Σε µια εποχή σήψης και σκανδάλων, που µισθοί και συντάξεις δεν φτάνουν ούτε για το πρώτο δεκαπενθήµερο του µήνα, κορυφώνεται η σύγκρουση ανάµεσα στις δυνάµεις της προόδου και της συντήρησης σε πολιτικό επίπεδο στην Ελλάδα.
Η προπαγάνδα και ο συνθηµατικός λόγος της Νέας ∆ηµοκρατίας δηµιούργησαν προσδοκίες το 2019 κι ο κόσµος παγιδεύτηκε νοµίζοντας ότι η πλευρά Μητσοτάκη έχει τις λύσεις ώστε να φέρει ανάπτυξη στα ταλαιπωρηµένα από την οικονοµική κρίση µεσαία στρώµατα. Στο ίδιο επικοινωνιακό δόλωµα «τσίµπησε» και µερίδα των συνταξιούχων, που αγωνιούσαν για τις συντάξεις. Η τιτάνια προσπάθεια επί Τσίπρα για να φύγουµε από τη σκληρή επιτροπεία µέχρι σήµερα και να σταθεί η κοινωνία όρθια περνά επίτηδες στα ψιλά.
Τα λαϊκά στρώµατα µέσω της προπαγάνδας πίστεψαν στον αστό ηγέτη-πατερούλη, µια τάση δυστυχώς στρεβλή, ελλείψει κοινωνικής κι οικονοµικής αυτοπεποίθησης. Στήριξη πήρε η Νέα ∆ηµοκρατία κι απ’ το λούµπεν προλεταριάτο, που χωρίς ταξική συνείδηση µετακόµισε από τα φασιστικά µορφώµατα στον χώρο της λαϊκής ∆εξιάς του Βελόπουλου ή στην ακροδεξιά πτέρυγα της Ν∆, ελπίζοντας λύσεις στο θέµα της ανεργίας.
Σήµερα, σχεδόν τριάµισι χρόνια µετά, η διακυβέρνηση της Νέας ∆ηµοκρατίας έχει προκαλέσει ασφυξία στα λαϊκά στρώµατα κι έχει δηµιουργήσει µεγάλες οικονοµικές αναταράξεις στη µικροµεσαία επιχειρηµατικότητα. Το καλάθι του νοικοκυριού εξελίσσεται σε παρωδία και το τελευταίο αποκούµπι των εργαζοµένων, το ΕΣΥ, κατακρεουργείται. Οσοι περίµεναν ανάπτυξη έµειναν µε το πάρκο Ελληνικού στο χέρι…
Επί κυβέρνησης Μητσοτάκη το κράτος είναι µακριά απ’ τον ορθολογισµό των σύγχρονων ευρωπαϊκών κρατών, υπό την εξουσία φιλελευθέρων. Ισα ίσα, λειτουργεί ως µακρύ χέρι της εξουσίας, µε απολύτως πελατειακή, αυταρχική κι απολυταρχική λογική, δηµιουργώντας συνθήκες στοχοποίησης των αντιπάλων. ∆είγµατα της γενικευµένης αυταρχικής διακυβέρνησης είναι η πανεπιστηµιακή αστυνοµία και οι αναστολές υγειονοµικού προσωπικού.
Το «επιτελικό κράτος» αποδεικνύεται µια φούσκα, προκειµένου να καλύψει επικοινωνιακά το έλλειµµα δηµοκρατίας και την άλωση των θεσµών. Ο σύγχρονος ηγέτης «Μωυσής» φέρεται να παρακολουθεί όποιον απειλεί την εξουσία του. Ετσι η ελληνική δηµοκρατία µετατρέπεται σε κολοβή εξαιτίας του µακιαβελικού ηγεµονισµού του πρωθυπουργού.
Η άλωση των κρατικών θεσµών επιτυγχάνεται µε «γαλάζιες» καλοπληρωµένες διοικήσεις. Το βαθύ κράτος µετατρέπεται σε λάφυρο, µε χαρακτηριστικότερα τα παραδείγµατα της ∆ΕΗ και του ΕΦΚΑ. Φυσικά, το βαρύ ενεργειακό κι εργατικό κόστος το πληρώνουν οι πολίτες. Αντίθετα, οτιδήποτε περιλαµβάνει δηµόσια κοινωνική πρόνοια, δηµόσια εκπαίδευση, ακόµη και δηµόσιες υποδοµές, που είναι για τον λαό, πωλείται ή «χαρίζεται» λόγω χαµηλού τιµήµατος. Κλασικό το παράδειγµα µε το λιµάνι της Ηγουµενίτσας, που αποτελεί στρατηγική πύλη και για την άµυνα της χώρας. Τραπεζικά καταστήµατα και υποκαταστήµατα των ΕΛΤΑ κλείνουν ενώ η ελληνική περιφέρεια έχει εγκαταλειφθεί.
Το βαθύ κράτος-λάφυρο έχει µεταβληθεί σε οικογενειακή υπόθεση, όπου ρόλο παίζουν τα συγγενικά ή κοµµατικά δίκτυα. Επιχειρείται ο προσεταιρισµός κι άλλων προσώπων εφόσον είναι αναγνωρίσιµα στο πόπολο, αποτελούν «γέφυρες» µε τον επιχειρηµατικό κόσµο, κεντρογενείς ψηφοφόρους κ.ο.κ.
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη δεν κρατά ούτε τα προσχήµατα ως προς τη διακυβέρνηση. Ακολουθεί το µοντέλο «οικογενειοκρατία, πελατειακές πρακτικές, εξουδετέρωση αντιπάλων, οικονοµική ασφυξία, παρακολούθηση ακόµη κι ηµετέρων, προπαγάνδα».
Το σκάνδαλο των παρακολουθήσεων, όσο κι αν η κυβέρνηση επιµένει να το θάψει βγάζοντας από το µανίκι της παπα-Αντώνηδες, έχει επηρεάσει και πολίτες που δεν ανήκουν κατά ανάγκη στον χώρο της Αριστεράς. Κεντρογενείς ή ακόµη και κεντροδεξιοί µε αστική κουλτούρα ή προοδευτικές ιδέες γυρνούν πλάτη στο σύστηµα Μητσοτάκη. Καταδικάζουν τη δήθεν επιτελική ενός ανδρός αρχή, που δεν έχει τα θεσµικά χαρακτηριστικά συνταγµατικής µοναρχίας αλλά παραπέµπει σε απολυταρχικά καθεστώτα, τα οποία σύσσωµος ο δηµοκρατικός κόσµος έχει απορρίψει.