Είναι κάτι σαν ανέκδοτο: «Ο Κυριάκος νομίζει ότι το Διαδίκτυο είναι για να στέλνουμε ευχές στην οικογένειά μας και το τηλέφωνο για κερδίζουμε τις μάχες με τους πολιτικούς αντίπαλους μας».
Βαρύ; Ίσως. Πάντως η Ιστορία διδάσκει ότι οι πολιτικοί έχουν το τέλος που τους αξίζει. Δηλαδή το τέλος που έχουν προετοιμάσει οι ίδιοι για τον εαυτό τους. Κατά τις πράξεις τους, όχι κατά τις επιθυμίες τους.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης υπέγραψε το είδος του τέλους του, όταν αποφάσισε να κυβερνήσει δια της ΕΥΠ. Τι άλλο ήταν η επιλογή να πάρει τις μυστικές υπηρεσίες στο Γραφείο του;
Γιατί ανέθεσε την τρέχουσα διαχείρισή τους όχι σε πρόσωπα με έξωθεν καλή μαρτυρία, αλλά στον ανεψιό του -και την διοίκησή τους σε ένα άτομο που όχι μόνο δεν είχε τα προσόντα, αλλά ούτε καμία εγγύηση αξιοπιστίας;
Αυτές τις μέρες διακινήθηκαν πληροφορίες κατά τις οποίες η ΕΥΠ επί Μητσοτάκη έχει παρακολουθήσει χιλιάδες ανθρώπους. Ανάμεσα σε 45.000 που αναφέρθηκε στα ελληνικά ΜΜΕ και 15.000 που έγραψαν οι νεοϋορκέζικοι «Τάιμς».
Παρακολουθούσαν κατά μέσο όρο 42,5 άτομα την ημέρα υπολόγισε ο ημέτερος Βασίλης Σκουρής. Ανατριχιαστικό . Μόνο στη «Στάζι» του Χόνεκερ θα βρούμε τέτοιες αναλογίες, με βάση τον πληθυσμό.
Αυτό σημαίνει ότι όποιος συγκέντρωνε το ενδιαφέρον του καθεστώτος , για οποιοδήποτε λόγο, τον παρακολουθούσαν τηλεφωνικά. Δεν μπορεί να υπήρξαν σε αυτό το διάστημα τόσες πολλές περιπτώσεις υπόπτων για την «εθνική ασφάλεια», ή για «μεγάλα εγκλήματα».
Με αυτούς τους ρυθμούς, κάποια στιγμή θα γινόταν η «στραβή», που έγινε πρώτα με τον δημοσιογράφο Κουκάκη και μετά με τον Ανδρουλάκη.
Για τον πρώτο τους «έδωσε» αυτοπροσώπως στη Βουλή ο Κοντολέων,- άγνωστο για ποιο λόγο. Για τον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ αναγκάσθηκαν να δώσουν τον εαυτό τους οι ίδιοι. Η αποκάλυψη του σκανδάλου ολοκληρώθηκε με το χειρότερο τρόπο για Πρωθυπουργό.
Ο ίδιος τον επιδείνωσε, όταν αποφάσισε να δηλώσει άγνοια- που θα ήταν τραγωδία για τη χώρα αν ίσχυε. Δεν τον πιστεύει κανείς και μένει η τραγωδία για τη Δημοκρατία.
Η απίστευτη ατάκα «ήταν νόμιμο, αλλά αν ήξερα δεν θα το επέτρεπα» έδειξε την τρικυμία εν κρανίω στην οποία περιήλθε- αλλά και τη νοοτροπία του.
Αφού ήταν νόμιμο και αφορούσε την εθνική ασφάλεια γιατί δεν θα το επέτρεπε; Από τη βούλησή του εξαρτάται η εφαρμογή του νόμου; Θα άφηνε τον εθνικό κίνδυνο-ή το έγκλημα- που εκπροσωπούσε ο Ανδρουλάκης να εξελίσσεται; Και μάλιστα τόσο σοβαρά πράγματα όταν η προσπάθεια στοιχειοθέτησης κράτησε τρεις μήνες;
Η πρόθεση του Μητσοτάκη να παραπλανήσει απέτυχε γιατί δεν μπορούσε να πετύχει: δεν είναι πραγματική, αλλά ούτε και λογική βάση…
Αν δεν δεχθούμε την άποψη Βενιζέλου ότι δεν είχε δικαίωμα η ΕΥΠ να παρακολουθεί ένα ευρωβουλευτή, κατά το Σύνταγμα εξαίρεση από το απόρρητο των τηλεπικοινωνιών μπορεί να είναι νόμιμη σε δυο περιπτώσεις: προάσπιση του έθνους και αντιμετώπιση βαριάς εγκληματικότητας.
Όσο δεν λένε για ποιο από τα δυο υπήρχαν υποψίες για τον ευρωβουλευτή και υποψήφιο πρόεδρο του τρίτου κόμματος , με το οποίο επιδίωκαν να συγκυβερνήσουν ,- αλλά και για τον Θανάση Κουκάκη,-σφίγγουν τη θηλιά στο λαιμό τους. Γιατί όλοι αντιλαμβάνονται ότι δεν υπήρξε τίποτε από τα δυο.
Η όποια «επιβάρυνση» προέκυψε εκ των υστέρων και ήταν προϊόν της παρακολούθησης. Συνεπώς μόνο ως υλικό για εκβιασμού είχε αξία.
Για τον Ανδρουλάκη υπάρχει και η υπόνοια σύνδεσης με τις αρχαιρεσίες στο ΠΑΣΟΚ. Ήταν γνωστό ότι στο μέγαρο Μαξίμου δεν ήθελαν αυτόν στην ηγεσία. Η ιδέα να έχουν λόγο και σε άλλο κόμμα είναι διαστροφική.
Ότι κάποιος διανοήθηκε να προσφύγει στην ΕΥΠ συνιστά θεσμικό εφιάλτη. Τον κάνουν πιο δραματικό όταν καλούν τον παρακολουθούμενο να τον …ενημερώσουν κατ ιδίαν, παρ ότι απαγορεύεται από τον δικό τους – επί τούτοις- νόμο. Φτάνει στα όρια του κυνισμού ότι τον κατηγορούν, επειδή δεν προσέρχεται- αλλά τους προκαλεί να μιλήσουν δημόσια.
Είναι εξωφρενικό να προσάπτουν σε κάποιον που παρακολουθούσαν ομολογημένα, ότι «εργαλειοποιεί» την παρακολούθησή του- σαν να έπρεπε να τους στείλει λουλούδια που τον «άκουγαν».
Συνιστά επίσης ωμή προβοκάτσια όταν του λένε ότι συμπλέει σε… λαϊκό μέτωπο με τον ΣΥΡΙΖΑ επειδή, ευλόγως, ζητάει να παραιτηθεί ο Πρωθυπουργός ως κεντρικός υπεύθυνος. Η κυβερνητική εκπρόσωπος καταλόγισε στον Ανδρουλάκη ότι βρίσκεται… περισσότερο από όσο λέει στον ΣΥΡΙΖΑ. Σαν να οφείλει να πάρει τη γνώμη τους.
Επιπροσθέτως, τι άλλο από πολιτική αλητεία μπορεί να είναι όταν λένε – επισήμως – ότι τα προϊόντα της παρακολούθησης… καταστράφηκαν. Πού ακριβώς; Στην υπηρεσία, ή στα χέρια όσων έπαιρναν καθημερινά τις αναφορές; Πιο ποταπή επιχείρηση εκβιασμού δεν υπάρχει.
Όλα αυτά έχουν μια τροχιοδεικτική αξία: δείχνουν το άδοξο- ταπεινωτικό για την ακρίβεια- τέλος του Κυριάκου Μητσοτάκη. Η διαχείριση της αποκάλυψης για τις παρακολουθήσεις του καθεστώτος του, είναι χειρότερη από αυτές καθ εαυτές τις παραβιάσεις του τηλεφωνικού απορρήτου.
Ανήλθε ως υιός του πατρός – εξ ίσου αμαρτωλού σ΄ αυτά τα θέματα- με τη συνδρομή του πολιτικού μάρκετινγκ και της διαπλοκής και κυβέρνησε με αυταρχισμό, αλαζονεία, φαυλότητα και καθεστωτικές πρακτικές.
Πέφτει ακριβώς όπως προεξόφλησε για τον εαυτό του, έχοντας περιφρονήσει τους θεσμούς, τους νόμους και την προσωπικότητα των άλλων. Στην πορεία προς την έξοδο απλώς αποκαλύπτεται…
ΠΗΓΗ: ieidiseis.gr