Η ευρωπαϊκή δικαιοσύνη θα αποφανθεί την Τετάρτη σχετικά με την νομιμότητα του μηχανισμού αιρεσιμότητας που δεν έχει ακόμη εφαρμοσθεί και συνδέει τους ευρωπαϊκούς πόρους με τον σεβασμό του κράτους δικαίου, στο πλαίσιο των προσφυγών που έχουν καταθέσει η Πολωνία και η Ουγγαρία, οι οποίες βρίσκονται σε σύγκρουση με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την παραβίαση των αρχών του κράτους δικαίου.
Το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ενωσης αναμένεται να ακολουθήσει την άποψη του γενικού εισαγγελέα ο οποίος απέρριψε τον Δεκέμβριο τις προσφυγές της Βαρσοβίας και της Βουδαπέστης, επιβεβαιώνοντας ότι το καθεστώς αυτό της «αιρεσιμότητας» συνάδει με τις συνθήκες της Ευρωπαϊκής Ενωσης.
Σε ένδειξη της σημασίας που αποδίδεται στην υπόθεση αυτή, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ενωσης αποφάσισε για πρώτη φορά την απευθείας μετάδοση της ανάγνωσης των αποφάσεων για την πολωνική και την ουγγρική προσφυγή.
Η επιβεβαίωση της νομιμότητας αυτού του μηχανισμού θα ανοίξει τον δρόμο στην χρησιμοποίησή του. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οποία είναι επιφορτισμένη με την ενεργοποίησή του, αποδέχθηκε, σε συμφωνία με τους 27, να περιμένει την απόφαση του Δικαστηρίου πριν ενεργήσει, αν και η ρύθμιση έχει τεθεί σε ισχύ από την 1η Ιανουαρίου 2021.
Αλλά, εδώ και μήνες, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ανυπομονεί και μάλιστα έχει προσφύγει κατά της Κομισιόν για αδράνεια.
«Δεν είναι σύγκρουση Ανατολής Δύσης ούτε αριστεράς δεξιάς»
Ευρισκόμενη υπό πίεση, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή απέστειλε τον Νοέμβριο επιστολές προς την Πολωνία και την Ουγγαρία επαναλαμβάνοντας τις κατηγορίες για μη τήρηση του κράτους δικαίου στις δύο χώρες που ανήκαν στο ανατολικό μπλοκ.
Σε ό,τι αφορά την Βαρσοβία, η παραβίαση αφορά τις επιθέσεις κατά της ανεξαρτησίας των δικαστών και την αμφισβήτηση της υπεροχής του ευρωπαϊκού δικαίου και των αποφάσεων του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ενωσης έναντι του εθνικού δικαίου.
Η Βουδαπέστη κατηγορείται μεταξύ άλλων για επίθεση κατά της ανεξαρτησίας της δικαστικής εξουσίας, την διαφθορά, την παραβίαση της ελευθερίας της έκφρασης και της ακαδημαϊκής ελευθερίας.
Αν το Δικαστήριο επικυρώσει την νομιμότητα του μηχανισμού, «περιμένουμε από την Κομισιόν να αρχίσει αμέσως την εφαρμογή του», δήλωσε ο επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος Μάνφρεντ Βέρνερ.
«Δεν μπορούμε, από την μία πλευρά, να υπερασπισθούμε τις θεμελιώδεις αρχές μας απέναντι στον Βλαντίμιρ Πούτιν και στον Σι Τζινπίνγκ και, από την άλλη, να μην τις εφαρμόζουμε (στην Ευρωπαϊκή Ενωση). Δεν είναι μία σύγκρουση Ανατολής και Δύσης ή αριστεράς και δεξιάς, πρόκειται για την λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ενωσης και για την προστασία των πλέον θεμελιωδών αξιών και των ελευθεριών μας», τόνισε.
Ομως, η ενεργοποίηση αυτή της διαδικασίας μπορεί να χρειασθεί εβδομάδες ή και περισσότερο. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα πρέπει να οριστικοποιήσει τις «κατευθυντήριες γραμμές» για να την εφαρμόσει. Και η διεξαγωγή στις 3 Απριλίου των βουλευτικών εκλογών στην Ουγγαρία, κατά την διάρκεια των οποίων ο πρωθυπουργός Βίκτορ Ορμπάν έρχεται αντιμέτωπος με την ενωμένη αντιπολίτευση, περιπλέκει την κατάσταση, με τις Βρυξέλλες να αντιμετωπίσουν ενδεχομένως την κατηγορία της ανάμειξης στις εσωτερικές υποθέσεις της χώρας.
“Εξαιρετικά περιορισμένος”
Η εφαρμογή του μηχανισμού επιτρέπει την διακοπή της χρηματοδότησης κρατών μελών από τους ευρωπαϊκούς πόρους όταν υπάρχουν διαπιστωμένες παραβιάσεις του κράτους δικαίου. Η διακοπή της χρηματοδότησης ή η μείωση των πόρων προτείνεται από την Κομισιόν και εγκρίνεται από τουλάχιστον 15 από τα 27 κράτη μέλη της Ενωσης.
Ο μηχανισμός εφαρμόζεται στα κονδύλια που χορηγούνται στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού προϋπολογισμού, που μεταφράζονται σε σημαντικά ποσά για τις δύο χώρες, καθώς και στα κονδύλια των σχεδίων οικονομικής ανάκαμψης μετά την πανδημία. Αυτά τα σχέδια που αφορούν την Βαρσοβία και την Βουδαπέστη δεν έχουν εγκριθεί από την Κομισιόν.
Προϊόν δύσκολων διαπραγματεύσεων το 2020, το καθεστώς αιρεσιμότητας ήταν επιθυμητό από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και πολλά κράτη μέλη.
Ως μέσον αντιμετώπισης των επιθέσεων κατά του κράτους δικαίου εκ μέρους λαϊκιστικών κυβερνήσεων, «είναι ο αποτελεσματικότερος μηχανισμός» που διαθέτει μέχρι σήμερα η Ευρωπαϊκή Ενωση, τονίζει η Σοφί Πορνσλέγκελ, πολιτική αναλύτρια του European Policy Centre (EPC).
«Αλλά είναι εξαιρετικά περιορισμένος, είναι μία ρύθμιση που αφορά τον ευρωπαϊκό προϋπολογισμό και τα σχέδια ανάκαμψης. Δεν αναγνωρίζει την συστημική κρίση που έχουμε σε αυτές τις χώρες».
Πολωνία και Ουγγαρία αποτελούν αντικείμενο και μίας άλλης διαδικασίας, «του Αρθρου 7», που επιτρέπει την τιμωρία μίας χώρας για μη τήρηση των αρχών της ΕΕ στερώντας της το δικαίωμα ψήφου στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Αλλά η ενεργοποίηση του μηχανισμού αυτού, που και στις δύο περιπτώσεις βρίσκεται σε προκαταρκτικό στάδιο, αποδεικνύεται ανέφικτη στην πράξη.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ