Πόσο υπεύθυνα πράττουν πολιτεία και εκκλησία για να μην αμαυρώνεται μια μέρα γιορτής και να μην κινδυνεύει η δημόσια υγεία;
Μπορεί ο Κυριάκος Μητσοτάκης κατόπιν σχετικών προτροπών επιστημόνων να έλαβε εγκαίρως μέτρα περιορισμού της κυκλοφορίας ώστε να αποτραπεί η ταχεία και ανεξέλεγκτη διάδοση του κορονοϊού, ωστόσο απέναντι στην Ιεραρχία της εκκλησίας εμφανίστηκε εξαρχής αναποφάσιστος, ισορροπώντας ανάμεσα στις επιταγές των καιρών και το κανάκεμα της εκλογικής του βάσης. Σε μια προσπάθεια άγρας ψήφων μιας μερίδας του κόσμου που εμφανίζεται δυσαρεστημένη από το κλείσιμο των ιερών ναών, φαίνεται ότι η κυβέρνησή του σύρθηκε ακόμη και στην απόφαση να πραγματοποιήσει ειδική αποστολή στο Ισραήλ ώστε το Μεγάλο Σάββατο να υποδεχτούμε το λεγόμενο άγιο φως και τούτο παρά το γεγονός ότι δεν θα φτάσει ποτέ στα χέρια των πιστών.
Η σχετική ανακοίνωση έγινε από τον υφυπουργό Εξωτερικών Κώστα Βλάση, ο οποίος υποστήριξε ότι «το άγιο φως θα έρθει κανονικά, διότι δεν ήταν δυνατόν να μη γίνει αυτό». Σύμφωνα με τον ίδιο, άλλωστε, «ήταν σαφείς και οι σχετικές εντολές του πρωθυπουργού». Παρά πάντως τις αρχικές πληροφορίες σύμφωνα με τις οποίες θα μετέβαινε στο Ισραήλ αεροσκάφος της Πολεμικής Αεροπορίας, την τελευταία στιγμή αποφασίστηκε τη μεταφορά του αγίου φωτός στην Αθήνα να αναλάβει ειδική πτήση της Aegean. Οσο για το σενάριο «περιοδείας» του φωτός στο εσωτερικό με άλλες προγραμματισμένες πτήσεις
δύο ιδιωτικών αεροπορικών εταιρειών, αποσύρθηκε προκειμένου να αποφευχθεί ο κίνδυνος συνωστισμού των πιστών. Σε κάθε περίπτωση, σύμφωνα με πηγές του υπουργείου Εξωτερικών που μίλησαν στο Documento, τουλάχιστον για φέτος και λόγω των έκτακτων συνθηκών τα έξοδα του ταξιδιού προς και από το Ισραήλ θα καλύψει εξ ολοκλήρου η ιδιωτική αεροπορική εταιρεία.
Διαχρονική σιωπή για το κόστος
Ως προς το κόστος πάντως της αποστολής στο Ισραήλ για τη μεταφορά του αγίου φωτός τα πράγματα διαχρονικά υπήρξαν θολά. Αν και πολλές φορές κατά το παρελθόν έχουν γίνει συζητήσεις επί του θέματος, ακόμη και ερώτηση βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ στη Βουλή το 2015, απάντηση αναφορικά με το κόστος παραλαβής και μεταφοράς του δεν δόθηκε επί της ουσίας ποτέ. Οι ερωτώντες βουλευτές απευθυνόμενοι προς τα συναρμόδια υπουργεία Αμυνας, Εξωτερικών, Παιδείας και Πολιτισμού και Θρησκευμάτων, αλλά όχι προς το υπουργείο Οικονομικών, ρωτούσαν πόσο κόστισε την τελευταία χρονιά συνολικά στον κρατικό προϋπολογισμό η μεταφορά του αγίου φωτός, καθώς και αν η κατάργησή της βρισκόταν στις προθέσεις της κυβέρνησης.
Παρότι η ερώτηση αφορούσε συγκεκριμένα την αποστολή στο Ισραήλ, αντί ουσιαστικών απαντήσεων οι βουλευτές ενημερώθηκαν απλώς ότι το 2015 η μεταφορά του στις μητροπόλεις της χώρας πραγματοποιήθηκε με πτήσεις ιδιωτικής αεροπορικής εταιρείας που ανέλαβε εξ ολοκλήρου το κόστος και δεν προκλήθηκε επιβάρυνση στο δημόσιο. Αναπάντητες έχουν μείνει και οι συνεχείς ερωτήσεις που απευθύνει στους αρμοδίους η Ενωση Αθέων.
Για την ιστορία πάντως το άγιο φως μεταφέρεται στην Ελλάδα από το 1988, όταν ο ιδιοκτήτης ενός ταξιδιωτικού γραφείου, ο οποίος διατηρούσε καλές σχέσεις με τον τότε έξαρχο του Παναγίου Τάφου και μετέπειτα πατριάρχη (καθαιρεθέντα πια) Ιεροσολύμων Ειρηναίο, ανέλαβε τη διαδικασία. Μάλιστα μέχρι το 2000 κάλυπτε ο ίδιος εξ ολοκλήρου τα έξοδα, πράγμα το οποίο σταμάτησε το 2002 όταν το ελληνικό δημόσιο άρχισε να επωμίζεται το κόστος, με τον τότε υφυπουργό Εξωτερικών της κυβέρνησης Σημίτη Γιάννη Μαγκριώτη να δηλώνει ότι «δεν ήταν δυνατόν το φως να μεταφέρεται από ένα ταξιδιωτικό πρακτορείο και να σπονσοράρεται από χορηγούς».
Φανατικές αντιδράσεις και αλαλούμ
Αφού η κυβέρνηση συνεχίζει να κλείνει το μάτι στην Ιεραρχία και στους αντιδρώντες στο κλείσιμο των ιερών ναών, πολλοί είναι εκείνοι που με πρόσχημα την πίστη τους αγνοούν επιδεικτικά τα περιοριστικά μέτρα και προσπαθούν να κινητοποιήσουν ομάδες πολιτών ώστε να συγκεντρωθούν έξω από τις εκκλησίες το Μεγάλο Σάββατο προκειμένου να παραστούν στην αναστάσιμη ακολουθία. Απόψεις φονταμενταλιστικού τύπου, όπως ότι ο κορονοϊός δεν μεταδίδεται με τη Θεία Κοινωνία ή ότι ακόμη κι ότι κάποιος «επαρκώς χριστιανός» δεν θα ασθενήσει, συνθέτουν ένα επικίνδυνο τοπίο.
Την ίδια στιγμή βέβαια κανένας ιεράρχης ούτε η πολιτεία δεν προβαίνουν σε κατάρριψη του συγκεκριμένου επικίνδυνου ισχυρισμού. Φαίνεται ότι μπροστά στο εμπόριο της πίστης υποβαθμίζεται ακόμη και η αδιαμφισβήτητη επιστημοσύνη όσων πρότειναν στην κυβέρνηση τη λήψη αυστηρών μέτρων. Ενδεικτικό της στάσης του κράτους απέναντι στην εκκλησία είναι το γεγονός ότι αν και αποφασίστηκε έστω και με καθυστέρηση το κλείσιμο των χώρων λατρείας όλων των δογμάτων και θρησκειών, δεν υπήρξε καμιά απολύτως αναφορά στη Θεία Κοινωνία, η οποία πρακτικά δεν απαγορεύεται μέχρι σήμερα.
Μετά το αλαλούμ που επικράτησε κατόπιν της τελευταίας ανακοίνωσης της Ιεράς Συνόδου για κλειστές εκκλησίες που όμως θα ανοίγουν… για δύο ώρες και την οριστική απόφαση έπειτα για διενέργεια λειτουργιών κεκλεισμένων των θυρών δεν ήταν λίγοι εκείνοι που άρχισαν να αναπαράγουν ρατσιστικά και σενάρια συνωμοσίας περί προσπάθειας ισλαμοποίησης της χώρας και εθνικής προδοσίας. Από το στόχαστρό τους δεν ξέφυγε ούτε η ηγεσία της εκκλησίας, την οποία θεωρούν «λίγη», τουλάχιστον μπροστά στον αποθανόντα αρχιεπίσκοπο Χριστόδουλο ο οποίος μνημονεύεται αρκετά τις ημέρες αυτές.
Ανεύθυνη η στάση του κράτους και της Ιεραρχίας
Ιεράρχες και ιερείς συνεχίζουν να θέτουν σε κίνδυνο την υγεία του ποιμνίου τους. Χαρακτηριστικά παραδείγματα όσα έλαβαν χώρα την Κυριακή των Βαΐων στην Κέρκυρα και στο Κουκάκι, όταν ιερείς παραβίασαν τα περιοριστικά μέτρα και εκμεταλλευόμενοι τις διαβεβαιώσεις της Ιεράς Συνόδου περί μετάληψης από την οποία δεν μπορεί να διασπαρεί ο κορονοϊός κοινώνησαν πιστούς στα κρυφά. Στον Αγιο Σπυρίδωνα της Κέρκυρας μάλιστα τις απαγορεύσεις αψήφησαν, εκτός του μητροπολίτη ο οποίος διώκεται ποινικά, και εκπρόσωποι της δημοτικής αρχής. Για τη στάση τους αυτή οδηγήθηκαν στον ανακριτή τόσο ο πρόεδρος του δημοτικού συμβουλίου Δήμητρης Μεταλληνός όσο και η δήμαρχος Κεντρικής Κέρκυρας Μερόπη Υδραίου, η οποία είχε πρωταγωνιστήσει και στην καμπάνια «Μένουμε Σπίτι».
Σε κάθε περίπτωση η κ. Υδραίου ζήτησε με ανακοίνωσή της συγγνώμη, ενώ σημείωσε ότι δεν συμμετείχε στη Θεία Κοινωνία. Είναι πάντως ενδιαφέρον το γεγονός ότι ο μητροπολίτης Κέρκυρας Νεκτάριος είχε καλέσει προ ημερών τους πιστούς να μεταβούν στους ναούς με κάποιο άλλο πρόσχημα. Η παραίνεσή του βέβαια δεν απείχε πολύ από την τελικά ανακληθείσα δήλωση του ίδιου του κυβερνητικού εκπροσώπου Στέλιου Πέτσα, ο οποίος προ ημερών επίσης παρότρυνε τους πιστούς να μεταβούν στην εκκλησία της ενορίας τους για ατομική προσευχή παρακάμπτοντας τα μέτρα. Στο Κουκάκι, εν τω μεταξύ, ιερέας βγήκε έξω από την εκκλησία και κοινώνησε τους πιστούς. Απολογούμενος, δικαιολόγησε τη στάση του ισχυριζόμενος ότι ήταν καθ’ όλα νόμιμη. «Μετά το τέλος της Θείας Λειτουργίας υπήρξαν γονείς με τα παιδιά τους που χτυπούσαν την πόρτα και ζητούσαν να κοινωνήσουν.
Εκείνη τη στιγμή, ακολουθώντας την ιερατική μου συνείδηση αλλά και τη μακραίωνη παράδοση της εκκλησίας μας και έχοντας την απόλυτη πεποίθηση ότι σύμφωνα με την απόφαση της Ιεράς Συνόδου αλλά και τις δηλώσεις του αρχιεπισκόπου η Θεία Κοινωνία δεν απαγορεύεται, γιατί όχι μόνο δεν μεταδίδει ασθένειες αλλά μεταδίδει το σώμα και το αίμα του Χριστού που είναι η ζωή μας, φυσικά και κοινώνησα τα παιδάκια και τους γονείς τους έξω από τη θύρα του ιερού της εκκλησίας προτρέποντας να τηρούν αποστάσεις μεταξύ τους, το οποίο και τηρήθηκε, θεωρώντας ότι ενήργησα απολύτως νομίμως αλλά και κανονικώς, δηλαδή σύμφωνα με τους ιερούς κανόνες της εκκλησίας και τους νόμους του κράτους» είπε χαρακτηριστικά.
Στο ίδιο μήκος κύματος φαίνεται ότι κινείται και ο αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος, αφού σε δηλώσεις του ξεκαθάρισε πως «έχουμε δύο στοιχεία, το στοιχείο της Θείας Ευχαριστίας και το στοιχείο της συναθροίσεως. Δεν συζητείται η Θεία Κοινωνία, η συνάθροιση είναι κάτι διαφορετικό», αφήνοντας έτσι ανοιχτό το παράθυρο για ανάλογες πρακτικές. Ενόσω τα προβλήματα συνεχίζονται και η κυβέρνηση αρνείται υπό τον φόβο αντιδράσεων να απαγορεύσει τη Θεία Κοινωνία, μεγάλο στοίχημα παραμένει η διαχείριση της κατάστασης την ημέρα του εορτασμού της Ανάστασης. Τελικά θα ακολουθήσουν εκκλησία και κυβέρνηση τις επιταγές του συντάγματος και της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, που προβλέπουν σαφώς ότι η θρησκευτική ελευθερία υπόκειται σε περιορισμούς όταν πρόκειται για την προάσπιση του αγαθού της δημόσιας υγείας;