Γράφει η Ιστορικός – Εκπαιδευτικός Κινηματογράφου Λίζα Θεμελή για την ταινία «Τρυφερούδι» του Σαμουέλ Τεΐς που προβλήθηκε στο Διεθνές Διαγωνιστικό Τμήμα του 62ου Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης
“Τι θα γίνουν τα παιδιά όταν μεγαλώσουν” ρωτάει ο δάσκαλος στην τάξη του δεκάχρονου Τζόνι. Ο Τζόνι είναι ο βασικός χαρακτήρας της ταινίας «Τρυφερούδι» σε σενάριο και σκηνοθεσία του Σαμουέλ Τεΐς. Η εξωτερική εμφάνισή του Τζόνι με τα μακριά ξανθά μαλλιά μας παραπέμπει σε ένα παιδί χωρίς ξεκάθαρο φύλο και το προβληματισμένο βλέμμα του μας προειδοποιεί πως δεν πρόκειται για ένα αμέριμνο παιδί. Μεγαλώνοντας σε ένα φτωχό σχεδόν κακοποιητικό οικογενειακό περιβάλλον στην ανατολική Γαλλία το παιδί αυτό έχει αναγκαστικά απεμπολήσει πρόωρα την αθωότητα που συνοδεύει την παιδική ηλικία φροντίζοντας την μικρή αδερφή του και την αλκοολική μητέρα του.
Η αυθεντική εσωτερική ερμηνεία του Αλιόσα Ρεινάρ σε συνδυασμό με την λιτή, ρεαλιστική κινηματογράφηση μας δείχνει με αληθοφάνεια τις προκλήσεις της παιδικής ηλικίας και τον διαμορφωτικό ρόλο της οικογένειας και του σχολείου. Στον εσωτερικό κόσμο του Τζόνι και το περιβάλλον του διεισδύουμε ακούγοντας και βλέποντας συχνά μέσα από την οπτική γωνία του παιδιού ενώ η χρήση γενικών πλάνων μας δίνει τη δυνατότητα να παρατηρήσουμε τον χώρο και τη θέση του μικρού Τζόνι μέσα σε αυτόν. Με αυτόν τον τρόπο φωτίζεται η αντίθεση αυτών των δύο κόσμων, του ευαίσθητου κόσμου του Τζόνι και του σκληρού περιβάλλοντός του.
Δικαιολογημένα, «Τρυφερούδι» ο τίτλος της ταινίας, όντας ένα παιδί που δυσκολεύεται να αφομοιωθεί από το ενήλικο σκληρό περιβάλλον του διατηρώντας τον τρυφερό χαρακτήρα του. Η μητέρα του τον μαλώνει επειδή δεν είναι αρκετά δυνατός ώστε να αντεπιτίθεται με βία στη βία. Έτσι, ο εκφοβισμός που δέχεται ο Τζόνι στην γειτονιά του γίνεται αφορμή για να κατανοήσουμε όχι μόνο τον χαρακτήρα του αλλά και πως μπορεί το οικογενειακό περιβάλλον να παροτρύνει την βία ως μέσο υπεράσπισης του εαυτού. Η βία δεν λείπει και από τον χώρο του σχολείου αφού εντύπωση προκαλεί η άσκηση τρομοκρατίας μέσα στην σχολική αίθουσα ένα είδος ψυχολογικού εκφοβισμού το οποίο τα παιδιά πρέπει να υποστούν για την ασφάλειά τους.
Η ελπίδα φαίνεται να καταφθάνει με τον ερχομό ενός νέου υποστηρικτικού δασκάλου για τον Τζόνι, αφού ίσως για πρώτη φορά κάποιος τον ενθαρρύνει λέγοντας του πως έχει προοπτικές. Η σχέση τους αναπτύσσεται χωρίς να είναι ξεκάθαρο αν πρόκειται για μια αφήγηση ενηλικίωσης LGBTQ+ ή απλά η ανάγκη του παιδιού να απαγκιστρωθεί σε κάποιον για να λάβει αγάπη και φροντίδα και να του συμπεριφερθούν ως παιδί. Όταν ο δάσκαλος αντιλαμβάνεται πως τα όρια έχουν ξεφύγει
απομακρύνεται από τον αγαπημένο του μαθητή. Η απόρριψη που δέχεται ο Τζόνι για δεύτερη φορά, αφού ο πατέρας του τους έχει εγκαταλείψει, τον οδηγεί σε απόπειρα αυτοκτονίας μέσα στην σχολική αίθουσα την ώρα του μαθήματος.
Το τέλος της ταινίας με τον χορό του μικρού Τζόνι μπροστά στον καθρέφτη μας γεμίζει αισιοδοξία. Μέσα από όλες αυτές τις εμπειρίες, ο Τζόνι αρχίζει να ενηλικιώνεται, πιο σίγουρος για τον εαυτό του λαμβάνει αποφάσεις για τη ζωή του προσπαθώντας να πάει σε οικοτροφείο για να διεκδικήσει ένα καλύτερο μέλλον. Ο δάσκαλος τον έκανε να πιστέψει στον εαυτό του και να παλέψει ώστε όταν μεγαλώσει να ακολουθήσει το δρόμο που θα θελήσει ο ίδιος και όχι οι ταξικοί του περιορισμοί. Η ταινία του Σαμουέλ Τεΐς είναι ένα παράδειγμα για το πως ο κοινωνικοποιητικός ρόλος του σχολείου και η ευαισθησία των λειτουργών του μπορεί να είναι το πρώτο βήμα που θα αλλάξει τη ζωή των μαθητών τους. Αγαπημένο γαλλικό σινεμά, με μια ιστορία που θα μπορούσε να συμβεί παντού