Κατέρρευσε η επιχείρηση αλλαγής ατζέντας, δυναμιτίζοντας περισσότερο το κλίμα με την πολιτική συγκάλυψης
Από τη στιγμή που άνοιξε η αυλαία της φρίκης και το σκηνικό θύμισε το φαντασιακό του Παζολίνι οι διεργασίες στο κοινωνικό σύνολο ήταν ασύμβατες με όσα συντελούνταν στο πολιτικό σκηνικό. Η διαδικασία κοινωνικής χειραφέτησης μέσω του #MeToo προσέκρουε επί 15 μέρες στην απόπειρα πολιτικής συγκάλυψης εξαιτίας των δεσμών και των διορισμών. Ανίερα τέρατα που χειροκροτήθηκαν επί σκηνής εισέπρατταν την απαξία της κοινής γνώμης αλλά όχι και της κυβέρνησης. Αντιδραστικές εκφορές περί «ψυχολογίας του όχλου» και «στημένων δικαστηρίων» φούντωναν την οργή, η οποία σοβούσε για το τρίπτυχο Ικαρία – ΥΕΝΕΔ – «Μήδεια». Η πρώτη κυρία του πολιτισμού ζήτησε την παραίτηση του κατηγορουμένου για βιασμό ανηλίκων όταν έγινε αντιληπτή η ύπαρξη καταγγελίας για μη παραγεγραμμένο αδίκημα. Ο φόβος ενδεχόμενης θυσίας της για μια επιλογή που πιθανώς δεν της ανήκει την οδήγησε στην πρώτη δημόσια καταδίκη του σκηνοθέτη-ηθοποιού. Τότε η χώρα έμαθε για την εξαπάτηση από έναν «επικίνδυνο άνθρωπο».
Ο πρωθυπουργός δεν θέλησε να απαντήσει στην εθνική αντιπροσωπεία για όλα αυτά. Η συζήτηση στη Βουλή δεν είχε τίτλο που αφορούσε τα θύματα σεξουαλικής κακοποίησης και τη στήριξή τους, αλλά την ποιότητα της δημοκρατίας και του δημόσιου διαλόγου. Κοινώς, κρύφτηκε στην κουίντα των social media παρέα με ένα hashtag. Κι ενώ λοιπόν άγχεται για την ποιότητα του δημόσιου διαλόγου, είναι αυτός που δεν ζήτησε μία συγγνώμη. Είναι αυτός που επαίνεσε την «καλή υπουργό» Λίνα Μενδώνη, προσάπτοντάς της μόνο ότι «κακοχαρακτήρισε» τον Δημήτρη Λιγνάδη. Είναι αυτός που αναπαρήγαγε το συνωμοσιολογικό κατασκεύασμα της δήθεν στοχοποίησης της υπουργού που ξεκλείδωσε την επένδυση του Ελληνικού, δίνοντας την εντύπωση ότι θα ακολουθήσει λανσάρισμα κηραλοιφών και νανογιλέκων. Είναι αυτός που δεν βρήκε το σθένος να πει ποιος ευθύνεται για τον προαποφασισμένο διορισμό, ο οποίος ήρθε ως αποτέλεσμα ακύρωσης της προκήρυξης για τη θέση του καλλιτεχνικού διευθυντή του Εθνικού Θεάτρου. Είναι αυτός που προσπάθησε να καπηλευτεί τη μαρτυρία της Σοφίας Μπεκατώρου. Είναι αυτός που προφασίστηκε ότι η Ειρήνη Αγαπηδάκη ήταν μια απλή πολίτης όταν ως «μη επανδρωμένο πληκτρολόγιο» έκανε αναρτήσεις για «ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ δολοφόνους» και αποκαλούσε «εγκληματικά ανήθικο» τον Αλέξη Τσίπρα. Είναι αυτός που, αν και φίλος του Νίκου Γεωργιάδη, εκστόμισε τη λέξη «παιδέρες» στην ολομέλεια. Σε κάθε περίπτωση, είναι αυτός που έκανε εισαγωγή «Μακελειού» στη Βουλή για να προβιβαστεί από τα έδρανα της αντιπολίτευσης στο Μέγαρο Μαξίμου.
Ο βούρκος του Μητσοτάκη
Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που ο Κυρ. Μητσοτάκης προέβη σε λεκτικές καφρίλες. Πότε έπαιρνε τη λάσπη στα χέρια του για να λερώσει τους πολιτικούς αντιπάλους του και πότε στοχοποιούσε συλλήβδην πολιτικούς χώρους και κοινωνικές ομάδες, δίχως να αντιλαμβάνεται ότι τα λόγια είναι το προοίμιο των πράξεων. Ο αποθανών πατέρας του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ μετατράπηκε σε ευνοούμενο των χουντικών, με τον τότε αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης να αποτελεί κοινοβουλευτική μετενσάρκωση του Στέφανου Χίου. Κατά τον Κυρ. Μητσοτάκη η Μακεδονία έγινε προϊόν ανταλλαγής για να σωθούν οι συντάξεις, ασχέτως αν υπερψήφισε την κατάργηση της μνημονιακής δέσμευσης. Εγινε ο εκφραστής της πολιτικής τυμβωρυχίας των 102 νεκρών στο Μάτι, αλλά όταν ανήλθε στην εξουσία επιβράβευσε τα στελέχη που βρίσκονταν στα καίρια πόστα του κρατικού μηχανισμού, με την υποκρισία του να ξεπερνά κάθε όριο όταν τον Σεπτέμβριο του 2019, στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ, απέδωσε την τραγωδία στα «ακραία καιρικά φαινόμενα».
Είναι τέτοια η ευαισθησία του για το επίπεδο του δημόσιου διαλόγου που δεν ψέλλισε λέξη εδώ και δύο χρόνια για το πολύκροτο σκάνδαλο του επιστήθιου φίλου και συνεργάτη του Ν. Γεωργιάδη, ο οποίος κατέθεσε ενώπιον του δικαστηρίου ότι ο Κυρ. Μητσοτάκης του συνέστησε να μείνει λίγο πίσω μέχρι να καταλαγιάσει ο θόρυβος.
Κι επειδή ο πρωθυπουργός κόπτεται για το επίπεδο των αναρτήσεων στο Twitter, γιατί άραγε δεν αντέδρασε στο άθλιο hashtag που συσπείρωσε δεξιά τρολ και στελέχη γι’ αυτό που… ερχόταν με το άνοιγμα της κάλπης;
Αναλόγως συμβάλλει στην ποιότητα του δημόσιου διαλόγου όσο βρίσκεται στο πρωθυπουργικό αξίωμα. Καταρχήν δεν έχει απολογηθεί ποτέ και για τίποτε. Από την Πάρνηθα και την Ικαρία μέχρι την οδυνηρή διαχείριση της πανδημίας, τον εμβολιασμό επιτελικών στελεχών, τα σκάνδαλα διασπάθισης δημόσιου χρήματος αλά «σκόιλ ελικικού» και τους υπουργούς, γραμματείς και φαρισαίους που διορίστηκαν με πλαστά ή χωρίς πτυχία. Για να αποφύγει αυτή την υποχρέωσή του έφτασε στο σημείο να αδειάσει υπουργούς και πρωτοκλασάτα στελέχη του κόμματος λέγοντας το αμίμητο για την επέκταση χωρικών υδάτων στο Ιόνιο: «Εγώ δεν είχα τοποθετηθεί επειδή αντιλαμβανόμουν την περιπλοκότητα του ζητήματος». Το ίδιο έκανε και για τα συλλαλητήρια των «μακεδονομάχων», στα οποία συμμετείχαν μέχρι και συγγενείς του. «Αυτές οι διαδηλώσεις πράγματι είχαν αρκετά γραφικά στοιχεία και ενδεχομένως να είχαν εμφιλοχωρήσει και κάποιοι θύλακες της ακροδεξιάς» είπε, εκθέτοντας το μισό υπουργικό συμβούλιο.
Ο τρόπος που ο κ. Μητσοτάκης αντιλαμβάνεται την ποιότητα του δημόσιου διαλόγου αποκρυσταλλώθηκε κατά τη συζήτηση του νομοσχεδίου της Νίκης Κεραμέως για την ίδρυση πανεπιστημιακής αστυνομίας. Μόλις πριν από δύο εβδομάδες δήλωσε ότι κοπέλες βιάζονται στα δημόσια πανεπιστήμια για να κλείσει το μάτι στους ιδιοκτήτες κολεγίων. Ακόμη κι αν πίσω από τα κίνητρά του δεν κρύβεται η εξυπηρέτηση ημετέρων, πώς είναι δυνατόν ο πρωθυπουργός να κατασυκοφαντεί με αυτό τον τρόπο τα ιδρύματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης;
«Δεν είναι και οι “New York Times”»
Σαφές δείγμα γραφής για το πώς αντιλαμβάνεται την ποιότητα του δημόσιου διαλόγου είναι και ο τρόπος που αντιμετωπίζει τα ελάχιστα μη φίλα προσκείμενα Μέσα. Πέραν του αποκλεισμού από τις καμπάνιες της πανδημίας και της προσωπικής του παρέμβασης για τον οικονομικό στραγγαλισμό της εφημερίδας, ο πρωθυπουργός δεν χάνει την ευκαιρία να καταφερθεί ενάντια στο Documento και στον εκδότη του. Το τρίπτυχο Τσίπρας – Πολάκης – Βαξεβάνης αναφέρθηκε ακόμη μία φορά στη Βουλή, με τον Κυρ. Μητσοτάκη να κάνει λόγο για «βαξεβάνειες ριπές».
Τα ίδια έλεγε κι όταν το Documento είχε αποκαλύψει την οικογενειακή offshore, με τα Paradise Papers να μετατρέπονται σε οδοστρωτήρα κάνοντας χαλκομανία το αφήγημα περί συκοφαντίας. Επίθεση εξαπέλυσε και όταν η εφημερίδα αποκάλυψε όσα εκείνος κρατούσε κρυφά από τη δήλωση πόθεν έσχες του, όπως επίσης όταν παρίστανε τον πλημμυροπαθή για δύο τενεκέδες λάδι.
Ολα αυτά δεν είναι πρωτόγνωρα. Ξεκίνησαν από εποχής Hot Doc και συγκεκριμένα όταν το περιοδικό που αποκάλυψε τη λίστα Λαγκάρντ έφερε στο φως τα πεπραγμένα του Ν. Γεωργιάδη στη Μολδαβία. «Δεν είναι και οι “New York Times”» είχε δηλώσει απαξιωτικά, ζητώντας –όπως και τώρα– την «αναβάθμιση του πολιτικού διαλόγου». Για κακή του τύχη ο διεθνής Τύπος αναπαρήγαγε όλα όσα αποκάλυψαν το περιοδικό και η εφημερίδα που δεν είναι δα και οι «New York Times»!
«Πάτε καλά;»
Οι αλυσιδωτές αποκαλύψεις για τη σοκαριστική δράση του Δ. Λιγνάδη σε συνδυασμό με τα υψηλά ιστάμενα πρόσωπα που φέρονται να γνώριζαν και να συγκάλυπταν τα εγκλήματα του «θεατράνθρωπου» γυρίζουν μπούμερανγκ την προσπάθεια του πρωθυπουργού να βάλει φρένο στην ελεύθερη πτώση της κυβέρνησης. Κρίνοντας με βάση τα δεδομένα που ίσχυαν την Πέμπτη, το Μέγαρο Μαξίμου πόνταρε στο γεγονός ότι η σύγκρουση των πολιτικών αρχηγών θα αποσυμπίεζε τη συσσωρευμένη κοινωνική και εσωκομματική αντίδραση. Φευ! Υπό το πρίσμα των νέων στοιχείων ο πρωθυπουργός είναι διπλά εκτεθειμένος. Είχε την ευκαιρία να απολογηθεί και να εξηγήσει, αλλά δεν έκανε τίποτε από τα δύο. «Εξαφάνισε» την υπουργό Πολιτισμού από τη διαδικασία που την αφορούσε άμεσα, ενισχύοντας το ερώτημα «ποιος κρατάει
ποιον;». Αντιθέτως, η εικόνα που μένει είναι η μετατροπή του σε σάκο του μποξ από όλους τους πολιτικούς αρχηγούς της αντιπολίτευσης, με τον ίδιο να μην έχει καν το θάρρος να αποσαφηνίσει ποιος εν πάση περιπτώσει διόρισε τον γνωστό σκηνοθέτη – ηθοποιό. Οσο για την επιλογή του να πλαισιωθεί στη Βουλή από την Ειρ. Αγαπηδάκη (φωτογραφία), η εύστοχη απορία που διατύπωσε ο Αλ. Τσίπρας όταν απέδειξε πως πρόκειται για τρολ του συρμού αποτυπώνει τα αποτελέσματά της: «Πάτε καλά;».