Η τροπολογία του υπουργείου Εργασίας που προκάλεσε αντιδράσεις (με κυριότερη του ΚΚΕ, το οποίο έκανε λόγο για «κατάργηση του δικαιώματος στην απεργία») και αποσύρθηκε πριν τις γιορτές, «επιστρέφει» ως διάταξη στο πολυνομοσχέδιο με τα προαπαιτούμενα για το κλείσιμο της τρίτης αξιολόγησης.
Η επίμαχη διάταξη, με τις απαραίτητες διευκρινίσεις, θα αφορά στο ποσοστό της απαρτίας για συζήτηση και λήψη απόφασης κήρυξης απεργίας στις γενικές συνελεύσεις πρωτοβάθμιων σωματείων, στην αποζημίωση για εργατικά ατυχήματα με ευθύνη του εργοδότη και στον προγραμματισμό και την παροχή εργασίας του προσωπικού των ΚΤΕΛ.
Με την απόσυρση της τροπολογίας, στόχος της κυβέρνησης, όπως είχε τονιστεί, ήταν να δοθεί ο χρόνος για συζήτηση των αλλαγών στο Κοινοβούλιο, ώστε να μην υπάρχουν «προσχηματικές ενστάσεις», ενώ πηγές του υπουργείου Εργασίας επεσήμαιναν ότι οι προωθούμενες παρεμβάσεις δεν αφορούν συνολικά την απεργία και δεν συρρικνώνουν το δικαίωμα των εργαζομένων σε αυτήν.
Ας δούμε όμως αναλυτικότερα τι θα σημάνουν οι αλλαγές που φέρνει η εν λόγω διάταξη, λίγο πριν αυτή κατατεθεί εκ νέου στη Βουλή.
Για την απεργία
Στο πλαίσιο της δεύτερης αξιολόγησης αποκρούστηκαν από την ελληνική πλευρά πολλές απαιτήσεις των θεσμών σε ζητήματα του συνδικαλιστικού νόμου όπως η θεσμοθέτηση της ανταπεργίας (lock out), η επί τα χείρω αλλαγή στο χρόνο προειδοποίησης για την κήρυξη της απεργίας, η θεσμοθέτηση γενικής ρήτρας απόλυσης των συνδικαλιστικών στελεχών αλλά και η συρρίκνωση του χρόνου των συνδικαλιστικών αδειών.
Η μόνη αλλαγή που συμφωνήθηκε και εμπεριέχεται στην διάταξη για την τρίτη αξιολόγηση, αφορά στον κανόνα της απαρτίας στη λήψη απόφασης για απεργία από τα πρωτοβάθμια επιχειρησιακά σωματεία. Αυτή τη στιγμή, το ισχύον πλαίσιο προβλέπει ότι για τη λήψη απόφασης για απεργία στα επιχειρησιακά σωματεία πρέπει να παρίσταται στη γενική συνέλευση το 1/3 (ή και το 1/5***, αλλά τότε απαιτείται αυξημένη πλειοψηφία, ήτοι των 3/4 των παρισταμένων) των οικονομικά τακτοποιημένων μελών. Συμφωνήθηκε το 1/3 να γίνει 1/2.
Τονίζουμε ότι η αλλαγή έχει να κάνει μόνο με τον αριθμό των μελών που οφείλουν να παρίστανται ώστε να υπάρχει απαρτία καθώς για τη λήψη της απόφασης θα συνεχίσει να ισχύει η απλή πλειοψηφία επί των παρόντων.
Ωστόσο, όπως υπογραμμίζουν πηγές του υπουργείου Εργασίας, καμία αλλαγή δεν επέρχεται στα πρωτοβάθμια σωματεία ευρύτερης περιφέρειας (π.χ. Αττικής) ή πανελλαδικής εμβέλειας, καθώς και στις δευτεροβάθμιες και στην τριτοβάθμιες συνδικαλιστικές οργανώσεις. Σε αυτές τις περιπτώσεις, άλλωστε, η απόφαση για απεργία λαμβάνεται από το διοικητικό συμβούλιο, όπου δεν έχουν εφαρμογή οι ανωτέρω κανόνες απαρτίας.
Πρακτικά δηλαδή, η αλλαγή αφορά τα σωματεία που λαμβάνουν τη σχετική απόφαση μέσα από γενική συνέλευση, στα οποία αντικειμενικά θα καταστεί πιο δύσκολη μελλοντικά η λήψη απόφασης για απεργία, καθώς θα απαιτείται πλέον η συμμετοχή στη συνέλευση του 50% των οικονομικά τακτοποιημένων μελών ώστε να υπάρχει απαρτία. Η λήψη της απόφασης, όπως προαναφέραμε, θα συνεχίσει να λαμβάνεται με απλή πλειοψηφία των παρόντων.
Όπως επισημαίνουν πηγές του υπουργείου Εργασίας, με αυτή την περιορισμένη αλλαγή κλείνει οριστικά το ζήτημα του συνδικαλιστικού νόμου και φεύγει από το τραπέζι των διαπραγματεύσεων και των συζητήσεων με τους θεσμούς.
Άλλωστε, τονίζουν οι ίδιες πηγές, το δικαίωμα στην απεργία προστατεύεται από την ελληνική και τη διεθνή νομοθεσία και αναγνωρίζεται ρητά από το ελληνικό Σύνταγμα, αλλά και τον Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Επίσης, υπογραμμίζουν, η διαπραγμάτευση για τα εργασιακά δεν μπορεί να ιδωθεί εστιάζοντας αποκλειστικά σε ένα σημείο (είτε αυτό είναι θετικό, είτε αρνητικό, είτε ασήμαντο), διότι τότε θα ίσχυε εκείνο το ρητό με το δέντρο και το δάσος. Στα εργασιακά, υπενθυμίζουν, η κυβέρνηση έχει ήδη ψηφίσει την επαναφορά των συλλογικών συμβάσεων εργασίας, έχει αναβαθμίσει τους ελεγκτικούς μηχανισμούς (με πρώτο και κύριο τη λειτουργία του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας), καταπολεμά ή τουλάχιστον καταβάλλει μεγάλες προσπάθειες για την καταπολέμηση της αδήλωτης και υποδηλωμένης εργασίας κ.α.
Η διάταξη στην πράξη
Ας δούμε όμως την πρακτική εφαρμογή της ρύθμισης: Έστω ότι μία επιχείρηση έχει 300 εργαζόμενους, 130 εκ των οποίων είναι εγγεγραμμένοι στο επιχειρησιακό σωματείο. Τα οικονομικώς τακτοποιημένα μέλη, ας υποθέσουμε ότι είναι τα 100. Η απαρτία στη γενική συνέλευση για την κήρυξη απεργίας θα οριστεί με μέτρο τα 100 άτομα.
Συνεπώς, μέχρι σήμερα, η απαρτία θα επιτυγχανόταν σε μια γενική συνέλευση 30 ανθρώπων στην πρώτη συνέλευση, 25 στη δεύτερη (αν δεν είχε απαρτία η πρώτη) και 20 ανθρώπων στην τρίτη συνέλευση. Σημειώνεται δε, ότι κατά την πρώτη συνέλευση απαιτείται σχετική πλειοψηφία επί των μελών που συμμετέχουν, ενώ στη δεύτερη και τρίτη συνέλευση απαιτείται αυξημένη πλειοψηφία 3/4.
Με την τροπολογία που αναμένεται να ψηφιστεί, αυτό που αλλάζει είναι ότι θα χρειαστούν 50 + 1 άτομα για να υπάρξει απαρτία για τη συνέλευση, δίχως να υπάρχει κάποια μείωση ως προς τον αναγκαίο αριθμό για την απαρτία σε επόμενες συνελεύσεις ενώ, για την κήρυξη της απεργίας, θα απαιτείται σχετική πλειοψηφία, όπως και κατά την πρώτη συνέλευση υπό το ισχύον πλαίσιο.
Αξίζει να τονιστεί ότι οι δομές του συνδικαλιστικού κινήματος είναι εκείνες που μπορούν σε κάθε περίπτωση να δώσουν την δυνατότητα απεγκλωβισμού.
Για παράδειγμα, εφόσον το επιχειρησιακό σωματείο είναι μέλος ομοσπονδιών, εργατικών κέντρων κ.ο.κ., η απόφαση για την απεργία μετατοπίζεται από την συνέλευση του σωματείου στα Διοικητικά Συμβούλια των δευτεροβάθμιων φορέων.
Τι αλλάζει για το εργατικό ατύχημα
Σε περίπτωση εργατικού ατυχήματος, ο κανόνας είναι η απαλλαγή του εργοδότη από την ευθύνη καταβολής αποζημίωσης και η ανάληψη της σχετικής ευθύνης από τον ασφαλιστικό φορέα.
Αντίθετα, εάν το εργατικό ατύχημα οφείλεται σε δόλο του εργοδότη, τότε ο εργοδότης υποχρεούται να καταβάλει αφενός τη δαπάνη του ασφαλιστικού φορέα από τις χορηγούμενες προς τον παθόντα ασφαλιστικές παροχές και αφετέρου, στον ίδιο τον παθόντα, τη διαφορά ανάμεσα στις παροχές που αυτός λαμβάνει από τον ασφαλιστικό του φορέα και την πλήρη αποζημίωση που δικαιούται κατά τις κοινές διατάξεις του ασφαλιστικού κώδικα.
Ως προς την ευθύνη του δόλιου εργοδότη και την έκταση αυτής έχουν προκληθεί σοβαρές ερμηνευτικές αμφισβητήσεις με αποτέλεσμα να υιοθετούνται ερμηνευτικές εκδοχές, που οδηγούν σε περιορισμό των δικαιωμάτων των εργαζομένων και σε αναιτιολόγητη οικονομική επιβάρυνση του ΕΦΚΑ (τ. ΙΚΑ).
Ειδικότερα, τίθεται το ζήτημα εάν ο εργοδότης ευθύνεται μόνο στην περίπτωση που ο δόλος του καλύπτει και το αποτέλεσμα του εργατικού ατυχήματος (μόνο, δηλαδή, εφόσον ο εργοδότης θέλησε ή αποδέχθηκε και την ίδια τη βλάβη του εργαζομένου) ή εάν ευθύνεται και στην περίπτωση που το εργατικό ατύχημα συνδέεται αιτιωδώς με δόλια παραβίαση από τον εργοδότη των διατάξεων για την υγεία και την ασφάλεια στην εργασία.
Με την προτεινόμενη ρύθμιση, όπως διευκρινίζουν πηγές του υπουργείου Εργασίας, αίρεται η σχετική ερμηνευτική αμφισβήτηση και αποσαφηνίζεται ότι ο εργοδότης ευθύνεται όταν επιδεικνύει δόλο είτε ως προς την παραβίαση της κείμενης νομοθεσίας περί ασφάλειας και υγείας στην εργασία είτε ως προς αυτό καθεαυτό το αποτέλεσμα του εργατικού ατυχήματος
Για τους εργαζόμενους στα ΚΤΕΛ
Υπό το ισχύον καθεστώς, ο κλάδος των οδηγών ΚΤΕΛ και Τουριστικών Λεωφορείων εξαιρείται από την υποχρέωση ανάρτησης πίνακα εβδομαδιαίων αναπαύσεων του προσωπικού κίνησης, των ημερήσιων στοιχείων προσωπικού και δρομολογίων και υπερωριών ηλεκτρονικά στο Πληροφοριακό Σύστημα του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας.
Ειδικότερα, οι συγκεκριμένοι κλάδοι υποχρεούνται μόνο σε τήρηση α) αθεώρητου βιβλίου υπερωριών, β) απλού μηνιαίου πίνακα εβδομαδιαίων αναπαύσεων του προσωπικού κίνησης και γ) αθεώρητου ημερήσιου βιβλίου εργασίας προσωπικού και δρομολογίων για κάθε λεωφορείο.
Η αδικαιολόγητη αυτή εξαίρεση, εξηγούν πηγές του αρμόδιου υπουργείου, έχει οδηγήσει σε πολλαπλά φαινόμενα αυθαιρεσιών και καταστρατήγησης των δικαιωμάτων των εργαζομένων, καθώς τα αρμόδια ελεγκτικά όργανα δεν είναι σε θέση να επιτελέσουν αποτελεσματικά το έργο τους.
Με την προτεινόμενη διάταξη, αναφέρουν οι ίδιες πηγές, εισάγεται η υποχρεωτική ηλεκτρονική καταχώρηση στο πληροφοριακό σύστημα του υπουργείου Εργασίας όλων των ανωτέρω στοιχείων, όπως ισχύει για το σύνολο των εργοδοτών.
Άλλωστε, τα πληροφοριακά συστήματα του υπουργείου έχουν πλέον διαδεδομένη και διαρκώς ευκολότερη χρήση, ώστε να μη δικαιολογείται ούτε για το λόγο αυτό η εξαίρεση του συγκεκριμένου κλάδου από τον κανόνα.
*** Ο Νόμος 1264/82 «Για τον εκδημοκρατισμό του συνδικαλιστικού κινήματος και την κατοχύρωση των συνδικαλιστικών ελευθεριών των εργαζομένων», στο άρθρο 8, παράγραφος 2 προέβλεπε ακριβώς τα εξής:
«Για να γίνει συζήτηση και για να ληφθεί απόφαση, κατά τις Συνελεύσεις, απαιτείται η παρουσία τουλάχιστο του ενός τρίτου (1/3) των οικονομικά τακτοποιημένων μελών. Αν δεν υπάρχει απαρτία κατά την πρώτη συζήτηση συγκαλείται νέα συνέλευση μέσα σε 2 μέχρι 15 μέρες κατά την οποία απαιτείται η παρουσία τουλάχιστο του ενός τετάρτου (1/4) των οικονομικά τακτοποιημένων μελών. Εάν δεν υπάρξει απαρτία κατά τη δεύτερη συνέλευση, συγκαλείται μέσα σε 2 μέχρι 15 μέρες τρίτη κατά την οποία είναι αρκετή η παρουσία του 1/5 των οικονομικά τακτοποιημένων μελών. (Νόμος 1264/82)».
Πηγή: left.gr