Το ΕΣΥ μένει ορφανό από ήρωες γιατρούς και νοσηλευτές

Φωτογραφία αρχείου

Ηταν 3 Ιανουαρίου 2022 όταν ο Αδωνης Γεωργιάδης με το γνωστό ύφος που δεν σηκώνει αντιρρήσεις ανακοίνωνε σε τηλεοπτική συνέντευξή του ότι «σε ένα μήνα ενάμιση η πανδημία θα έχει τελειώσει και ο τουρισμός θα πάει καταπληκτικά φέτος». Από τότε μετράμε μια εκατοντάδα νεκρούς καθημερινά, τα νοσοκομεία στενάζουν και δεν περνά μέρα που πολλοί υγειονομικοί της πρώτης γραμμής να μη σκεφτούν την παραίτησή τους, κατάκοποι από τα αλλεπάλληλα κύματα της πανδημίας, χωρίς ενίσχυση από την κυβέρνηση Μητσοτάκη και με τα ψυχικά αποθέματα να εξαντλούνται. «Μας έχουν εγκαταλείψει» λένε στο Documento γιατροί και νοσηλευτές που βιώνουν κάθε μέρα τη ματαίωση. Είτε άφησαν μια θέση στο εξωτερικό είτε επέλεξαν να βρεθούν στην πρώτη γραμμή της πανδημίας για να προσφέρουν γνώσεις και εμπειρίες, ύστερα από δύο χρόνια ακατάπαυστης δουλειάς νιώθουν πλέον απογοητευμένοι και εξαντλημένοι κάθε φορά που διαβαίνουν την πύλη του νοσοκομείου. Το ΕΣΥ εγκαταλείπεται από τους ήρωές του οι οποίοι ισοπεδώθηκαν από την κυβερνητική αδιαφορία.

Σωματική και ψυχολογική εξουθένωση βιώνουν οι υγειονομικοί, ενώ αυξάνονται συνεχώς όσοι κρεμούν την ιατρική ποδιά τους εγκαταλείποντας το ΕΣΥ μετά τις τριτοκοσμικές συνθήκες που βίωσαν και βιώνουν τα τελευταία δύο χρόνια κατά τα οποία οι κυβερνητικές επιλογές δεν σταθμίζουν τις ανάγκες των πολιτών για την πανδημία. Η απαξίωση όσων πρόσφεραν καθημερινά, η μηδενική ξεκούραση, οι υψηλές απαιτήσεις στη δουλειά, οι μετακινήσεις από νοσοκομείο σε νοσοκομείο για να κλείσουν «τρύπες», αλλά και οι επιθέσεις από ασθενείς που είναι αδύνατο να τους εξυπηρετήσουν αποτελούν αφορμή για να πάρουν την απόφαση να παρατηθούν ακόμη και μόνιμοι δημόσιοι υπάλληλοι.

«Μου έχει μείνει η θλίψη με όλα. Στενοχώρια και απογοήτευση. Ενώ βοηθήσαμε κόσμο, με έχει απογοητεύσει η δουλειά μου. Νομίζω ότι θέλω να αλλάξω επάγγελμα. Αυτό δεν το λέω λόγω της πανδημίας, αλλά για την αντιμετώπιση που είχαμε εμείς που παλέψαμε. Μας αντιμετώπισαν από κάποια στιγμή και μετά σαν εχθρούς» δηλώνει χαρακτηριστικά στο Documento μια από τις νοσηλεύτριες, η οποία βρέθηκε για μεγάλο διάστημα δίπλα στους ασθενείς με Covid-19 και έδωσε τον καλύτερο εαυτό της. Η Βάσω Τσόγια περιγράφει τον ενθουσιασμό που είχαν πολλοί για να προσφέρουν στην αρχή, ο οποίος μετά εξατμίστηκε από τις συνθήκες εργασίας. «Δεν μας ξεκουράσανε» τονίζει χαρακτηριστικά.

Το σκέφτονται και παραιτούνται

«Σκέφτομαι την παραίτηση κάθε μέρα. Δώδεκα ώρες δουλεύουμε με τη στολή του αστροναύτη χωρίς διάλειμμα» σημειώνει στο Documento γιατρός του «Σωτηρία» που διατηρεί την ανωνυμία της. «Δεν επιβραβεύτηκαν όλα αυτά που ζούμε σε καμία περίπτωση. Αντιθέτως, τις ημέρες των Χριστουγέννων που τα επείγοντα είχαν γονατίσει και έμεναν ασθενείς για δύο 24ωρα στα ΤΕΠ, η πολιτική ηγεσία έκανε βόλτες στις ΜΕΘ και έλεγε τι καλά που είμαστε. Παλεύουμε με τα ίδια κενά, με τα ίδια λάθη από την πρώτη μέρα που ξεκίνησε η πανδημία. Το μόνο που έχει εξελιχθεί είναι η δική μας πείρα» καταλήγει.

«Υπάρχουν μαζικές παραιτήσεις. Για παράδειγμα, στη Β΄ Παθολογική Κλινική στο “Αγία Ολγα” όλοι οι ειδικευόμενοι παραιτήθηκαν επειδή δεν άντεξαν τις συνθήκες εργασίας, που ήταν απάνθρωπες. Δεν άντεξαν την ψυχολογική πίεση, τη σωματική κόπωση, το ότι αυτοί ήταν υπεύθυνοι για μια σειρά από ασθενείς τους οποίους δεν μπορούσαν να περιθάλψουν επαρκώς. Επίσης παραιτήθηκε συνάδελφός μου μόνιμος. Δηλαδή επέλεξε τον ιδιωτικό τομέα διότι οι συνθήκες ήταν τριτοκοσμικές» τονίζει στο Documento η Ελένη Μπάγια, λοιμωξιολόγος του νοσοκομείου «Γ. Γεννηματάς».

Για αυτές τις μαζικές παραιτήσεις είχε εκδώσει ανακοίνωση και η ομοσπονδία των γιατρών του ΕΣΥ (ΟΕΝΓΕ), περιγράφοντας την τραγική κατάσταση που επικρατεί. «Η κατάσταση στο Κωνσταντοπούλειο νοσοκομείο Νέας Ιωνίας έχει ξεπεράσει κάθε όριο. Εκτός από τα προβλήματα τραγικής υποστελέχωσης και υποχρηματοδότησης, που είναι κοινά για όλα τα νοσοκομεία της χώρας, ιδιαίτερο πρόβλημα στο Κωνσταντοπούλειο αποτελεί η απαράδεκτη αυταρχική συμπεριφορά του διοικητή (πειθαρχικές ποινές ενάντια σε εργαζόμενους με ασήμαντες αφορμές, παραβίαση των κανόνων ακόμη και του ίδιου του υπουργείου Υγείας περί καραντίνας και αναρρωτικών αδειών, ευνοιοκρατία και μεροληψία υπέρ λίγων συγκεκριμένων διευθυντών ενάντια στην πλειοψηφία των γιατρών και των τμημάτων του νοσοκομείου κ.λπ.) που έχει ωθήσει σε παραιτήσεις πολλούς ειδικευόμενους γιατρούς χειρουργικής και παθολογίας».

Κύμα φυγής γιατρών στην Πάτρα

Την έξοδο επιλέγουν γιατροί και από τα νοσοκομεία της Πάτρας μετά τις τραγικές συνθήκες που βίωσαν τα τελευταία χρόνια και βλέποντας ότι δεν υπάρχει προοπτική βελτίωσης με την κυβέρνηση Μητσοτάκη. «Βλέπουμε ένα πολύ μεγάλο κύμα φυγής συναδέλφων, και νεότερων και παλαιότερων, κυρίως λόγω υπερεργασίας και εξουθένωσής τους λόγω κορονοϊού, αλλά και της μη δυνατότητας αντιμετώπισης των ασθενών έτσι όπως θα ήθελαν εξαιτίας της υποστελέχωσης των νοσοκομείων» σημειώνει στο Documento ο Στέλιος Τσόχατζης, γραμματέας της Ενωσης Νοσοκομειακών Γιατρών Αχαΐας (ΕΙΝΑ).

Εξηγεί ότι οι κατηγορίες όσων αποχωρούν με προορισμό το εξωτερικό είναι δύο: «Οι γιατροί μεγαλύτερης ηλικίας με 20-25 χρόνια προϋπηρεσίας στο ΕΣΥ αναγκάζονται να φύγουν στο εξωτερικό επειδή δεν αντέχουν άλλο αυτή την πίεση με δέκα και δώδεκα εφημερίες, ενώ καλούνται να αντεπεξέλθουν σε πολύ δύσκολες συνθήκες με κλινικές με 80 ασθενείς και δύο γιατρούς. Η δεύτερη κατηγορία είναι γιατροί που έχουν πέντε χρόνια προϋπηρεσίας, ειδικευμένοι γιατροί, συμβασιούχοι, που κάθε χρόνο λήγει η σύμβασή τους και μεταφέρονται από νοσοκομείο σε νοσοκομείο και από πόλη σε πόλη χωρίς να έχουν προοπτική μονιμοποίησης στο ΕΣΥ».

Ο Στ. Τσόχατζης σχολιάζει ότι η φυγή των γιατρών θα διευκολύνει την κυβέρνηση στο σχέδιό της να περάσει ο δημόσιος τομέας της υγείας ή τμήματά του στα χέρια των ιδιωτών. «Αυτό είναι το πραγματικό σχέδιο της κυβέρνησης. Δεν θα χρειαστεί να κουραστεί ιδιαίτερα και να προκαλέσει προστριβές με τις τοπικές κοινωνίες. Οσον αφορά το κλείσιμο των νοσοκομείων, θα γίνει σαν ώριμο φρούτο, θα αυτοδιαλυθεί το σύστημα γιατί οι ίδιοι οι γιατροί δεν αντέχουν άλλο και παραιτούνται μαζικά. Αρα ένα περιφερειακό νοσοκομείο που καταγράφει τις μισές οργανικές θέσεις από αυτές που θα έπρεπε να έχει, όπως το νοσοκομείο Αιγίου, που είναι μόνο 20 γιατροί σε ένα σύνολο 40 οργανικών θέσεων, θα καταρρεύσει. Πολλοί γιατροί που είναι στα όριά τους αναγκάζονται να παραιτηθούν και να αναζητήσουν την τύχη τους στο εξωτερικό. Αρα από μέσα θα κλείσει το νοσοκομείο, επειδή δεν υπάρχει δυνατότητα να λειτουργήσει με ένα δύο γιατρούς σε κάθε κλινική και με τεράστιο φόρτο εργασίας» καταλήγει.

«Αφήνουν τα περιφερειακά νοσοκομεία να σβήσουν μόνα τους, χωρίς γιατρούς και λοιπούς υγειονομικούς, έτσι ώστε οι συγχωνεύσεις να έρθουν σαν φυσική συνέπεια και να αφήσουν το ΕΣΥ χωρίς μόνιμο προσωπικό και να έχει μόνο επικουρικούς και συμβασιούχους ομήρους» λέει στο Documento ο γενικός γραμματέας της ΟΕΝΓΕ Πάνος Παπανικολάου. Εντύπωση πάντως έχει προκαλέσει και η ερμηνεία της αναπληρώτριας υπουργού Υγείας Μίνας Γκάγκα για το δημόσιο σύστημα υγείας, δηλαδή «να έχει καλή περίθαλψη για όλους τους πολίτες εκεί που τη χρειάζονται χωρίς να βάζουν βαθιά το χέρι στην τσέπη», συνδέοντάς το όμως με υπηρεσίες υγείας επί πληρωμή στη Σουηδία.

Η υπερεργασία τούς έχει εξοντώσει

Οι υγειονομικοί της πρώτης γραμμής νιώθουν ματαίωση. «Δυο χρόνια οι νοσηλευτές με απίστευτα κενά, χωρίς να παίρνουν ρεπό. Οι ειδικευόμενοι και ειδικευμένοι γιατροί να κάνουν κολασμένες εφημερίες που δεν προλαβαίνουν ούτε να πάνε για νερό. Παράλληλα να αντιμετωπίζουν και την οργή και την ανησυχία των ασθενών και των συγγενών τους και εμείς να νιώθουμε μια ματαίωση ως προς το πού μπορούμε να βοηθήσουμε» περιγράφει την κατάσταση η Ελένη Μπάγια.

Για πολλούς η παραίτηση μοιάζει μονόδρομος, ακόμη κι αν βρεθούν σε εργασιακό περιβάλλον με λιγότερες αποδοχές. «Μιλάμε για δύο χρόνια υγειονομική κρίση, για υγειονομικούς που έρχονταν ήδη από απίστευτο burnout. Είναι Φεβρουάριος του 2022 και έχω υπόλοιπο άδειας του 2020, όλη την άδεια του 2021 και φυσικά την άδεια του 2022 και 15 οφειλόμενα ρεπό. Εγώ είμαι κάτω από τον μέσο όρο των εργαζομένων. Επί των ημερών αυτής της κυβέρνησης δεν είναι μόνο κατάκοπο το προσωπικό, είναι απογοητευμένο, είναι σε μαζική κατάθλιψη. Ξέρω ανθρώπους που μου έχουν πει ότι δεν θέλουν να περνάνε την πύλη του νοσοκομείου. Ξέρω πρόσωπα ακόμη και από τις διοικητικές υπηρεσίες που μου λένε ότι αν τους έδιναν κάπου αλλού 750 ευρώ τον μήνα, θα έφευγαν από το ΕΣΥ παρόλο που παίρνουν 1.200» λέει ο Βάιος Ιακωβάκης, πρώην προϊστάμενος νοσηλευτής της κλινικής Covid-19 στο Ασκληπιείο Βούλας, παραθέτοντας τα κυβερνητικά πεπραγμένα στο ΕΣΥ.

«Αν είχαμε περισσότερο προσωπικό, θα μπορούσαμε να παρέχουμε καλύτερη φροντίδα στους ασθενείς» παρατηρεί η Βάλια Κ., νοσηλεύτρια σε ΜΕΘ του νοσοκομείου «Σωτηρία» και εξηγεί περιγράφοντας τι σημαίνει εργασιακή εξουθένωση: «Οταν δουλεύω απόγευμα – πρωί, αυτό σημαίνει ότι σχολάω στις 11 το βράδυ και στις 6.30 το πρωί πρέπει να είμαι στη δουλειά μου. Στις 11 φεύγω από το νοσοκομείο. Τι ώρα θα φτάσω σπίτι μου; Τι ώρα θα φάω; Τι ώρα θα κοιμηθώ; Πάω στη δουλειά μου με δύο ώρες ύπνο και αυτό μπορεί να συμβαίνει επί μία εβδομάδα συνεχόμενα». Εξηγεί ότι δύο χρόνια παλεύει να μη χάσει την ανθρωπιά της λόγω των τεράστιων αναγκών που καλούνται να καλύψουν στο νοσοκομείο και διευκρινίζει ότι «δεν είναι δουλειά γραφείου, να μπορώ να πάω και να πιω δύο ώρες καφέ. Στη μονάδα μπαίνεις 6.30 το πρωί και ξεκινάς φουλ δουλειά. Ο ασθενής σε περιμένει, οι αντλίες βαράνε, το οξυγόνο πέφτει, η πίεση πέφτει, κάτι πρέπει να κάνεις, δεν έχεις τον χρόνο ούτε καφέ να πιεις ούτε τσιγάρο να καπνίσεις».

Η κατάσταση στο καταρρέον ΕΣΥ απαιτεί από τους υγειονομικούς να υπερβάλλουν εαυτούς εν μέσω πανδημίας. Εγκυμονεί κινδύνους όμως, όπως είναι επόμενο, καθώς ένας διαρκώς αποκαμωμένος υγειονομικός τι αντανακλαστικά και κουράγιο θα έχει να φροντίσει επαρκώς τους ασθενείς; Ενώ οι αντοχές μειώνονται και καμία ενίσχυση δεν διαφαίνεται, ο κίνδυνος να αυξηθούν οι απώλειες παραμένει υπαρκτός. Διακηρυγμένος στόχος της κυβέρνησης άλλωστε είναι να προελάσουν «εφεδρείες» από τον ιδιωτικό τομέα για να το «σώσουν», υποτίθεται, από την καταστροφή που δημιούργησε η ίδια.

«Δουλεύουμε με 10.000 λιγότερο προσωπικό σε σχέση με πέρυσι τον χειμώνα. Δύο χρόνια βρισκόμαστε στην πρώτη γραμμή. Το προσωπικό είναι εξαντλημένο, λιποθυμάει πραγματικά από την κούραση και επειδή βλέπουν ότι δεν ενισχύεται το ΕΣΥ, πολλοί από τους γιατρούς προχωρούν σε μαζικές παραιτήσεις διότι θεωρούν ότι δεν μπορούν να προσφέρουν υπηρεσίες με ασφάλεια στους ασθενείς τους. Ταυτόχρονα σημαντικό μέρος του νοσηλευτικού προσωπικού το οποίο έχει θεμελιώσει δικαίωμα σύνταξης, έστω και μειωμένης, αναγκάζεται να φύγει από το σύστημα λόγω των συνθηκών εργασίας που υπάρχουν εξαιτίας της κούρασης» αναφέρει στο Documento o πρόεδρος της ομοσπονδίας εργαζομένων στα νοσοκομεία (ΠΟΕΔΗΝ) Μιχάλης Γιαννάκος. Οπως εξηγεί, «η αδράνεια της κυβέρνησης να ενισχύσει το ΕΣΥ γίνεται με σκοπιμότητα, διότι ο στόχος είναι να ιδιωτικοποιήσει το σύστημα, να καταργήσουν, να συγχωνεύσουν υγειονομικές μονάδες, δημόσια νοσοκομεία, κέντρα υγείας. Ο κ. Μητσοτάκης δεν το έχει κρύψει αυτό, το έχει πει κατ’ επανάληψη».

Ετικέτες