Το Διεθνές Ινστιτούτο Τύπου (IPI) καταγγέλλει τις Ελληνικές Αρχές για κακοποίηση συνεργείου ντοκιμαντέρ

Οι εταίροι της πλατφόρμας MFRR ζητούν εξηγήσεις για το περιστατικό που συνέβη στη Σάμο.

Σοβαρές ανησυχίες έχει προκαλέσει στις ενώσεις και ομοσπονδίες ελευθερίας του Τύπου η μεταχείριση γερμανικού συνεργείου ντοκιμαντέρ, το οποίο συνελήφθη και κακοποιήθηκε αδικαιολόγητα από την ΕΛ.ΑΣ. στη Σάμο.

Οι εταίροι της πλατφόρμας Media Freedom Rapid Response (MFRR, η οποία παρακολουθεί, παρατηρεί και ανταποκρίνεται σε παραβιάσεις της ελευθερίας του Τύπου και των μέσων ενημέρωσης στα κράτη μέλη της ΕΕ και στις υποψήφιες χώρες) απέστειλαν επιστολή στην αστυνομία ζητώντας επείγουσα διευκρίνιση, την οποία κοινοποιούν στον υπουργό Εσωτερικών Τάκη Θεοδωρικάκο και στον Γιώργο Μαρκοπουλιώτη, επικεφαλής της Αντιπροσωπείας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στην Ελλάδα.

Οι υπογράφοντες Ευρωπαϊκό Κέντρο για τον Τύπο και την Ελευθερία του Τύπου (European Centre for Press and Media Freedom – ECPMF), η Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Δημοσιογράφων (European Federation of Journalists – EFJ), η Ελευθεροτυπία Χωρίς Όρια (Free Press Unlimited – FPU), το Διεθνές Ινστιτούτο Τύπου (International Press Institute – IPI), η OBC Transeuropa (OBCT) και οι Ρεπόρτερ Χωρίς Σύνορα (Reporters Without Borders – RSF) σημειώνουν ότι οι αστυνομικοί που εμπλέκονται στην υπόθεση «προσπάθησαν να εργαστούν εντός των γκρίζων ζωνών του νόμου και να δημιουργήσουν νομική ασάφεια για το συνεργείο, παραβιάζοντας σαφώς τα επαγγελματικά τους πρότυπα». Παράλληλα ζητούν την καταδίκη τους και εκτιμούν ότι η υπόθεση «εντάσσεται σε ένα ευρύτερο μοτίβο εκφοβισμού των ξένων μέσων ενημέρωσης τους τελευταίους μήνες, ιδίως εκείνων που καλύπτουν θέματα που σχετίζονται με τους πρόσφυγες και τους μετανάστες στην Ελλάδα». Καταδικάζουν αυτή την πρακτική που «αποτελεί επίθεση κατά των μέσων ενημέρωσης και της ελευθερίας του Τύπου» για την οποία οι ελληνικές Αρχές «πρέπει να αναλάβουν συγκεκριμένη δράση, στο πλαίσιο των εγχώριων και διεθνών υποχρεώσεων των ελληνικών αρχών όσον αφορά την ελευθερία της έκφρασης και την προστασία και ασφάλεια των δημοσιογράφων».

Ολόκληρη η επιστολή, στην οποία αναφέρεται διεξοδικά το συμβάν:

Προς:

Αστυνομικό Διευθυντή Σάμου

Γενικό Περιφερειακό Αστυνομικό Διευθυντή Βορείου Αιγαίου

Μιχαήλ Καραμαλάκη, Αρχηγός της Ελληνικής Αστυνομίας

Κοινοποίηση:

Τάκης Θεοδωρικάκος, Υπουργός Εσωτερικών της Ελλάδας

Γιώργος Μαρκοπουλιώτης, επικεφαλής της Αντιπροσωπείας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στην Ελλάδα

Οι υπογράφοντες, μέλη του Media Freedom Rapid Response (MFRR), και άλλα σχήματα υπέρ της ελευθερίας του Τύπου, γράφουμε για να εκφράσουμε τη σοβαρή ανησυχία μας σχετικά με τη μεταχείριση γερμανικού συνεργείου ντοκιμαντέρ, το οποίο συνελήφθη και κακοποιήθηκε αδικαιολόγητα από την αστυνομία στο νησί της Σάμου.

Στις 19 Οκτωβρίου, τα μέλη ενός γερμανικού συνεργείου μέσων ενημέρωσης, που γύριζαν μια ταινία για την κλιματική μετανάστευση στο ελληνικό νησί, κρατήθηκαν για επτά ώρες, υποβλήθηκαν σε σωματικό έλεγχο κατόπιν απογύμνωσης και κρατήθηκαν σε φυλακή, χωρίς να τους απαγγελθούν κατηγορίες, ενώ οι αστυνομικοί τούς αρνήθηκαν επανειλημμένα την πρόσβαση σε δικηγόρο.

Μεταξύ αυτών που συνελήφθησαν ήταν ο φωτορεπόρτερ Manuel Tysarzik και η υπεύθυνη επεξεργασίας βίντεο με έδρα το Βερολίνο Larissa Rausch. Κρατήθηκαν μαζί με έναν συντονιστή έργου από το Γερμανικό Ίδρυμα για το Κλίμα και άλλο ένα μέλος της ομάδας.

Η ομάδα είχε ταξιδέψει στο νησί για να κάνει την ταινία «Climate Faces», η οποία χρηματοδοτήθηκε από το Γερμανικό Υπουργείο Περιβάλλοντος. Μετά τη διεξαγωγή συνεντεύξεων σε καταυλισμό προσφύγων στη Σάμο, το συνεργείο σταμάτησε για να τραβήξει πλάνα για το ντοκιμαντέρ χρησιμοποιώντας τηλεκατευθυνόμενο drone.

Αφού συνέχισαν το ταξίδι τους, τους σταμάτησε ένα περιπολικό για να τους κάνουν, όπως ισχυρίστηκαν, έλεγχο ρουτίνας. Ο Tysarzik και η Rausch παρουσίασαν τα διαπιστευτήριά τους γερμανικού τύπου. Οι αστυνομικοί ζήτησαν να τους ακολουθήσουν στο αστυνομικό τμήμα για έναν σύντομο «διαδικαστικό έλεγχο».

Παρά το γεγονός ότι δεν ενημερώθηκαν για σαφείς κατηγορίες, και οι τέσσερις κρατήθηκαν συνολικά για οκτώ ώρες. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, ανακρίθηκαν, παρενοχλήθηκαν και δεν τους δόθηκε τροφή από αστυνομικούς, οι οποίοι συχνά δεν φορούσαν προστατευτικές μάσκες, παραβιάζοντας τους κυβερνητικούς κανονισμούς για το COVID-19.

Αφού έλεγξαν την κάρτα SD του τηλεκατευθυνόμενου drone, οι αστυνομικοί έθεσαν την απειλή κατηγοριών «κατασκοπείας», επειδή η δημόσια παραλία που βιντεοσκοπούσε το συνεργείο βρισκόταν δίπλα σε στρατιωτική βάση. Το συνεργείο αρνήθηκε κατηγορηματικά ότι το τηλεκατευθυνόμενο drone βιντεοσκοπούσε την στρατιωτική τοποθεσία.

Αρχικά, απορρίφθηκαν επανειλημμένα αιτήματα επικοινωνίας με δικηγόρο, με την αιτιολόγηση ότι το συνεργείο δεν είχε επισήμως συλληφθεί. Όταν τελικά επετράπη η είσοδος σε νομικούς εκπροσώπους, και τα τέσσερα μέλη του συνεργείου υποβλήθηκαν σε περιττό και ταπεινωτικό σωματικό έλεγχο κατόπιν απογύμνωσης.

Γύρω στα μεσάνυχτα, επετράπη εντέλει στα μέλη του συνεργείου να αποχωρήσουν και να επιστρέψουν στο δωμάτιο του ξενοδοχείου τους. Οι Tysarzik και Rausch πιστεύουν ότι παρέμειναν υπό αστυνομική παρακολούθηση και ότι ένας αστυνομικός με πολιτικά είχε τοποθετηθεί στο λόμπι του ξενοδοχείου.

Αφότου το συνεργείο επέστρεψε στη Γερμανία, δεν έχει επικοινωνήσει κάποιος μαζί τους από τη Διεύθυνση Αστυνομίας Σάμου, τους εισαγγελείς ή άλλες ελληνικές αρχές, εγείροντας σημαντική αβεβαιότητα για το καθεστώς οποιασδήποτε έρευνας «κατασκοπείας» εις βάρος τους. Μέλη του συνεργείου έχουν ανησυχίες νομικής φύσης σχετικά με πιθανή επιστροφή τους στην Ελλάδα.

Υπό το πρίσμα αυτών των ζητημάτων, οι οργανώσεις μας ζητούν από τις ελληνικές αρχές να αποσύρουν αμέσως τυχόν κατηγορίες εναντίον των δημοσιογράφων, εφόσον εκκρεμούν, και να σταματήσουν οποιαδήποτε έρευνα επί των δημοσιογράφων, εφόσον συνεχίζεται. Ωστόσο, οι αρχές θα πρέπει να καταστήσουν γραπτώς σαφές για ποιον λόγο οι δημοσιογράφοι οδηγήθηκαν για ανάκριση και τέθηκαν υπό κράτηση.

Επιπλέον, πιστεύουμε επίσης ότι η αντιεπαγγελματική συμπεριφορά των αστυνομικών, ο αυθαίρετος τρόπος ανάκρισης εκ μέρους τους, η άσκοπη χρήση εκ μέρους τους του σωματικού ελέγχου με απογύμνωση, η παραβίαση των προφυλάξεων για το COVID-19 και η επανειλημμένη συσκότιση των κατηγοριών κατά των μελών του συνεργείου, συνιστούν απαράδεκτη πράξη εκφοβισμού κατά δημοσιογραφικού συνεργείου ντοκιμαντέρ.

Με τον τρόπο αυτό, πιστεύουμε ότι αυτοί οι αστυνομικοί προσπάθησαν να εργαστούν εντός των γκρίζων ζωνών του νόμου και να δημιουργήσουν νομική ασάφεια για το συνεργείο, παραβιάζοντας σαφώς τα επαγγελματικά τους πρότυπα. Καταδικάζουμε τις ενέργειες των εμπλεκόμενων αστυνομικών και απαιτούμε διεξοδική έρευνα από τη Διεύθυνση Αστυνομίας Σάμου, τη Γενική Περιφερειακή Αστυνομική Διεύθυνση Βορείου Αιγαίου και το Υπουργείο Εσωτερικών για τον εντοπισμό των υπευθύνων.

Δυστυχώς, η υπόθεση αυτή εντάσσεται επίσης σε ένα ευρύτερο μοτίβο εκφοβισμού των ξένων μέσων ενημέρωσης τους τελευταίους μήνες, ιδίως εκείνων που καλύπτουν θέματα που σχετίζονται με τους πρόσφυγες και τους μετανάστες στην Ελλάδα. Από τη Σάμο έως τη Λέσβο και την Αθήνα, δημοσιογράφοι από διεθνή ΜΜΕ ανέφεραν ότι υποβλήθηκαν σε αυθαίρετους ελέγχους, κρατήσεις, πιέσεις από τις αρχές και εμποδίστηκαν να εισέλθουν σε ορισμένες περιοχές, σε μια, κατά τα λεγόμενά τους, προσπάθεια να αποθαρρυνθούν από τη διεξαγωγή ρεπορτάζ.

Αυτή η πρακτική δημιουργεί κλίμα εχθρότητας για τα μέσα ενημέρωσης και αποτελεί επίθεση κατά των μέσων ενημέρωσης και της ελευθερίας του Τύπου – μια επίθεση για την αντιμετώπιση και πάταξη της οποίας η Ελληνική Αστυνομία και το Υπουργείο Εσωτερικών πρέπει να αναλάβουν συγκεκριμένη δράση, στο πλαίσιο των εγχώριων και διεθνών υποχρεώσεων των ελληνικών αρχών όσον αφορά την ελευθερία της έκφρασης και την προστασία και ασφάλεια των δημοσιογράφων.

Οι οργανώσεις μας θα συνεχίσουν να παρακολουθούν την κατάσταση και να αναφέρουν παραβιάσεις της ελευθερίας των μέσων ενημέρωσης στα αρμόδια όργανα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του Συμβουλίου της Ευρώπης. Σας ευχαριστούμε που λάβατε υπόψη τις ανησυχίες μας και ανυπομονούμε να λάβουμε την απάντησή σας.

Υπογραφές:

European Centre for Press and Media Freedom (ECPMF)

European Federation of Journalists (EFJ)

Free Press Unlimited (FPU)

International Press Institute (IPI)

OBC Transeuropa (OBCT)

Reporters Without Borders (RSF)

Αυτή η επιστολή συντονίστηκε από την Media Freedom Rapid Response (MFRR), η οποία παρακολουθεί, παρατηρεί και ανταποκρίνεται σε παραβιάσεις της ελευθερίας του Τύπου και των μέσων ενημέρωσης στα κράτη μέλη της ΕΕ και στις υποψήφιες χώρες.