Το ατέλειωτο ελληνικό καλοκαίρι ως εθνικό brand

Το ατέλειωτο ελληνικό καλοκαίρι ως εθνικό brand
Tod Papageorge, άτιτλος από τη σειρά «Η Ακρόπολη», 1983-1984 (#2), © James Danziger Gallery New York

Συζήτηση με τον σύμβουλο σε θέματα τουρισμού δρα Άγγελο Φ. Βλάχο για  την κοινωνική ιστορία του τουρισμού.

Πέρα από τα στατιστικά στοιχεία και τη συζήτηση για τις ζηµιές από την πανδηµία, υπάρχει µια άγνωστη και συναρπαστική ιστορία γύρω από το φαινόµενο του τουρισµού η οποία διατρέχει επιµέρους σηµαντικά γεγονότα και συνδέεται έκκεντρα µε την πολιτική. Ο δρ Άγγελος Βλάχος, εµπειρογνώµονας σύµβουλος σε θέµατα τουρισµού µε µακρά διαδροµή στον χώρο, έχει εκπονήσει µια ενδελεχή, πολύχρονη έρευνα η οποία συµπυκνώνεται στο βιβλίο «Τουρισµός και δηµόσιες πολιτικές στη σύγχρονη Ελλάδα» και αναφέρεται σε ένα κατακλυσµικό φαινόµενο της ευρωπαϊκής νεωτερικότητας.

Περισυλλογή στη Ρόδο το 1971

 

Το µαζικό τουριστικό φαινόµενο συνδέεται άρρηκτα µε τον θεσµοθετηµένο χρόνο εργασίας, τη διάκριση του ελεύθερου χρόνου, αλλά κυρίως µε την κατοχύρωση της άδειας µε αποδοχές από τα σύγχρονα κράτη. Ενα στοιχείο που εκπλήσσει είναι ότι αυτή η διαδικασία ξεκινάει από τα καθεστώτα του αυταρχικού πολιτικού τόξου στον ευρωπαϊκό µεσοπόλεµο. «Η ανάπτυξη του τουρισµού προϋποθέτει την ύπαρξη ενός µεγάλου αριθµού ταξιδιωτών µε διαθέσιµο ελεύθερο χρόνο και εισόδηµα, αλλά και οργανωµένες δοµές φιλοξενίας. Ο τουρισµός εκβάλλει ως µαζικό κοινωνικό φαινόµενο ακριβώς µετά τον Β΄ Παγκόσµιο Πόλεµο και εκτοξεύεται από τη δεκαετία του ’60 και µετά. Είναι εντυπωσιακό ότι κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ’30 έχει κατοχυρωθεί στη συντριπτική πλειονότητα των ευρωπαϊκών χωρών το δικαίωµα της άδειας µε αποδοχές, ξεκινώντας από τη Γαλλία το 1936. Ουσιαστικά, η ύπαρξη της Σοβιετικής Ενωσης ως αντίπαλου δέους πιέζει τις δυτικές κυβερνήσεις να κατοχυρώσουν µέτρα κοινωνικής πρόνοιας, ενώ παράλληλα τα ολοκληρωτικά καθεστώτα των ναζί και του ιταλικού φασισµού χρησιµοποιούν τις πληρωµένες διακοπές για τις εργαζόµενες µάζες ως µέτρο απόσπασης κοινωνικής συναίνεσης» λέει ο δρ Αγγελος Βλάχος. 

Οι υποψήφιες του διαγωνισμού Μις Ευρώπη 1970 συμμετέχουν σε γαϊδουροδρομία στην Ύδρα

 

Από τους χίπηδες στην Ελλάδα των «rooms to let»

δρ Άγγελος Βλάχος

Η εικοσιπενταετία 1948-73 σηµατοδοτεί την πρώτη «χρυσή» εποχή του τουρισµού. Ο οικονοµολόγος Τζον Κένεθ Γκάλµπρεϊθ την ονοµάζει περίοδο της αφθονίας. Ολες οι προϋποθέσεις βρίσκονται εκεί. Επανάσταση στην τέχνη, γυναικεία χειραφέτηση και πολιτικός ριζοσπαστισµός, η ανάδυση της νεολαίας ως ισχυρής διακριτής κατηγορίας, διαθέσιµο εισόδηµα για τους εργαζόµενους και ισχυρές κυβερνήσεις στη ∆ύση χωρίς κλυδωνισµούς.

«Κατά την πρώτη φάση της εποχής, που καταγράφηκε ως η ευρωπαϊκή ανασυγκρότηση µε τη διαρκή βελτίωση της καθηµερινότητας των πολιτών, αξιοποιείται η ύπαρξη πλεονάσµατος µεταφορικών µέσων µετά τον πόλεµο και ειδικά αεροπλάνων. Το πλεόνασµα αυτό επιτρέπει ένα νέο µοντέλο ταξιδιού από τον βορρά στην ηλιόλουστη Μεσόγειο και προνοµιακά προς την αποµακρυσµένη Ελλάδα. Εκείνη ακριβώς την περίοδο κάνουν την εµφάνισή τους και οι πτήσεις τσάρτερ. Τη δεκαετία του ’50 η Ελλάδα είναι µια παρθένα χώρα µε ιδιαίτερη φυσική οµορφιά, φτηνή και εξαιρετικά δηµοφιλής στη νεολαία που θέλει να βιώσει τη γοητεία του ήλιου και της θάλασσας. Η δηµιουργία δοµών φιλοξενίας και ιδιωτικών καταλυµάτων δεν προκύπτει ως αποτέλεσµα κάποιου κεντρικού σχεδιασµού, αλλά ως προέκταση της εκρηκτικής πληµµυρίδας του κόσµου που φτάνει στα νησιά. Η Στατιστική Υπηρεσία καταγράφει το 1950 30.000 επισκέπτες, ενώ το 1961 ο αριθµός των ταξιδιωτών προσεγγίζει το ένα εκατοµµύριο» προσθέτει ο δρ Αγγ. Βλάχος. 

Το Magic Bus περνάει από την Ελλάδα (1976)

 

Νεαροί συνήθως ∆υτικοευρωπαίοι επισκέπτες µεταβαίνουν σε µικρές νησιωτικές κοινότητες, βαθιά συντηρητικές και αποκοµµένες από την αθηναϊκή πρωτεύουσα, πολύ περισσότερο από τα ευρωπαϊκά ήθη. Ταξιδιώτες που ξαφνιάζουν ντυµένοι µε πολύχρωµα ρούχα και µακριά µαλλιά και αργότερα «χίπηδες» κάνουν την εµφάνισή τους στα νησιά. Πώς αντιµετωπίζονται από τις τοπικές κοινωνίες; «Αναµφισβήτητα υπάρχει αµφιθυµία, µα και αντιφατικές συµπεριφορές. Πολλές φορές γίνονται δεκτοί µε ανοχή και συµπάθεια, δεν λείπουν όµως οι έντονες συντηρητικές αντιδράσεις π.χ. προς τους γυµνιστές. Ωστόσο, ο Ξένιος ∆ίας παραµένει ισχυρός στις αγροτικές κοινωνίες οι οποίες ακόµη δεν έχουν προσανατολιστεί στο κυνήγι του κέρδους. Ας πούµε, σύµφωνα µε µια ανθρωπολογική µαρτυρία, στη Σκιάθο τις πρώτες χρονιές του ’50 οι ντόπιοι φιλοξενούν συχνά κόσµο στα σπίτια χωρίς χρηµατική αµοιβή. Λίγα χρόνια µετά τα πάντα αλλάζουν» εξηγεί ο κ. Βλάχος, ενώ στη συνέχεια η συζήτηση µάς ταξιδεύει στα πρώτα χρόνια του 20ού αιώνα.

Η Ελλάδα του 1936 όπως την αποτύπωσαν με τους φακούς τους οι Βολφ και Τρίσλερ

 

Ο τουρισµός ως επένδυση στο χρυσοφόρο όνειρο

Στην καµπή του 20ού αιώνα ο τουρισµός ως έννοια απασχολεί τη δηµόσια σφαίρα στην Ελλάδα µε τη µορφή σποραδικών άρθρων στον Τύπο τα οποία αναφέρονται λ.χ. στην ίδρυση µεγάλων ευρωπαϊκών ξενοδοχείων ή στις επισκέψεις στα µεγάλα µουσεία. Η εγχώρια πολιτική ζωή σφραγίζεται στις αρχές του αιώνα από συνταρακτικά πολιτικά γεγονότα όπως οι Βαλκανικοί Πόλεµοι, ο Α΄ Παγκόσµιος Πόλεµος και η Μικρασιατική Καταστροφή.

«Για ελάχιστους οραµατιστές τεχνοκράτες, διανοούµενους και πιονιέρους επιχειρηµατίες σκοπός αναδείχτηκε η ανάπτυξη της “βιοµηχανίας των ξένων”, µια αντίληψη µε ολιστική διάσταση που κατανοεί την ταξιδιωτική εισροή ως ένα φαινόµενο που προσοµοιάζει µε τη βιοµηχανία και πρέπει να ρυθµιστεί θεσµικά και νοµικά. Εξάλλου, εκείνες τις εποχές ενισχύεται και ο κρατικός προβληµατισµός: πώς εισέρχονται οι ταξιδιώτες σε µια άλλη χώρα; Τα διαβατήρια συνιστούν την υλική αποτύπωση της πρόνοιας των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων να διασφαλίσουν (και για λόγους εσωτερικής τάξης) την κίνηση στην επικράτειά τους. Αρκετές ευρωπαϊκές χώρες οργανώνουν γραφεία και υπηρεσίες τουρισµού και η αρχή γίνεται από την Ισπανία, την Πορτογαλία και την Αυστρία. Το βενιζελικής έµπνευσης υπουργείο Εθνικής Οικονοµίας που ιδρύεται στα 1914 αναλαµβάνει να συστηµατοποιεί και να σχεδιάζει την προσέλκυση πόρων από το εξαγωγικό εµπόριο, το ναυτιλιακό συνάλλαγµα και τον τουρισµό».

Η Ελλάδα των Βολφ και Τρίσλερ στα 30s

 

Ωστόσο, ο τουρισµός παραµένει ακόµη µια «επένδυση στην προσδοκία», µια περιθωριακή συζήτηση που αγγίζει την ελπίδα για το µέλλον. «Στο επίκεντρο βρίσκονται η αθηναϊκή πρωτεύουσα και τα εµβληµατικά αρχαιολογικά µνηµεία. Γραφικότατα σήµερα νησιά θεωρούνταν αποµονωµένα µέρη έχοντας καταχωρηθεί στο συλλογικό φαντασιακό ως τόποι εξορίας, περιοχές δυσµενούς µετάθεσης δηµόσιων υπαλλήλων και εκτοπισµού για πολιτικούς κρατούµενους, ρεµπέτες και ζωοκλέφτες». 

Το μοντέλο Ginette Camu περπατά ξυπόλυτο στην Πάτμο (δεκαετία του 1970)

 

Ο Βενιζέλος και το εθνικό brand από τον Μεταξά

Το όραµα του αστικού εκσυγχρονισµού που ενσάρκωναν παραδειγµατικά ο Βενιζέλος και οι κοινωνικές οµάδες που τον υποστήριζαν συνδέεται άµεσα µε τον τουρισµό και την αναγκαιότητα επέκτασής του στην καθ’ ηµάς Ανατολή. «Το σχέδιο του Ελευθέριου Βενιζέλου γύρω από τον τουρισµό είναι µεγαλεπήβολο. Με τη συµµετοχή του δηµοσίου και µε κοµβική χρηµατοδότηση της Εθνικής Τράπεζας δηµιουργείται η πρώτη ανώνυµη τουριστική εταιρεία µε τίτλο Ελληνικά Ξενοδοχεία ΑΕ το 1919 µε σκοπό να στηθεί ένα δίκτυο ξενοδοχείων στη Σµύρνη, την Αλεξάνδρεια και την Κωνσταντινούπολη, το οποίο θα λειτουργούσε ως πολιορκητικός κριός του µεγαλοϊδεατικού οράµατος. Το σχέδιο εκτροχιάστηκε εξαιτίας της εξέλιξης στη Μικρασία. Κατά την επάνοδο του Κρητικού πολιτικού στην τετραετία 1928-32 ιδρύεται για πρώτη φορά και ο Ελληνικός Οργανισµός Τουρισµού, την ίδια στιγµή που στήνεται ο αντίστοιχος θεσµός στην Ισπανία. Αναµφίβολα κατά τη βενιζελική αντίληψη για την οικονοµία και την ανάπτυξη ο τουρισµός γίνεται κατανοητός αλλά και σχεδιάζεται µε απολύτως ορθολογικούς όρους. ∆υστυχώς ο απόηχος της οικονοµικής κρίσης του 1929 έµελλε να ακυρώσει σπουδαίες πρωτοβουλίες».

Breakfast απέναντι από τους στύλους του Ολυμπίου Διός (Δημήτρης Χαρισιάδης, αρχείο Μουσείου Μπενάκη)

 

Η στερεοτυπική απεικόνιση της Ελλάδας µε τις αποχρώσεις του γαλάζιου του Αιγαίου, τη θάλασσα και τα λευκά σπιτάκια αποτελεί το απόλυτo brand του τουρισµού σήµερα. Αυτή η νεωτερική τουριστική γεωγραφία εµπεδώθηκε κατά τη διάρκεια της δικτατορίας του Μεταξά. «Ο ΕΟΤ καταργείται και ιδρύεται το υφυπουργείο Τύπου και Τουρισµού. Ο τουρισµός καθίσταται κοµµάτι της επίσηµης κρατικής προπαγάνδας. Υπάρχει προσπάθεια δηµιουργίας µιας συντεταγµένης εθνικής αυτοεικόνας λ.χ. µε τα κυκλαδίτικα λευκά σπιτάκια που ασβεστώνονται υποχρεωτικά µε κρατικές εγκυκλίους. Η Ελλάδα όµως γίνεται brand χάρη στην πυκνή δουλειά µιας οµάδας εξαιρετικών φωτογράφων, ζωγράφων, γραφιστών κ.ά. που διαµορφώνουν εικαστικά την επιθυµητή εικόνα. Ολη η γενιά του ’30, µε προεξάρχοντες τους κορυφαίους λογοτέχνες και ποιητές, είναι προσανατολισµένη σε αυτή την πρωτοπορία, της ταύτισης δηλαδή της εικόνας µε µια χώρα. Ονοµάζω αυτήν τη διαδικασία κατασκευή της “αιγαιακότητας”, του αφηγηµατικού µοντέλου δηλαδή που κυριαρχεί έστω και ανοµολόγητα έως σήµερα».

Το σχέδιο «Ξενία» και τα γκαρσόνια της Ευρώπης

Μέχρι τις αρχές του 1950 ο κρατικός σχεδιασµός του µεσοπολέµου –στραµµένος κατά κύριο λόγο στους αρχαιολογικούς χώρους– δεν έχει υλοποιηθεί. «Ο πλούσιος µεσοπολεµικός οργασµός περνάει από τις µυλόπετρες της ανασυγκρότησης και υλοποιείται τελικά εν µέρει από τις κυβερνήσεις του Καραµανλή µετά το 1955 µε εµβληµατικό το πρόγραµµα “Ξενία”. Ο κρατικός προσανατολισµός περιλαµβάνει τουριστικά καταλύµατα δίπλα σε µνηµεία ή περιοχές ιδιαίτερου φυσικού κάλλους, αλλά σχεδόν πάντα στην ενδοχώρα. Η θάλασσα που αποτελεί τον βασικό πόλο έλξης του µεταπολεµικού τουρισµού δεν συµπεριλαµβάνεται στα σχέδια των ανθρώπων του κρατικού µηχανισµού. Για µια σειρά λόγων η ιδιωτική πρωτοβουλία είναι απούσα. Το κράτος αποτελεί την ατµοµηχανή της ανάπτυξης».

Διαφημιστική αφίσα του ΕΟΤ

 

Η συζήτηση φτάνει στον τρόπο που αντιµετώπισε τον τουρισµό η χούντα των συνταγµαταρχών αλλά και οι κυβερνήσεις της µεταπολίτευσης. «Η χούντα παραχωρεί άδειες δόµησης κατά παρέκκλιση στους ηµέτερους και γενικότερα σε κοινωνικές οµάδες που θέλει να προσελκύσει και µοιράζει αφειδώς χρήµα. Εξάλλου, εκείνη την περίοδο χορηγούνται και τα περίφηµα θαλασσοδάνεια, µηδέποτε αποπληρωθέντα. Εποµένως, η δικτατορία µάς κληροδότησε πολεοδοµικά εκτρώµατα, έσπειρε άναρχα rooms to let και τροφοδότησε µια κουλτούρα αυθαιρεσίας». Η δεκαετία του 1980 είναι επίσης αρκετά ενδιαφέρουσα. Για τους θεωρητικούς και τους πολιτικούς από τον χώρο της Αριστεράς ο τουρισµός φέρει µάλλον αρνητική σήµανση, καθώς παραδοσιακά η ανάπτυξη ως έννοια συνδεόταν κατά βάση µε τη βιοµηχανία. Ο τουρισµός ανήκει στον χώρο των υπηρεσιών και στην αντίληψη των αριστερών στοχαστών συνδέεται µε παρασιτικές πρακτικές. Χαρακτηριστικά, ο Ανδρέας Παπανδρέου αντιµετωπίζοντας µε σκεπτικισµό την τουριστική επέλαση διατύπωσε τη θρυλική έκφραση “δεν θα γίνουµε τα γκαρσόνια της Ευρώπης”».

Ρομάντσο στην Αιδηψό (1934)

 

Τα παραπάνω γεγονότα είναι ενδεικτικά για την ιδιότυπη σχέση του τουρισµού µε το ελληνικό κράτος. «Την τελευταία εικοσαετία η έννοια της βιώσιµης ανάπτυξης αποτελεί το κυρίαρχο νόµισµα για την τουριστική κοινότητα. Οι αριθµοί αυγάτισαν, τα νούµερα αυξήθηκαν, τα έσοδα πολλαπλασιάστηκαν, ο βαθµός εξάρτησης της χώρας εκτοξεύτηκε, αλλά η µελέτη του τουριστικού φαινοµένου και των ποικίλων επιπτώσεών του σε βάθος αποτελεί ζητούµενο. Ο τουρισµός αναπτύσσεται στη µορφή που τον γνωρίζουµε σήµερα κατά βάση εξαιτίας της εξωτερικής ζήτησης. ∆ηλαδή, περίπου στον αυτόµατο µιας και η Ελλάδα είναι “µαγαζί γωνία”. Η πολιτεία και οι µηχανισµοί της συνήθως ακολουθούν, ποτέ δεν προηγούνται ρυθµιστικά του λερναίου τουριστικού φαινοµένου. Και αυτό ισχύει για κάθε κυβέρνηση και, ναι, αποτελεί µείζον πρόβληµα» αναφέρει ο Αγγελος Βλάχος κλείνοντας τη συζήτηση.

INF0

Το βιβλίο «Τουρισμός και δημόσιες πολιτικές στη σύγχρονη Ελλάδα (1914-1950). Η ανάδυση ενός νεωτερικού φαινομένου» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Economia

Documento Newsletter