Το σκάνδαλο της υποκλοπής προσωπικών δεδοµένων από επίσηµους θεσµικούς παράγοντες της Νέας ∆ηµοκρατίας, το οποίο ήρθε στην επιφάνεια εξαιτίας της πρόχειρης και αδέξιας χρησιµοποίησής τους από την ευρωβουλεύτρια της Νέας ∆ηµοκρατίας Αννα-Μισέλ Ασηµακοπούλου, είναι εύλογο να γεννά επιπλέον ερωτήµατα και να απαιτεί συγκεκριµένες απαντήσεις. Πολλοί στρέφουν την εύκολη κατηγορία της «τοξικότητας» εναντίον της αντιπολίτευσης, που αφού… την πάτησε το καλοκαίρι του 2023 δικαίως ανησυχεί για τις επερχόµενες ευρωεκλογές γνωρίζοντας τις δυνατότητες που ανοίγονται σε όσους διαθέτουν κρίσιµες πληροφορίες να επηρεάσουν την εκλογική αναµέτρηση.
Η εκλογική διαδικασία αυτή καθαυτή έχει κατακτήσει πλατιά νοµιµοποίηση στη συνείδηση των πολιτών κατά τις πέντε δεκαετίες ζωής της Γ΄ Ελληνικής ∆ηµοκρατίας. Οι προκλήσεις της τέταρτης βιοµηχανικής επανάστασης, όµως, δεν σταµατούν να δηµιουργούν συνθήκες µέσα στις οποίες ο εκλογικός ανταγωνισµός µπορεί να νοθευτεί. Οπως στις προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ το 2016 µε το σκάνδαλο της Cambridge Analytica.
Σε εκείνη την περίπτωση έγινε παράνοµη επεξεργασία των δεδοµένων 78 εκατοµµυρίων χρηστών Facebook για να επιτρέψουν στον Ντόναλντ Τραµπ και τον Τεντ Κρουζ να παράσχουν πιο εξατοµικευµένες διαφηµίσεις και περιεχόµενο (βίντεο, καµπάνιες, αρνητική προπαγάνδα για τους αντιπάλους) στο κοινό που στόχευαν.
Είναι µεγάλη ευκολία για έναν πολιτικό και το επιτελείο του να αξιοποιούν τις προτιµήσεις του κόσµου, τα likes και γενικώς τις αντιδράσεις του για να καταφύγουν σε microtargeting, δηλαδή σε πρακτικές που προσαρµόζουν θέσεις και καµπάνιες στην πιθανότητα να σε ψηφίσει ένας πολίτης.
Η Νέα ∆ηµοκρατία θέλει να έχει τα emails, ει δυνατόν και τις IP, όλων των ψηφοφόρων προκειµένου να ξαναστείλει µια ατάκα τύπου Κατρούγκαλου για ελεύθερους επαγγελµατίες σε εκατοµµύρια παραλήπτες λίγες ώρες πριν από τις κάλπες.
Αυτή είναι η βασική µοµφή ως προς την αξιοπιστία των εκλογών: η δυνατότητα των κοµµάτων και των υποψηφίων να απευθυνθούν µε ίσους όρους στην κοινωνία και κυρίως στην ψηφιακή σφαίρα, που ούτως ή άλλως οδηγεί σε αποµόνωση και πόλωση µέσα από τη δηµιουργία echo chambers και filter bubbles.
Αν ανατρέξει κανείς στα έξοδα κοµµάτων και υποψηφίων για τις εκλογές του Μαΐου του 2023, θα δει ότι η Νέα ∆ηµοκρατία ήταν πρωταθλήτρια στα έξοδα για διαφηµίσεις στις πλατφόρµες Google (Ads, YouTube) και Meta (Facebook, Instagram), ενώ στην πρώτη δεκάδα υπάρχουν έξι υποψήφιοι βουλευτές της, εκ των οποίων οι πέντε σήµερα είναι υπουργοί και ένας εξ αυτών ξεπέρασε σε δαπάνες και το τρίτο σε κοινοβουλευτική δύναµη κόµµα. Είναι επόµενο, λοιπόν, να εγείρονται σοβαρά ερωτήµατα σχετικά µε την αξιοπιστία των επερχόµενων εκλογών που δεν αφορούν τη διοργάνωση της διαδικασίας. Τι καινούργιο υπάρχει;
Περισσότερες ψηφιακές εγγραφές για την επιστολική ψήφο, περιθώρια δαπανών για αναλύσεις από τη Ν∆ παρά το πολύ υψηλό της χρέος και µια κυβέρνηση υποκλοπών που διαµορφώνει συνθήκες καχεκτικής δηµοκρατίας.
Ο νέος ΣΥΡΙΖΑ αρνείται την εύκολη και ανέξοδη αντιπολίτευση. Θέτει συγκροτηµένα και τεκµηριωµένα ανησυχίες και προσφέρει απαντήσεις που ενδυναµώνουν τη δηµοκρατία, διασφαλίζουν τη διαφάνεια και ενθαρρύνουν τη συµµετοχή των πολιτών στον ψηφιακό µετασχηµατισµό προς όφελος του δηµόσιου συµφέροντος, δίνοντας απάντηση στην αλαζονεία της Νέας ∆ηµοκρατίας και στο τεχνοφοβικό σκοτάδι της άκρας ∆εξιάς.