Τι κρύβει η πτώση του ασανσέρ στις εστίες του ΑΠΘ;

Η εισαγγελική, αλλά και η δημοσιογραφική έρευνα, με αφορμή την πτώση ενός ασανσέρ στις φοιτητικές εστίες του ΑΠΘ, εντοπίζονται στο αν το συγκεκριμένο ασανσέρ ήταν ή όχι καλά συντηρημένο.

Η αρμόδια για τις φοιτητικές εστίες αρχή και συγκεκριμένα το Ινστιτούτο Νεότητας και Δια Βίου Μάθησης, ΙΝΕΔΙΒΙΜ, το οποίο ανήκει στο υπουργείο Παιδείας, υποστηρίζει ότι τα ασανσέρ στις εστίες συντηρούνται κανονικά.

Σε εντελώς αντίθετη γραμμή, ο εγκεκριμένος οργανισμός ελέγχου ανελκυστήρων ανακοίνωσε ότι πράγματι το συγκεκριμένο ασανσέρ είχε υποβληθεί σε έλεγχο από έμπειρο επιθεωρητή και το 2022 και το 2023. Αλλά ούτε τη μια, ούτε και την άλλη χρονιά δεν πληρούσε τις προδιαγραφές καταλληλότητας και γι’ αυτό δεν έλαβε το νόμιμο πιστοποιητικό ελέγχου.

Που σημαίνει ότι ναι μεν το ασανσέρ υποβάλλονταν σε τακτικούς ελέγχους για την έκδοση του σχετικού πιστοποιητικού καταλληλότητας, χωρίς όμως πρώτα να έχει υποβληθεί σε κανονική συντήρηση, προκειμένου να αποκατασταθούν τα σοβαρά προβλήματα που, όπως εκ του αποτελέσματος προκύπτει, αντιμετώπιζε.

Μέχρι που η τελική πτώση του, ευτυχώς νύχτα και σε ώρα που οι φοιτητές κοιμόντουσαν, αποκαλύπτει όλη την αλήθεια.

Ο ανελκυστήρας στις φοιτητικές εστίες του ΑΠΘ που κατέρρευσε, είναι αντιπροσωπευτικός του τι συμβαίνει στα πανεπιστήμια της χώρας τα τελευταία χρόνια.

Εξωτερικά φαίνεται ότι λειτουργούν καλά, αλλά στην πραγματικότητα τίποτε δεν είναι όπως θα έπρεπε.

Με τις παθογένειες να αποκαλύπτονται η μία μετά την άλλη όταν συμβαίνει η… στραβή.

Δυο χρόνια ακριβώς πριν από σήμερα, ένα άλλο περιστατικό, κατά… τραγική σύμπτωση και εκείνο στο ΑΠΘ, ανέδειξε μια άλλη σοβαρή παθογένεια στα δημόσια πανεπιστήμια.

Ένας φοιτητής της Νομικής Σχολής έπεσε από το παράθυρο της αίθουσας διδασκαλίας την ώρα που παρακολουθούσε μάθημα.

Η αιτία της πτώσης του αποδόθηκε στην αρχή σε δική του ευθύνη. Καθώς ήταν εκείνος που επέλεξε να καθίσει για να παρακολουθήσει μάθημα στο περβάζι ενός ανοικτού παράθυρου.

Οι παροικούντες την πανεπιστημιακή Ιερουσαλήμ, όμως, γνωρίζουμε καλά ότι οι αίθουσες και οι υποδομές που υπάρχουν δεν αρκούν για να εξυπηρετήσουν το σύνολο των φοιτητών.

Η τραγική αυτή αλήθεια καλύπτεται προς τα έξω, καθώς η καλή λειτουργία των πανεπιστημίων στηρίζεται στη συνήθη τακτική των φοιτητών να μην παρακολουθούν ποτέ όλοι τα μαθήματα.

Γι’ αυτό και κάποιος σοφός καθηγητής είχε πει κάποτε ότι, αντί οι φοιτητές να αντιδρούν στην υποβάθμιση των σπουδών τους απέχοντας από τα μαθήματα, θα έπρεπε να κάνουν το ακριβώς αντίθετο.

Να εμφανιστούν, δηλαδή, την ημέρα της διαμαρτυρίας όλοι μαζί οι εγγεγραμμένοι φοιτητές στις αίθουσες για να αναδείξουν το μεγάλο πρόβλημα της ανεπάρκειας των κτιριακών υποδομών.

Αλλά και πέρσι, πάλι στο ΑΠΘ κατά σατανική σύμπτωση, μια άλλη κορυφή του παγόβουνου της υποχρηματοδότησης των πανεπιστημίων αποκαλύπτονταν. Σε ένα εργαστήριο έπεσε, μέρα μεσημέρι, το ταβάνι στα κεφάλια των εκπαιδευόμενων φοιτητών.

Όπως επίσης σε γειτονική σχολή, που διαθέτει υπόγειες αίθουσες και εργαστήρια, τα μαθήματα διακόπηκαν για αρκετές μέρες, μετά από ένα περιστατικό δυνατής βροχής, σαν κι αυτές που εμφανίζονται όλο και συχνότερα τελευταία με την επελαύνουσα κλιματική κρίση. Καθώς τα υπόγεια πλημμύρισαν και έγινε του… Θεσσαλικού κάμπου.

Η τραγική ειρωνεία είναι ότι στις συγκεκριμένες υπόγειες αίθουσες που πλημμύρισαν, οι φοιτητές εκπαιδεύονται στην κατανόηση του φαινομένου της πλημμύρας και στον σχεδιασμό έργων για την αντιπλημμυρική θωράκιση και προστασία των λεκανών απορροής. Οπότε, κυβερνητική προπαγάνδα μπορεί και να το αποδώσει σε… προχωρημένη εκπαιδευτική διαδικασία για την πρακτική εξάσκηση των φοιτητών.

Όπως γίνεται φανερό, κάτι σάπιο συμβαίνει στο βασίλειο της Δανιμαρκίας.

Από τα ασανσέρ, τους φοιτητές και τα ταβάνια που πέφτουν, μέχρι τις αίθουσες που πλημμυρίζουν όταν βρέχει, κάτι συστηματικό συμβαίνει στα ελληνικά πανεπιστήμια.

Μια απλή ματιά στα ευρωπαϊκά συγκριτικά δεδομένα για τη χρηματοδότηση της ανώτατης εκπαίδευσης είναι αποκαλυπτική.

Η Ελλάδα είναι η τελευταία χώρα της Ευρώπης ως προς τη χρηματοδότηση των πανεπιστημίων.

Ενώ στην Ευρώπη ο μέσος όρος χρηματοδότησης είναι 11.700 ευρώ ανά φοιτητή τον χρόνο, στην Ελλάδα η αντίστοιχη κατά κεφαλήν χρηματοδότηση είναι περίπου πέντε φορές μικρότερη.

Αφού σε κάθε Έλληνα φοιτητή αντιστοιχούν μόλις 2.360 ευρώ ετησίως.

Όταν στη Ρουμανία είναι 3.533 και στη γειτονική Βουλγαρία, στη φτωχότερη, μετά από εμάς, χώρα της Ευρώπης, είναι 2.759 ευρώ.

Που λεφτά για επισκευή και συντήρηση ανελκυστήρων και που λεφτά για νέες αίθουσες διδασκαλίας και για καινούργια και σύγχρονα ερευνητικά εργαστήρια…

Εδώ δεν υπάρχουν χρήματα για να συμμετέχουμε σε επιστημονικά συνέδρια, όπως κάποτε συνέβαινε.

Ήταν τότε, προ της οικονομικής κρίσης, που τα πανεπιστήμια ελάμβαναν ετήσια τακτική επιχορήγηση για να καλύπτουν τα έξοδα λειτουργίας τους, τρεις φορές μεγαλύτερη σε σχέση με σήμερα.

Τριακόσια ογδόντα (380) εκατομμύρια ευρώ διατέθηκαν σε όλα τα πανεπιστήμια της χώρας την τελευταία χρονιά πριν από τα μνημόνια και συγκεκριμένα το 2010. Για να καταρρεύσει η τακτική χρηματοδότηση των πανεπιστημίων αργότερα και να φτάσει στα 90 εκατομμύρια ευρώ το 2019, όταν βγαίναμε από αυτά.

Τα δημόσια πανεπιστήμια, όπως και σύσσωμος ο δημόσιος τομέας της χώρας και μαζί με αυτόν και σύσσωμος ο ελληνικός πληθυσμός, επιχειρηματίες, μισθωτοί και συνταξιούχοι, πληρώσαμε βαρύ το τίμημα του δημοσιονομικού εκτροχιασμού της Ελλάδας προ του 2008.

Το περίεργο είναι όμως ότι ακόμη και σήμερα, έξι χρόνια μετά το τέλος της κρίσης και την έξοδο από τα μνημόνια και ενώ διανύουμε την έκτη χρονιά που η ελληνική κυβέρνηση υποβάλλει προϋπολογισμό απαλλαγμένο από τις δεσμεύσεις των δανειστών, η τακτική επιχορήγηση για τα πανεπιστήμια δεν έχει, ακόμη, αποκατασταθεί.

Από τα 90 εκατομμύρια ευρώ που ελάμβαναν ετησίως όλα τα πανεπιστήμια της χώρας στο τέλος της κρίσης, δηλαδή το 2019, σήμερα εξακολουθούν να υπολείπονται κατά πολύ της χρηματοδότησης που ελάμβαναν προ κρίσης.

Καθώς φέτος, εν έτει 2024, το σύνολο των πανεπιστημίων της χώρας λαμβάνουν μόλις 130 εκατομμύρια ευρώ ετήσια τακτική χρηματοδότηση. Το ένα τρίτο, δηλαδή, της χρηματοδότησης που ελάμβαναν προ του 2010.

Για να δοθεί μια γεύση πόσα χρήματα θα έπρεπε να λαμβάνουν τα ελληνικά πανεπιστήμια για να φτάσει η λειτουργία τους στο επίπεδο των ευρωπαϊκών, πολλαπλασιάστε τα σημερινά ποσά χρηματοδότησης επί πέντε.

Αφού πέντε φορές υπολειπόμαστε από τις αντίστοιχες χρηματοδοτήσεις των ευρωπαϊκών πανεπιστημίων.

Κι αυτό, για να υπάρχει περιθώριο όχι μόνο τα πανεπιστήμια να λειτουργούν επαρκώς, αλλά και για να εξοπλιστούν με σύγχρονες υποδομές και να αποκτήσουν και εργαστηριακό εξοπλισμό.

Αφού για τους 503.864 φοιτητές που σπουδάζουν στα ελληνικά πανεπιστήμια, διατίθενται ετησίων στη χώρα μας σήμερα για την κάλυψη του συνόλου των δαπανών τους, για την κάλυψη δηλαδή της μισθοδοσίας του προσωπικού, των λειτουργικών τους εξόδων και την κάλυψη των δημόσιων επενδύσεων για σύγχρονους κτιριακούς εξοπλισμούς και υποδομές, μόλις 938,7 εκατομμύρια ευρώ.

Μια κατά κεφαλήν αναλογία, δηλαδή, της τάξης του 2.360 ευρώ/φοιτητή. Όταν στην Ευρώπη η μέση αναλογία είναι πενταπλάσια.

Ένα μέσο πανεπιστήμιο στην Ευρώπη, δηλαδή, με ίσο φοιτητικό πληθυσμό με αυτόν στην Ελλάδα λαμβάνει σήμερα συνολικά από το κράτος κάτι περισσότερο από 4,5 δις ευρώ ετησίως.

Η ίδια, περίπου, δυσμενής αναλογία σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη ισχύει, όμως και ως προς την αναλογία φοιτητών προς καθηγητές.

Ένας καθηγητής ανά 47 φοιτητές στην Ελλάδα, όταν στην Ευρώπη η μέση αναλογία είναι ένας καθηγητής ανά 13 φοιτητές.

Όμως για να μην είμαστε αχάριστοι, πρέπει να ομολογήσουμε ότι η ελληνική κυβέρνηση μερίμνησε για τη δημόσια Παιδεία και έλαβε διορθωτικά μέτρα γι’ αυτή την κατάσταση.

Το πρώτο πράγμα που έκανε ήταν να μειώσει δραστικά τον αριθμό των φοιτητών στα δημόσια πανεπιστήμια. Με την Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής, την οποία επινόησε, 15.000 νέοι, περίπου κάθε χρόνο, κόβονται από τα ελληνικά πανεπιστήμια.

Το γεγονός ότι ο τρόπος εισαγωγής στα ελληνικά πανεπιστήμια δεν είναι διαπιστωτικός των γνώσεων των υποψηφίων, για να έχει νόημα η βαθμολογική βάση, αλλά έχει ως σκοπό την κατάταξή τους κατά σειρά επιτυχίας, ώστε να καλυφθεί ο εκ των προτέρων δεδομένος αριθμός θέσεων, δεν απασχόλησε κανέναν…

Έτσι, στα τέσσερα χρόνια εφαρμογής του μέτρου, μειώθηκε ο φοιτητικός πληθυσμός κατά 60.000 περίπου φοιτητές. Αυξάνοντας, έτσι, τεχνητά τον δείκτη της κατά κεφαλήν χρηματοδότησης.

Αλλά η φροντίδα της ελληνικής κυβέρνησης για την ανώτατη εκπαίδευση δεν σταμάτησε εδώ. Για να μη μείνουν χωρίς την ευκαιρία της πανεπιστημιακής Παιδείας τα ελληνόπουλα, επέτρεψε, κατά παράβαση της συνταγματικής νομιμότητας, την ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων. Εξομοιώνοντας την Ελλάδα με ολόκληρο τον πολιτισμένο κόσμο.

Τώρα, πλέον, όποιος Έλληνας επιθυμεί, εντελώς ελεύθερα και χωρίς περιορισμούς που μόνο σε ανελεύθερα καθεστώτα υπάρχουν, μπορεί να στέλνει τα παιδιά του σε ιδιωτικό πανεπιστήμιο ή σε κολέγιο. Πληρώνοντας δεκάδες χιλιάδες ευρώ για τις ανώτατες σπουδές τους.

Τα ιδιωτικά πανεπιστήμια, άλλωστε, έχουν πολλαπλά πλεονεκτήματα, σε σχέση με τα δημόσια.

Ξεκινώντας από τα καλύτερα ασανσέρ…

Απορίας άξιο είναι, παρόλα αυτά, γιατί στην Ευρώπη οι… κουτόφραγκοι δεν προτιμούν τα ιδιωτικά, αλλά επιμένουν να επιλέγουν τα δημόσια πανεπιστήμια.

Τα οποία εξακολουθούν να καλύπτουν ποσοστό μεγαλύτερο από το 90% του εκεί φοιτητικού πληθυσμού.

* Ο Γιάννης Μυλόπουλος είναι Καθηγητής, πρώην Πρύτανης ΑΠΘ, Περιφερειακός Σύμβουλος, Επικεφαλής της παράταξης ΑΛΛΑΓΗ στην Περιφέρεια Κ. Μακεδονίας

Πηγή: tvxs.gr

Ετικέτες