Επίδομα ήταν και… σιγοσβήνει. Σαν άλλο παραμύθι, μια φορά και έναν καιρό, για την ακρίβεια πριν από 20 χρόνια, δημιουργήθηκε το Επίδομα Κοινωνικής Αλληλεγγύης Συνταξιούχων (ΕΚΑΣ).
Επειδή όμως δεν έχουν όλα τα παραμύθια αίσιο τέλος, το ΕΚΑΣ βρίσκεται ένα βήμα πριν από την οριστική κατάργηση, που θα το βάλει στο χρονοντούλαπο της ιστορίας. Μια κατάργηση εξαιτίας μνημονιακών δεσμεύσεων, που έχει ήδη προγραμματιστεί να υλοποιηθεί στο τέλος του 2019. Μέχρι τότε θα μειώνεται χρόνο με τον χρόνο.
Η χρονιά που σε λίγες ώρες μας αποχαιρετά επιφύλασσε όχι μία, όχι δύο, αλλά τρεις ψυχρολουσίες για τους χαμηλοσυνταξιούχους που λαμβάνουν το συγκεκριμένο επίδομα. Η αρχή έγινε τον περασμένο Ιούλιο, όταν αποφασίστηκε να χάσουν το ΕΚΑΣ όσοι λαμβάνουν μηνιαίες συντάξιμες αποδοχές πάνω από 664 ευρώ. Αποτέλεσμα ήταν να αποχαιρετήσουν το επίδομα 152.000 συνταξιούχοι, από τους 385.000 που το λάμβαναν έως τότε.
Το δεύτερο χτύπημα αφορούσε τα αναδρομικά ενός μηνός, που ζητήθηκε από τους συνταξιούχους να επιστρέψουν, αφού η περικοπή του ΕΚΑΣ είχε ισχύ από τον Ιούνιο της ίδιας χρονιάς. Το τρίτο και πιο πρόσφατο καρφί στην ταφόπλακα του ΕΚΑΣ μπήκε πριν από μερικές ημέρες, όταν με κοινή υπουργική απόφαση (ΚΥΑ) των υπουργείων Εργασίας και Οικονομικών αποφασίστηκε μείωση του ΕΚΑΣ κατά 50% σε όλες τις κατηγορίες για τον επόμενο χρόνο. Αυτό σημαίνει ότι το 2017 θα παραμείνουν 233.000 οι δικαιούχοι του επιδόματος, όμως θα συμβιβαστούν με την είσπραξη του μισού ΕΚΑΣ σε σχέση με αυτό που ελάμβαναν έως σήμερα. Ήδη οι συντάξεις Ιανουαρίου του νέου έτους, που χορηγήθηκαν στις 22 Δεκεμβρίου 2016, έχουν ενσωματώσει τη συγκεκριμένη περικοπή.
Η αφετηρία
Η έναρξη της χορήγησης του ΕΚΑΣ, βέβαια, ήταν εντελώς διαφορετική. Το επίδομα θεσμοθετήθηκε επί κυβέρνησης Σημίτη και δόθηκε για πρώτη φορά σε περίπου 180.000 δικαιούχους την 1η Ιουλίου 1996. Πρόκειται για έμπνευση του Τάσου Γιαννίτση, ο οποίος τότε ήταν διευθυντής του οικονομικού γραφείου του πρωθυπουργού και του καθηγητή Πλάτωνα Τήνιου, επίσης συμβούλου τότε του Σημίτη και σήμερα επίκουρου καθηγητή στο τμήμα Στατιστικής και Ασφαλιστικής Επιστήμης του Πανεπιστημίου Πειραιά.
Ξεχωριστή συμμετοχή στη γέννηση του ΕΚΑΣ είχαν ο Μάνος Ματσαγγάνης, καθηγητής σήμερα στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, στο τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Οικονομικών Σπουδών, που τότε ήταν σύμβουλος στο υπουργείο Οικονομικών, και ο συνάδελφός του, καθηγητής στο ίδιο τμήμα, Παναγιώτης Τσακλόγλου.
Η αρχική σκέψη που έγινε πράξη με τη γέννηση του ΕΚΑΣ ήταν να στηριχθούν οι χαμηλοσυνταξιούχοι εκείνης της περιόδου και να υπάρξει ένα «δίχτυ ασφαλείας». Παράλληλα, στόχος ήταν να μην αυξηθούν τα κατώτατα όρια σύνταξης, αλλά να δοθεί μόνο ένα επιπλέον ποσό σε όσους αποδείκνυαν, με εισοδηματικά κριτήρια, ότι το είχαν πραγματικά ανάγκη. Είχε διαπιστωθεί, για παράδειγμα, ότι σημαντικός αριθμός συνταξιούχων λάμβανε μόνο κύρια σύνταξη και καθόλου επικουρική, με συνέπεια οι τελικές συντάξιμες αποδοχές τους να ήταν αισθητά χαμηλότερες έναντι των υπολοίπων. Επίσης, συνταξιούχοι που προέρχονταν από το τότε Ταμείο Συντάξεων Αυτοκινητιστών (ΤΣΑ) με 40 χρόνια ασφάλισης λάμβαναν ως σύνταξη ποσά που ήταν πολύ μικρά για την εποχή, δηλαδή όχι πάνω από 200 ευρώ σε σημερινές τιμές.
Τα ποσά που χορηγήθηκαν τότε με εισοδηματικά κριτήρια ξεκινούσαν από τις 2.850 δραχμές και αυξάνονταν στις 5.700 δρχ., στις 8.550 δρχ. και στις 11.400 δρχ. το πολύ, σύμφωνα με τις τέσσερις ξεχωριστές κατηγορίες χορήγησης του επιδόματος. Χαρακτηριστικό της επιτυχίας του μέτρου ήταν ότι έπειτα από μια διετία, δηλαδή το 1998, οι δικαιούχοι αυξήθηκαν στις 270.000.
Το ρεκόρ
Το ρεκόρ των 420.000 δικαιούχων ΕΚΑΣ ήρθε το διάστημα 2002-03, δηλαδή λίγα χρόνια αργότερα. Ακολούθησαν διαδοχικές περίοδοι αναπροσαρμογής των εισοδηματικών κριτηρίων του επιδόματος για να περιοριστεί κάπως ο αριθμός των δικαιούχων, άρα και η ετήσια δαπάνη καταβολής του. Φτάσαμε λοιπόν στις διαδοχικές περικοπές του 2016, που αποτελούν το πρώτο πιάτο μέχρι να έρθει η οριστική κατάργησή του. Σύμφωνα με τον πρώην υπουργό Εργασίας Γιώργο Κουτρουμάνη: «Σε μια χώρα που δεν είχε ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα (ΕΕΕ) για το σύνολο του πληθυσμού, το ΕΚΑΣ ήταν ένας σημαντικός θεσμός, που επί της ουσίας εξασφάλιζε αξιοπρεπές εισόδημα για τους συνταξιούχους Η κατάργησή του ουσιαστικά ακυρώνει το ΕΕΕ για τους συνταξιούχους Θα μπορούσε να γίνει αναμόρφωση, όπως συνέβαινε κάθε δύο-τρία χρόνια, αλλά η κατάργησή του αποτελεί πλήγμα για τους συνταξιούχους».
Τι ισχύει σήμερα
Σήμερα το ΕΚΑΣ, μετά τις μειώσεις που υπέστη, βρίσκεται για την πρώτη κατηγορία στα 28,75 τον μήνα από 57,5 ευρώ που ήταν έως τώρα, για εισοδήματα από 7.720, 01 έως 7.972 ευρώ. Αντίστοιχα, η δεύτερη κατηγορία ορίζει ΕΚΑΣ 57,50 ευρώ για το 2017, από 115 ευρώ που ήταν μέχρι πρότινος, για χαμηλοσυνταξιούχους με ετήσιο εισόδημα από 7.518,01 έως 7.720 ευρώ. Η τρίτη κατηγορία δικαιούχων προβλέπει ΕΚΑΣ 86,25 ευρώ, μειωμένο κατά 50% σε σχέση με τα 172,5 ευρώ στα οποία ανερχόταν έως τώρα, για δικαιούχους με εισόδημα από 7.216,01 έως 7.518 ευρώ. Η τέταρτη και τελευταία βαθμίδα ΕΚΑΣ χορηγεί 115 ευρώ τον μήνα, αντί για 230 ευρώ που ήταν έως τώρα, σε χαμηλοσυνταξιούχους με ετήσιο εισόδημα από συντάξεις που δεν υπερβαίνει τις 7.216 ευρώ. Το συνολικό ετήσιο ατομικό φορολογητέο εισόδημα των συνταξιούχων που δικαιούνται ΕΚΑΣ δεν πρέπει να ξεπερνάει τις 8.884 ευρώ και το αντίστοιχο οικογενειακό τις 11.000 ευρώ. Προκειμένου να δικαιούνται το ΕΚΑΣ, οι συνταξιούχοι πρέπει να είναι άνω των 65 ετών.