Στις προθέσεις της κυβέρνησης είναι η ψήφιση διάταξης με την οποία το αδίκημα της κακουργηματικής απιστίας που στρέφεται κατά του Ταμείου Χρηματοδοτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ) να διώκεται αποκλειστικά και μόνο κατ’ έγκληση από το ίδιο το ΤΧΣ εντός προθεσμίας τριών μηνών, κατ’ απόκλιση του γενικώς ισχύοντος κανόνα δικαίου.
Σύμφωνα με τον ισχύοντα ΠΚ, το αδίκημα της απιστίας διώκεται αφενός μόνο κατ’ έγκληση ως προς την πλημμεληματική του μορφή και αφετέρου και αυτεπαγγέλτως ως προς την κακουργηματική του μορφή.
Μεταγενέστερα, με διάταξη που επικρίθηκε σφόδρα και κρίθηκε αντισυνταγματική (Συμβ. Πλημμ. Αθ. 2165/2020 νόμος, θεσπίστηκε εξαίρεση μόνο και αποκλειστικά για την κακουργηματική απιστία που στρέφεται κατά πιστωτικού ή χρηματοδοτικού ιδρύματος ώστε αυτή να διώκεται μόνο κατ’ έγκληση.
Το ΤΧΣ είναι νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου, δεν ανήκει στον δημόσιο τομέα, «ούτε στον ευρύτερο δημόσιο τομέα» ούτε συνιστά πιστωτικό ή χρηματοδοτικό ίδρυμα, διαθέτει διοικητική και οικονομική αυτοτέλεια, λειτουργεί αμιγώς κατά τους κανόνες της ιδιωτικής οικονομίας. Ο αμιγώς ιδιωτικός χαρακτήρας του ταμείου δεν αναιρείται ούτε από την κάλυψη του συνόλου του κεφαλαίου του από το ελληνικό δημόσιο ούτε από την έκδοση των προβλεπόμενων αποφάσεων του υπουργού Οικονομικών (αρθ. 1 ν. 3864/2010) και ως εκ τούτου τυχόν διάπραξη του αδικήματος της κακουργηματικής απιστίας από όργανό του διώκεται και αυτεπαγγέλτως.
Με την προωθούμενη ρύθμιση επιδιώκεται η θέσπιση νέας ειδικής εξαίρεσης για τα όργανα του ΤΧΣ, κατά το πρότυπο των τραπεζικών στελεχών, ώστε η κακουργηματική απιστία να διώκεται μόνο έπειτα από έγκληση από το ίδιο το ΤΧΣ, χωρίς τη δυνατότητα αυτεπάγγελτης δίωξης από τον εισαγγελέα ή έγκλησης από τρίτο, φυσικό ή νομικό, πρόσωπο.
Και επειδή τούτο είναι σχεδόν αδύνατο να συμβεί, η πρόβλεψη αυτή θα έχει αποτέλεσμα την εξάλειψη του αξιοποίνου σοβαρών τυχόν εγκλημάτων και το ακαταδίωκτο μιας ειδικής κατηγορίας προσώπων, παραβιάζοντας το συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα πρόσβασης στη Δικαιοσύνη καθώς και την αρχή της ισότητας και υποκρύπτοντας συγκεκαλυμμένη αμνηστία.
Αλλωστε ο ατομικός χαρακτήρας του έννομου αγαθού που πλήττεται με το έγκλημα της απιστίας δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να δικαιολογήσει την εξαιρετική μεταχείριση των στελεχών του ΤΧΣ, σε αντίθεση με την κακουργηματική απιστία που τελεί οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο σε βάρος άλλων (φυσικών ή νομικών) προσώπων. Και τούτο διότι η λειτουργία του ΤΧΣ τελεί υπό την «εγγύηση» του ελληνικού δημοσίου, αφού τα κεφάλαια του ταμείου προέρχονται από πόρους που αντλήθηκαν από την Ευρωπαϊκή Ενωση και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο δυνάμει των Συμβάσεων Χρηματοδοτικής Διευκόλυνσης, όπως κάθε φορά ισχύουν, και καταβάλλονται στο ταμείο από το ελληνικό δημόσιο. Τυχόν δε διάπραξη του αδικήματος της κακουργηματικής απιστίας που τελεί κάποιο πρόσωπο σε βάρος του ΤΧΣ θα οδηγήσει αναμφίβολα σε επιβάρυνση της δημόσιας περιουσίας, δηλαδή όλων των πολιτών της χώρας.
O Δημήτριος Α. Λυρίτσης είναι δικηγόρος