Το ανατσουτσούριασμα της ΕΣΗΕΑ και άλλες ιστορίες

Συμφωνώ με τον Καψώχα; Διαφωνώ με τον Καψώχα; Πώς πρέπει να είναι ο δημοσιογράφος βρε αδερφέ; Να διευκρινίσω πριν απ’ όλα, ότι ο δημοσιογράφος δεν πρέπει να είναι όπως τον θέλουν και τον περιγράφουν οι εξουσίες, στις οποίες συμπεριλαμβάνεται και αυτή του κόμματος της ΝΔ. 

Να απαντήσω επίσης πως είναι διαφορετικό πράγμα το αν συμφωνούμε με αυτό που λέει κάποιος δημοσιογράφος, με το δικαίωμά του να το λέει. Μπορεί να μην αρέσει σε πολλούς φίλους αυτό που γράφει ο Πάσχος Μανδραβέλης αλλά έχει δικαίωμα να το πει και να το γράψει και να πάρει την απάντηση σε ένα κόσμο όπου ανταλλάσσονται ιδέες και γνώμες έστω και με βάρβαρο τρόπο. Διαφωνώ με όσα έχει γράψει ο συνάδελφος Μανώλης Βασιλάκης για το Νίκο Κοτζιά, αλλά θα θεωρώ δικαίωμα του δημοσιογράφου να γράφει χωρίς τον φόβο της επιβολής και της δίωξης που μπορεί εύκολα να καταλήξει σε λογοκρισία. Και το κάνω παρότι η «άλλη πλευρά» δεν αντιστρέφει αυτή την πρακτική όταν ο διωκόμενος είμαι εγώ.

Πάμε τώρα στον Καψώχα και ας δούμε αρχικώς τι είπε. Είπε λοιπόν κρίνοντας την ομιλία Μητσοτάκη στη ΔΕΘ πως:

«Η ομιλία του κ. Μητσοτάκη ήταν μία ιδεολογική σάλτσα διανθισμένη με εθνικιστικές αναφορές. Μιλάω για την εμμονή του σε ένα νεοφιλελεύθερο δόγμα ανάλγητο και ακραίο. Μιλάω για τις ιδιωτικοποιήσεις. Ακούγοντας το σύνολο της ομιλίας του το Σάββατο νόμιζα ότι άκουγα τον θεωρητικό του φασισμού τον Σέρτζιο Πανούτσιο ο οποίος εισήγαγε στοιχεία εθνικισμού στην Ιταλία του Μουσολίνι».

Προσωπικά δεν θα έκανα τέτοια δήλωση γιατί θεωρώ πως όσα κάνει ο Μητσοτάκης δεν αποδίδονται με την βίαιη συγκόλληση περισπούδαστων εννοιών σε μια τέτοιου είδους πρόταση. Τα πράγματα με τον Μητσοτάκη είναι απλά. Μπορώ όμως να επιβάλλω στον άλλο ποιά θα είναι η εκτίμηση και η λεκτική του έκφραση την οποία το Σύνταγμα δίνει δικαίωμα να εκφράζει; Είναι σωστό να το επιβάλλει ο οποιοσδήποτε στον άλλο; Η λειτουργία της Ελληνικής Δημοκρατίας όπως περιγράφεται στο Σύνταγμα – και όχι στο μυαλό του Άδωνη ή του Βορίδη – τα έχει λύσει αυτά τα θέματα. Ο δημοσιογράφος έχει δικαίωμα να διατυπώνει την άποψή του και να κάνει αξιολογικές κρίσεις. Αυτό δεν είναι ποινικό αδίκημα αλλά ουσία της Δημοκρατίας.

Κάπου εδώ παρεμβάλονται οι ιεροεξεταστές του «μέτρου» με διατυπώσεις του τύπου «ναι αλλά όλα αυτά πρέπει να έχουν ένα μέτρο». Ποιός ορίζει το μέτρο; Αυτός που τον συμφέρει να το κοντύνει; Ο άλλος που ονειρεύεται εισαγγελέα δημοσιογραφίας; Ποιός;

Και αυτά όμως είναι λυμμένα στη Δημοκρατία, άσχετα αν εμφανίζονται προς διαπραγμάτευση.

Σύμφωνα με το άρθρο 10 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ), ο δημοσιογράφος είναι ο κέρβερος της κοινωνίας και είναι υποχρεωμένος, όταν πρόκειται για δημόσια πρόσωπα, να ασκεί σκληρή, υπερβολική ακόμη και άδικη κριτική. Έτσι ακριβώς το διατυπώνει η νομολογία της ΕΣΔΑ, άσχετα αν κάποια ελληνικά δικαστήρια και δικαστές διαλέγουν από τη Διεθνή νομιμότητα τη διαπραγμάτευση με την εξουσία.

Στις δημοκρατίες δεν υπάρχουν αδικήματα γνώμης και δεν πρέπει να υπάρχουν. Αυτή η δημοκρατική αρχή δεν μπορεί να λαστιχοποιείται για να είναι αρεστή στο Σαμαρά, τον Μητσοτάκη ή τον Τσίπρα. Τα δημόσια πρόσωπα έχουν θέσει τον εαυτό τους οικειοθελώς στη δημόσια κριτική και έχουν τη δύναμη να απαντήσουν χρησιμοποιώντας το δημόσιο λόγο. Αν ο Άδωνης χαρακτηρίζεται ακροδεξιός και αυτό τον θίγει, μπορεί να απαντήσει. Το ίδιο μπορεί να κάνει ο Μητσοτάκης, ο οποίος φαντάζομαι θα έχει στη φαρέτρα των επιχειρημάτων του όλα εκείνα τα επιχειρήματα που τον διαφοροποιούν από τον Ιταλό φασίστα που επικαλέστηκε ο Καψώχας.

Αυτό το παραμύθι σύμφωνα με το οποίο ράβουμε κουστουμάκια αρεσκείας μας στον δημοσιογράφο για να είναι και καλά ευπρεπής ή κατά πώς επιθυμούμε, πρέπει να σταματήσει. Το κυριότερο, πρέπει να σταματήσει η προσπάθεια ποινικοποίησης της δημοσιογραφίας. Δεν γίνεται τα πολιτικά πρόσωπα τα οποία πρέπει να ανέχονται την κριτική και να απαντούν σε αυτή, να χρησιμοποιούν ως εργαλείο ισχύος τις μηνύσεις. Είναι ευθύνη της σημερινής κυβέρνησης ως ελάχιστη ένδειξη σεβασμού στη δημοσιογραφία και στην προσπάθεια προστασίας του θεσμού (ναι ξέρω που δεν την σέβονται οι ίδιοι οι δημοσιογράφοι) να θεσμοθετήσει την αυτόματη άρση ασυλίας για όποιον πολιτικό με ασυλία μηνύσει πολίτη. Ο βουλευτής να έχει ασυλία για να μην μηνύεται αδίκως από πολίτες και παρεμποδίζεται το έργο του, αλλά όχι και όταν ο ίδιος επιλέγει να μηνύει πολίτες. Τότε να αίρεται αυτομάτως η ασυλία για να υπάρχει ισονομία.

Με την υπόθεση “Καψώχα” πάντως εμφανίστηκε και η ΕΣΗΕΑ για να ανακαλύψει το πρωτοφανές, πως πρέπει να ελέγξει πειθαρχικά το δημοσιογράφο για τη γνώμη του. Ανατσουτσούριασε το σύστημα της θεσμικής δημοσιογραφίας και είπε να βάλει τάξη. Λίγους μήνες πριν ο Μπάμπης Παπαδημητρίου, είχε αποκαλέσει το Νίκο Παππά φασίστα, αλλά η ΕΣΗΕΑ κοιμότανε ή το θεώρησε άποψη, πράγμα που δεν έκανε με τον Καψώκα. Αλλά αφού η ΕΣΗΕΑ αποφάσισε να κουνήσει τη φτέρη σαν τον απερίσκεπτο λαγό, να πω στο σημείο αυτό, πως το συνδικαλιστικό μου όργανο, είναι το μοναδικό που δεν έβγαλε μία ανακοίνωση για τις διώξεις εναντίον μου, εν αντιθέσει με τη Διεθνή Ένωση Δημοσιογράφων, Το Παρατηρητήριο Δικαιωμάτων, ο Οργανισμός για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη (OSCE) το Συμβούλιο της Ευρώπης και τόσους άλλους οργανισμούς. Είναι το μοναδικό όργανο που δεν έδειξε το ανάστημά του όταν πολιτικοί βρίζουν το Documento και τους 80 εργαζόμενους σε αυτό και δεν βρήκε κάποιο λόγο για να πει «σταματήστε να μιλάτε έτσι για δημοσιογράφους και δώστε τις απαντήσεις σας αντί για χαρακτηρισμούς». Και φυσικά είναι το μοναδικό όργανο που δεν απαίτησε να μην ποινικοποιείται η δημοσιογραφία και να μην καταδιώκεται. Έχουμε 80 μηνύσεις και αγωγές από τις οποίες βγαίνουμε πανηγυρικά αθώοι, αλλά η ΕΣΗΕΑ δεν βρήκε λόγο να πει πως «άδικα διώκονται και σπιλώνονται δημοσιογράφοι». Δεν ζήτησε ποτέ από τα κόμματα να προσέχουν το λόγο τους απέναντι σε δημοσιογράφους που κάνουν τη δουλειά τους.

Η ΕΣΗΕΑ, ως γνήσια απόληξη παθογενούς και διεφθαρμένης εξουσίας δεκαετιών, όπως όλα τα συνδικαλιστικά όργανα άλλωστε, κάνει κάθε μέρα και πιο εμφανές πως δεν έχει καμία σχέση με τον κλάδο, απλώς χρησιμοποιεί τους δημοσιογράφους στην καθημερινή διαπραγμάτευση κομματιού εξουσίας που θέλει να κατέχει. Αυτό που μόλις διατύπωσα είναι μια άποψη από αυτές που έχουν δικαίωμα να εκφράζουν οι δημοσιογράφοι και φαντάζομαι πως δεν θα με καλέσει η ΕΣΗΕΑ στο πειθαρχικό της γιατί εκφράζω άποψη.

Το όργανο αυτό δεν διακατέχεται από καμία κουλτούρα ελευθερίας ή υψηλής αποστολής του επαγγέλματος. Είναι άσχετο από όσα συμβαίνουν στη διεθνή σκηνή και εκτός από τη διατύπωση «κανόνων δεοντολογίας» που γράφτηκαν ως ευαγγέλιο χωρίς πιστούς, δεν είναι ικανό να υπερασπιστεί την ελευθερία του Τύπου και τους δημοσιογράφους.

Αποστολή της ΕΣΗΕΑ δεν είναι να συμφωνεί ή να διαφωνεί με όσα γράφουν οι δημοσιογράφοι, αλλά να τους προστατεύει για να μπορούν να τα γράφουν επειδή αυτό ακριβώς είναι η δημοσιογραφία. Αλλά πολύ φοβάμαι, πως μεγάλο τμήμα από αυτούς θεωρεί άλλο πράγμα ως δημοσιογραφία.

Σε καμιά χώρα του κόσμου πάντως το συνδικαλιστικό όργανο των δημοσιογράφων αντί να ζητήσει από τα πολιτικά κόμματα να είναι ευπρεπή απέναντι στο δημοσιογραφικό λειτούργημα, δεν θα πέρναγε σε έλεγχο του δημοσιογράφου για όσα διατυπώνει ως κρίση επειδή το θέλει ένα κόμμα. Όποιο κόμμα.