζώνη κατοχής και σε αντίθεση με την προστασία για τους Εβραίους της Βουλγαρίας που ήταν περισσότερο αποτέλεσμα της πίεσης της κοινής γνώμης και της ορθόδοξης εκκλησίας εκεί, οι Εβραίοι στην επαρχία του «Μπελομόριε», συμφωνήθηκε από τους Βούλγαρους να παραδοθούν στους Γερμανούς. Το καθεστώς της Σόφιας θεωρούσε ότι οι Εβραίοι στις νεοαποκτηθείσες περιοχές θα αποτελούσαν ένα επιπλέον εμπόδιο στα σχέδια εκβουλγαρισμού των περιοχών ενώ ταυτόχρονα ήθελα να ανταποκριθούν στο σχέδιο της «τελικής λύσης» των Γερμανών συμμάχων τους. Έτσι στις αρχές Μαρτίου 1943, περισσότεροι από 4.000 Έλληνες Εβραίοι της βουλγαροκρατούμενης ζώνης χάθηκαν κυρίως στο στρατόπεδο της Τρεμπλίνκα την άνοιξη του 1943, νωρίτερα από όλη την υπόλοιπη Ελλάδα.

Ιταλική ζώνη κατοχής

Οι Ιταλοί από την πλευρά τους, απαγόρευσαν από την πρώτη στιγμή όλα τα μέτρα εναντίον των Εβραίων στη δική τους ζώνη κατοχής και αυτό ήταν ένα σημαντικότατο πρόβλημα για τους Γερμανούς. Μάλιστα οι Ιταλοί διπλωμάτες έκαναν ό,τι μπορούσαν για να βοηθήσουν τους Εβραίους της γερμανικής ζώνης να περάσουν στην ιταλική. Η στάση αυτή των ιταλικών αρχών και του στρατού στις κατεχόμενες ιταλικές ζώνες (Γιουγκοσλαβία, Ελλάδα και αργότερα Νότια Γαλλία) θα πρέπει να εξηγηθεί μέσα στις περίπλοκες συνθήκες του πολέμου, παρά την τάση της παλαιότερης ιστοριογραφίας να συντηρεί τον μύθο του μη αντισημιτισμού στη φασιστική Ιταλία και των γενικά «καλών Ιταλών» που βοήθησαν. Στην Ιταλία του Μουσολίνι το φασιστικό καθεστώς το διάστημα 1922-1935 πράγματι δεν εκδήλωσε σαφείς αντισημιτικές τάσεις κυρίως για λόγους εσωτερικών πολιτικών ισορροπιών. Άρχισε να ασκεί έντονη αντισημιτική προπαγάνδα από το 1936 και μετά κυρίως μέσα από την υποστήριξη των εθνικιστών της Ισπανίας με στόχο την καταστολή του «διεθνούς εβραϊσμού», προκειμένου να προετοιμάσει την κοινή γνώμη για την εφαρμογή των αντισημιτικών μέτρων που θα ακολουθούσε από το 1938 και μετά. Στις κατεχόμενες ιταλικές ζώνες στην Ελλάδα και μέχρι τον Σεπτέμβριο του 1943, πράγματι οι Εβραίοι προστατεύθηκαν αλλά αυτό μπορεί ως ένα βαθμό να οφειλόταν στις ανθρωπιστικές διαθέσεις των Ιταλών διπλωματών, αλλά είχε ως κύρια αιτία το διαρκή ανταγωνισμό για την άσκηση εξουσίας ανάμεσα σε ιταλικές και γερμανικές αρχές και τη στρατηγική του ιταλικού στρατού διατήρησης της ηρεμίας στον πληθυσμό και τις γενικότερες πολεμικές εξελίξεις.

Μετά τη συνθηκολόγηση των Ιταλών και ένα χρόνο μετά τη Θεσσαλονίκη, ο Άιχμαν οργάνωσε τις νέες εκτοπίσεις. Στην Αθήνα, ο Βισλιτσένι ζήτησε ονομαστικούς καταλόγους των Εβραίων της πρωτεύουσας από το ραβίνο, Ηλία Μπαρτζιλάι. Ο ραβίνος, ύστερα από τις εκτοπίσεις της Θεσσαλονίκης και με πληροφορίες από τον Ερυθρό Σταυρό στη Γενεύη ότι δεν υπήρχε κανένα ίχνος από τους εκτοπισμένους ήρθε σε συνεννόηση με το Ε.Α.Μ. από το οποίο και δέχτηκε να «απαχθεί». Η φυγή του δυσκόλεψε ιδιαίτερα τους Γερμανούς και έπαιξε σημαντικότατο ρόλο στο να σωθούν εκατοντάδες Εβραίοι της Αθήνας. Επιπλέον ήταν αξιοπρόσεκτη η στάση των αρχών με χαρακτηριστικό το παράδειγμα του Άγγελου Έβερτ, αρχηγού τη αστυνομίας, που εξέδωσε 1.200 πλαστές ταυτότητες ή αυτή του αρχιεπίσκοπου Δαμασκηνού με τα πιστοποιητικά βαφτίσεων με ημερομηνία προπολεμική. Μέχρι το τέλος Μαρτίου 1944, 1.300 Εβραίοι συνελήφθησαν στην Αθήνα και οδηγήθηκαν στο στρατόπεδο Χαϊδαρίου μέχρι να έρθουν και οι συλληφθέντες από την υπόλοιπη Ελλάδα, ωστόσο το προηγούμενο της Θεσσαλονίκης, το ότι ο εβραϊκός πληθυσμός ήταν πολύ μικρότερος και περισσότερο αφομοιωμένος συνέβαλαν ώστε να υπάρξει στην Αθήνα αποτελεσματικότερη διαφυγή.

Στην ιταλική ζώνη κατοχή εκτός από την Αθήνα συμπεριλαμβανόταν η Θεσσαλία, όπου στις περιοχές Τρικάλων, Καρδίτσας, Λάρισας, Βόλου, οι Εβραίοι ζούσαν αναμεμειγμένοι με τους Έλληνες, μιλούσαν πολύ καλά ελληνικά και δεν ξεχώριζαν. Ο φόβος γι’ αυτά που είχαν προηγηθεί τους έκανε να είναι περισσότερο καχύποπτοι και προσεκτικοί ενώ το γεγονός ότι η οργανωμένη Αντίσταση το 1944 είχε απελευθερώσει μεγάλο τμήμα της χώρας και ήταν ιδιαίτερα δραστήρια στην περιοχή συνέβαλαν στο να κρυφτούν ή να καταφύγουν στο βουνό και έτσι λιγότερο από το 1/3 τους να πέσει στα χέρια των Γερμανών.

Άλλες πόλεις με σημαντικές εβραϊκές κοινότητες ήταν η Καστοριά στη Δυτική Μακεδονία, τα Γιάννενα αλλά και οι περισσότερες κοινότητες της Ηπείρου, όπως η Άρτα και η Πρέβεζα. Συνολικά 3.000 Εβραίοι συνελήφθησαν και στάλθηκαν στο Άουσβιτς από τις περιοχές αυτές.

Ακολούθησαν η Στερεά Ελλάδα με τη Χαλκίδα να αποτελεί ένα από τα παραδείγματα διάσωσης με ιδιαίτερα καλή έκβαση, όπου από τα 327 μέλη της εβραϊκής κοινότητας χάθηκαν 18-22 άτομα που πιάστηκαν σε εκκαθαριστικές επιχειρήσεις των Γερμανών στα γύρω χωριά. Η αγαστή συνεργασία του Ε.Α.Μ. με την κοινότητα αλλά και η συνδρομή της χωροφυλακής και του Μητροπολίτη Γρηγόριου, έπαιξαν καίριο ρόλο στη διάσωση της κοινότητας. Στη συνέχεια, η Πελοπόννησος με τι κοινότητες Πατρών και Αγρινίου να χάνουν το 63% του πληθυσμού τους, τα Επτάνησα, με την Κέρκυρα να χάνει στα στρατόπεδα του Άουσβιτς περίπου 1.400 από τους 1.795 ανθρώπους και τη Ζάκυνθο να ξεχωρίζει για το ότι η κοινότητά της σώθηκε χάρη στα εμπόδια που πρόβαλαν ο δήμαρχος Λουκάς Καρρέρ και ο Μητροπολίτης Χρυσόστομος και του τοπικού Γερμανοαυστριακού διοικητή.

Τέλος, τον Ιούλιο 1944, από τα Δωδεκάνησα, Ρόδο και Κω, χάθηκαν 1.673 και 90 άνθρωποι αντίστοιχα, τη στιγμή μάλιστα που η στρατιά Ε ετοιμαζόταν για οριστική αποχώρηση μετά την προέλαση του Κόκκινου Στρατού. Άλλη μεταφορά Εβραίων δεν σημειώθηκε, ωστόσο, μέχρι το Σεπτέμβριο του 1944 οι Γερμανοί εκτελούσαν ακόμη Εβραίους που δεν είχαν μεταφερθεί και ήταν φυλακισμένοι.

Εβραίοι και Αντίσταση

Με ποιο τρόπο βοήθησε η οργανωμένη Αντίσταση τους διωκόμενους Εβραίους στη Θεσσαλονίκη και στην Ελλάδα; Ποια ήταν η συμμετοχή του εβραϊκού πληθυσμού στην Αντίσταση; Τα δύο αυτά ερωτήματα τέμνονται σε αρκετές πτυχές τους ενώ συναντούν και τις ευρύτερες ιστοριογραφικές συζητήσεις σχετικά με τη σημασία της αντίστασης στον ναζισμό και τις πολιτικές της προεκτάσεις, την παθητικότητα ή όχι των εβραϊκών πληθυσμών, τον ρόλο των εβραϊκών συμβουλίων.

Όπως επισημαίνει ο Ασέρ Μωυσής -δικηγόρος της Θεσσαλονίκης με καταγωγή από τα Τρίκαλα- σε επιστολή του, όταν ιδρύθηκε το Ε.Α.Μ. τον Σεπτέμβριο του 1941 δύο μέλη της κεντρικής επιτροπής, ο Δ. Μαραγκός (αργότερα εθνοσύμβουλος στην Ελεύθερη Ελλάδα) και ο δικηγόρος Ηλίας Κεφαλίδης (θα συνεργαστεί στη φυγάδευση του ραβίνου της Αθήνας) επισκέφθηκαν τον ραβίνο Κόρετς και του πρότειναν συνεργασία, την οποία εκείνος αρνήθηκε. Ήταν ένας συντηρητικός άνθρωπος, ο οποίος πίστευε μέχρι την τελευταία στιγμή ότι η υπακοή ήταν η μόνη επιλογή σωτηρίας για τα μέλη της κοινότητάς του, ενώ το 1941 δεν είχε διαφανεί το μέγεθος της συμφοράς που πλησίαζε, οπότε μέσα σε αυτό το πλαίσιο πρέπει να δούμε και την άρνησή του.

Άλλωστε και στην υπόλοιπη Ευρώπη δεν υπήρξε και δεν θα μπορούσε να είναι μαζική τόσο η βοήθεια από τις αντιστασιακές οργανώσεις προς τους Εβραίους όσο και η ένοπλη αντίσταση των Εβραίων. Πρώτα από όλα επειδή η ναζιστική καταστολή και οι δύσκολες συνθήκες επιβίωσης οδήγησαν την πλειονότητα των πολιτών της Ευρώπης να μη συγκρουστεί με τις αρχές, επιπλέον επειδή ο ναζιστικός σχεδιασμός δεν μπορούσε να είναι γνωστός στους εβραϊκούς πληθυσμούς ώστε να σπεύσουν να γλιτώσουν αλλά και επειδή η διαθεσιμότητα όπλων και η υποστήριξη από τις αντιστασιακές οργανώσεις σε όλη την Ευρώπη δεν ήταν δεδομένα.

Εκτός από την παραπάνω «επίσημη πρόταση» συνεργασίας, ανάλογες προτάσεις συνδρομής έγιναν και σε μεμονωμένες περιπτώσεις. Υπολογίζεται ότι από τον Απρίλιο του 1941 και κατά διαστήματα διέφυγαν περίπου 10.000 από τη Θεσσαλονίκη προς διάφορες κατευθύνσεις από τους οποίους πολλοί συνελήφθησαν σε άλλες πόλεις ή επέστρεψαν στην πόλη, όταν άρχισε η εφαρμογή των φυλετικών μέτρων προκειμένου να προστατέψουν τις οικογένειές τους.

Το κρίσιμο 1943, την ίδια στιγμή που οι θλιβερές πομπές των Εβραίων οδηγούνταν στο διαμετακομιστικό στρατόπεδο Βαρώνου Χιρς και από εκεί στο θάνατο, στη Θεσσαλονίκη οργανωνόταν με αφορμή την 25 Μαρτίου του 1943, η πρώτη μεγάλη φοιτητική διαδήλωση, η οποία θεωρείται ότι άνοιξε το δρόμο για μαζικές ανοιχτές συγκεντρώσεις και διαδηλώσεις που ακολούθησαν. Οι πολίτες ξεσηκώθηκαν, δεν δίστασαν να διαδηλώσουν την αντίθεσή τους με το καθεστώς. Το ίδιο αυτό διάστημα , ο διωγμός των Εβραίων προκάλεσε την επέμβαση των ΕΑΜικών οργανώσεων για την αποτροπή των συλλήψεων και τη φυγάδευση όσων μπορούσαν, με ιδιαίτερη βοήθεια στη φάση αυτή από το Μωρίς Αρδίττι, Θεσσαλονικιό Εβραίο, καθηγητή Φιλοσοφίας στο πανεπιστήμιο της Λιόν, ο οποίος είχε επιστρέψει στη Θεσσαλονίκη, αλλά η σωτηρία τους δεν έγινε αντικείμενο συνολικότερης και πιο έντονης αντίδρασης ή διαμαρτυρίας από τους συμπολίτες τους. Ήταν ένα ζήτημα περισσότερο ατομικής ή στενά κομματικής πρωτοβουλίας.

Ο Μάρκος Βαφειάδης που από το 1942 ανέλαβε θέση στο κομματικό γραφείο και την κομματική οργάνωση του ΚΚΕ στη Θεσσαλονίκη αλλά και ο Πάνος Δημητρίου, ιστορικό στέλεχος της αριστεράς, σε μια κριτική ανασκόπηση του παρελθόντος, παραδέχονται ότι δεν υπήρξε δημόσια καταγγελία της δίωξης και των φυλετικών μέτρων εναντίον των Εβραίων από το ΕΑΜ, με εξαίρεση μία προκήρυξη του Ιανουαρίου 1943, πιθανότατα επειδή δεν ήθελε το ΕΑΜ να αναλάβει την ευθύνη ενεργειών, που ίσως δεν τις επιθυμούσαν και οι ίδιοι οι Εβραίοι, τονίζοντας και οι δύο την ευθύνη του ραβίνου Κόρετς ως προς αυτό.

Από την άλλη, νεότερες έρευνες αποδεικνύουν ότι αρκετοί ήταν εκείνοι οι Εβραίοι που προσπάθησαν να φύγουν και που πολέμησαν στην Αντίσταση. Ο Στίβεν Μπόουμαν θεωρεί ότι είναι αντιπροσωπευτικός ένας αριθμός κοντά στους 1.000 Εβραίους, δηλαδή λίγο παραπάνω από το 3% σε ένα σύνολο 30.000 ανταρτών, όπως υπολογίζονται από τον Μάτσα. Πολλοί ανάμεσά τους υπηρέτησαν στον εφοδιασμό, ως στρατολόγοι και ως διερμηνείς, ως τυπογράφοι, στη συλλογή πληροφοριών. Άλλοι έδρασαν ως δικηγόροι ή δάσκαλοι, οι γυναίκες ως νοσοκόμες. Σημαντική ήταν και η προσφορά εκείνων που υπηρέτησαν σε ελληνικές μονάδες με τους Βρετανούς στη βόρεια Αφρική. Οι Εβραίοι της Παλαιστίνης συνεργάστηκαν με τον ΕΛΑΣ για να οργανώσουν δίοδο διαφυγής στο Αιγαίο, ενώ το Εβραϊκό Πρακτορείο της Παλαιστίνης παρείχε στην ελληνική Αντίσταση και χρήματα και απαιτούμενα εφόδια. Η έξοδος στο βουνό δεν αφορούσε μόνο τους αριστερούς Εβραίους, η κοινωνική καταγωγή ή οι πολιτικές κατευθύνσεις του μεσοπολέμου δεν φαίνεται να επηρέαζαν στη δύσκολη αυτή φάση την επιλογή. Οι περισσότεροι Εβραίοι αντάρτες που διέφυγαν από τη Θεσσαλονίκη συγκεντρώθηκαν στο Βέρμιο και στο Πάικο. Στις αρχές Οκτωβρίου του 1943, εκατοντάδες Εβραίοι των κοινοτήτων Χαλκίδας, Τρικάλων, Καρδίτσας, Βόλου, Λάρισας, Αγρινίου και Πάτρας εγκαταστάθηκαν με την προστασία του ΕΑΜ στα κοντινότερα βουνά, ενώ από την Αθήνα, περίπου 1.000 άτομα κατέφυγαν στην ορεινή Στερεά. Υπάρχουν αναφορές και στοιχεία για συμβολή του ΕΔΕΣ στη διάσωση των Εβραίων της Αθήνας, ενώ στην Ήπειρο, ελάχιστοι νεαροί διέφυγαν από τα Ιωάννινα για να ενωθούν με τους αντάρτες και κάποιοι Αρτινοί εντάχθηκαν στο Εθνικό Δημοκρατικό Ελληνικό Σύνδεσμο (ΕΔΕΣ) του Ναπολέοντα Ζέρβα.

Ο βαθμός αφομοίωσης κάθε κοινότητας, η αλληλεγγύη των τοπικών κοινωνιών, των φορέων της εξουσίας και της εκκλησίας, η κατά τόπους ανάπτυξη του αντιστασιακού κινήματος, έπαιξαν τον ρόλο τους στη διάσωση ή μη των Εβραίων αλλά και στη συμμετοχή τους στην Αντίσταση. Ωστόσο, η ναζιστική μηχανή ήταν πολύ ισχυρή για να την σταματήσουν μεμονωμένες προσπάθειες και η ελληνική κυβέρνηση της εποχής με τους εκάστοτε εκπροσώπους της (Τσολάκογλου, Λογοθετόπουλος, Ράλλης), δεν υιοθέτησε μια συνολική πολιτική αντιμετώπισης του προβλήματος επειδή αυτοί δεν είχαν πολιτική εμπειρία για οποιοδήποτε σχεδιασμό αλλά κυρίως επειδή δεν είχαν ανάλογη πρόθεση.

Από ένα σύνολο 72.000 περίπου Εβραίων που ζούσαν στον ελλαδικό χώρο στις αρχές του 1941, θανατώθηκαν περίπου 59.000 μέχρι το τέλος της γερμανικής κατοχής…

Βιβλιογραφία

Ξενόγλωσση

Browning, Christopher (2004). The Origins of the Final Solution: The Evolution of Nazi Jewish Policy, September 1939 – March 1942. Jerusalem: Yad Vashem.

Carpi, Daniel (ed.) (1999). Italian Diplomatic Documents on the history of the Holocaust in Greece (19411943). Tel Aviv University.

Goldhagen, Daniel Jonah (1996), Hitler’s willing executioners. Ordinary Germans and the Holocaust. New York: Alfred A. Knopf.

Hilberg, Raul (1961). The destruction of the European Jews. Chicago: Quandrangle Books. Kershaw, Ian (1983). Popular opinion and political dissent in the Third Reich. Bavaria 1933-1945. Oxford: Clarendon Press.

Matsas, Michael (1997) The illusion of safety. The story of the Greek Jews during the second world war. New York: Pella Publising Company.

Mazower, Mark (2004). Salonica. City of Ghosts. Christians, Muslims and Jews 1430-1950. London: Harper Collins.

Molho, Michael (1949). «El cementerio judío de Salónica. Sefarad, 9(1), 107-130.

Papastratis, Procopis (1999). Balkans revisited: Great powers penetration and conflict in the inter-war period and the Mediterranean. The seas as Europe’s external borders and their role in shaping a European identity (eds. Marta Petricioli, Antonio Varsori). London: Lothian Foundation Press, 105-121.

Saltiel, Leon (2014). Dehumanizing the Dead. The Destruction of Thessaloniki’s Jewish Cemetery in the Light of New Sources, Yad Vashem Studies, 42(1), 11-46.

Ελληνόγλωσση

Bowman, Steven (2012). Η αντίσταση των Εβραίων στην Κατοχική Ελλάδα. Αθήνα: Κεντρικό Ισραηλιτικό Συμβούλιο Ελλάδος.

Δορδανάς, Στράτος (2006). Έλληνες εναντίον Ελλήνων. Ο κόσμος των ταγμάτων ασφαλείας στην κατοχική Θεσσαλονίκη 1941 – 1944. Θεσσαλονίκη: Επίκεντρο.

Ετμεκτσόγλου, Γαβριέλλα (2007). Το Ολοκαύτωμα των Ελλήνων Εβραίων. Στο Ιστορία της Ελλάδας του 20ού αιώνα. Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος. 1940 – 1945 Κατοχή – Αντίσταση (επιμ. Χρήστος Χατζηιωσήφ, Προκόπης Παπαστράτης), τ. γ1. Αθήνα: Βιβλιόραμα, 175-195.

Evans, Richard J. (2014). Το Γ΄ Ράιχ στον πόλεμο. Αθήνα: Αλεξάνδρεια.

Καβάλα, Μαρία (2015). Η Καταστροφή των Εβραίων της Ελλάδας (1941-1944). Αθήνα: Ελληνικά Ακαδημαϊκά Συγγράμματα και Βοηθήματα.

Καβάλα, Μαρία (2009). Η Θεσσαλονίκη στη Γερμανική Κατοχή: Κοινωνία, οικονομία, διωγμός Εβραίων, διδ. διατριβή, Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης, Ρέθυμνο. Kershaw, Ian (2009). Ο Χίτλερ, οι Γερμανοί και η «Τελική λύση». Αθήνα: Εκδόσεις Πατάκη.

Κούνιο-Αμαρίλιο Έρικά & Ναρ, Αλμπέρτος (Φραγκίσκη Αμπατζοπούλου επίμετρο-επιμ.) (1998). Προφορικές μαρτυρίες Εβραίων της Θεσσαλονίκης για το Ολοκαύτωμα. Θεσσαλονίκη: Ίδρυμα Ετς Αχάιμ-Παρατηρητής.

Mazower, Mark (2009). Η αυτοκρατορία του Χίτλερ. Αθήνα: Αλεξάνδρεια.

Mazower, Mark (1994). Στην Ελλάδα του Χίτλερ. Η εμπειρία της Κατοχής. Αθήνα: Αλεξάνδρεια. Μαργαρίτης, Γιώργος (2003). Ο πόλεμος του 1940-1941. Ιταλική επίθεση και γερμανική εισβολή. Ιστορία του Νέου Ελληνισμού, Η εμπόλεμη Ελλάδα 1940-1949, τ. 8. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα, 9-10.

Μαργαρίτης, Γιώργος (1993). Από την ήττα στην εξέγερση. Αθήνα: Ο Πολίτης.

Μόλχο, Μικαέλ &Νεχαμά, Ιωσήφ (1976). In Memoriam. Θεσσαλονίκη: Ισραηλιτική Κοινότητα Θεσσαλονίκης. 85

Μόλχο, Ρένα (2015). Το ολοκαύτωμα των Ελλήνων Εβραίων. Μελέτες ιστορίας και μνήμης. Αθήνα: Πατάκης.

Μπενβενίστε, Ρίκα (2014). Αυτοί που επέζησαν. Αντίσταση, εκτόπιση, επιστροφή. Θεσσαλονικείς Εβραίοι στη δεκαετία του 1940. Αθήνα: Πόλις.

Μπουρλάς, Μωυσής Μιχαήλ (2000). Έλληνας, Εβραίος και αριστερός. Σκόπελος: Νησίδες.

Παπαναστασίου, Νίκος & Φλάισερ Χάγκεν(2007). Το ‘οργανωμένο χάος’. Στο Ιστορία της Ελλάδας του 20ού αιώνα. Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος. 1940-1945 Κατοχή – Αντίσταση, τ. γ1. Αθήνα: Βιβλιόραμα, 101-149.

Παπαστράτης, Προκόπης (1993). Γερμανική διείσδυση και συμμαχική ενδοτικότητα: Η κατάσταση στα Βαλκάνια στις αρχές του πολέμου. Επιστημονικό Συμπόσιο. Η Ελλάδα του ’40 (19 και 20 Απριλίου 1991), Αθήνα: Εταιρεία Σπουδών Νεοελληνικού Πολιτισμού και Γενικής Παιδείας, Αθήνα 53-72.

Pierron, Bernard (2004). Εβραίοι και Χριστιανοί στη Νεότερη Ελλάδα. Αθήνα: Πόλις, Αθήνα. Ριτζαλέος, Βασίλης (2011). Η ελληνική ορθόδοξη εκκλησία της Θεσσαλονίκης και το Ολοκαύτωμα. Στο Γιώργος Αντωνίου, Στράτος Δορδανάς, Νίκος Ζάικος & Νίκος Μαραντζίδης (επιμ.), Το Ολοκαύτωμα στα Βαλκάνια. Θεσσαλονίκη: Επίκεντρο, 295-330.

Ριτζαλέος Βασίλης (2012). Η εβραϊκή κοινότητα Καβάλας στον έλεγχο των βουλγαρικών αρχών κατοχής: οργάνωση εκμετάλλευση διάλυση (1942-1944), στο Βασίλης Δαλκαβούκης, Ελένη Πασχαλούδη, Ηλίας Σκουλίδας, Κατερίνα Τσέκου (επιμ.). Αφηγήσεις για τη δεκαετία του 1940, Επίκεντρο, Θεσσαλονίκη.

Ριτζαλέος Βασίλης (2006). Οι εβραϊκές κοινότητες στην Ανατολική Μακεδονία και τη Θράκη από τα μέσα του 19ου αι. μέχρι το β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Αδημοσίευτη διδακτορική διατριβή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη.

Ριτζαλέος Βασίλης (1999). Το τέλος των εβραϊκών κοινοτήτων στη βουλγαρική ζώνη κατοχής. Χρονικά, τ. 162, 1999, 3-7.

Τζαφλέρης Νίκος (2007). Επιβίωση και Αντίσταση στον Βόλο την περίοδο της Κατοχής (1941-1944). Ανέκδοτη διδακτορική διατριβή, Τμήμα Ιστορίας, Αρχαιολογίας και Κοινωνικής Ανθρωπολογίας, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Βόλος.

Φλάισερ, Χάγκεν (χ.χ.). Στέμμα και σβάστικα. Η Ελλάδα της Κατοχής και της Αντίστασης 1941-1944, τ. 1. Αθήνα: Παπαζήσης

Friedländer, Saul (2013). Η ναζιστική Γερμανία και οι Εβραίοι. Αθήνα: Πόλις. 

Τελευταίες ΕιδήσειςDropdown Arrow
preloader
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Documento Newsletter