Κάθε χρόνο τέτοια εποχή στα γραφεία στοιχημάτων παίζουν τα ονόματα της Αν Κάρσον, του Ντον Ντε Λίλο, του Σαλμάν Ρούσντι.
Όσοι παρακολουθούν τα Νόμπελ Λογοτεχνίας κάθε Οκτώβριο εκνευρίζονται για το βραβείο που δεν δόθηκε στον Φίλιπ Ροθ αν και το άξιζε, είναι σίγουροι πως δεν θα δοθεί ποτέ στο Μισέλ Ουελμπέκ διότι είναι «παλιόπαιδο», μιλούν με θαυμασμό για τον τεράστιο Λάσλο Κρασναχορκάι (επιτέλους πρέπει κάποια στιγμή να πάρει), καθώς και για την ύποπτη πλέον καθυστέρηση στον Χαρούκι Μουρακάμι (οι φανατικοί αναγνώστες του σίγουρα ανησυχούν περισσότερο από τον ίδιο).
Κάπως έτσι κάθε χρόνο μόλις ανακοινωθούν τα Νόμπελ Λογοτεχνίας, τα social media γίνονται πεδίο συζητήσεων και διαφωνιών πάνω στις μεγάλες εκπλήξεις και απογοητεύσεις. «Σπουδαία η Αλεξίεβιτς», «Τεράστιος ο Ντίλαν αλλά τι έχει πλέον να πει;», «Ποιος είναι ρε παιδιά ο Αμπντουλραζάκ Γκούρνα που δεν ξέρουμε ούτε το όνομά του;» (σχόλιο από εκείνους που θεωρούν πως ό,τι δεν εμπίπτει στο δικό τους πεδίο γνώσης δεν υπάρχει), «Ε, όχι δα και η Ερνό που δημοσιοποιεί το ημερολόγιό της – και αυτό το γράφει στο πόδι». Τα Νόμπελ Λογοτεχνίας δεν δίνονται πάντα με κριτήριο τη λογοτεχνική αξία. Κάποια δίνονται για λόγους πολιτικής ορθότητας, άλλα για λόγους στρατηγικής.
Για τους περισσότερους, το χθεσινό Νόμπελ στον Γιον Φόσε ήταν δίκαιο και έγινε πράξη. Κι όσοι δεν τον γνώριζαν σιώπησαν μπροστά στη φήμη που τον συνοδεύει – ο δεύτερος σε δημοφιλία δραματουργός της Νορβηγίας μετά τον Ίψεν και ο «Μπέκετ του 21ου αιώνα». Ο Νορβηγός δραματουργός, ποιητής και πεζογράφος θεωρεί το Νόμπελ «ως ένα βραβείο για τη λογοτεχνία που πρωτίστως στοχεύει να είναι λογοτεχνία, χωρίς άλλες σκέψεις».
Ο Φόσε, σύμφωνα με τη Σουηδική Ακαδημία, βραβεύτηκε «για τα καινοτόμα θεατρικά του έργα και την πεζογραφία που δίνουν φωνή στο ανείπωτο». Όσοι έχουν έρθει σε επαφή με το έργο του μέσα από τις παραστάσεις του Γιάννη Χουβαρδά κατανοούν απολύτως. Οι υπόλοιποι που θα κάνουν την πρώτη γνωριμία μαζί του μέσα από το μυθιστόρημά του «Το άλλο όνομα – Επταλογία Ι-ΙΙ» (εκδόσεις Gutenberg, μτφρ. Σωτήρης Σουλιώτης) ας μην φοβηθούν την έλλειψη σημείων στίξης και παραγράφων. Η αναγνωστική εμπειρία είναι τόσο ουσιαστική που αξίζει τον κόπο.