Το Μάτι ζωντανεύει χάρη στους ανθρώπους του

Το Documento βρέθηκε στην περιοχή και μίλησε με κατοίκους για τα αίτια της καταστροφής και την επόμενη μέρα.

Μάτι, Ιούλιος του 2019. Εναν χρόνο μετά την καταστροφική φωτιά που άφησε πίσω της 102 νεκρούς, 58 εγκαυματίες και πολλούς ζωντανούς με σοβαρά ψυχικά τραύματα. Μια τραγωδία που εκτός από την πανελλήνια θλίψη που προκάλεσε κινητοποίησε εκατοντάδες εθελοντές, οι οποίοι συνέχισαν να προσφέρουν τη βοήθειά τους για πολλούς μήνες μετά, καθώς και μια ομάδα κατοίκων οι οποίοι αμέσως μετά τις κηδείες των συγγενών και φιλών τους σκούπισαν γρήγορα τα δάκρυά τους και έβαλαν στόχο να ξανακάνουν το Μάτι μια περιοχή χωρίς καρβουνιασμένα σπίτια, κατεστραμμένες σκεπές από αμίαντο και σκελετωμένα πεύκα.

Η προσπάθειά τους τιτάνια μπροστά στη γραφειοκρατία που έχουν αντιμετωπίσει, ωστόσο η ανάγκη τους να γίνουν όλα όπως πριν αποτελεί την κινητήρια δύναμή τους. «Καλωσήρθατε στο Μάτι μας» γράφει μια ταμπέλα που έχει ζωγραφισμένα πολύχρωμα χεράκια. Είναι των παιδιών της περιοχής. Κάτω δεξιά γράφουν τον αριθμό των νεκρών. Δεν τους ξεχνούν… Το Μάτι επιστρέφει σιγά σιγά και αποκλειστικά… υπεύθυνοι γι’ αυτό είναι μόνο οι κάτοικοί του.

Οι κάτοικοι του Ματιού και της ευρύτερης περιοχής που καταστράφηκε από την πυρκαγιά δεν κρύβονται πίσω από το δάκτυλό τους. Γνωρίζουν ότι οι αυθαίρετες κατασκευές έχουν μερίδιο ευθύνης για την απώλεια τόσων ανθρώπων. Γνωρίζουν όμως ότι οι λάθος χειρισμοί αλλά και η έλλειψη οργάνωσης της πολιτείας τις ώρες της καταστροφής ήταν η βασική αιτία για την απώλεια 102 ανθρώπων.

Μάντρες και ταμπέλες

Οι μαρτυρίες κατοίκων στο Documento μιλούν για εκείνη την ημέρα και περιγράφουν ως αιτία της καταστροφής τα ακραία καιρικά φαινόμενα, τη δύσκολη πρόσβαση στη θάλασσα και τη σημαντική έλλειψη οργάνωσης από την πλευρά της πολιτείας. Οι μάντρες πάντως που έκοβαν την πρόσβαση στη θάλασσα παραμένουν ακόμη εκεί. Το πλάτος στα δρομάκια που οδηγούν στη βραχώδη θάλασσα παραμένει στους 50 πόντους, με τη μόνη διαφορά ότι μετά την τραγωδία τοποθετήθηκαν και ταμπέλες που γράφουν «Προς παραλία».

Την ημέρα της καταστροφής ο κ. Χρήστος Αναγνώστου βρισκόταν στο Μάτι. Είδε λευκό καπνό στο βουνό και ξαφνικά ο καπνός άρχισε να μαυρίζει και είπε στη γυναίκα του: «Κλείσ’ τα όλα και φεύγουμε». Μέσα σε 16 λεπτά βρίσκονταν στη Νέα Μάκρη. «Φεύγοντας από εδώ γνώριζα ακριβώς πού ήθελα να πάω γιατί είχα κάνει ένα πλάνο εκκένωσης στο σπίτι, διότι εδώ μπορούμε να καούμε ανά πάσα στιγμή» εξηγεί. Ο κ. Αναγνώστου λέει ξεκάθαρα και ψύχραιμα πλέον καθώς έχει περάσει ένας χρόνος από την καταστροφική φωτιά μας στο πει Μάτι: “παιδιά, «Αν φύγετε” υπήρχε –όχι κάποιος πού να να πάμε, ο καθένας απλώς τον να τρόπο φύγουμε– να φύγει». θα είχε Εξηγεί βρει ότι δεν υπήρχε κανένας σχεδιασμός, παρόλο που ο τόπος ήταν επίφοβος ανά πάσα στιγμή να χτυπηθεί από μεγάλη πυρκαγιά, «δεν μονοδρομήθηκαν δρόμοι, υπήρχε ένα τεράστιο χάος που ξεκινάει από το μυαλό του καθένα ξεχωριστά αλλά δεν βοήθησε και ο μηχανισμός», κάτι που κόστισε πολλές ανθρώπινες ζωές. «Οταν έφτασα εγώ στη Μαραθώνος μου είπε ο αστυνομικός να γυρίσω στη θάλασσα και του είπα “κάνε δεξιά μη σε πατήσω” και συνέχισα την πορεία μου».

«Από το 1965 που έρχομαι στο Μάτι δεν βρέθηκε ποτέ κανείς να μας πει ότι υπάρχει ένα σχέδιο πολιτικής προστασίας» Χρήστος Αναγνώστου Μέλος της Συντονιστικής Επιτροπής Κατοίκων Ματιού

Σε αυτό το σημείο εκφράζει τη δυσαρέσκειά του για την επιλογή της νέας κυβέρνησης να τοποθετήσει γενικό γραμματέα Πολιτικής Προστασίας τον κ. Τσουβάλα: «Αυτός ο άνθρωπος διεύθυνε τον αστυνομικό που με έστελνε την ώρα της φωτιάς στη φωτιά;». Ο κ. Αναγνώστου πηγαίνει στην περιοχή από το 1965, στα παιδικά του χρόνια μόνο τα καλοκαίρια και από το 2000 μένει μόνιμα στο Μάτι. «Από το 1965 που βρίσκομαι εγώ εδώ δεν βρέθηκε ποτέ κανείς να μας πει ότι υπάρχει ένα σχέδιο πολιτικής προστασίας, γι’ αυτό τον λόγο έγινε αυτό το τραγικό περιστατικό». Το Μάτι δεν το εγκατέλειψε ποτέ, έχασε φίλους και γνωστούς τους οποίους δεν πρόλαβε να κλάψει.

Η στενοχώρια πολλές φορές κυριαρχεί, παρά το πείσμα των κατοίκων να ξαναφτιάξουν την καμένη γη. «Υπάρχει θλίψη» μας λέει λουόμενη στο Κόκκινο Λιμανάκι την ώρα που οι καμένοι σκελετοί των δέντρων κρέμονται πάνω από την παραλία και δεν αφήνουν τους κατοίκους να ξεχάσουν τι έγινε εκείνο το βράδυ. Μια θλίψη που κυριεύει ακόμη και τώρα μικρούς και μεγάλους. «Εμαθα προχθές ότι ένα παιδάκι μόλις άναψαν οι γονείς του μια ψησταριά στο κήπο για να ψήσουν πήγε μέσα στο σπίτι να κρυφτεί» λέει στο Documento o νέος δήμαρχος Μαραθώνα Στέργιος Τσίρκας, διαπιστώνοντας ότι η φωτιά άφησε πολλά ψυχολογικά προβλήματα σε πολλούς ανθρώπους.

Όποιος βιάστηκε… σώθηκε

Η προνοητικότητα σε συνδυασμό με την τύχη έσωσαν πολλούς ανθρώπους που πολύ σύντομα εγκατέλειψαν την περιοχή. «Είχε μπει η 18άχρονη κόρη μου μέσα στο αμάξι και μας ζητούσε επιτακτικά να φύγουμε. Ευτυχώς που την ακούσαμε» λέει στο Documento η ΑΚ στο Κόκκινο Λιμανάκι. «Στη Μαραθώνος μου ζήτησε ένας αστυνομικός να πάω προς Ραφήνα, δεν τον άκουσα και σωθήκαμε». Ο κόσμος στην περιοχή έχει μειωθεί, «υπάρχει μεγάλος αριθμός σπιτιών που είναι πλέον ακατοίκητα λόγο της καταστροφής» λέει στο Documento o νέος δήμαρχος Μαραθώνα και συμπληρώνει: «Υπάρχουν όμως και αυτοί που τα σπίτια τους δεν έχουν υποστεί ζημιές αλλά δεν θέλουν να ξαναέρθουν γιατί έχουν υποστεί σοκ».

Αυτοί που μείναν πίσω…

Οι επιζήσαντες προσπαθούν να μαζέψουν τα κομμάτια τους και να συνεχίσουν

Λιγότερο ορατά από τους μαυρισμένους τοίχους, τους καμένους κορμούς στις αυλές και τα εγκαταλειμμένα οικόπεδα, αλλά εξίσου έντονα παραμένουν και τα σημάδια στις ψυχές όσων έμειναν πίσω. Οι επιζήσαντες της λαίλαπας που στο πέρασμά της σάρωσε ό,τι βρήκε μπροστά της, άνθρωπο ή κτίσμα, δεν ξεχνούν. Δεν μπορούν αλλά, κυρίως, δεν θέλουν.

Ακόμη και όσοι δεν έχουν απώλειες στο συγγενικό τους κύκλο έχασαν φίλους, γείτονες, ανθρώπους με τους οποίους μετρούσαν για χρόνια καλοκαιρινές αναμνήσεις στις παραλίες της περιοχής. «Μια πολύ αγαπημένη φίλη μου… Τις μαμάδες δύο παιδικών μου φίλων…», ο Χρήστος Αναγνώστου με φωνή που ραγίζει κάνει έναν πρόχειρο απολογισμό των απωλειών που κατέγραψε ο ίδιος στον ευρύτερο κύκλο του. «Τον πρώτο καιρό πηγαίναμε από τη μια κηδεία στην άλλη… ήταν τραγικό» περιγράφει στο Documentο. Οπως εξηγεί ο ίδιος όμως υπήρξαν πολλές ακόμη παράπλευρες απώλειες ανθρώπων οι οποίοι επιβίωσαν από τη φωτιά αλλά εξαιτίας της έχασαν ένα κομμάτι του εαυτού τους. Και σε ορισμένες περιπτώσεις αυτή η απώλεια οδήγησε στον θάνατο. «Από τότε και μέχρι σήμερα έχουν πεθάνει πολλοί υπερήλικες από τη θλίψη τους. Για παράδειγμα, ένας 86άχρονος άντρας πέθανε από τη στεναχώρια του οχτώ μήνες μετά τη φωτιά. Είχε χάσει τα πάντα, είχε καταστραφεί το σπίτι του, είχαν καεί οι φωτογραφίες του γάμου του, οι φωτογραφίες των παιδιών του, η ταυτότητά του, το πτυχίο του… ένιωθε σαν να μην είχε περάσει ποτέ από αυτήν τη ζωή και οι μόνοι που μπορούσαν να επιβεβαιώσουν την ταυτότητά του ήταν τα παιδιά του. Λίγο καιρό αφού τον μετέφεραν σε οίκο ευγηρίας πέθανε…» εξηγεί ο κ. Αναγνώστου.

Για κάποιους άλλους επιζήσαντες τα σημάδια της φωτιάς βρίσκονται στο ίδιο τους το σώμα. Είναι οι 58 εναπομείναντες εγκαυματίες από τους αρχικά 75, εκ των οποίων οι 17 κατέληξαν. «Από αυτούς τους 58 οι περίπου 30 είναι σοβαρά. Οι περισσότεροι ήταν έξω στον δρόμο τη μοιραία μέρα και προσπαθούσαν να σωθούν. Τα κατάφεραν αλλά η φωτιά τους άφησε ανεξίτηλα σημάδια» περιγράφει στο Documento ο Αλέξανδρος Ανδρονόπουλος, μέλος της Συντονιστικής Επιτροπής Κατοίκων Ματιού (ΣΕΚΜΑ). Οπως εξηγεί, οι περισσότεροι εξ αυτών φιλοξενούνται σε άλλα σπίτια ή νοικιάζουν διαμερίσματα καθώς έχουν χάσει τις κατοικίες τους. Ωστόσο, ο αγώνας τους δεν βρίσκεται ούτε καν στη μέση. «Εξακολουθούν να μπαινοβγαίνουν στα νοσοκομεία, να κάνουν επεμβάσεις… Οχι αισθητικές… αυτές θα αργήσουν ακόμη δυο τρία χρόνια. Μην ξεχνάμε πως κάποιοι από αυτούς έχουν τρίτου βαθμού εγκαύματα. Αυτό σημαίνει πως το έγκαυμα έχει φτάσει στο κόκαλο. Οι επεμβάσεις που κάνουν αυτήν τη στιγμή είναι κυρίως λειτουργικές, δηλαδή μόλις κλείσει μια πληγή –γιατί κάποιοι από αυτούς έχουν ακόμη ανοιχτές πληγές– και τελειώσουν οι μολύνσεις, κάνουν επεμβάσεις προκειμένου να μπορέσουν να κουνήσουν τα μέλη τους. Και μετά φυσικά πρέπει να κάνουν φυσικοθεραπείες» περιγράφει.

Δεν είναι και λίγες οι περιπτώσεις στις οποίες προκύπτουν και άλλα προβλήματα υγείας. «Μετά το έγκαυμα όλο το σώμα σου παθαίνει λοιμώξεις. Ετσι ανοίγει ο ασκός του Αιόλου… Αν αρχίσεις μετά τα 85 να παθαίνεις λοιμώξεις, δεν αντέχουν τα νεφρά, δεν αντέχει η καρδιά. Μην ξεχνάμε πως οι περισσότεροι είναι μεγάλοι άνθρωποι. Βγήκαν να κάνουν ένα μπάνιο και βρέθηκαν να παλεύουν για τη ζωή τους» καταλήγει.

Οσο για την υποστήριξη που μπορεί να έλαβαν, ο ίδιος διευκρινίζει ότι δεν υπήρξε καμία βοήθεια από το κράτος και πως όλος ο αγώνας γίνεται μέσω εθελοντών και δωρεών. Μια από αυτές τις δωρεές έφερε στην Ελλάδα και μια ομάδα Ελβετών γιατρών οι οποίοι τις προηγούμενες ημέρες εξέτασαν από κοντά τους εγκαυματίες. «Η κατάσταση των ανθρώπων είναι πολύ σοβαρή και δυστυχώς στην Ελλάδα δεν υπάρχει η γνώση για τέτοιου είδους τραύματα. Ελπίζουμε αυτοί οι ειδικοί να μπορέσουν να βοηθήσουν ουσιαστικά» κατέληξε.

Τι (δεν) έχει αλλάξει από τότε στο Μάτι

Η αποκατάσταση του οικισμού προχωρά, όμως τα σημάδια της καταστροφής παραμένουν

Μπορεί σε νομοθετικό και ρυθμιστικό επίπεδο να έχουν γίνει αρκετά βήματα για την αποκατάσταση του οικισμού του Ματιού, όπως υποστηρίζει και το μέλος της Συντονιστικής Επιτροπής Κατοίκων Ματιού κ. Αναγνώστου, ωστόσο τα σημάδια της καταστροφής παραμένουν. Ανάμεσα σε αυτά και το οικόπεδο με τα στοιβαγμένα καμένα ξύλα και ροκανίδια επί της οδού Μαραθώνος. Μια πυριτιδαποθήκη, όπως χαρακτηρίζουν οι κάτοικοι το συγκεκριμένο σημείο, καθώς ο τεράστιος όγκος των ξύλων μπορεί μέσα σε μια στιγμή να γίνει η αφορμή για να απειληθούν ξανά ανθρώπινες ζωές.

Πώς κατέληξαν και γιατί παραμένουν τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα εκεί τα ξύλα; Οπως εξηγεί στο Documento o κ. Αναγνώστου, αυτό το οικόπεδο έχει σχεδιαστεί έτσι ώστε να είναι σταθμός μεταφόρτωσης των ξύλων. «Το οικόπεδο αυτό είναι ο σταθμός μεταφόρτωσης, έτσι ώστε οι ευθύγραμμοι κορμοί να χρησιμεύουν για να φτιάχνουν κορμοδέματα και κορμοφράγματα στις πλαγιές των βουνών ως πρόχειρα αντιπλημμυρικά. Ενα μέρος των ξύλων πάνε για θρυμματισμό με σκοπό να τα τοποθετήσουν στα βουνά ώστε να γίνει φυσική αναδάσωση, έγινε όμως ένσταση από τους κατοίκους στην Παναγία τη Σουμελά όπου τα τοποθετούσαν τους πρώτους μήνες γιατί η διαδικασία δημιουργούσε σκόνη η οποία επιβάρυνε παιδιά που έπασχαν από άσθμα».

Το επόμενο βήμα ήταν να βρεθούν από την περιφέρεια και το υπουργείο Υποδομών ακόμη δύο σημεία. «Ωστόσο και αυτή η διαδικασία φρέναρε για κάποιους λόγους, μας ενημέρωσαν ότι τώρα είχαν βρει και τρίτο σημείο αλλά μέχρι στιγμής δεν έχει γίνει κάτι» λέει ο κ. Αναγνώστου.

Η απόφαση για να τοποθετηθούν εκεί τα καμένα ξύλα ήταν του δημάρχου Ραφήνας: «Επειδή εμείς δεν είχαμε δήμαρχο όπως ξέρετε, τα τελευταία πέντε χρόνια έβαλε πλάτη ο Βαγγέλης Μπουρνούς και πήρε αυτή την απόφαση. Η συμφωνία ήταν να πηγαίνουν τα ξερά εκεί και φτάσαμε στον Απρίλιο και αρχίσαμε όλοι να κλαδεύουμε τους κήπους μας και να πηγαίνουν και τα χλωρά. Με κάποιο τρόπο καταχραστήκαμε την καλή διάθεση του δημάρχου» εξηγεί ο κ Αναγνώστου. «Πλέον το οικόπεδο δεν χωράει άλλα ξύλα, με αποτέλεσμα πολλά οικόπεδα της περιοχής να έχουν μετατραπεί σε χώρους εναπόθεσης καμένων». «Και να αδειάσει αυτό το οικόπεδο πολύ σύντομα θα ξαναγεμίσει από όλα τα άλλα ξύλα που βρίσκονται σε πολλά σημεία της περιοχής» λέει ο νέος δήμαρχος Στέργιος Τσίρκας.

Να σημειωθεί ότι απομένουν και άλλα δέντρα για να κοπούν. «Η υλοτόμηση αυτή την στιγμή είναι στο 80%, έχουν μείνει περίπου 1.500 δέντρα σε όλο το Μάτι. Αυτά έπρεπε να έχουν φύγει και ο λόγος που δεν έχουν κοπεί είναι γιατί το υπουργείο δεν μπορεί να μπει στην ιδιοκτησία κάποιου χωρίς να του έχει δώσει την άδεια. Οι ιδιοκτήτες πολλών σπιτιών δεν μένουν μόνιμα εκεί, οπότε δεν έχουν καλέσει τους φορείς ώστε να καθαρίσουν τις αυλές τους από τα καμένα» εξηγεί ο κ. Αναγνώστου.

Το πρόβλημα με τον αμίαντο

Τη δεκαετία του ’70 που χτίστηκε το 40% του Ματιού ο αμίαντος ήταν πολύ διαδεδομένο δομικό υλικό, εξηγούν στο Documento οι κάτοικοι. «Bρισκόταν σε σκεπές αλλά και μέσα στην τοιχοποιία, τις λεγόμενες τσιμεντοσανίδες που το σκληρυντικό μέσο ήταν ο αμίαντος» εξηγεί ο κ Αναγνώστου. «Τα υλικά αυτά κάηκαν και αποτελούν μεγάλο κίνδυνο για την υγεία των κατοίκων. Πρέπει να τα απομακρύνουν από εδώ ειδικοί γιατί με το που σηκώνεις το υλικό αυτό τα μικροσωματίδια του αμιάντου –τα οποία είναι πάρα πολύ μικρές ίνες μετάλλου– περνάνε στους πνεύμονες του ανθρώπου».

Από την ημέρα της καταστροφής μέχρι σήμερα έχει απομακρυνθεί από την περιοχή μόνο το 25% του αμιάντου και οι κάτοικοι ανησυχούν. Το ένα εμπόδιο είναι ότι σε πολλά σπίτια δεν έχουν κοπεί ακόμη τα καμένα δέντρα από τις αυλές, ωστόσο όπως αναφέρει ο κ. Αναγνώστου «ο αμίαντος δεν έχει μαζευτεί και σε πολλά σημεία που οι αυλές έχουν καθαριστεί από τα καμένα», κάτι που αποδίδει σε γραφειοκρατικά κολλήματα και περίπλοκες διαδικασίες.

Βέβαια υπάρχουν και οι ιδιοκτησίες στις οποίες οι πρώην κάτοικοι δεν έχουν ενδιαφερθεί να καλέσουν τα ειδικά συνεργεία για να μαζέψουν το επικίνδυνο υλικό, κάτι που συζητιόταν και στο Κόκκινο Λιμανάκι μεταξύ των κάτοικων παρουσία του Documento. «Εμείς έχουμε ένα σπίτι δίπλα μας που έχει υλικά από αμίαντο και δεν έχει ενδιαφερθεί ο ιδιοκτήτης, θα αναγκαστώ να ενημερώσω εγώ τις αρχές» λέει μια λουόμενη.

Οπως όλα δείχνουν, πολλά σπίτια στο Μάτι που καταστράφηκαν δεν θα ξαναχτιστούν είτε γιατί η μεγάλη ηλικία των ιδιοκτητών τους δεν τους επιτρέπει να μπουν σε περίπλοκες διαδικασίες είτε γιατί κάποια από αυτά τα οικόπεδα πρέπει να αποχαρακτηριστούν. Σε κάθε περίπτωση το τοπίο θα αλλάξει όταν βγουν από το κάδρο και τα 280 σπίτια που πρέπει να κατεδαφιστούν. Μέχρι τότε η φύση θα έχει κάνει τη δουλειά της, θα ομορφύνει ξανά ο τόπος και οι κάτοικοι θα ελπίζουν η πολιτεία να μην τους ξεχάσει.

Ετικέτες