Ο «Μπάρμπας» της φωτιάς της Κατοχής έπεσε στα νύχια λύκων και σκυλιών
«Αγαπηµένοι µου, σας γράφω τις τελευταίες µου γραµµές. Είναι η πρώτη ώρα της 14ης Αυγούστου του 1954. Με ξύπνησαν για να µε ειδοποιήσουν ότι το πρωί θα γίνει η εκτέλεσή µου…». Στα δίσεκτα εκείνα χρόνια ο Νίκος Πλουµπίδης, ο «κόκκινος δάσκαλος» του µεσοπολέµου, ο «Μπάρµπας» της Κατοχής και του Εµφυλίου, θα σταθεί µε µάτια ακάλυπτα απέναντι στο εκτελεστικό απόσπασµα. Κάποιοι λένε πως πριν από το τελικό «πυρ!» τραγούδησε τη ∆ιεθνή. Ισως. Υπήρξε άλλωστε ο ιδεότυπος του παράνοµου επαναστάτη: παθιασµένος, αποτελεσµατικός και αφοσιωµένος.
Παθιασµένος αρκετά ώστε να εναντιώνεται ευθέως στους µηχανισµούς του κράτους, αδιαφορώντας για τις συνέπειες στη ζωή και τη σταδιοδροµία του. Το 1931, όταν τα σύννεφα της παγκόσµιας οικονοµικής κρίσης πύκνωναν πάνω από τη χώρα µας, διάλεξε τη συλλογική δράση. Αναµείχθηκε δραστήρια στις κινητοποιήσεις των δασκάλων πρώτα, των δηµόσιων υπαλλήλων και των εργατών ύστερα. Καταδικάστηκε σε τετράµηνη φυλάκιση µε βάση τις διατάξεις του διαβόητου «ιδιώνυµου» και απολύθηκε από τη δουλειά του, πλήγµα βαρύ για ένα φτωχόπαιδο από τα Λαγκάδια Γορτυνίας που σπούδασε µε οικογενειακές θυσίες. Μα το µέλλον τού επιφύλασσε χειρότερα: Το 1947, όταν η χώρα διολίσθησε στον Εµφύλιο, ο Πλουµπίδης πέρασε στην παράνοµη δράση, ενόσω η γυναίκα του η Ιουλία ήταν έγκυος. Είδε τον πεντάχρονο γιο του για πρώτη και τελευταία φορά τον Ιούλιο του 1953 στην αίθουσα του στρατοδικείου λίγο προτού του απαγγείλει την ποινή: δις εις θάνατον.
Αποτελεσµατικός παρ’ όλα αυτά ο Πλουµπίδης, αρκετά ώστε να αφήσει το αποτύπωµά του στην ιστορία της χώρας. Στις αρχές του 1943, όντας επικεφαλής του Εργατικού ΕΑΜ, θα παίξει καθοριστικό ρόλο στις µεγαλειώδεις διαδηλώσεις που ακύρωσαν την πολιτική επιστράτευση – την αποστολή χιλιάδων Ελλήνων για καταναγκαστική εργασία στην επικράτεια του Τρίτου Ράιχ. Υπάρχουν λιγοστές φωτιές µε θετικές συνδηλώσεις στη συλλογική µνήµη· ανάµεσά τους εκείνη µε την οποία οι διαδηλωτές έκαψαν τους καταλόγους των επιστράτων στο υπουργείο Εργασίας. ∆ικαίως! ∆ιότι στη διάρκεια του πολέµου περί τα 15 εκατοµµύρια ξένοι εργάτες, Ρώσοι, Πολωνοί και Γάλλοι κυρίως, δούλεψαν θέλοντας και µη σε γερµανικά εργοστάσια. Η εξαίρεση των Ελλήνων υπήρξε επιτυχία µε ουσιώδεις επιπτώσεις και συνεισφορές. Ο Κωνσταντίνος Λογοθετόπουλος, ο δωσίλογος πρωθυπουργός, εξοβελίστηκε ως ανίκανος να επιβάλει την πολιτική των αρχών κατοχής, ενώ αντιθέτως το ΕΑΜ, ανερχόµενο ήδη, περιβλήθηκε µε αίγλη και εξελίχθηκε σε µαζικό κίνηµα και κορµό της Αντίστασης.
Μετά τα ένδοξα της Κατοχής και τα δύσκολα του Εµφυλίου, στις αρχές πλέον του ’50, ο Πλουµπίδης θα αναλάβει την πολιτική ανασύνταξη των ηττηµένων. Θα δροµολογήσει τις διεργασίες διεύρυνσης που οδήγησαν αρχικά στη βραχύβια ∆ηµοκρατική Παράταξη και τελικά στην Ενιαία ∆ηµοκρατική Αριστερά, την Ε∆Α. Ο Πλουµπίδης εκτελούσε ασφαλώς εντολές της εξόριστης ηγεσίας, εντολές του Νίκου Ζαχαριάδη. Τις εκτελούσε όµως µε τη µέγιστη δυνατή ευρύτητα και ευελιξία, κρατώντας αποστάσεις από την κοµµουνιστική κουλτούρα ελέγχου, έτη φωτός από το ζαχαριαδικό «όπλο παρά πόδα». Η Ε∆Α έµελλε να πολυκαιρίσει, κάποιες στιγµές να θριαµβεύσει. ∆εν σηµατοδότησε απλώς την επάνοδο της Αριστεράς στην κοινοβουλευτική ζωή, άνοιξε τον δρόµο για τη µαχητική στράτευση των πολλών υπέρ του εκδηµοκρατισµού και της πολιτικής οµαλότητας. Πρόκειται για ειρωνεία της ιστορίας: αυτοί που πολέµησαν υπέρ του λεγόµενου «ελεύθερου κόσµου» υπονόµευαν συστηµατικά τη δηµοκρατία· εκείνοι που θέλησαν την υπέρβαση της αστικής δηµοκρατίας πάλευαν τώρα να την αποκαταστήσουν. Αποκορύφωµα το 114, το κίνηµα για την υπεράσπιση του συντάγµατος και οι Λαµπράκηδες, η ωραία γενιά του ’60 µε τις λέσχες και τις πολιτιστικές ευαισθησίες. Οταν αυτά ξεδιπλώθηκαν ο Πλουµπίδης δεν ήταν εκεί, δεν είδε τις επιλογές του να δικαιώνονται. Ισως κάπου στο σύµπαν να χαµογελούσε συνωµοτικά. ∆ιότι µέσα από τις τεθλασµένες της ιστορίας αυτός που δρούσε διαρκώς στο ηµίφως, ο παράνοµος κοµµουνιστής, συνεισέφερε τελικά στη δηµοκρατική οµαλότητα. Ακριβώς γι’ αυτό, παρότι δεν υπήρξε κοινοβουλευτικός άνδρας, τιµήθηκε από το Ιδρυµα της Βουλής σε ειδική στοχαστική εκδήλωση τον Οκτώβριο του 2018.
Ο Νίκος Πλουµπίδης ήταν παθιασµένος, αποτελεσµατικός και αφοσιωµένος. Αφοσιωµένος βαθιά, σχεδόν πρωτοχριστιανικά, στο Κοµµουνιστικό Κόµµα. Οταν το 1953 προκειµένου να σώσει τον Μπελογιάννη θέλησε να παραδοθεί, το κόµµα από την υπερορία τον στιγµάτισε ως χαφιέ της Ασφάλειας – έδρασε πάλι χωρίς την άδειά του. Ο Πλουµπίδης αρνήθηκε να εναντιωθεί. Είτε εν ζωή είτε µετά θάνατον το κόµµα θα µου αποδώσει το δίκαιον, είπε. Οταν σωριαζόταν νεκρός το κόµµα διέδιδε πως απολαµβάνει στην Αµερική τα αργύρια της προδοσίας του.
Πολύ αργότερα, το 1977, όταν το πολιτικό τραγούδι µεσουρανούσε, ο Θάνος Μικρούτσικος κυκλοφόρησε σε στίχους του Μάνου Ελευθερίου τον δίσκο «Τροπάρια για φονιάδες». Το πρώτο τραγούδι, εµπνευσµένο από τον θάνατο του Πλουµπίδη, κατονοµάζει τους δηµίους του: «Οι λύκοι αγκαλιά µε τα σκυλιά». Τα «σκυλιά» ήταν αναµφίβολα οι διωκτικοί µηχανισµοί του κράτους της ∆εξιάς. Εμβατηριακή, στομφώδης, ιερατική, η φωνή της Μαρίας Δημητριάδη σπάει ανεπαίσθητα πριν ξεστομίσει τη λέξη «λύκοι»…