«Στην Κίνα –στην επαρχία, όχι στις αναπτυγµένες µεγαλουπόλεις– βλέπεις τώρα χαρούµενα πρόσωπα» έλεγε πρόσφατα επιχειρηµατίας µε τζίρο 50 εκατ. ευρώ που κάνει µπίζνες µε τους «κόκκινους καπιταλιστές». Μια διαπίστωση που έρχεται να κοντραριστεί µε τον κυβερνητικό κανόνα: οι Ελληνες µιζεριάζουν επειδή νιώθουν φτωχοί αλλά δεν είναι, ενώ φυσικά όλοι περνάµε ζάχαρη.
Ολα τα στοιχεία βέβαια συνηγορούν στο αντίθετο. Πέρα από τις αγωνίες που εκπέµπουν οι µαγαζάτορες ∆εκέµβρη µήνα έντροµοι πώς θα πληρώσουν το δώρο και από τα διαρκώς αυξανόµενα χρέη προς τα ασφαλιστικά ταµεία και την εφορία, και οι µισθωτοί βλέπουν να δουλεύουν –µαζί µε τους Πολωνούς– τις περισσότερες ώρες στην Ευρώπη χωρίς αντίκρισµα. Η ακρίβεια σε ρεύµα και τρόφιµα, ο µηνιαία ανοδικός πληθωρισµός καταπίνουν τους µισθούς µέχρι το δεκαπενθήµερο. Η ελαστική ωροµίσθια εργασία –συνήθως συνδυάζεται µε αδήλωτη– αποτελεί το φάρµακο για την ανεργία, στην οποία όµως παραµένουµε τρίτοι από το τέλος βάσει ΟΟΣΑ. Αλλά και οι απολαβές στην υγεία στην καλύτερη περίπτωση είναι διαδικτυακή επίθεση από τον υπουργό όταν χάνεις τον άνθρωπό σου σε ράντζο ή στη βραχεία νοσηλεία. Το αντίκρισµα στην παιδεία είναι τα διαλυµένα σχολεία που κλείνουν άλλη µια χρονιά διά της συγχώνευσης. Πώς θα µάθουν γράµµατα σε 45 λεπτά τα 28 παιδιά σε µια τάξη; Ούτε ένα λεπτό εξέταση για το καθένα.
Οι δηµοσκοπήσεις αποτυπώνουν διάχυτη δυσαρέσκεια και απογοήτευση: το 90% αποδοκιµάζει την πολιτική που ρίχνει στον τζόγο τις ανάγκες µας (στο 72% οι αντιδράσεις για την υγεία, στο 66% για την παιδεία) και στοκάρει φόρους για απευθείας αναθέσεις µε προϋπολογισµό κοµµένο και ραµµένο στα µέτρα της.
Το 41% είναι όνειρο θερινής εκλογικής νυκτός που έσταξε δηλητήριο. Οι αρραβώνες Ν∆ – ΠΑΣΟΚ δεν συγκινούν και η ελπίδα µένει στα αζήτητα ή ξεψυχά σε δρόµους, σχολεία και νοσοκοµεία.
Διαβάστε επίσης