Το ένα και μοναδικό «Halloween» του Τζον Κάρπεντερ

Το ένα και μοναδικό «Halloween» του Τζον Κάρπεντερ

Κοντεύει τον μισό αιώνα ζωής αλλά το αξεπέραστο θρίλερ του Τζον Κάρπεντερ εξακολουθεί να μας τρομάζει…

Στις 31 Οκτωβρίου γιορτάζεται στην Αμερική το «Halloween». Το έθιμο της «μεγάλης νύχτας» όπου μικρά παιδιά ντυμένα με τις τρομακτικές στολές τους βολτάρουν από πόρτα σε πόρτα, βάζοντας το δίλημμα «trick or treat» στους ιδιοκτήτες των σπιτιών, έμπνευσε αρκετούς θιασώτες του τρόμου για να εκπονήσουν κινηματογραφικά τα ανήσυχα οράματα τους.

Όμως ο Μάικ Μάγιερς του Τζον Κάρπεντερ έχει πολλούς λόγους για να τον μνημονεύουμε ως πρωτομάστορα του slasher. Μπορεί να μην είναι ο πρώτος σίριαλ κίλερ της οθόνης, αλλά ο καταραμένος αντιήρωας του Κάρπεντερ πέρασε στην ανθολογία των κορυφαίων «μπαμπούλων» χάρη στο «Halloween». Η ιστορία του Μάικλ Μάγιερς που στα σινεμά παρουσιάστηκε με τον τίτλο «Η νύχτα με τις μάσκες» κατάφερε να αγγίξει αρχέγονες φοβίες του θεατή. Το επίτευγμα αυτό, πρώτος και καλύτερος είχε καταγράψει με άφθαστη μαστοριά ο Άλφρεντ Χίτσκοκ, κάτι που προφανώς αναγνωρίζει και ο Κάρπεντερ: δύο από τους χαρακτήρες του «Halloween» ονομάζονται Λούμις και Ντόιλ, ονόματα δηλαδή που συναντάμε σε δύο αριστουργήματα του Χιτς, το «Ψυχώ» και το «Σιωπηλό μάρτυρα». Και φυσικά δεν ξεχνάμε πως η Τζέιμι Λι Κέρτις, η εμβληματική πρωταγωνίστρια της ταινίας του Κάρπεντερ ως μπέιμπι σίτερ Λόρι Στρόουντ, είναι κόρη της Τζάνετ Λι, της ηθοποιού δηλαδή που έπαιξε στο «Ψυχώ», βάζοντας τη δική της σφραγίδα στην θρυλική πλέον σκηνή του φονικού στο ντους.

Το «Halloween» γυρίστηκε το 1978 από τον Τζον Κάρπεντερ κι αφορούσε την ιστορία του Μάικλ Μάγιερς ενός δολοφόνου χωρίς ταυτότητα και χωρίς πρόσωπο. Μέχρι τότε οι ταινίες που πραγματεύονταν τη δράση ενός σίριαλ κίλερ ήταν μετρημένες στα δάχτυλα. Ο «Δράκος του Ντίσελντορφ» του Φριτς Λανγκ, ήταν η πρώτη ταινία που περιέγραψε την δράση ενός κατά συρροή δολοφόνου στο Βερολίνο του ‘30 ο οποίος σκοτώνει μικρά παιδιά, ενώ η «Νύχτα του κυνηγού» του Τσαρλς Λότον ήταν το επόμενο σκοτεινό αριστούργημα με θέμα την επιβλητική παρουσία ενός αδίστακτου δολοφόνου γυναικών τον οποίο υποδύεται ο Ρόμπερτ Μίτσαμ. Γνωστό και ως «Ο θανατοποινίτης με το σημάδι» το φιλμ ήταν το πρώτο σκηνοθετικό εγχείρημα του ηθοποιού Τσαρλς Λότον. Δυστυχώς στην πρώτη της προβολή η ταινία γνώρισε μεγάλη εισπρακτική αποτυχία με συνέπεια ο Λότον να μην ασχοληθεί ξανά με τη σκηνοθεσία.

Παρότι υπήρξαν κι άλλες σπουδαίες δημιουργίες με πρωταγωνιστή έναν κατά συρροή δολοφόνο- ενδεικτικά αναφέρουμε τον «Κύριο Βερντού» του Τσάπλιν αλλά και τον «Δράκο» του Κούνδουρου- η «Νύχτα με τις Μάσκες» του Τζον Κάρπεντερ είναι εκείνη που καταλαμβάνει ξεχωριστή θέση στη μυθολογία του είδους. Μέχρι τότε ο αμερικανός μουσικός και σκηνοθέτης είχε δώσει κάποια αξιόλογα δείγματα γραφής, ειδικά με το φημισμένο πλέον «Επίθεση στο σταθμό 13» που είχε φτιάξει δύο χρόνια νωρίτερα. Καμιά ταινία του όμως δεν θα είχε την επιτυχία που γνώρισε με το «Halloween».

Η ταινία επικεντρώνεται στην ιστορία του Μάικλ Μάγιερς και την αιματοβαμμένη δράση του. Όλα αρχίζουν στις 31 Οκτωβρίου του 1963 στον Χάντονφιλντ, μια φανταστική πόλη του Ιλινόις. Ο εξάχρονος Μάικλ μαχαιρώνει ανεξήγητα την αδερφή του Τζούντιθ, μέχρι θανάτου στο σπίτι τους. Για τα επόμενα δεκαπέντε χρόνια μένει έγκλειστος στο Φρενοκομείο Σμιθ Γκρόουβ. Στις 30 Οκτωβρίου 1978, ο ψυχίατρος του Μάικλ, Δρ. Σάμιουελ Λούμις, και η συνεργάτιδα του, Μάριον Τσέιμπερς, φτάνουν στο φρενοκομείο για να συνοδεύσουν το Μάικλ στο δικαστήριο για μια ακρόαση. Η ταινία επικεντρώνεται στην απόδραση του Μάγιερς από το φρενοκομείο, στους φόνους του, και στην προσπάθεια του Λούμις να τον σταματήσει.

Ο αρχικός τίτλος της ταινίας ήταν «The Babysitter Murders». Τα γυρίσματα πραγματοποιήθηκαν στη Βόρεια Καλιφόρνια το Μάιο του 1978 με κόστος μόλις 325.000 δολάρια, προτού κάνει πρεμιέρα τον Οκτώβριο του ίδιου έτους και να συγκεντρώσει συνολικά 70 εκατομμύρια δολάρια, κατέχοντας φυσικά τον τίτλο μιας από τις πιο κερδοφόρες ταινίες ανεξάρτητης παραγωγής. Αν και απέσπασε κυρίως θετικές κριτικές για τη σκηνοθεσία και τη μουσική του Κάρπεντερ, πολλοί είχαν ενστάσεις απέναντι της επειδή έκριναν ότι μπορεί να ενθαρρύνει το σαδισμό και το μισογυνισμό σε θεατές που ταυτίζονται με το δολοφόνο. Άλλοι θεώρησαν πως η ταινία είναι μια κοινωνική κριτική της ανηθικότητας των νέων και των εφήβων στην Αμερική της δεκαετίας του 1970, με πολλά από τα θύματα του Μάγιερς να χαρακτηρίζονται από σεξουαλική ασυδοσία και κατάχρηση ουσιών, ενώ η μόνη ηρωίδα που απεικονίζεται ως αθώα και άπειρη είναι κι εκείνη που επιζεί στο τέλος.

Οι δύο καινοτομίες του φιλμ αφορούν στην απόφαση του Κάρπεντερ να ταυτίσει το βλέμμα του δολοφόνου με εκείνο της κάμερας – η τρομερή εισαγωγή όπου παρακολουθούμε τα πάντα μέσα από το βλέμμα του 6χρονου Μάγιερς- και να μεταφέρει το σκηνικό τρόμου στα ήσυχα αμερικανικά προάστια (που υποτίθεται ότι η ασφάλεια των παιδιών είναι εξασφαλισμένη) κι όχι στις επικίνδυνες μεγαλουπόλεις όπου η εγκληματικότητα θέριευε στα 70ς.

Η «Νύχτα με τις Μάσκες» δημιούργησε ένα franchise ταινιών χωρίς προηγούμενο, που αποτελείται από μια ντουζίνα ταινιών οι οποίες βοήθησαν στο να σχηματιστεί μια εκτενής αλλά και τρομερά ξεχειλωμένη ιστορία για τον Μάικλ Μάγιερς. Η «Νύχτα Με Τις Μάσκες» του 2018 σε σκηνοθεσία Ντέιβιντ Γκόρντον Γκριν έγινε το πιο κερδοφόρο κεφάλαιο της σειράς και σημείωσε ρεκόρ για το μεγαλύτερο άνοιγμα ταινίας τρόμου με γυναίκα πρωταγωνίστρια.

Ετικέτες

Documento Newsletter