Είναι σχεδόν βαρετή η κριτική στην υπουργό Παιδείας. Η έλλειψη βαθιάς γνώσης των εκπαιδευτικών ζητημάτων συνδυασμένη με ιδεολογική εμμονή που θα ζήλευε ακόμη και το ΚΚΕ έχει τις δικές της νομοτέλειες: αυταρχισμός με άλλοθι την αριστεία, μείωση της χρηματοδότησης, ενίσχυση της όποιας ιδιωτικής πρωτοβουλίας στην εκπαίδευση. Αν, δε, αυτό συνδυαστεί με την ιστορικά πρωτοφανή επικοινωνιακή πολιτική της ΝΔ, τότε όλα όσα κάνει η υπουργός είναι προβλέψιμα. Προβλέψιμα μεν, καταστροφικά δε.
Ισχυρίζεται ότι ενισχύει τη δημόσια εκπαίδευση, αλλά προτείνει ένα σύστημα που μειώνει την τακτική χρηματοδότηση στο όνομα μιας δήθεν αξιολόγησης των ιδρυμάτων, ενώ η αξιολόγηση θα έπρεπε να είναι συνδεδεμένη με την επιπλέον χρηματοδότηση σαν ένα είδος επιβράβευσης και όχι μείωσης! Μιλάει για εξωστρέφεια και προχωράει στην αναστολή των διετών προγραμμάτων σπουδών που είχαν συγκροτηθεί στα πανεπιστήμια σε συνεργασία με τοπικούς παραγωγικούς φορείς για τους αποφοίτους των επαγγελματικών λυκείων. Επιχειρηματολογεί υπέρ των αξιολογήσεων, αλλά οι ρυθμίσεις ενισχύουν τον πειθαναγκασμό, τον αυταρχισμό και είναι σε απόσταση από ό,τι γίνεται πια στα ευρωπαϊκά πανεπιστήμια, τα οποία έχουν αφήσει πίσω τους το σύστημα που προτείνει η υπουργός. Παρεμπιπτόντως ο νέος θεσμός αξιολόγησης είναι πανομοιότυπος με τον αντίστοιχο της Τουρκίας, έναν θεσμό που προχώρησε όλες τις εκκαθαρίσεις στα τουρκικά πανεπιστήμια και αποτελεί το μακρύ χέρι της κυβέρνησης.
Κολέγια
Και το πιο σοβαρό: η αναγνώριση των τίτλων των κολεγίων ως προϋπόθεση πρόσληψης στο δημόσιο. Επανέρχεται η διάταξη που εφαρμόστηκε από όλους του υπουργούς κατ’ εντολή του ΑΣΕΠ από το 2012 μέχρι και το 2018 για την πρόσληψη των αναπληρωτών εκπαιδευτικών και καταργήθηκε τον Ιανουάριο του 2019 ενόψει των μόνιμων διορισμών ύστερα από πολλές δυσκολίες και αντιδράσεις των ιδιοκτητών κολεγίων. Από τη μία μεριά η
υπουργός κόπτεται ότι πρέπει τα πάντα να αξιολογούνται και από την άλλη νομιμοποιεί ακαδημαϊκά έναν θεσμό που δεν έχει περάσει αλλά ούτε και σχεδιάζεται να περάσει από κανέναν απολύτως έλεγχο ούτε ως προς τις εγκαταστάσεις του ούτε ως προς τα προγράμματα ούτε ως προς το προσωπικό που διδάσκει. Αυτές οι ρυθμίσεις δεν είναι μόνο μια άκριτη ενίσχυση της ιδιωτικής εκπαίδευσης, σε βάρος μάλιστα της δημόσιας, αλλά μια προκλητική υποχώρηση στις απαιτήσεις των ιδιοκτητών κολεγίων.
Σύνταγμα
Γι’ αυτό τον λόγο δεν έχει καμιά εκπαιδευτική και ακαδημαϊκή αξιοπιστία η ρύθμιση της υπουργού για τα κολέγια. Αν μη τι άλλο, δεν θα έπρεπε να είχε κατατεθεί αυτή η διάταξη από σεβασμό προς το σύνταγμα. Η ρύθμιση αυτή εκφράζει ένα πολιτικό ήθος που απαξιώνει το σύνταγμα και ακολουθεί τα χνάρια του κ. Αρβανιτόπουλου που ήταν ο πρώτος που άρχισε να νομοθετεί εκείνα τα μικρά βήματα για την υπονόμευση του άρθρου 16 του συντάγματος. Κακώς για τη ΝΔ, όμως ισχύει ακόμη το άρθρο 16. Στοιχειώδες πολιτικό ήθος θα επέβαλλε να το σεβόμαστε όλοι. Η ΝΔ, όμως, έχει τη δική της ηθική: αν δεν συμφωνούμε με κάτι, νομοθετούμε αυτά που θέλουμε και βλέποντας και κάνοντας.
ΜΜΕ
Όλα αυτά δεν θα μπορούσαν να γίνουν αν δεν υπήρχε ένα καλοστημένο σύστημα επικοινωνιακής πολιτικής στο οποίο συμβάλλουν πολλά ΜΜΕ. Κι εδώ έρχεται η επικοινωνιακή απάτη της κ. υπουργού: λέει όσα θέλει να ακούσει η κοινωνία και κάνει τα ακριβώς αντίθετα. Γιατί, δυστυχώς, ένα ολόκληρο σύστημα ΜΜΕ που είναι στην υπηρεσία (κυριολεκτικά) της βορίδειας λογικής « να μην ξανασηκώσει κεφάλι η Αριστερά» εξυπηρετεί το επικοινωνιακό και αποσιωπά το ουσιαστικό. Εξαιρέσεις υπάρχουν ανάμεσα στα ΜΜΕ. Ελάχιστες, δυστυχώς. Το υπουργείο Παιδείας σήμερα χαράσσει πολιτική η οποία στο όνομα μιας κατασκευασμένης από τα ΜΜΕ «αγανάκτησης» και μιας ιδεοληψίας οδηγεί στη διάλυση όσων με τόσους κόπους κατακτήθηκαν στη δημόσια εκπαίδευση.