Σοκαριστικές οµοιότητες µε παλαιότερη υπόθεση στην οποία πρωταγωνίστησε ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης παρουσιάζει η υπόθεση της κατάθεσης ανακριβούς δήλωσης πόθεν έσχες από τον σηµερινό πρωθυπουργό. Οπως αποκαλύπτεται από πρακτικά της Βουλής τα οποία εντόπισε το Documento, ο πάτερ φαµίλιας Μητσοτάκης είχε κατηγορηθεί ως πρωθυπουργός ότι απέκρυπτε περιουσιακά στοιχεία της συζύγου του Μαρίκας στη Γαλλία.
Η υπόθεση του πατρός Μητσοτάκη µοιάζει τόσο µε εκείνη στην οποία πρωταγωνιστούν ο πρωθυπουργός υιός του και η σύζυγός του, που κάποιος καχύποπτος θα έλεγε χαριτολογώντας ότι η οικογένεια διαθέτει σχετική τεχνογνωσία και ακολουθεί τις οδηγίες κάποιου εγχειριδίου. Είναι µάλιστα εντυπωσιακό ότι ο τότε πρωθυπουργός, προκειµένου την εποχή εκείνη να αποκρούσει τις κατηγορίες που εξαπέλυε εναντίον του το ΠΑΣΟΚ, χρησιµοποιούσε κυριολεκτικά τα ίδια επιχειρήµατα ακόµη όµως και τις ίδιες λέξεις που σήµερα χρησιµοποιεί ο Κυριάκος Μητσοτάκης και η σύζυγός του Μαρέβα Γκραµπόφσκι, ενώ παρουσίαζε κι εκείνος τη Μαρίκα Μητσοτάκη ως δυναµική γυναίκα που διαχειριζόταν την περιουσία της χωρίς εκείνος να έχει γνώση.
Εκείνο πάντως που αν µη τι άλλο πιστώνεται στον πατέρα Μητσοτάκη είναι ότι σε αντίθεση µε τον γιο του, ο οποίος ισχυρίζεται ότι έχει µπει στο στόχαστρο η σύζυγός του, εκείνος και το επιτελείο του είχαν το σθένος –έστω και µε όχι ιδιαίτερα πειστικά επιχειρήµατα– να αντιµετωπίσουν το δριµύ κατηγορώ της αξιωµατικής αντιπολίτευσης στη Βουλή. Σε κάθε περίπτωση, η υπόθεση του ψευδούς πόθεν έσχες του Κων. Μητσοτάκη αρχειοθετήθηκε, σύµφωνα µε τις καταγγελίες του ΠΑΣΟΚ, κατόπιν µεθόδευσης και αντικατάστασης του αρµοδίου την εποχή εκείνη εισαγγελέα ο οποίος είχε διαπιστώσει παρανοµίες.
Γαλλικά ακίνητα
Το ηµερολόγιο έγραφε 20 Νοεµβρίου 1990. Είκοσι βουλευτές του ΠΑΣΟΚ µε επικεφαλής τον ∆ηµήτρη Τσοβόλα καταθέτουν στο πλαίσιο του κοινοβουλευτικού ελέγχου επίκαιρη ερώτηση προς τους υπουργούς ∆ικαιοσύνης και Οικονοµικών για το πόθεν έσχες του πρωθυπουργού. Οι βουλευτές της αξιωµατικής αντιπολίτευσης κατηγορούν τον Κων. Μητσοτάκη ότι επί σειρά ετών, και συγκεκριµένα από το 1977 όταν εκλέχθηκε βουλευτής µέχρι τουλάχιστον το 1984, απέκρυπτε από τη δήλωση περιουσιακής κατάστασής του δύο ακίνητα της συζύγου του Μαρίκας στη Γαλλία. Επρόκειτο για ένα διαµέρισµα στον πρώτο όροφο της οδού Σεφέρ 6 στο 16ο διαµέρισµα του Παρισιού και για ένα οικόπεδο στην περιοχή της Ανω Σαβοΐας κοντά στα γαλλοελβετικά σύνορα, το ένα τέταρτο του οποίου κατείχε η Μαρίκα Μητσοτάκη.
Τα δύο ακίνητα είχαν αγοραστεί από τη σύζυγο του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη και µητέρα του σηµερινού πρωθυπουργού το 1974 και το 1975, αλλά δεν δηλώθηκαν ποτέ στο πόθεν έσχες του µετέπειτα βουλευτή της Ν∆ και αργότερα αρχηγού της και πρωθυπουργού της χώρας. Οταν το 1989 πια οι βουλευτές του ΠΑΣΟΚ και συγκεκριµένα ο ∆. Τσοβόλας εντόπισαν το κενό στη δήλωση περιουσιακής κατάστασης του πρωθυπουργού, ανέδειξαν το ζήτηµα ζητώντας πολιτικές απαντήσεις και πληροφορίες σχετικά µε έρευνα της ∆ικαιοσύνης η οποία είχε ξεκινήσει έπειτα από µηνυτήρια αναφορά πολίτη. Ο ∆. Τσοβόλας κατέθεσε σε διάστηµα 18 µηνών έξι ερωτήσεις, µε τις οποίες ζητούσε να πληροφορηθεί για την εξέλιξη των ερευνών, ωστόσο όπως αποδείχτηκε η υπόθεση είχε αρχειοθετηθεί. Παράλληλα, το κυβερνών την εποχή εκείνη κόµµα, δηλαδή η Ν∆, αλλά και προσωπικά ο Κων. Μητσοτάκης αρνήθηκαν κατηγορηµατικά να παραδώσουν στους ερωτώντες βουλευτές έγγραφα από τα οποία θεωρητικά αποδεικνυόταν η αθωότητα του πρωθυπουργού, επικαλούµενοι το φορολογικό απόρρητο.
Περίεργες οµοιότητες
Ο Κων. Μητσοτάκης, παρότι κατά τη συζήτηση της 20ής Νοεµβρίου 1990 απουσίαζε στο εξωτερικό, είχε επιχειρήσει επανειληµµένως να αποκρούσει τις κατηγορίες που εξαπέλυε εναντίον του το ΠΑΣΟΚ χρησιµοποιώντας επιχειρήµατα τα οποία δείχνει να αντιγράφουν σήµερα ο Κυρ. Μητσοτάκης και η Μαρ. Γκραµπόφσκι. Είναι χαρακτηριστικό ότι ως ελεγχόµενος ο τότε πρωθυπουργός ανέφερε, σύµφωνα µε τα επίσηµα πρακτικά της Βουλής, ότι το διαµέρισµα στο Παρίσι µεταβιβάστηκε το 1977 στην κόρη του Αλεξάνδρα ως παροχή µε ιδιωτικό συµφωνητικό. Αντιθέτως, σύµφωνα µε επίσηµα έγγραφα του γαλλικού κράτος η µεταβίβαση έγινε µεν, όχι ωστόσο πριν από το 1984.
Φαίνεται επιπλέον ότι ενώ ο Κων. Μητσοτάκης επικαλείτο ένα ιδιωτικό συµφωνητικό χωρίς νοµική ισχύ, όπως επισήµαιναν τότε οι βουλευτές της αξιωµατικής αντιπολίτευσης, προκειµένου να πείσει ότι δεν απέκρυψε από τη δήλωση πόθεν έσχες του κάποιο περιουσιακό στοιχείο, η σύζυγός του συνέχιζε να κάνει νοµικές πράξεις στις οποίες εµφανιζόταν ως ιδιοκτήτρια. Η Μαρ. Μητσοτάκη είχε καταθέσει συγκεκριµένα αγωγή προκειµένου έπειτα από φωτιά που είχε αρπάξει το εν λόγω διαµέρισµα το καλοκαίρι του 1985 να εισπράξει ως ιδιοκτήτρια αποζηµίωση από το γαλλικό δηµόσιο, ενώ επί πολλά χρόνια και σίγουρα κατά την περίοδο που το ακίνητο δεν εµφανιζόταν στο πόθεν έσχες του Μητσοτάκη η ίδια δήλωνε εισοδήµατα καθώς νοίκιαζε το διαµέρισµά της σε κάποιον πολίτη.
Ο ∆. Τσοβόλας ανέφερε τότε στη Βουλή ότι η Μαρ. Μητσοτάκη µεταβιβάζει το διαµέρισµα µε ψευδή δήλωση ατύπως και παρανόµως και κατά το γαλλικό και κατά το ελληνικό δίκαιο, «µε ιδιωτικό έγγραφο στη θυγατέρα της Αλεξάνδρα». «Βεβαίως», συνεχίζει την ηµέρα εκείνη ο Τσοβόλας στην οµιλία του, «επικυρώνεται αυτή η µεταβίβαση της 20ής Σεπτεµβρίου 1978 κατά νόµιµο τρόπο στις 4 ∆εκεµβρίου 1984. Στις 15 Φεβρουαρίου 1978 όµως που ο συνάδελφος Κωνσταντίνος Μητσοτάκης υπέβαλε την πρώτη του δήλωση, το ακίνητο εκείνο δεν είχε µεταβιβασθεί, ήταν στην ιδιοκτησία της συζύγου του, και δεν δηλώθηκε. Παραβιάσθηκαν λοιπόν και οι διατάξεις του νόµου».
Κατά σύµπτωση και παρότι οι οµοιότητες της τότε υπόθεσης µε τη σηµερινή δεν σταµατούν εδώ και στις αποκαλύψεις του Documento ο Κυρ. Μητσοτάκης απάντησε παρουσιάζοντας ένα ιδιωτικό συµφωνητικό από το οποίο προκύπτει κατά τους ισχυρισµούς του ότι η σύζυγός του µεταβίβασε τις µετοχές της στη γαλλική εταιρία SCI στον ετεροθαλή αδερφό της το 2016. Τα αρχεία του επίσηµου γαλλικού κράτους ωστόσο πιστοποιούν ότι κάτι τέτοιο δεν είχε συµβεί τουλάχιστον µέχρι τον ∆εκέµβριο του 2020, οπότε η Μαρέβα Γκραµπόφσκι φαίνεται πράγµατι να µεταβιβάζει το µερίδιό της σε άλλη εταιρεία, δικών της επίσης συµφερόντων.
Ακόµη και ίδιες λέξεις
Εξίσου ενδιαφέρον, παρότι προφανώς τυχαίο, είναι το γεγονός ότι ο τότε αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Μητσοτάκη και υπουργός ∆ικαιοσύνης Αθανάσιος Κανελλόπουλος ανέφερε από το βήµα της Βουλής ότι ο πρωθυπουργός «από την πρώτη στιγµή αποξενώθηκε από την κυριότητα του ακινήτου». «Στην ουσία όταν κάποιος αποξενώνεται από το ακίνητο, το οποίο παραδίδει σε κάποιον άλλο και όταν αυτό το χειρίζεται η σύζυγος και η κόρη είναι πολύ φυσικό να µη τελεί εν γνώσει, του τι ακριβώς έχει συµβεί, ο πρωθυπουργός» είχε προσθέσει. Τη λέξη αποξένωση είχε χρησιµοποιήσει σε προγενέστερη ηµεροµηνία και προσωπικά ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης λέγοντας ότι «έκτοτε προσωπικώς είχα αποξενωθεί και καλοπίστως άφησα τη ρύθµιση του θέµατος στη σύζυγό µου».
Χρήση της λέξης αποξένωση γίνεται και από τη Μαρ. Γκραµπόφσκι στο εξώδικο που απέστειλε στο Documento αντί απάντησης στις αποκαλύψεις του. Η σύζυγος του Κυρ. Μητσοτάκη αναφέρει χαρακτηριστικά ότι «ουδεµία ψευδή δήλωση πόθεν έσχες υπέβαλα διότι είχα αποξενωθεί από την κυριότητα των µετοχών».
Αποφυγή απαντήσεων
Ακολουθώντας στρατηγική την οποία φαίνεται ότι έχει υιοθετήσει και ο Κυρ. Μητσοτάκης, το τότε κυβερνών κόµµα επιχειρούσε να ξεγλιστρήσει των καυτών ερωτηµάτων που ευλόγως έθετε η αξιωµατική αντιπολίτευση πετώντας την µπάλα στην εξέδρα και επικαλούµενη στοιχεία τα οποία ουδεµία σχέση είχαν µε την ουσία της υπόθεσης. Ετσι, καθ’ όλη τη διάρκεια της συζήτησης παρατηρείτο µια προσπάθεια των ερωτώµενων υπουργών να απαξιώσουν το ζήτηµα, αναφέροντας ακόµη και ότι η τιµή των ακινήτων τα οποία είχε πράγµατι αγοράσει η Μαρ. Μητσοτάκη ήταν χαµηλή. Ο Αθ. Κανελλόπουλος είχε αναφέρει, για παράδειγµα, ότι «πρόκειται για ένα κτήµα αξίας 400.000 δραχµών κατά την περίοδο εκείνη και για ένα οίκηµα στούντιο 2,5 εκατοµµυρίων δραχµών της εποχής εκείνης. ∆ηλαδή ουσιαστικά και τα δύο αυτά αντικείµενα, έστω και ως “παράβαση” στον νόµο του “πόθεν έσχες” καταντούν να διακωµωδούν τον νόµο».
Παράλληλα επαναλάµβαναν διαρκώς ότι η ανακριβής δήλωση, την ύπαρξη της οποίας ασφαλώς δεν παραδέχτηκαν ποτέ, «δεν αποτελεί αδίκηµα, αν δεν συνδέεται µε αθέµιτη κτήση». Τέλος, προκειµένου να υποστηρίξουν το πρωθυπουργικό αφήγηµα της εποχής σύµφωνα µε το οποίο ουδεµία παράνοµη πράξη είχε κάνει ο Κων. Μητσοτάκης, ανέφεραν ότι «ο πρωθυπουργός είχε παραδώσει τη διαχείριση στη σύζυγό του» και εποµένως «δεν θα ήταν δυνατόν να ασχολείται µε τη λεπτοµέρεια της µεταβίβασης».
Η θεία από την Αµερική
Ως προς τον τρόπο που αποκτήθηκαν τα ακίνητα, ο Κων. Μητσοτάκης είχε υποστηρίξει ότι τα χρήµατα δόθηκαν από συγγενείς της συζύγου του στις ΗΠΑ. Απολαυστικός ήταν ο διάλογος που είχε γίνει στη Βουλή µεταξύ του βουλευτή του ΠΑΣΟΚ Ηλία Παπαηλία και του προεδρεύοντος και βουλευτή της Ν∆ Νικόλαου Κατσαρού.
Παπαηλίας: Το είπε φανερά ο κ. Μητσοτάκης, εδώ. Αυτές οι αγορές έγιναν µε λεφτά της θείας από την Αµερική. Μα ο κ. Μητσοτάκης µίλησε µόνο για το διαµέρισµα. Για όλα η θεία από την Αµερική; Ποια είναι αυτή η θεία που έχει ο κ. Μητσοτάκης και δεν µπορούµε να έχουµε και εµείς µια τέτοια θεία, να παίρνει και να µας δίνει συνέχεια περιουσιακά στοιχεία, κύριε πρόεδρε;
Κατσαρός: Είστε άτυχοι πράγµατι!
Παπαηλίας: Ναι! ∆εν λέει για θεία από την Αµερική, λέει «συγγενείς της γυναίκας µου από την Αµερική». ∆εν είχε µονάχα µια θεία, υπάρχουν πολλοί συγγενείς, φαίνεται, που αγοράζουν διαµερίσµατα και οικόπεδα στη Σαβοΐα. Και καλά το διαµέρισµα, το είχε κάνει στην κόρη του δωρεά από το 1977. Τα 20 στρέµµατα όµως στα οποία µετέχει εξ αδιαιρέτου; Αυτά τι έγιναν; Τα πούλησε; Τα έκανε και αυτά δωρεά; Πού και πότε; Εάν πράγµατι δεν είναι περιουσιακά στοιχεία που να ανήκουν ή να ανήκαν στην κυρία Μητσοτάκη κατά τον χρόνο κατά τον οποίο έπρεπε ο πρωθυπουργός να κάνει τη δήλωση του πόθεν έσχες, γιατί δεν µας τα καταθέτετε και αυτά εδώ να τα δούµε; Ποιος ο λόγος να τα αποκρύπτετε;
Η αρχειοθέτηση
Σε κάθε περίπτωση η υπόθεση πόθεν έσχες του Κων. Μητσοτάκη αρχειοθετήθηκε. Κατά το ΠΑΣΟΚ, αυτό έγινε σκανδαλωδώς, αφού ο αρµόδιος για τον έλεγχο αντιπρόεδρος της Βουλής την αρχειοθέτησε στηριζόµενος όχι σε πόρισµα του τότε αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, ο οποίος κατά την αξιωµατική αντιπολίτευση επίσης είχε τοποθετηθεί παράνοµα, αλλά σε διαπιστώσεις κάποιου πάρεδρου του Ελεγκτικού Συνεδρίου, ο οποίος κακώς, πάντοτε κατά το ΠΑΣΟΚ, είχε επιληφθεί το ζητήµατος.
Είναι δε εντυπωσιακό το γεγονός ότι προηγούµενος αρµόδιος αντεισαγγελέας του ανώτατου δικαστηρίου, ο ∆ηµήτρης Ευθυµιάδης, ο οποίος ήταν αρχικά επιφορτισµένος µε τον έλεγχο του πόθεν έσχες του τότε πρωθυπουργού, αποµακρύνθηκε κατά την αξιωµατική αντιπολίτευση της εποχής από τη θέση του, ενώ στο δικό του πόρισµα, προσχέδιο του οποίου είχε δηµοσιοποιήσει και η εφηµερίδα «Ποντίκι», διαπίστωνε την ύπαρξη αδικηµάτων και ζητούσε να κινηθεί η υπόθεση για την άρση της βουλευτικής ασυλίας του Μητσοτάκη.
Οι βουλευτές του ΠΑΣΟΚ με επικεφαλής τον Δ. Τσοβόλα κατέθεσαν σε διάστημα 18 μηνών έξι ερωτήσεις με τις οποίες ζητούσαν να πληροφορηθούν για την εξέλιξη των ερευνών, ωστόσο η υπόθεση είχε αρχειοθετηθεί.