Το κυβερνητικό θέατρο του παραλόγου με τα τεστ κορονοϊού στις Εκκλησίες

Το κυβερνητικό θέατρο του παραλόγου με τα τεστ κορονοϊού στις Εκκλησίες

Η Εκκλησία έχει από την πρώτη στιγμή του ξεσπάσματος της πανδημίας βρεθεί στο επίκεντρο της κυβερνητικής ανεπάρκειας ως προς τα μέτρα προστασίας του πληθυσμού. Ενδεικτικό το γεγονός πως χρειάστηκε να φτάσει στο σημείο η Ιερά Σύνοδος να εκδώσει εγκύκλιο αναφορικά με το testing των πιστών, για να έρθει η κυβέρνηση ασθμαίνουσα να «βάλει τη σφραγίδα» της στις αποφάσεις. Ωστόσο, όπως προκύπτει από τα όσα ανέφερε την Τρίτη ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, εγκρίνοντας και επαυξάνοντας στην άρνηση της Ιεράς Συνόδου να επιτηρήσει την τήρηση των μέτρων την προηγούμενη ημέρα, φαίνεται πως οι αποφάσεις και η «εφαρμογή» τους χρησιμοποιούνται για μία ακόμα φορά από την κυβέρνηση ως ένα επικίνδυνο επικοινωνιακό τέχνασμα

Υπενθυμίζεται πως τη Δευτέρα, η Διαρκής Ιερά Σύνοδος αποφάσισε πως οι πιστοί «οφείλουν να έχουν τα προβλεπόμενα πιστοποιητικά, αλλά η συμμόρφωσή τους προς την Κ.Υ.Α. δεν είναι δυνατόν να ελεγχθεί από το εργατικό (νεωκόροι) ή εθελοντικό προσωπικό των Ιερών Ναών, καθώς αυτό δεν έχει ούτε δυνατότητες, ούτε αρμοδιότητες φύλαξης, ούτε δημόσιες (π.χ. αστυνομικές) εξουσίες».

Μία απόφαση που στην ουσία ακυρώνει τις διακηρύξεις του Κυριάκου Μητσοτάκη για εφαρμογή των μέτρων στις Εκκλησίες, και δημιουργεί ένα σοβαρό ερώτημα προς την πλευρά της πολιτείας. Πως θα εφαρμοστούν τα μέτρα, και τι θα συμβεί εάν δεν τηρηθούν; Ερώτημα που κλήθηκε να απαντήσει με διαδοχικές προσπάθειες ο Γιάννης Οικονόμου, χωρίς το αποτέλεσμα να εκπέμπει μία σοβαρή αντιμετώπιση της κατάστασης.

Αρχικά, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος διαμήνυσε μέσω συνέντευξής του στην τηλεόραση του ΣΚΑΪ πως σε περίπτωση μη τήρησης του μέτρου του αρνητικού rapid tests για τους πιστούς, «θα επιβληθεί πρόστιμο στον πιστό, ο ιερέας δεν είναι ιδιοκτήτης του ναού«». Η αναφορά του αυτή ήρθε μόλις λίγες ημέρες μετά την προηγούμενη, πως σε αντίστοιχες περιπτώσεις θα επιβάλλονται οι κυρώσεις, σύμφωνα με όσα προβλέπει ο νόμος.

«Είπαμε λοιπόν ότι θα απαιτείται το τεστ μετά και την υπόδειξη της Ιεράς Συνόδου και οι επίτροποι της εκκλησίας θα είναι επιφορτισμένοι με το να ελέγχουν αυτή τη διαδικασία και δειγματοληπτικά τα όργανα της Πολιτείας θα κάνουν κι εκεί ελέγχους. Οι πιστοί οφείλουν να καταλάβουν ότι πρέπει να πειθαρχήσουν» είχε αναφέρει προ ημερών, μιλώντας στο ίδιο κανάλι.

Εύλογα, το ζήτημα της τήρησης των μέτρων και το ερώτημα της επιβολής κυρώσεων για τους παραβάτες, βρέθηκε στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος της ενημέρωσης των πολιτικών συντακτών το μεσημέρι της Τρίτης, με τους δημοσιογράφους μάλιστα να επιμένουν διαδοχικά στην άρνηση του κυβερνητικού εκπροσώπου να δώσει καθαρές απαντήσεις. Συγκεκριμένα, σε διαδοχικές ερωτήσεις για τον σχεδιασμό της κυβέρνησης αναφορικά με τις Εκκλησίες, την τήρηση των μέτρων και την επιβολή προστίμων, ο Γ. Οικονόμου έδωσε τις εξής απαντήσεις:

  • «Με βάση τα μέτρα που έχουμε εξαγγείλει, δηλαδή οι πιστοί να προσέρχονται σε όλους τους ναούς με τεστ, και η Εκκλησία θα κάνει τη δουλειά της με τρόπο που αυτή κρίνει ότι θα είναι αποτελεσματικός και δόκιμος, και η κυβέρνηση και η πολιτεία με τα αρμόδια όργανά της θα κάνει τη δική της δουλειά για να έχουμε τα αποτελέσματα που όλοι θέλουμε χωρίς εντάσεις, και χωρίς να αναζητούμε προβλήματα εκεί που πάμε να δημιουργήσουμε λύσεις. Η κυβέρνηση δειγματοληπτικά θα κάνει τη δουλειά της, και η Εκκλησία της δική της».
  • «Νομίζω η έμφαση σε ότι αφορά τα ραπιντ εκκλησία πρέπει να δοθεί στο μήνυμα που και η Ιερά Σύνοδος και η κυβέρνηση που το θεσμοθέτησε, ότι πρέπει για το επόμενο διάστημα της πανδημίας, όσοι πιστοί δεν είναι εμβολιασμένοι, να πηγαίνουμε με rapid test στις θρησκευτικές λειτουργίες. Εκεί να εστιάσουμε, στο πνεύμα του μηνύματος της Ιεράς Συνόδου, να πειθαρχήσουμε στο νόμο του ελληνικού κράτους, και η ελληνική πολιτεία θα κάνει τη δουλειά της, όπως και η Εκκλησία θα συνδράμει με τον δικό της τρόπο και δικό της ρόλο».

Καθώς ούτε οι παραπάνω αναφορές του κρίθηκαν αρκετές, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος κλήθηκε εκ νέου να τοποθετηθεί επί του θέματος, έπειτα από μία ακόμα σχετική ερώτηση:

  • «Η Ιερά Σύνοδος έκανε έκκληση στους πιστούς να προσέρχονται με ραπιντ τεστ. Νομίζω ότι έχει τους τρόπους, μέσω της σχέσης και της επικοινωνίας που έχει με τους πιστούς να υπηρετήσει την έκκληση αυτή. Και η πολιτεία με όλα της τα αρμόδια και εντεταλμένα όργανα, θα κάνει αυτό που πρέπει να κάνει για να υποστηριχθεί και να δουλέψει το μέτρο. Όμως, όταν συζητάμε για αυτό το χώρο, καλό είναι, μην ψάχνουμε να δούμε ποιος θα βάλει την κύρωση, ή εν πάση περιπτώσει πως θα δημιουργηθεί η οποιαδήποτε ένταση, όλοι αντιλαμβάνονται ότι είναι ένας πιο ιδιαίτερος χώρος. Από την άλλη μεριά είναι ένας χώρος που δεν μπορεί να μείνει εκτός κάποιων ουσιαστικών μέτρων προφύλαξης, κυρίως για τους συμπολίτες μας που είναι ανεμβολίαστοι, και για όλους τους υπόλοιπους. Με το πνεύμα συνεργασίας, με το πνεύμα αποδοχής των μέτρων που και μέσα από την απόφαση της Ιεράς Συνόδου αλλά και από τη θεσμοθέτηση που έκανε η κυβέρνηση, ο καθένας με τον τρόπο του και με τον ρόλο του, αλλά πάνω απ’ όλα και οι Έλληνες πολίτες συνεργαζόμενοι, θα κάνουν νομίζω αυτό που πρέπει να γίνει για να έχουμε τα αποτελέσματα που όλοι επιδιώκουμε».

Τρεις ερωτήσεις για τις Εκκλησίες και την εκεί κινητικότητα ανεμβολίαστων πολιτών, τρεις άτολμες και γενικόλογες απαντήσεις του κυβερνητικού εκπροσώπου, δίχως να αναφερθεί ούτε μία φορά στην ανάγκη εμβολιασμού των πολιτών. Μόνο ως ειρωνεία λοιπόν ακούστηκε η απάντησή του στην αμέσως επόμενη ερώτηση για την πορεία των εμβολιασμών πρώτης δόσης σε ηλικίες άνω των 60 ετών, όπου κατά τα τελευταία στοιχεία η προσέλευση είναι ακόμα εξαιρετικά χαμηλή.

«Η πρώτη δόση στο σύνολο του πληθυσμού εξελίσσεται ικανοποιητικά το τελευταίο διάστημα. Τον τελευταίο μήνα έχουμε 500.000 νέα ραντεβού για την πρώτη δόση. Βρισκόμαστε σε μία φάση που η κυβέρνηση συνεχίζει με όλα τα διαθέσιμα μέσα με κάθε τρόπο την προσπάθεια να αυξήσουμε την εμβολιαστική κάλυψη σε όλη την επικράτεια, σε όλες τις ηλικιακές ομάδες. Η προσπάθεια βρίσκεται σε εξέλιξη, και θα συνεχίζεται μέχρι να πετύχουμε όσο το δυνατόν μεγαλύτερα αποτελέσματα» απάντησε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, ωσάν να ομιλεί για έναν άλλο πληθυσμό, παρότι ενδεχομένως πρόκειται ακριβώς για το ίδιο ακροατήριο.

Documento Newsletter