Το κακό της διπλανής πόρτας | Το ελληνικό σινεμά προείδε την υπόθεση Κολωνού πολλά χρόνια πριν

Το κακό της διπλανής πόρτας | Το ελληνικό σινεμά προείδε την υπόθεση Κολωνού πολλά χρόνια πριν
Ο ευάλωτος, μονόχνωτος, ανασφαλής, με μέτρια νοημοσύνη Στράτος (Βαγγέλης Μουρίκης) στο «Μικρό ψάρι»

Τρεις σκηνοθέτες –Γιάννης Οικονομίδης, Αλέξανδρος Αβρανάς, Γιώργος Λάνθιμος– πρoοικονόμησαν την υπόθεση του Κολωνού.

Ενώ η ελληνική κοινωνία δηλώνει σοκαρισµένη µε την υπόθεση παιδεραστίας στον Κολωνό και παρακολουθεί τις εξελίξεις από την τηλεόραση και το διαδίκτυο, κάποιοι κινηµατογραφικοί σκηνοθέτες είχαν περιγράψει ήδη τη νοσηρή εικόνα της «αγίας» ελληνικής οικογένειας στο σινεµά (αλλά το κοινό της τηλεόρασης δεν βρέθηκε ποτέ στις αίθουσες).

Ο βελζεβούλης στην ψυχή των νοικοκυραίων

Το νέο ελληνικό σινεµά που γεννήθηκε µε την αλλαγή της χιλιετίας και που κάποιοι καλλιτεχνικοί κύκλοι του εξωτερικού αποκαλούν «weird», προκαλώντας τη δυσφορία της πλειονότητας των Ελλήνων σκηνοθετών, τα τελευταία χρόνια στρέφει την κάµερά του στην «αγία» ελληνική οικογένεια συνθέτοντας γκρο πλάνα ηθικής αποστροφής. Το 2002 µε το «Σπιρτόκουτο», το ντεµπούτο του στις µεγάλου µήκους ταινίες, ο Γιάννης Οικονοµίδης «σµίλεψε» το πορτρέτο της µεσοστρωµατικής οικογένειας µε σαρκαστικό πνεύµα, διανθισµένο από εύστοχες ανθρωπολογικές παρατηρήσεις. Το «Σπιρτόκουτο» έβγαλε στην επιφάνεια εκείνα τα οποία δεν ήθελε κανείς να θίξει έως τότε, ανοίγοντας τη συζήτηση για το ζήτηµα της ενδοοικογενειακής βίας. Αν και σήµερα η ταινία γνωρίζει την αποδοχή, τότε πολλοί δυσφορούσαν µε την «υπερβολική ψυχολογική βία» του φιλµ.

«Νοµίζω ότι πλέον όλοι έχουν καταλάβει πως αυτά που δείχναµε όχι µόνο στο “Σπιρτόκουτο” αλλά και στην “Ψυχή στο στόμα”, στον «Μαχαιροβγάλτη» ή στο «Μικρό ψάρι» µόνο υπερβολικά δεν είναι» λέει στο Documento ο Γιάννης Οικονοµίδης. «Πλέον όλοι είναι ψυλλιασµένοι για το τι µπορεί να συµβαίνει µες στην ελληνική οικογένεια. Το κακό δεν εντοπίζεται µόνο στα λούµπεν στοιχεία – µπορεί να γεννηθεί ακόµη και στους κύκλους των “υγιών” οικογενειών, των καθωσπρέπει νοικοκυραίων και των οικογενειαρχών-πρότυπα. Ολοι το ξέρουν σήµερα αυτό. Μόνο οι καναλάρχες και τα δελτία ειδήσεων στα κανάλια τους αρνούνται να το δουν» συµπληρώνει ο σκηνοθέτης. Η εικόνα που προβάλλουν τα κανάλια είναι κραυγαλέα, αποστοµωτική: συµβιβάσου µε ένα κοµµάτι της πραγµατικότητας που µπορεί να βρίσκεται δίπλα σου αλλά εσένα δεν σε ακουµπά. Κι όµως «ο βελζεβούλης βρίσκεται στη διπλανή πόρτα. Χρειάζεται να την ανοίξεις για να τον ανακαλύψεις. Ποιος όµως έχει το κουράγιο να την ανοίξει;» αναφέρει ο δηµιουργός.

Η «άσπιλη» εικόνα της (μεγαλο)αστικής οικογένειας στον «Κυνόδοντα»

Η πραγµατικότητα που ονοµάστηκε υπερβολή

Λίγα χρόνια αργότερα, το 2009, ο Γιώργος Λάνθιµος γνωρίζει την παγκόσµια αναγνώριση µε τον «Κυνόδοντα». Πρόκειται για την ιστορία µιας πλούσιας οικογένειας την οποία αποτελούν οι γονείς και τα τρία ενήλικα παιδιά τους, που ζουν φυλακισµένα ουσιαστικά στο λαµπερό, αποµονωµένο σπίτι τους στα προάστια. Από επιλογή των γονιών τα παιδιά δεν πηγαίνουν σχολείο· η διδασκαλία τους γίνεται µε µαγνητοφωνηµένα µαθήµατα. «Η πρώτη δοµή εξουσίας είναι η οικογένεια» υποστήριζε εκείνη την εποχή ο σκηνοθέτης, που εµπνεύστηκε την ταινία όταν έµαθε ότι ένα φιλικό του ζευγάρι ετοιµάζεται να παντρευτεί. Οι κουβέντες µαζί τους σχετικά µε την αλλαγή που θα επέφερε στη ζωή τους η νέα συνθήκη, η δηµιουργία οικογένειας και κυρίως η σχέση των γονιών µε τα παιδιά, δηµιούργησαν το πλαίσιο του σεναρίου που έγραψε µαζί µε τον Ευθύµη Φιλίππου. «Προφανώς ο “Κυνόδοντας” αφορά µια δυσλειτουργική οικογένεια από τις πολλές που υπάρχουν στην ελληνική κοινωνία και όχι µόνο. Αυτό που µας ενδιέφερε περισσότερο είναι πώς λειτουργεί ο µηχανισµός εξουσίας των γονιών πάνω στα παιδιά, τα ψέµατα που τους λένε και οι συνέπειες αυτών των πράξεων. ∆εν µε ενδιαφέρει να γίνω καταγγελτικός. Εκείνο που µε ιντριγκάρει είναι να ανιχνεύσω τα σηµεία όπου µπορεί να οδηγηθούν οι ζωές αυτών των παιδιών».

Ο πατέρας (ισχυρός πόλος εξουσίας) εκδίδει τις κόρες του στο «Miss Violence»

Υστερα από λίγα χρόνια, το 2013, προβάλλεται στο Φεστιβάλ Βενετίας το «Miss Violence» του Αλέξανδρου Αβρανά, που θριαµβεύει κερδίζοντας τέσσερα βραβεία, µεταξύ των οποίων τον Αργυρό Λέοντα και το έπαθλο αντρικής ερµηνείας για την τροµακτική µεταµόρφωση του Θέµη Πάνου στον ρόλο του οικογενειάρχη υπεράνω υποψίας που εκδίδει τις κόρες του. «Είµαι στο εξωτερικό για ρεπεράζ της νέας µου ταινίας, δεν έχω γνώση της υπόθεσης του Κολωνού που µου αφηγείσαι» µας λέει ο σκηνοθέτης και συνεχίζει: «Είχαµε εµπνευστεί το “Miss Violence” από µια ιστορία ενδοοικογενειακής κακοποίησης που είχε συµβεί στη Γερµανία. Θυµάµαι πως όταν ξεκινούσαν τα γυρίσµατα άρχισαν να εµφανίζονται έντονα τέτοια φαινόµενα και στην ελληνική κοινωνία. Οχι πως δεν προϋπήρχαν, αλλά παρουσιάζονταν εκτενέστερα στις ειδήσεις και στον Τύπο. Θυµάµαι χαρακτηριστικά την περίπτωση ενός παππού στην Ελλάδα που εξέδιδε την εγγονή του για 5 ευρώ ή δύο αναψυκτικά. Γενικότερα δεν νοµίζω ότι τα φαινόµενα της ενδοοικογενειακής βίας και παιδεραστίας έχουν σταµατήσει ποτέ να υπάρχουν και στην ελληνική κοινωνία. Υπήρξαν, υπάρχουν και δυστυχώς θα υπάρχουν για πολύ καιρό ακόµη. Πάντως στα γυρίσµατα του “Miss Violence” θυµάµαι καλά πως σχεδόν κάθε µέρα ακούγαµε στις ειδήσεις ή διαβάζαµε στις εφηµερίδες για ένα τέτοιο περιστατικό που συνέβαινε στην Ελλάδα. Λέγαµε χαρακτηριστικά: “Κι άλλη τέτοια ιστορία αποκαλύφτηκε”».

Η ταινία του είχε προκαλέσει έντονες αντιδράσεις όταν πρωτοβγήκε στις αίθουσες καθώς θεωρήθηκε υπερβολικά βίαιη. «Το συγκλονιστικό ήταν ότι οι περισσότεροι υποστήριζαν πως αυτά δεν συµβαίνουν στις ελληνικές οικογένειες. Κοντεύαµε να τρελαθούµε µε όσα ακούγαµε. Ελεγαν: “Αυτές είναι υπερβολικές ιστορίες” ή ότι οι Ελληνες σκηνοθέτες επινοούν καταστάσεις για να σοκάρουν το κοινό. Μάλιστα αυτή την τελευταία φράση την ακούσαµε και στα Q&A σε κάποια φεστιβάλ» µας λέει και κλείνει τη σκέψη του: «Εκείνο που µε ενδιέφερε ως σκηνοθέτη ήταν να αποτυπώσω την ανάγκη να µην κλείνουµε τα µάτια και τα στόµατά µας µε όσα συµβαίνουν στη διπλανή πόρτα. Το κακό δεν βρίσκεται µακριά αλλά ακριβώς δίπλα µας ή µέσα µας. Εµείς αποστρέφουµε το βλέµµα µας και κάνουµε ότι δεν υπάρχει».

Documento Newsletter