Το νερό… πηγή έμπνευσης για το ελληνικό τραγούδι

Αθάνατο, αμίλητο, της λησμονιάς, της ζωής και του θανάτου: πολλαπλές οι όψεις του στη δισκογραφία τις τελευταίες δεκαετίες

Μόλις το 1992 καθιερώθηκε η Παγκόσμια Ημέρα για το Νερό (World Water Day), στη Συνδιάσκεψη του ΟΗΕ για το Περιβάλλον και την Ανάπτυξη. Τριάντα χρόνια πριν οι υδάτινοι πόροι απασχολούσαν τους ισχυρούς του πλανήτη ως προς την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης, τη μείωση των πλημμυρών, της ξηρασίας κ.λπ., ενώ το ζήτημα της ιδιωτικοποίησης του νερού πιθανόν να φαινόταν σαν σενάριο δυστοπικής ταινίας. Σήμερα, ωστόσο, οι άνθρωποι βγαίνουν στους δρόμους διεκδικώντας από τις νεοφιλελεύθερες κυβερνήσεις τους το δικαίωμα της ελεύθερης πρόσβασης στο πιο ζωτικό αγαθό.

Κάτι ήξεραν οι αρχαίοι ημών πρόγονοι και απέδιδαν στο νερό θεϊκές ιδιότητες, δημιουργώντας ασύλληπτους μύθους για θεϊκές οντότητες όπως ο Ποσειδώνας, η Αφροδίτη και ο Νηρέας.

Ας ανατρέξουμε όμως στους πιο πρόσφατους προγόνους μας, τους καλλιτέχνες της ελληνικής μουσικής του 20ού αι., στιχουργούς, συνθέτες και ερμηνευτές, που έφτιαξαν τραγούδια για το νερό, τα οποία ακόμη… κυλούν σε αφθονία. Μαζί τους και οι σύγχρονοι τραγουδοποιοί μας που κι εκείνοι κατέθεσαν τα δικά τους τραγούδια για το νερό, για διαφορετικούς όμως λόγους: στη δημοτική παράδοση και μέχρι τη δεκαετία του 1960 τα ανάλογα τραγούδια δεν είχαν οικολογικό χαρακτήρα. Κι αν μεσολάβησαν τραγούδια με πιο σαφές φιλοσοφικό υπόβαθρο τις επόμενες δεκαετίες, από την είσοδο στον 21ο αιώνα και μετά παρατηρούμε ότι οι μουσικές δημιουργίες αποκτούν έναν ξεκάθαρο ακτιβιστικό χαρακτήρα κόντρα στην επέλαση του καπιταλισμού. Χαρακτηριστικό και πιο πρόσφατο παράδειγμα το «Νερό των Σταγιατών» που έγραψε ο Αλκίνοος Ιωαννίδης αντιτιθέμενος στην ιδιωτικοποίηση του νερού από τον δήμαρχο του Βόλου Αχιλλέα Μπέο στο χωριό Σταγιάτες του Πηλίου. Το τραγούδι αποδόθηκε με τη «συλλογική ερμηνεία φίλων» του Ιωαννίδη και συγκεκριμένα από 26 μουσικούς και ερμηνευτές (Ρίτα Αντωνοπούλου, Κώστας Λειβαδάς, Φώτης Σιώτας, Νίκος Ζιώγαλας, Σταύρος Σιόλας, Παντελής Κυραμαργιός κ.ά.).

Η αθώα εποχή

Ο θρυλικός «Επιτάφιος», η ποιητική σύνθεση του Γιάννη Ρίτσου που μελοποιήθηκε από τον Μίκη Θεοδωράκη το 1959, βάζοντας τα θεμέλια του έντεχνου λαϊκού τραγουδιού, περιείχε ένα κομμάτι με τίτλο «Να ’χα τ’ αθάνατο νερό»: η μάνα μες στον θρήνο της παρακαλεί να είχε το «αθάνατο νερό» που θα ξανάφερνε στη ζωή έστω «για μια στιγμή μονάχα» το αδικοσκοτωμένο παιδί της. Ο ποιητής στον «Επιτάφιό» του άντλησε την έμπνευση από τη δημοτική προφορική παράδοση. Στο πιο γνωστό πάντως δημοτικό τραγούδι με τη λέξη «νερό» στον τίτλο του, το «Ενα νερό κυρα-Βαγγελιώ», τα πράγματα είναι σαφώς πιο ανάλαφρα: ο ερωτοχτυπημένος ζητά επειγόντως νερό από τη γειτόνισσά του, την κυρα-Βαγγελιώ, προκειμένου να σβήσει την κάψα του για την «παινεμένη» που διασχίζει βουνά και γκρεμούς για να ποτίσει τα περιβόλια της. Πρόκειται για τραγούδι με προέλευση τη Μεσσηνία σε συρτό καλαματιανό ρυθμό, που εμφανίστηκε στη δισκογραφία τη δεκαετία του 1920 με τις φωνές του Γιώργου Βιδάλη (1925) και του Δημήτρη Αραπάκη ή Καλλίνικου (1929). Ξεχωρίζω και την εκτέλεση με την αείμνηστη Βούλα Πάλλα (1961). Αλλες εποχές, αθώες… Αλλα τραγούδια που μας κληροδότησε η αστείρευτη δημοτική παράδοση με το νερό στο επίκεντρο είναι τα «Της Καλαμάτας το νερό» («Της Καλαμάτας το νερό, κόρη Καλαματιανή, έμαθα πως έχει βδέλλες, καλαματιανές κοπέλες») και «Στείλε με μάνα στο νερό» από τη Λέσβο («Στείλε με μάνα στο νερό, να σου το φέρω δροσερό, τζι’ αν δεν στο φέρω δροσερό, τη νιότη μου να μη χαρώ»).

Πάντως την ίδια θεματική με το ποίημα του Ρίτσου, τη δύναμη δηλαδή του νερού να υπερβαίνει τον θάνατο, αξιοποίησε και ο στιχουργός Ακος Δασκαλόπουλος στο τραγούδι «Δώσ’ μου τ’ αθάνατο νερό» σε μουσική Μίμη Πλέσσα με ερμηνευτές τη Μαρινέλλα αλλά και τον Γιάννη Πουλόπουλο σε β΄ εκτέλεση: εδώ ο ερωτικός παροξυσμός φτάνει στο ζενίθ του με την ηρωίδα να λέει: «Δώσ’ μου τ’ αθάνατο νερό, δροσιά απ’ την καρδιά σου, χίλιες φορές ν’ αναστηθώ, χίλιες να ’μαι δικιά σου».

Το 1970, στο πλαίσιο ακόμη του νέου κύματος, η Πόπη Αστεριάδη τραγούδησε: «Τι τάχα να σου είπανε κι έγινες περιστέρι; Μη σού ’πανε για το νερό, μη σού ’παν για τον ήλιο;». Με τον εύγλωττο τίτλο «Το τραγούδι του νερού», επρόκειτο για δημιουργία του πολυσχιδούς Νίκου Χουλιαρά ο οποίος επίσης εμπνεόταν από τη δημοτική παράδοση για τους στίχους του. Η αισθαντική αέρινη φωνή της Αστεριάδη ήταν η καταλληλότερη για ν’ αποδώσει την ποιητική διάθεση του δημιουργού. Το κομμάτι είχε κυκλοφορήσει και στον πρώτο προσωπικό δίσκο του Χουλιαρά, ερμηνευμένο από τον ίδιο, συνοδεία του Νότη Μαυρουδή στην κιθάρα.

Την ίδια χρονιά ο Βαγγέλης Ατραΐδης και ο Γιάννης Βασιλόπουλος φτιάχνουν έναν σκωπτικό καρσιλαμά για τη φωνή του Βαγγέλη Περπινιάδη, γιου του σπουδαίου ρεμπέτη Στελλάκη Περπινιάδη. Στο τραγούδι «Ποιος το ξέρει» ο γιος Περπινιάδης ψάχνει να βρει πού πουλιέται τ’ αμίλητο νερό μπας και το δώσει στη σύντροφό του και γλιτώσει απ’ την… γκρίνια της: «Δεν μου λέτε που υπάρχει και πουλιέται το αμίλητο νερό, στην αγάπη μου να δώσω απ’ τη γκρίνια να γλιτώσω, ησυχία για να βρω». Προβλήματα που είχε ο κόσμος! Αντιθέτως, πολλά χρόνια μετά, στο δικό του «Αμίλητο νερό» με τον Ψαραντώνη, ο δημιουργός Χάρης Φασουλάς προσαρμόζεται στην περσόνα του ερμηνευτή του και δανείζεται τη φόρμα της κρητικής μαντινάδας: «Κι όμως τ’ αμίλητο νερό, πάλι εποτίσανέ με κι οι πεθυμιές μου ερίζωσαν βαθιά κι εσκάσανέ με».

Το νερό της λησμονιάς

Πίσω πάλι στο 1969 ο Ιάκωβος Καμπανέλλης και ο Σταύρος Ξαρχάκος γράφουν ένα συγκλονιστικό ζεϊμπέκικο για την ταινία «Γυμνοί στο δρόμο» του Γιάννη Δαλιανίδη. Το χόρευε και το τραγουδούσε ο Νίκος Κούρκουλος με τη συμμετοχή γυναικείας χορωδίας υπό το βλέμμα της Ζωής Λάσκαρη. Επρεπε ωστόσο να το τραγουδήσει η Βίκυ Μοσχολιού για να βγει και εκτός κινηματογραφικής οθόνης το τραγούδι που έφερε τον τίτλο «Μην πιεις νερό» και αναφερόταν σε μια άλλη ιδιότητα του νερού, αυτήν της λησμονιάς. Πάντως την πιο δυσάρεστη ιδιότητα του νερού παρουσίασε ο Σταύρος Σιόλας με το τραγούδι «Της Αρνης το νερό» που τον έκανε γνωστό στο πανελλήνιο: το εν λόγω «πικρό νερό» οδηγεί στη λησμονιά και κατ’ επέκταση στην ερωτική απόρριψη.

Το 1989 ο δύτης – αρχιτέκτονας της Εφορείας Λήμνου Παναγιώτης Αμπαζόπουλος πνίγεται σε υπηρεσιακή κατάδυση. Δεν αποδίδεται καμία ευθύνη, το τραγικό αυτό περιστατικό όμως δίνει την ευκαιρία στον Δημήτρη Λάγιο να συνθέσει έναν μικρό κύκλο τραγουδιών με τίτλο «Σπασμένη βάρκα στο βυθό», ο οποίος εντάχτηκε στο άλμπουμ του «Εργα για ορχήστρα νυκτών εγχόρδων». Τα τρία τραγούδια του έργου, το «Αίνιγμα», το «Νερό» και τον «Καθρέφτη», απέδωσαν η Μαρίζα Κωχ, ο ίδιος ο Λάγιος και η Αννα Παρλαπάνου. Κατά μια αυστηρά υποκειμενική εκτίμηση, έχω την αίσθηση πως ο Λάγιος εμπνεύστηκε από το τραγούδι «Space oddity» του Ντέιβιντ Μπόουι: όπως ο Major Tom, ο ήρωας του τραγουδιού του Μπόουι, περιμένει τον μοναχικό του θάνατο στο διάστημα, αποκομμένος τελείως από τον πλανήτη Γη, έτσι και ο Αμπαζόπουλος χάθηκε μες στον βυθό της θάλασσας χωρίς το σκάφανδρο που του έδινε το απαραίτητο οξυγόνο. Ενας μελαγχολικός, στα όρια της κατάθλιψης, κύκλος τραγουδιών, με πιο δυνατή στιγμή το κομμάτι «Το νερό», συγκλονιστικό ντουέτο της Μαρίζας Κωχ και του Δημήτρη Λάγιου.

Στοιχείο και στοιχειό

Το 2003 ο Χρήστος Θηβαίος στη μετά Συνήθεις Υποπτοι εποχή κυκλοφορεί τον προσωπικό του δίσκο με τίτλο «Μόνο νερό στη ρίζα». Στο εναρκτήριο τραγούδι του δίσκου, την «Πρώτη ώρα», ο δημιουργός τα λέει όλα με τους πρώτους στίχους: «Σαν λουλούδι η ανάσα μου ξυπόλητη αρχή σ’ έναν αρχαίο χορό έχει στη ρίζα μόνο νερό. Μέσα στη γλάστρα μου απλώνω κλαδιά λες θ’ αγγίξω του θεού τα μαλλιά». Ποιητικοί προβληματισμοί του Θηβαίου, ο οποίος σε συνέντευξη που μου είχε δώσει τότε υποστήριξε πως τα τραγούδια γεννιούνται και ανασαίνουν μέσα από μια απλή διαδικασία, όπως ακριβώς ένα φυτό αποθηκεύει νερό μόνο στη ρίζα του για να υπάρξει. Αντίστοιχη θεματική ο Θηβαίος εξέλιξε στο τραγούδι του «Το νερό» από το άλμπουμ «Πέτρινοι κήποι» (2008). Εδώ γίνεται πολύ πιο συγκεκριμένος, αποδίδοντας στο υδάτινο στοιχείο όλες τις ιδιότητες που μπορεί κανείς να φανταστεί: «Το νερό είναι στοιχείο και στοιχειό… Ο άνθρωπος είναι νερό που περπατάει… Οποιος βρομίζει το νερό, βρομίζει ο ίδιος».

Μέχρι και σύνορα καταργεί

Το 2005, είκοσι τρία χρόνια μετά την πρώτη τους δισκογραφική συνεύρεση, η Μαρία Φαραντούρη συναντήθηκε και πάλι με τον Τούρκο συνθέτη και συγγραφέα Ζουλφί Λιβανελί. Η συναυλία τους πραγματοποιήθηκε στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών με τη συμφωνική ορχήστρα Δήμου Βόλου, σε ενορχηστρώσεις του Γερμανού συνεργάτη της Φαραντούρη Χένινγκ Σμιτ (Henning Schmiedt), για να κυκλοφορήσει σε δίσκο με τίτλο «Η μνήμη του νερού». Στίχους έγραψε η Αγαθή Δημητρούκα, ζωντανεύοντας τις κοινές μνήμες δύο λαών που επικοινωνούν μέσω του νερού, της θάλασσας, του Αιγαίου. Μια διαφορετική σημασία που η Δημητρούκα προσέδωσε στο νερό ως στοιχείο κατάργησης των συνόρων και του εθνικισμού, που μόνο δεινά επιφέρουν στους λαούς.

Δύο χρόνια πριν από τον δίσκο της Φαραντούρη και του Λιβανελί το συγκρότημα Διάφανα Κρίνα του ποιητή – τραγουδοποιού Θάνου Ανεστόπουλου κυκλοφόρησε το άλμπουμ «Ο,τι απέμεινε απ’ την ευτυχία» (2003). Περιείχε το τραγούδι «Μνήμες του νερού», ένα όμορφο ποιητικό κατασκεύασμα για την Πασιφάη που «κάποια βραδιά την έφερε εδώ το κύμα, νεκροί αστερίες λαμπύριζαν στα μαλλιά της».

Ας κλείσουμε με ποιητικά σπαράγματα μεγάλων ποιητών που ενώ έτυχε να μελοποιηθούν από εξίσου μεγάλους συνθέτες, οι συγκεκριμένοι στίχοι τους παρέμειναν καθηλωμένοι στις σελίδες των βιβλίων τους: «Ποιος μιλεί στα νερά και ποιος κλαίει – ακούς;» έγραψε ο Οδυσσέας Ελύτης στο «Μονόγραμμά» του, ενώ ο Γιάννης Ρίτσος στον «Πέτρινο χρόνο» διαπίστωσε αναμοχλεύοντας μνήμες από την εξορία: «Ολα τα μοιραστήκαμε, σύντροφοι, το ψωμί, το νερό, τον καημό, την ελπίδα». Πιο υπαρξιακός, ο Τάσος Λειβαδίτης έγραψε στο «Εγχειρίδιο ευθανασίας – Βιβλίο ασκήσεων»: «Την πρώτη φορά που ενέδωσα, σκέφτηκα ύστερα απελπισμένος να πάω να πνιγώ. Τη δεύτερη φορά μου αρκούσε να κοιτάω απλώς τη θάλασσα. Τώρα σιχαίνομαι ακόμα και το νερό».

Ετικέτες