Η προβολή_x000D_
του «Ιησού από τη Ναζαρέτ» τη Μεγάλη Εβδομάδα από τον Αnt1 έχει γίνει πλέον_x000D_
πασχαλινό έθιμο. Αλλά στον αντίποδα του Τζεφιρέλι και των χολιγουντιανών_x000D_
υπερπαραγωγών στέκεται «Το Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο» του Παζολίνι.
Με έναν Χριστό απλό, ο Ιταλός σκηνοθέτης καταφέρνει το ακατόρθωτο. Να μείνει απόλυτα πιστός στο ευαγγελικό κείμενο και ταυτόχρονα πιστός στην αναζήτηση της δικής του συναισθηματικής και κοινωνικής ουτοπίας. Το πετυχαίνει τόσο με την τοποθεσία των γυρισμάτων –ο φτωχός ιταλικός Νότος– όσο και με το συμβολικά επιλεγμένο καστ. Στον πρωταγωνιστικό ρόλο ένας Ισπανός φοιτητής που αντιστεκόταν στη δικτατορία του Φράνκο. Οι διανοούμενοι φίλοι του υποδύονται τους Φαρισαίους, ενώ ο βουβός αλλά εκκωφαντικός πόνος της Παναγίας αποδίδεται από την ίδια τη μητέρα του Παζολίνι. Κοντά σ’ αυτούς δεκάδες ερασιτέχνες ηθοποιοί που έχουν βιώσει την αδικία και την καταπίεση και γι’ αυτό τους αγγίζει βαθιά ο πύρινος και επαναστατικός λόγος του Ιησού, τα πάθη του οποίου αποδίδονται μέσα από την τραγικότητα της διήγησης.
Στο ίδιο μήκος κύματος και «Το Κατά Ιησούν Ευαγγέλιο» του Ζοζέ Σαραμάγκου. Ο Πορτογάλος συγγραφέας αφηγείται με αντιδογματικό τρόπο επεισόδια της ζωής του Χριστού, αλλά τα πραγματεύεται έτσι ώστε ο πρωταγωνιστής του να μοιάζει ήρωας του αρχαίου δράματος. Σχεδόν του αφαιρεί τη θεϊκή διάσταση, επιμένοντας στη γήινη. Η μάνα του προσπαθεί να τον προστατεύσει απ’ την αλήθεια μα αυτός συνεχίζει αταλάντευτος την αναζήτηση της ταυτότητάς του. Ο Ιησούς όπως και ο Οιδίποδας είναι εραστές του πένθους, καθώς οδηγούνται στη φλόγα της αλήθειας που θα τους κάψει. Επιλέγει ως ύστατη πράξη αντίστασης απέναντι στον Θεό να αποκαλύψει τα μυστικά που του εκμυστηρεύτηκε. Να προειδοποιήσει δηλαδή το παραπλανημένο ανθρώπινο είδος για τον θάνατο και τη δυστυχία που θα επιφέρει η θυσία του. Οταν ο Θεός πατέρας τού λέει «Εσύ είσαι ο Υιός μου ο αγαπητός, σε σένα έδωσα όλη μου την εύνοια», ο Χριστός, που βρίσκεται ήδη πάνω στον σταυρό, καταλαβαίνει πως σύρθηκε στην πλάνη όπως σέρνεται ο αμνός στη σφαγή, ότι η ζωή του σχεδιάστηκε για να πεθάνει έτσι, και όπως θυμήθηκε τους ποταμούς αίματος που ερήμην του θα πλημμυρίσουν τη γη, κραύγασε προς τον ανοιχτό ουρανό, όπου ο Θεός χαμογελούσε: «Ανθρωποι, συγχωρήστε τον, γιατί δεν ξέρει τι κάνει».«Δεν τη θέλω αυτήν τη δόξα» λέει ο Ιησούς και ο Θεός του αποκρίνεται: «Εγώ όμως θέλω αυτή την εξουσία». Είναι λοιπόν εμφανές ότι ο Σαραμάγκου επικρίνει ανελέητα την τυπική φόρμα της χριστιανικής λατρείας και τους εκπροσώπους της που υποσκέλισαν την ουσία της και επιδίδονται στο εμπόριο ψυχών.
Για νοσταλγία πίστης μιλούσε ο Παζολίνι, με την έννοια της αρχέγονης ανάγκης του ανθρώπου να ακουμπήσει σε μια ανώτερη δύναμη τους φόβους και τις αγωνίες του. Στο όνομα αυτής της πίστης συντελέστηκαν και συντελούνται μέχρι σήμερα εγκλήματα από όλους αυτούς που την εκμεταλλεύονται και τελικά την αναιρούν και την ακυρώνουν.
Το συγκλονιστικό όμως είναι ότι δυο μαρξιστές και δηλωμένοι άθεοι δώρισαν στην ανθρωπότητα μια πελώρια προσευχή, φτιαγμένη από εικόνες και λέξεις.
*H Χρύσα Κακατσάκη είναι φιλόλογος ιστορικός Τέχνης