Τους τελευταίους μήνες ένας από τους κυρίαρχους φόβους που δεν απασχολούν απλώς αλλά παραλύουν συγκλονιστικά τα ελληνικά νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις είναι το «άνοιγμα» των λογαριασμών του ηλεκτρικού ρεύματος, οι οποίοι έρχονται ολοένα και πιο διογκωμένοι, σε πρωτοφανές για τα ελληνικά δεδομένα επίπεδο.
Η κυβέρνηση ακόμη μια φορά πιάστηκε στον ύπνο.
Οπως συμβαίνει, δυστυχώς, σε πολλούς κρίσιμους τομείς, που προκαλούν ανυπέρβλητα προβλήματα στην καθημερινότητα των πολιτών, έτσι και στον τομέα της ενέργειας τα αντανακλαστικά που επέδειξε έχουν αποδειχτεί δραματικά αργά, αν όχι προκλητικά ανύπαρκτα.
Αξιοσημείωτη βέβαια είναι η ταχύτητα που επιδεικνύει η κυβέρνηση στην άμεση επίρριψη ευθυνών… πάντα στους άλλους.
Στο ιστορικό πολιτικό ερώτημα «τις πταίει;» έχει φτιάξει μια επικοινωνιακή μηχανή που επιστρατεύεται κάθε φορά για να πει τα γνωστά: οι συγκυρίες, οι δύσκολες διεθνείς εξελίξεις, ο πόλεμος, οι συμφορές του κόσμου… Κι όταν αυτά δεν φτάνουν, τότε επιστρατεύεται ακόμη και το «φταίει το ζαβό το ριζικό μας! – φταίει ο Θεός που μας μισεί!» του μεγάλου Βάρναλη, που προφανώς δεν ήξερε όταν έγραφε ότι… σ’ εμάς μιλούσε.
Σε αυτό λοιπόν το εθιστικό και τοξικό παιχνίδι της «εύκολης κατηγορίας» η ίδια η κυβέρνηση, παρά τις άοκνες και φιλότιμες προσπάθειες στήριξής της από τους γνωστούς πυλώνες της, δείχνει πλέον κόπωση, καθώς στερεύει από σοβαρές ιδέες και στέρεα επιχειρήματα, όσο κι αν προσπαθεί να δείξει ότι κατέχει το πώς να κουμαντάρει το εκλογικό σώμα.
Οι πολίτες δεν ξεχνούν ότι κατά τη διάρκεια της πανδημίας η κυβέρνηση της ΝΔ προχώρησε στην τέταρτη μεγαλύτερη παγκοσμίως δημοσιονομική επέκταση, ύψους 43 δισ. ευρώ, χωρίς κανένα αποτέλεσμα για τους ίδιους και το περιβάλλον ζωής τους. Ολο αυτό το διάστημα που οι αριθμοί προβάλλονται με κομπασμό οι πολίτες νιώθουν πλήρως απροστάτευτοι απέναντι στην αλόγιστη ακρίβεια και την ενεργειακή κρίση, που ήρθε για να μείνει.
Η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα στην ΕΕ στην οποία τα νοικοκυριά επωμίστηκαν το σύνολο των αυξήσεων της χονδρικής τιμής ρεύματος. Είναι η μόνη χώρα στην ΕΕ στην οποία οι ιδιώτες πάροχοι ενέργειας αφέθηκαν ανενόχλητοι να μεταφέρουν το σύνολο των αυξήσεων στις πλάτες των καταναλωτών και των επιχειρήσεων. Μεσούσης της κρίσης, λόγω των άστοχων κυβερνητικών επιλογών η Ελλάδα «κατάφερε» να αυξήσει την εξάρτησή της από το φυσικό αέριο κατά 25% στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας.
Τη στιγμή που το ποτάμι των δικαιολογιών του πρωθυπουργού δείχνει να στερεύει, το νέο «λεφτόδεντρο» της κυβέρνησης ανθίζει ξανά!
Αφού απέτυχε στην προσπάθειά της να κρυφτεί πίσω από την ολιγωρία της ΕΕ, την οποία σημειωτέον χαιρέτιζε στις αρχές του Μάρτη, έρχεται τώρα, τελευταία και καταϊδρωμένη λόγω της ορατής πλέον κοινωνικής πίεσης, να εξαγγείλει μέτρα για τις τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος. Μέτρα σαν αυτά που έχει ξαναπεί, μέτρα «μεικτά που τώρα θα πει», μέτρα τα οποία ουσιαστικά αποτελούν τις ράγες πάνω στις οποίες σχεδιάζει να κυλίσει το προεκλογικό της φορτίο για να ατενίσει με αισιοδοξία τις εκλογές που έρχονται.
Το ΠΑΣΟΚ – Κίνημα Αλλαγής εδώ και μήνες άνοιξε τον δημόσιο διάλογο προτείνοντας την επιβολή πλαφόν στη λιανική τιμή, τη μείωση του ΦΠΑ σε βασικά καταναλωτικά αγαθά και την άμεση φορολόγηση των υπερκερδών των ηλεκτροπαραγωγών. Πρόσφατα κατέθεσε τροπολογία σχετικά με την επιβολή ανώτατου ορίου αύξησης των χρεώσεων προμήθειας ηλεκτρικού ρεύματος, που δεν μπορεί να είναι πάνω από 10%, σε σχέση με αυτά που πλήρωναν οι καταναλωτές τον Μάη του 2021, ενώ παράλληλα δεν επιτρέπεται η διακοπή ρεύματος και ρυθμίζονται σε γενναίες δόσεις τα συσσωρευμένα χρέη λογαριασμών.
Ζητάμε από την κυβέρνηση έστω και τώρα να αποδεχτεί τις προτάσεις μας, οι οποίες δίνουν άμεσες και δίκαιες λύσεις στο ενεργειακό αδιέξοδο της χώρας χωρίς να κλείνουν το μάτι στην κερδοσκοπία.
Μόνο με τον τρόπο αυτό θα φτάσουν οι ελαφρύνσεις και η στήριξη της πολιτείας στον καταναλωτή.
Μόνο έτσι λειτουργούμε σε θεσμικό πλαίσιο, παραμερίζοντας πάσης φύσεως μέτρα ενεργειακού λαϊκισμού και νέων κινημάτων τύπου Δεν Πληρώνω.
Μόνο έτσι διασφαλίζουμε τη δίκαιη ισορροπία ανάμεσα στους σκοπούς δημόσιου συμφέροντος, που είναι ο ενεργειακός εφοδιασμός σε προσιτές τιμές και η ομαλή λειτουργία της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας.
Μπροστά στην ανεπαρκή ενεργειακή πολιτική της κυβέρνησης απαντάμε με μια πολιτική πρόταση θεσμική, υπεύθυνη, ρεαλιστική και συγκεκριμένη, με ολοκληρωμένο και προοδευτικό σχέδιο, προτάσσοντας τους ευάλωτους εισοδηματικά ανθρώπους, τους σύγχρονους μη προνομιούχους πολίτες, και θέτοντας ως απαράβατο όρο των πολιτικών επιλογών μας την κοινωνική δικαιοσύνη και την ενεργειακή δημοκρατία.