Πριν από 100 χρόνια, το 1919, ιδρύθηκε το Ιστορικό Αρχείο – Μουσείο Ύδρας (ΙΑΜΥ) με πρωτοβουλία του τότε δημάρχου Ύδρας, του γιατρού Αντωνίου Λιγνού, και του Υδραίου εφοπλιστή και ευεργέτη Γκίκα Κουλούρα.
Με αφορμή αυτή την επέτειο φιλοξενείται έκθεση έργων του μεγάλου θαλασσογράφου και ζωγράφου ιστορικών συνθέσεων Κωνσταντίνου Βολανάκη, που ανήκουν στην προσωπική συλλογή του Πάνου Λασκαρίδη, η οποία πραγματοποιείται σε συνεργασία με το Ίδρυμα Αικατερίνης Λασκαρίδη.
«Θα εκθέσουμε 29 πίνακες του ζωγράφου παρουσιάζοντας τον Βολανάκη με μια άλλη οπτική ματιά, όχι τη συνηθισμένη. Τα έργα του θα αντιστοιχούν σε κάθε ώρα της ημέρας, από το βαθύ χάραμα έως το βαθύ σούρουπο, προβάλλοντας μια ευρεία χρωματική γκάμα. Και κυρίως θα δούμε τα ειρηνικά έργα του, τα λιμάνια του, τα πυροφάνια» μας εξηγεί η διευθύντρια Ντίνα Αδαμοπούλου.
Ο πατέρας της ελληνικής θαλασσογραφίας, όπως χαρακτηρίζεται από τους μελετητές, θα φιλοξενηθεί στον όμορφο χώρο του Μουσείου της Υδρας και οι επισκέπτες θα «συμπλεύσουν» με τον ζωγράφο σε έναν θαλασσινό περίπατο, σε μια διαφορετική προσέγγιση του έργου του. Παρουσιάζεται όχι μόνο η σχεδιαστική του δεινότητα αλλά και η δύναμη των χρωμάτων και του φωτός, η οποία δημιουργεί μια μοναδική ατμόσφαιρα σε κάθε πίνακα.
Οι εκδηλώσεις της φετινής χρονιάς, που είναι αφιερωμένες στα 100 χρόνια από την ίδρυση και λειτουργία του μουσείου, θα κορυφωθούν με μια μουσική βραδιά με τίτλο «Viva Callas». Πρόκειται για ένα κοντσέρτο αφιερωμένο στη θεϊκή υψίφωνο Μαρία Κάλλας με τη διεθνούς φήμης μέτζο σοπράνο Βαρντούχι Κατσατριάν, η οποία θα ταξιδέψει από την Ελβετία στη χώρα μας ειδικά για τον σκοπό αυτό. Στο πιάνο θα τη συνοδεύσει ο καταξιωμένος Ιταλός πιανίστας Κοράντο Βάλβο.
Ο πολιτισμός και οι προκλήσεις του
Η Ντ. Αδαμοπούλου, με αφορμή τη συμπλήρωση ενός αιώνα λειτουργίας του μουσείου, μας έδωσε σημαντικές πληροφορίες για τα τελευταία 30 χρόνια που βρίσκεται στο τιμόνι του. «Το 1989 που ήρθα στο νησί παρέλαβα το κτίριο σε κατάσταση γιαπιού, χωρίς καν παράθυρα. Υπήρχε ένα παλιότερο κτίριο σε σχέδια του Αναστάσιου Ορλάνδου, το οποίο όμως ο ίδιος είχε ονομάσει “mea culpa” γιατί ήταν μικρό, με τρουλίσκους και δεν ταίριαζε με το δωρικό περιβάλλον και τον λιτό αστικό ιστό της Υδρας. Το κατεδάφισαν και το 1972 μπήκε ο θεμέλιος λίθος του σημερινού κτιρίου. Ακολούθησε μια κατάσταση πολύ περίεργη, “το γεφύρι της Αρτας”, ολημερίς το χτίζανε, το βράδυ γκρεμιζόταν. Για δύο χρόνια είχα για γραφείο μου ένα κελί στη Μητρόπολη».
Τελικά, το 1991 ολοκληρώθηκε το νέο κτίριο και αυτό σήμανε και την επαναλειτουργία του ΙΑΜΥ ως αμιγούς δημόσιας πλέον υπηρεσίας, που ανήκει στην αρμοδιότητα του υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων και εποπτεύεται επιστημονικά από τα Γενικά Αρχεία του Κράτους. «Τα εκθέματα ωστόσο είχαν αποθηκευτεί στις στέρνες του λιμεναρχείου της Υδρας και βρίσκονταν σε κάκιστη κατάσταση, μέσα στην υγρασία. Ευτυχώς τα έγγραφα διασώθηκαν, αλλά τα εκθέματα χρειάστηκε να φύγουν από την Υδρα για να συντηρηθούν. Τα παρέλαβε ο συντηρητής του υπουργείου Πολιτισμού στην Αθήνα γιατί δεν μπορούσε να μετατεθεί εδώ. Επειτα από περίπου έναν χρόνο επέστρεψαν και τα τοποθετήσαμε στο μουσείο».
Συζήτηση με τη διευθύντρια του Ιστορικού Μουσείου Ύδρας, Ντίνα Αδαμοπούλου
Ωστόσο, τα πρώτα χρόνια ήταν αρκετά δύσκολα. «Δεν είχα καμία βοήθεια, ούτε καν υπαλληλική. Ήμασταν εγώ, ο συντηρητής, που ερχόταν από καιρού εις καιρόν, και κάποιοι εθελοντές που βοηθούσαν κάπως την κατάσταση. Μετά άρχισαν οι οκτάμηνες συμβάσεις, ήρθαν κάποιοι συνάδελφοι, αλλά τελείωσαν κι αυτά κι εγώ ήμουν σε μεγάλη απελπισία».
Ένα μουσείο που ανοίγεται στο κοινό και το κερδίζει
Το 2000 η Ντίνα Αδαμοπούλου κατάφερε να δημιουργήσει έναν δημόσιο φορέα διαχείρισης «μιας και ανήκουμε στα Γενικά Αρχεία του Κράτους και στην αρμοδιότητα του υπουργείου Παιδείας. Και από τότε μπορέσαμε, μέσω των εσόδων μας, να απασχολούμε πέντε συναδέλφους αλλά με δελτίο παροχής υπηρεσιών. Δηλαδή μας δίνουν τιμολόγιο κάθε μήνα, όπως θα μας έδινε ένας τεχνίτης για παράδειγμα! Αυτοί οι άνθρωποι δεν απασχολούν τον κρατικό προϋπολογισμό. Είμαστε ένα μουσείο όπου οι κρατικές επιδοτήσεις είναι ελάχιστες: το ρεύμα, το τηλέφωνο… Εάν δεν υπήρχε ο φορέας διαχείρισης δεν θα είχαμε καν γραφική ύλη! Πλέον οι χρηματοδοτήσεις είναι πολύ φειδωλές. Ακούω συνεχώς για περικοπές και ανησυχώ πάρα πολύ.
Για παράδειγμα, εμείς έχουμε πολλά αντικείμενα που πρέπει να εκθέσουμε και χρειαζόμαστε ειδικές μουσειακές προσθήκες, που είναι μια οικονομική οδύνη». Ωστόσο, αρωγοί στο ΙΑΜΥ στέκονται χορηγοί και μιας και πρόκειται για χώρο πολιτισμού με μεγάλη επισκεψιμότητα (περίπου 20.000 επισκέπτες κάθε καλοκαίρι, κάποιες φορές και 300 άτομα την ημέρα), μιλάμε για ξεχωριστή περίπτωση από οικονομική άποψη.
Αυτό που έχει καταφέρει η Ντ. Αδαμοπούλου με το μεράκι της είναι ότι το μουσείο «πηγαίνει προς το κοινό», όπως λέει χαρακτηριστικά, μέσω δεκάδων πολιτιστικών εκδηλώσεων και εκπαιδευτικών προγραμμάτων, καθ’ όλη τη διάρκεια της χρονιάς. Από το 1996 και μετά έχουν περάσει από εκεί γνωστοί και καταξιωμένοι καλλιτέχνες της Ελλάδας και του εξωτερικού. «Είναι γεγονός αναμφισβήτητο ότι όντας το Ιστορικό Αρχείο και Μουσείο Υδρας αμιγώς δημόσιος φορέας, είναι από τους πρώτους διδάξαντες του είδους αυτής της πλήρως αφιλοκερδούς και ποιοτικής πολιτιστικής προσφοράς στην τοπική και την ευρύτερη κοινωνία, συμβάλλοντας τόσο θεσμικά όσο και ουσιαστικά στην προώθηση του πολιτιστικού τουρισμού στη χώρα μας και με διαρκή και ακούραστη διάθεση προσφοράς κρατάει μέχρι σήμερα αυτή την υψηλή θέση» αναφέρει η κ. Αδαμοπούλου.
Ο Βολανάκης της θάλασσας
Ο Κωνσταντίνος Βολανάκης (1837-1907) ήταν από τους πλέον επιδραστικούς καλλιτέχνες της νεοελληνικής ζωγραφικής και από τους κυριότερους εκπροσώπους του ακαδημαϊκού ρεαλισμού της λεγόμενης «σχολής του Μονάχου», του πλέον σημαντικού εικαστικού κινήματος στην Ελλάδα του 19ου αιώνα. Το 1856 αποφοίτησε από το γυμνάσιο της Σύρου και πήγε στην Τεργέστη για να δουλέψει ως λογιστής στον μεγάλο οίκο εμπορίας ζαχάρεως Γ. Αφεντούλη, ο οποίος εκτίμησε το καλλιτεχνικό ταλέντο του Βολανάκη από τα πάμπολλα σκαριφήματα με βάρκες, πλοία και λιμάνια που έφτιαχνε στις σελίδες των λογιστικών βιβλίων. Ετσι ανέλαβε να τον στείλει στη Βαυαρία για να σπουδάσει ζωγραφική στην Ακαδημία του Μονάχου. Εκεί ο Βολανάκης συνδέθηκε με τον Νικόλαο Γύζη, τον Νικηφόρο Λύτρα και άλλους σημαντικούς ομότεχνούς του. Αφού αποφοίτησε, εργάστηκε στο Μόναχο, στη Βιέννη και την Τεργέστη.
Μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα, το 1883, δίδαξε στη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας, ενώ ίδρυσε το Καλλιτεχνικό Εργαστήριο στον Πειραιά και δίδαξε εκεί. Αν και ξεκίνησε από την τοπιογραφία, στο έργο του απεικονίζονται κυρίως ναυμαχίες, σκηνές από λιμάνια, καράβια και καΐκια, αλλά και σημαντικά γεγονότα του κοινωνικού βίου. Οι συνθέσεις του, λυρικές και ατμοσφαιρικές, χαρακτηρίζονται από χρωματική αρμονία και επιμελημένη απόδοση των λεπτομερειών και φανερώνουν τη μελέτη της ολλανδικής θαλασσογραφικής παράδοσης, ενώ δεν λείπουν και οι απηχήσεις του γαλλικού ιμπρεσιονισμού. Παρ’ όλη την αναγνώριση του έργου του, έζησε με ελάχιστους οικονομικούς πόρους και στην κηδεία του, το 1907, παρευρέθηκαν μόνο πέντε έξι άτομα.
INFΟ
Συναυλία Βαρντούχι Κατσατριάν στις 24/8 (21.00). Εκθεση Κωνσταντίνου Βολανάκη έως 31/10