Είτε για επικοινωνιακούς λόγους είτε με πολιτική σκοπιμότητα, το σημερινό δίδυμο προέδρου και εισαγγελέα του Αρειου Πάγου Ιωάννας Κλάπα και Γεωργίας Αδειλίνη ξεπερνά με τη συμπεριφορά του ακόμη και τον μετρ του είδους Ισίδωρο Ντογιάκο.
Ποτέ μέχρι σήμερα δεν έχει υπάρξει τόσο έντονη, ευρεία και ευθεία αμφισβήτηση της ηγεσίας του Αρειου Πάγου. Ποτέ ως τώρα η ολομέλεια των προέδρων των δικηγορικών συλλόγων της χώρας δεν έχει ζητήσει από υπουργό Δικαιοσύνης να διώξει πειθαρχικά πρόεδρο του Αρειου Πάγου! Και ποτέ άλλοτε δεν έχει ζητηθεί με τόση σπουδή η παραίτηση εισαγγελέα του Αρειου Πάγου, εν προκειμένω της Γ. Αδειλίνη, από τόσες πλευρές. Το δίδυμο της ανώτατης ηγεσίας της Δικαιοσύνης με τις απροκάλυπτες παρεμβάσεις του απειλεί να καταλύσει τη δικαστική ανεξαρτησία στον βωμό της επικοινωνίας ή των πολιτικών χειρισμών, των προσωπικών απόψεων ή μιας δήθεν «ικανοποίησης» του κοινού περί δικαίου αισθήματος, παραβιάζοντας σε κάθε περίπτωση τον θεσμικό του ρόλο. Και διακινδυνεύοντας να στήσουν άλλου είδους «λαϊκά δικαστήρια» από εκείνα για τα οποία προειδοποιούσε η Γ. Αδειλίνη –και ορθώς– ότι δημιουργούνται από τις άκριτες παρεμβάσεις των πολιτών στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης για τα Τέμπη.
Το ποτήρι όμως ξεχείλισε με την τελευταία κίνηση της προέδρου του Αρειου Πάγου. Η απόφαση της Ι. Κλάπα να παραγγείλει τον πειθαρχικό έλεγχο σε βάρος ανακρίτριας και εισαγγελέα πλημμελειοδικών Ρόδου που επέβαλαν περιοριστικούς όρους στους επτά κατηγορούμενους, χωρίς όμως να διατάξουν την προσωρινή τους κράτηση (μέτρο που επιφυλάσσεται κατ’ εξαίρεση για κακουργηματικές πράξεις) και χωρίς να υποκύψουν στα κελεύσματα της τοπικής κοινωνίας, πυροδότησε τις αντιδράσεις σύσσωμου του νομικού κόσμου.
Σε έκτακτη συνεδρίαση το βράδυ της περασμένης Πέμπτης και αφού η συντονιστική επιτροπή της είχε ήδη εκδώσει πύρινη ανακοίνωση, η ολομέλεια των προέδρων των δικηγορικών συλλόγων Ελλάδας με συντριπτική πλειοψηφία 33 υπέρ και 16 κατά υπερψήφισε την κατάθεση αιτήματος διερεύνησης πειθαρχικής ευθύνης της προέδρου του Αρειου Πάγου από τον υπουργό Δικαιοσύνης Γιώργο Φλωρίδη «για τις παρεμβάσεις της, μέσω εγκυκλίων, οδηγιών και κίνησης πειθαρχικών διώξεων σε βάρος δικαστικών λειτουργών» και την ενημέρωση των αρμόδιων θεσμών της Ευρωπαϊκής Ενωσης.
Οι αντιδράσεις ίσως να μην ήταν τόσο οργισμένες αν δεν είχαν προηγηθεί παρεμβάσεις από πλευράς της Ι. Κλάπα αλλά και της Γ. Αδειλίνη σε άλλες εν εξελίξει δικαστικές υποθέσεις, με χαρακτηριστική τη διπλή παρέμβαση στην υπόθεση του δικηγόρου Αποστόλου Λύτρα. Ι. Κλάπα και Γ. Αδειλίνη αρχικά ζήτησαν κατεπείγουσα πειθαρχική έρευνα σε βάρος της εισαγγελέα και της ανακρίτριας που χειρίστηκαν την υπόθεση του δικηγόρου, ο οποίος διερευνάτο για ενδοοικογενειακή βαριά σκοπούμενη σωματική βλάβη σε βάρος της συζύγου του, επειδή είχε αφεθεί ελεύθερος μετά την απολογία του. Στην απόφαση πειθαρχικής έρευνας είχαν αντιδράσει τότε τόσο ο Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών (ΔΣΑ) όσο και η Ενωση Δικαστών και Εισαγγελέων. Παρά τις αντιδράσεις, η Γ. Αδειλίνη παρενέβη πάλι παραγγέλλοντας στην αρμόδια ανακρίτρια την κατ’ απόλυτη προτεραιότητα διεξαγωγή της κύριας ανάκρισης.
Παρεμβάσεις για τα Τέμπη
Η τωρινή παρέμβαση Κλάπα για την υπόθεση της πολεοδομίας Ρόδου συμπίπτει χρονικά και με μία – ακόμη– παρέμβαση στην υπόθεση των Τεμπών. Ο λόγος για την απόφαση της Γ. Αδειλίνη να αφαιρέσει την εποπτεία της ανάκρισης του εγκλήματος των Τεμπών από την προϊσταμένη της Εισαγγελίας Εφετών Λάρισας Σοφία Αποστολάκη (ο γιος της Βασίλης Καλογήρου βρέθηκε νεκρός στις 17 Φεβρουαρίου).
Η απόφαση ελήφθη μία μέρα μετά τη συνάντηση της Σ. Αποστολάκη με συγγενείς των θυμάτων στα Τέμπη, που ζητούσαν να ικανοποιηθεί το αίτημά τους να προχωρήσει η διαδικασία ελέγχου του εφέτη ειδικού ανακριτή Σωτήρη Μπακαΐμη για τις παραλείψεις του και, στην περίπτωση αυτή, να εξετάσει το ενδεχόμενο ενεργοποίησης της αντικαταστάτριάς του.
Η συγκυρία της απομάκρυνσής της κρίθηκε ιδιαιτέρως περίεργη, με τη Μαρία Καρυστιανού να αναρωτιέται αφενός γιατί ο Αρειος Πάγος επιδεικνύει απάθεια στις καταγγελίες για τις παραλείψεις σε βάρος του Σωτ. Μπακαΐμη, αφετέρου γιατί δείχνει τόση ευαισθησία στην αντικατάσταση της εισαγγελέα που τον εποπτεύει. Μάλιστα ο πρόεδρος του ΔΣΑ Δημήτρης Βερβεσός αναρωτήθηκε γιατί η Γ. Αδειλίνη «αφαίρεσε μόνο τη δικογραφία των Τεμπών από την κ. Αποστολάκη. Αν ήταν για λόγους συνταξιοδότησης, θα έπρεπε να αφαιρέσει και τις υπόλοιπες δικογραφίες. Προκαλεί υποψίες το ότι της αφαιρέθηκε η εποπτεία μία μέρα μετά αφότου βρέθηκε με δικηγόρους και συγγενείς των Τεμπών».
Αλλωστε η Γ. Αδειλίνη ήταν εκείνη, σύμφωνα με συγγενείς των θυμάτων των Τεμπών, που τους είχε συμβουλέψει να βρουν παρηγοριά στην εκκλησία (παραινέσεις που η εισαγγελέας ΑΠ διέψευσε μιλώντας από το βήμα του Οικονομικού Φόρουμ των Δελφών). Η ίδια είχε σπεύσει να παραγγείλει –επισημαίνοντάς της το καθήκον της;– στην εισαγγελέα πρωτοδικών Λάρισας να καλέσει τη Σ. Αποστολάκη (όταν βρέθηκε νεκρός ο γιος της και έκανε οργισμένη ανάρτηση που έδειχνε δολοφονία) να καταθέσει όσα γνωρίζει για την υπόθεση.
Υποκλοπές
Μήπως δεν ήταν η Γ. Αδειλίνη, άλλωστε, εκείνη που τον Οκτώβριο του 2023 είχε αφαιρέσει την υπόθεση των υποκλοπών από την Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών, για να την αναθέσει στον αντεισαγγελέα του Αρειου Πάγου Αχιλλέα Ζήση, ζητώντας η απόφαση να εκτελεστεί «άμεσα, ήτοι εντός της σήμερον»; Κι ενώ είχε προηγηθεί έγγραφη παραγγελία της Εισαγγελίας Πρωτοδικών βάσει της οποίας η Αρχή Διασφάλισης Απορρήτου των Επικοινωνιών (ΑΔΑΕ) θα προχωρούσε άμεσα σε ελέγχους προκειμένου να διαπιστωθεί –ή να διαψευστεί– ο δεσμός μεταξύ της ΕΥΠ (και της κυβέρνησης) και του Predator. Τον δε Ιούλιο του 2024, κατά την ολοκλήρωση της προκαταρκτικής εξέτασης από τον Αρειο Πάγο, που ανέλαβε την υπόθεση για να την «κλείσει», αποφάνθηκε ότι «δεν υπήρξε καμία απολύτως εμπλοκή με το κατασκοπευτικό λογισμικό Predator ή οποιοδήποτε άλλο παρόμοιο λογισμικό κρατικής υπηρεσίας και δη της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών (ΕΥΠ)».
Είχε ήδη προηγηθεί ένα από τα κορυφαία παραδείγματα ωμής παρέμβασης στη Δικαιοσύνη από τον προκάτοχό της στην Εισαγγελία ΑΠ Ισ. Ντογιάκο, ο οποίος γνωμοδοτώντας είχε κρίνει ότι η ΑΔΑΕ δεν έχει αρμοδιότητα να διαχειρίζεται τα αιτήματα των πολιτών που ζητούν να πληροφορηθούν αν έχουν τεθεί υπό παρακολούθηση για λόγους εθνικής ασφάλειας. Ανακόπτοντας έτσι το δικαίωμα της ανεξάρτητης αρχής να απευθύνεται στους παρόχους κινητής τηλεφωνίας ζητώντας στοιχεία.
Τότε είχε προκληθεί κύμα αντιδράσεων, με έγκριτους συνταγματολόγους να στρέφονται με σφοδρότητα εναντίον του. Με κοινή επιστολή τους 16 συνταγματολόγοι ανέφεραν ενδεικτικά: «Ο κ. Εισαγγελέας συγχέει αβασάνιστα το δικαίωμα ενημέρωσης των θιγομένων με την ελεγκτική αρμοδιότητα της ΑΔΑΕ… αρμόδια κατά το Σύνταγμα να διασφαλίζει το απόρρητο η ΑΔΑΕ δεν έχει απλώς τη δυνατότητα αλλά την υποχρέωση να ελέγχει την ΕΥΠ, τους παρόχους και κάθε άλλον εμπλεκόμενο παράγοντα για το αν κάνουν καλά τη δουλειά τους».
Ο καθηγητής Δημοσίου Δικαίου και Κοινωνικής Διοίκησης του Πάντειου Πανεπιστημίου Ξενοφών Κοντιάδης είχε αναφέρει σχετικώς ότι ο Ισ. Ντογιάκος «δεν έχει αρμοδιότητα να ορίζει και να οριοθετεί τις αρμοδιότητες μίας Ανεξάρτητης Αρχής. Είναι έξω από τον ρόλο του».
Πριν από το «μπάζωμα»
Ακόμη μία στιγμή απείρου κάλλους που προοικονομούσε το λεγόμενο «μπάζωμα» της υπόθεσης των Τεμπών ήταν η παρέμβαση Ντογιάκου στις 2.3.2023. Mε έγγραφά του προς τον τότε προϊστάμενο της Εισαγγελίας Εφετών Λάρισας Σταμάτη Δασκαλόπουλο, στον οποίο ο ίδιος είχε δώσει την εποπτεία των ερευνών του τραγικού δυστυχήματος, ζητούσε διερεύνηση της υπόθεσης προς κάθε κατεύθυνση και απόδοση ευθυνών. Συγκεκριμένα έγραφε τότε πως «η ορθή απονομή δικαιοσύνης θα αποτελεί το καλύτερο και αιώνιο μνημόσυνο για τις ψυχές των νεκρών».
Βέβαια οι παρεμβάσεις Ντογιάκου δεν είναι το αποκορύφωμα μιας συνεχώς εξελισσόμενης στρατηγικής οχλήσεων προς τους δικαστικούς λειτουργούς, καθώς ακόμη και ο ίδιος ο Κυριάκος Μητσοτάκης, κάμπτοντας τις ήδη «ξεθωριασμένες» γραμμές που διαχωρίζουν τις εξουσίες, με επιστολή του τέσσερις μέρες έπειτα από αυτήν του τότε εισαγγελέα του Αρειου Πάγου με αποδέκτη τον Ισ. Ντογιάκο, ζητούσε «προτεραιοποίηση» της υπόθεσης των Τεμπών «και την ανάθεσή τους, εφόσον το κρίνετε, στο υψηλότερο δυνατό ανακριτικό επίπεδο».
Το τσουνάμι των αντιδράσεων
Παραθέτουμε ενδεικτικά σημεία από τις ανακοινώσεις στις οποίες προχώρησαν με μορφή χιονοστιβάδας τις προηγούμενες μέρες οι μεγαλύτερες ενώσεις δικαστών, εισαγγελέων και δικηγόρων: Συντονιστική Επιτροπή της Ολομέλειας των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος: «Οι επίμονες και συχνές το τελευταίο χρονικό διάστημα παρεμβάσεις της ηγεσίας του Αρείου Πάγου στο δικαιοδοτικό έργο των δικαστών υπονομεύουν το κύρος της Δικαιοσύνης και το Κράτος Δικαίου».
Ενωση Δικαστών και Εισαγγελέων: «Η ουσιαστική κρίση δικαστών και εισαγγελέων δεν υπόκειται σε πειθαρχικό έλεγχο» σημείωνε στην ανακοίνωσή της, στην οποία έκανε λόγο και για προσπάθεια «ταύτισης της ορθής απονομής δικαιοσύνης με την αυστηροποίηση» μετά τις τελευταίες τροποποιήσεις των νέων Ποινικών Κωδίκων. Ενωση Εισαγγελέων Ελλάδος: «Η παραγγελία της άσκησης πειθαρχικού ελέγχου για δικαιοδοτική κρίση δικαστικού λειτουργού και η ευρεία γνωστοποίησή της πλήττουν τη συνταγματικά κατοχυρωμένη λειτουργική και προσωπική ανεξαρτησία των δικαστικών λειτουργών και τελικά βλάπτουν την απονομή της ποινικής δικαιοσύνης και την ίδια τη δημοκρατία».
Ενωση Διοικητικών Δικαστών: Εξέφρασε «έντονη ανησυχία για το κλίμα εκφοβισμού που καλλιεργείται σε βάρος των δικαστικών λειτουργών κατά την άσκηση του δικαιοδοτικού τους έργου».
Ενωση Ποινικολόγων και Μαχόμενων Δικηγόρων: «Ο Αρειος Πάγος ως ανώτατο Δικαστήριο της Χώρας έχει καθήκον να διαφυλάσσει και να προασπίζεται τη συνταγματικά κατοχυρωμένη αρχή της ανεξάρτητης δικαιοδοτικής κρίσης, γεγονός το οποίο κατά την άποψή μας δεν συνάδει με παρεμβάσεις σε κατώτερα Δικαστήρια».
Ενωση Δικαστικών Λειτουργών Ελεγκτικού Συνεδρίου: «Δεν νοείται ο δικαστικός λειτουργός να υπόκειται σε πειθαρχικό έλεγχο για την, έστω εσφαλμένη, κρίση που εξέφερε κατά την άσκηση των δικαιοδοτικών του καθηκόντων… Ενέργειες προς την αντίθετη κατεύθυνση, ακόμη κι αν, συγκυριακά, φαίνεται να εναρμονίζονται με το “κοινό περί δικαίου αίσθημα”… καταλήγουν να υπονομεύουν την αξιοπιστία του συστήματος απονομής της δικαιοσύνης».
Ενωση δικαστικών λειτουργών ΣτΕ: «Παρακολουθούμε με ανησυχία φαινόμενα όπως η κίνηση της ανωτέρω πειθαρχικής διαδικασίας κατά δικαστικών λειτουργών για τη δικαιοδοτική τους κρίση, καθώς μάλιστα δεν είναι η πρώτη φορά που συμβαίνουν τον τελευταίο καιρό στη χώρα μας».
Στις αντιδράσεις απάντησε ο εκπρόσωπος Τύπου του Αρειου Πάγου Παναγιώτης Λυμπερόπουλος, που έχει αναδειχθεί σε τρίτο πόλο στη δυαρχία Κλάπα – Αδειλίνη: «Η ελευθερία της γνώμης κάθε δικαστή και εισαγγελέα κατά την άσκηση των καθηκόντων του […] δεν μπορεί και δεν πρέπει να συγχέεται με το ανέλεγκτο». Ωστόσο, νομικοί κύκλοι σχολιάζοντας την αντίδραση αυτή επικαλέστηκαν απόφαση της ολομέλειας του Αρειου Πάγου του 1993 (18/1993), η οποία ανέφερε ξεκάθαρα: «Από άποψη δικαστικής ανεξαρτησίας είναι προτιμότερη μια εσφαλμένη δικαστική απόφαση, η οποία είναι προϊόν της κατά συνείδηση αμερόληπτης δικαστικής κρίσεως του δικαστή, παρά μια ορθή δικαστική απόφαση, η οποία είναι προϊόν παντοειδών, εμφανών ή αφανών, επιδράσεων, παρεμβάσεων ή υποδείξεων».
Διαβάστε επίσης
Καθεστώς παρ’ Αρείω Πάγω – Την Κυριακή στο Documento
ΣΥΡΙΖΑ: Ν. Παππάς κατά Σ. Φάμελλου – Ναι στις συνεργασίες, όχι σε νέο φορέα
Μιανμάρ: Μετά τη χούντα και τον εμφύλιο, ο ισχυρός σεισμός ισοπέδωσε τη χώρα