Ο θάνατος και η κηδεία του Κωνσταντίνου Γλύξμπουργκ αναμφισβήτητα υπήρξαν ο τυπικός επίλογος μιας ολόκληρης σκοτεινής εποχής, κατά τη διάρκεια της οποίας ξεκίνησε και η «ιδιαίτερη» σχέση Κωνσταντίνου Μητσοτάκη – έκπτωτου βασιλιά. Αφετηρία της ήταν η Αποστασία το 1965, καθώς βάσει απόρρητης αναφοράς της CIA Μητσοτάκης και Γλύξμπουργκ απεργάζονταν την πτώση του πρωθυπουργού Γεωργίου Παπανδρέου.
Εξελίχθηκε –έπειτα από ένα διάλειμμα– με το «unfair» του 1988, στιγματίστηκε από το «ριφιφί» στο Τατόι το 1991, εξόργισε το 1993 με την επανεμφάνιση του έκπτωτου και έληξε με την υπόκλιση και τον γοερό θρήνο του ίδιου στην κηδεία του Κων. Μητσοτάκη.
Με άλλα λόγια, οι δύο οικογένειες έχουν ιστορικούς δεσμούς.
Από την Αποστασία στο «unfair» και το «ριφιφί»
Το 1965 ο Γ. Παπανδρέου ήταν ο πρωθυπουργός είχε εκλεγεί πανηγυρικά (42,04%) τον Φεβρουάριο του 1964. Σε λιγότερο από ένα χρόνο, ήδη από τον Ιανουάριο του 1965, Μητσοτάκης και Γλύξμπουργκ συνωμοτούσαν για την εκπαραθύρωσή του, σύμφωνα με απόρρητο έγγραφο της CIA. Το εν λόγω ντοκουμέντο, που είναι αναρτημένο στο προσωπικό ιστολόγιο του ιστορικού Σπύρου Δραΐνα, αποκαλύπτει ότι ο Γλύξμπουργκ σχεδίαζε επιθέσεις εναντίον των Γεωργίου και Ανδρέα Παπανδρέου μέσω του Πάνου Κόκκα, εκδότη της εφημερίδας «Ελευθερία» και φίλου του Κων. Μητσοτάκη. Ο τελευταίος μάλιστα ως αντάλλαγμα για τη στάση που θα κρατούσε θα έπαιρνε το υπουργείο Συντονισμού ή την αντιπροεδρία της κυβέρνησης. Εξι μήνες μετά ο Γ. Παπανδρέου έπεσε λόγω της Αποστασίας και ο Μητσοτάκης, έχοντας παίξει καταλυτικό ρόλο, ανέλαβε –ω του θαύματος– το υπουργείο Συντονισμού…
Δεκαέξι χρόνια μετά, με την άνοδο του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία, η ΝΔ βρίσκεται στην αντιπολίτευση και σε πλήρη ιδεολογική σύγχυση. Η Δεξιά βρίσκει θελκτική την πρόταση Μητσοτάκη, ο οποίος ύστερα από τέσσερα χρόνια στην ηγεσία της νιώθει ότι η στιγμή της μεγάλης νίκης φτάνει. Ετσι, το 1988 σε συνέντευξη Τύπου από το Λονδίνο δηλώνει πως το δημοψήφισμα του 1974 ήταν «unfair» έναντι του Γλύξμπουργκ. Με τη δήλωση αυτή αφενός προκαλεί σάλο, αφετέρου συσπειρώνει την ακροδεξιά πτέρυγα της ΝΔ, ενώ προϊδεάζει και για το μέλλον όταν αναλάβει την πρωθυπουργία.
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη ορκίζεται τον Απρίλιο του 1990 και τον Φεβρουάριο του 1991 στα ανάκτορα του Τατοΐου «χάθηκαν» εννιά κοντέινερ. Οι εκ νέου διαπραγματεύσεις με τον έκπτωτο για τη βασιλική περιουσία είχαν ανατεθεί στον υπουργό Οικονομικών Ιωάννη Παλαιοκρασσά. Το πρωί της 18ης Φεβρουαρίου οι εφημερίδες έμαθαν από ανώνυμο φορτοεκφορτωτή ότι έξι νταλίκες από το Τατόι έφτασαν στον Πειραιά και έπειτα πληροφορήθηκαν πως συσκεύαζαν αντικείμενα στα πρώην ανάκτορα επί επτά εβδομάδες. Η εντολή είχε δοθεί από τον Γλύξμπουργκ και είχε την άδεια της κυβέρνησης Μητσοτάκη, η οποία βέβαια δεν ενημέρωσε κανέναν.
Η ανεκτίμητης αξίας κινητή περιουσία που μεταφέρθηκε στο Λονδίνο, σύμφωνα με αποδελτίωση που είχε γίνει επί χούντας, περιλάμβανε «τρεις αυγοθήκες από χρυσό διακοσμημένες με πολύτιμους λίθους, τρία αρχαία μεταλλικά προστατευτικά καλύμματα κεφαλής πολεμιστών, μία αρχαία κεφαλή αλόγου» κ.ά. Τελικά ο νόμος για την τύχη της βασιλικής περιουσίας ήρθε στη Βουλή το 1992, παρά τις αντιρρήσεις του Κωνσταντίνου Καραμανλή ο οποίος ζητούσε την ανάσυρση της συμφωνίας που το ΠΑΣΟΚ είχε αφήσει στο «συρτάρι». Μεγάλο μέρος αυτώντων μεταφερθέντων αντικειμένων δημοπρατήθηκε αντί 14.194.338 ευρώ από τον οίκο Christie’s στο Λονδίνο τον Ιανουάριο του 2007. Ο Κων. Μητσοτάκης βέβαια δεν ένιωσε ποτέ την ανάγκη να απολογηθεί γι’ αυτό το unfair έναντι της δημοκρατίας.
Η «ξεχασμένη» συνέντευξη του έκπτωτου
Το 1993, μεσούντος του μακεδονικού, ο έκπτωτος έδωσε την πρώτη συνέντευξή του στον Ant1 και τον Πάνο Παναγιωτόπουλο, ξεσηκώνοντας μεγάλες αντιδράσεις, μια και ήδη στο πρώτο τρίλεπτο ο Γλύξμπουργκ δήλωσε: «Ουδέποτε έχω παραιτηθεί από τα δικαιώματα στον ελληνικό θρόνο. Αυτό είναι ξεκάθαρο, αλλά όλα αυτά άπτονται βεβαίως της θέλησης του ελληνικού λαού».
«Ζητάτε ανατροπή του ισχύοντος συντάγματος, ανωμαλία και επιστροφή της βασιλευομένης δημοκρατίας;» ήταν το εύλογο ερώτημα του δημοσιογράφου, για να λάβει από τον Γλύξμπουργκ την… αφοπλιστική απάντηση: «Αυτό που δεν πρέπει να ξεχνάτε είναι ότι ο ελληνικός λαός μπορεί ανά πάσα στιγμή να αποφασίσει κάτι διαφορετικό από κάτι που έχει αποφασίσει παλιά. […] Το ’74 συγκεκριμένα είχαμε έναν τραγέλαφο!» και κατηγόρησε τον Καραμανλή για «συνταγματικό πραξικόπημα», επειδή δεν επανάφερε τις «θεμελιώδεις διατάξεις του συντάγματος», δηλαδή δεν του δόθηκε ξανά ο θρόνος. Στην αμέσως επόμενη ερώτηση εάν αυτό «ανοίγει τον δρόμο για την ανωμαλία;», ο Γλύξμπουργκ σαν έτοιμος από καιρό είπε: «Αυτό μπορεί να συμβεί εάν το θέλει ο λαός».
Εν ολίγοις, ο «βασιλεύς», όπως μερικοί από τη ΝΔ τον αποκαλούν ακόμη, κατηγόρησε τον εν ενεργεία πρόεδρο της Δημοκρατίας και ιδρυτή της ΝΔ Κων. Καραμανλή για «συνταγματικό πραξικόπημα», ζήτησε λύσεις ανωμαλίας «εάν το θέλει ο λαός», ενώ ο Κων. Μητσοτάκης ήταν στην κυβέρνηση και είχε ήδη προκύψει το «ριφιφί» στο Τατόι.
Οι αντιδράσεις στην προκλητική συνέντευξη ήταν θυελλώδεις, με οκτώ σημαίνοντες πανεπιστημιακούς να σέρνουν τον χορό αποστέλλοντας ανοιχτή επιστολή στον Καραμανλή ζητώντας του να παρέμβει («Τα Νέα», 13.3.1993). Κατήγγειλαν τα αυτονόητα, ότι δηλαδή ο Γλύξμπουργκ προέτρεπε για προετοιμασία πραξικοπήματος, ενώ επικαλέστηκαν το ακροτελεύτιο άρθρο του συντάγματος για την τήρησή του η οποία «επαφίεται στον πατριωτισμό των Ελλήνων».