Θεόδωρος Τερζόπουλος: «Η μεγαλύτερη εξαπάτηση έγινε στο όνομα της αθηναϊκής δημοκρατίας»

Φωτογραφίες: Γιώργος Κονταρίνης/

Ο διεθνής σκηνοθέτης Θεόδωρος Τερζόπουλος στην τελική ευθεία της ριζοσπαστικής «Ορέστειας» του Αισχύλου προς την Επίδαυρο σε μια παράσταση που αποτελεί μεγάλο καλλιτεχνικό γεγονός.

Κάθε αναμέτρησή του με την τραγωδία είναι μετάβαση σε διακεκαυμένη ζώνη. Στον ψυχρό πυρήνα ενός άστρου που αυτοαναφλέχθηκε και μετατράπηκε σε διαμάντι που αιωρείται. Ο διεθνής θεατράνθρωπος κυνήγησε τον αγαπημένο του θεό, τον Διόνυσο, σε όλα τα μήκη και πλάτη της γης. Στο συγκλονιστικό οδοιπορικό του έφτασε μέχρι τους Αβορίγινες της Αυστραλίας, τους Ινδιάνους του Αμαζονίου, στα σύνορα της Σιβηρίας με την Αλάσκα. Τώρα που ήρθε η σειρά του Αισχύλου και της «Ορέστειας» άλλαξε τους όρους του ταξιδιού. Κινήθηκε προς τα μέσα κάνοντας βουτιά στο υποσυνείδητο του μύθου και της ψυχής του. Για να ξεδιαλύνει τα αληθώς μικρά και τα ανεπανόρθωτα μεγάλα. Για να αλλάξει τον τρόπο που βλέπουμε την «Ορέστεια» αλλάζοντας πρώτα τον εαυτό του. Με ένα σώμα που πονούσε εξαιτίας ενός αυτοάνοσου που τον ταλαιπωρεί τους τελευταίους μήνες, καταδύθηκε σε μύχιες περιοχές, εκεί όπου δεν υπάρχει πια πόνος. Μόνο μνήμη. Αυτοαναλύθηκε, πάλεψε, επέμεινε και στο τέλος βγήκε ξανά στην επιφάνεια με τη δική του ριζοσπαστική ερμηνεία της αισχύλειας τριλογίας, που θεωρείται το καλλιτεχνικό γεγονός των φετινών Επιδαυρίων, με εκτενείς αναφορές σε όλα τα μεγάλα δίκτυα του εξωτερικού. Επειτα από 300 σκηνοθεσίες και 2.500 χιλιάδες παραστάσεις σε όλο τον κόσμο, ο Θεόδωρος Τερζόπουλος με τους συνεργάτες του θεάτρου Αττις και με έναν πολυπληθή χορό που θα έχει πρωταγωνιστικό ρόλο θα μας παρουσιάσουν την «Ορέστεια» –«Αγαμέμνονας», «Χοηφόροι» και «Ευμενίδες»– στις 12 και 13 Ιουλίου από το Εθνικό Θέατρο, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών. Ανάμεσα στις τελικές πρόβες, πριν από την κάθοδο στο αργολικό θέατρο, συναντηθήκαμε στο σπίτι του στο κέντρο της Αθήνας. Δεν θα μπορούσα να τον φανταστώ σε άλλο χώρο πέρα από το μπλε κομπάλτ καθιστικό που μοιάζει με μικρό προσωπικό θεατρικό μουσείο. Γύρω από τα δεκάδες δώρα που έχει φέρει απ’ τα ταξίδια του ξεκινήσαμε τη συζήτησή μας.

Γιατί τώρα, γιατί πρώτη φορά με το Εθνικό Θέατρο και γιατί με την «Ορέστεια»; Θέλατε πάντα να τη σκηνοθετήσετε;

Δεν είμαι σίγουρος ότι ήθελα. Είχα κάνει εξάλλου πρόσφατα ξανά τις «Βάκχες» στην Ταϊπέι, τη Μόσχα και τη Βουδαπέστη και σαν να είχα κλείσει το θέμα της αναζήτησης. Μετά ανακάλυψα έναν τόπο με παράδοση μοναδική, τη Γιακουτία στη βόρεια Σιβηρία, και έπαθα το σοκ της ζωής μου. Στα δρώμενα των σαμάνων που ζουν εκεί έβλεπες τη φύση, τα ζώα, τον Θεό και τον άνθρωπο στην πιο ολοκληρωμένη ενότητα που είχα συναντήσει. Το πολιτισμικό σοκ ήταν τεράστιο σε δύο απομονωμένα χωριά όπου οι κάτοικοι συνομιλούσαν μεταξύ τους σε μια διάλεκτο που αποτελείται κατά τα δύο τρίτα από ήχους της φύσης, των πουλιών και των ζώων. Τους ζήτησα να μεταφράσουν τα χωρικά των «Βακχών» και μου έπαιξαν δέκα στίχους στη δική τους γλώσσα, τη γλώσσα των ήχων. Συγκλονίστηκα και είπα ότι εκεί θέλω να ζήσω ή να πεθάνω. Με περιμένουν να ξαναπάω για τις έβδομες «Βάκχες» μου και θα το κάνω. Επομένως, όπως σου είπα, δεν είχα στο μυαλό μου την «Ορέστεια». Με έπεισε να συνεργαστώ με το Εθνικό Θέατρο ο καλλιτεχνικός διευθυντής Γιάννης Μόσχος και έτσι φτάσαμε στην παράσταση έπειτα από απόφαση που πήραμε από κοινού.

Πώς κατάφερε να σας κάνει να συνεργαστείτε με κρατικό θεσμό;

Με έπεισε με την καλοσύνη, τη σεμνότητά του και τη σοβαρότητά του. Είδα έναν άνθρωπο να πασχίζει για το θέατρο και που δεν βρίσκεται στη θέση του για να ευνοήσει τις δικές του προσωπικές υποθέσεις. Τον εκτίμησα βαθιά και έτσι είπα το «ναι» για την «Ορέστεια», μια σύνθετη και πολυπρόσωπη παραγωγή σε κλίμακα επική με 30 ηθοποιούς, την οποία δεν θα μπορούσα να αντέξω οικονομικά μόνος μου.

Από την «Ορέστεια» έχετε πει ότι σας δυσκόλεψαν περισσότερο οι «Ευμενίδες». Γιατί;

Αυτό που επηρέασε πολύ την ανάγνωση του έργου ήταν η περιπέτεια υγείας μου. Προσπάθησα να δω τον πυρήνα του κειμένου και να εναγκαλιστώ τον θάνατο, όπως έλεγε ο Χάινερ Μίλερ, βλέποντας τον κόσμο, τη δουλειά μου, την ύπαρξή μου διαφορετικά. Δεν μπορούσα να καταλάβω τις «Ευμενίδες», σαν να τις υποτιμούσαν οι σκηνοθέτες στο τέλος της τριλογίας. Αρχισα να τις μελετώ σαν τρελός πάνω από δύο μήνες προσπαθώντας να κατανοήσω τι είχε συμβεί με τη δημοκρατία, τη δικαιοσύνη, τον Αρειο Πάγο. Χρειάστηκα τις συμβουλές εξαιρετικών μελετητών, όπως ο Τάσος Αρχολέκας, ο οποίος μας έκανε διαλέξεις από ιστορική και πολιτική σκοπιά για να κατανοήσω τι είχε συμβεί και πώς η θεά Αθηνά έπεισε με ύπουλη μαεστρία τις Ερινύες που κυνηγούσαν τον μητροκτόνο Ορέστη να συνθηκολογήσουν στη μεγαλύτερη απάτη που έγινε ποτέ στον κόσμο. Παρουσιάζοντας το ψέμα σαν αλήθεια, όπως κάνουν οι πολιτικοί, και τυλίγοντας τις Ερινύες σε μια λαδόκολα με ψεύτικες υποσχέσεις, τις οποίες αναίρεσαν αμέσως μετά. Οι παλιές θεότητες που έρχονται από τα βάθη ενός αρχαίου πολιτισμού μετατρέπονται σε Ευμενίδες, ο Αρειος Πάγος επανιδρύεται χωρίς τις πολιτικές εξουσίες του και περιορίζεται στην υποστήριξη των συμφερόντων της άρχουσας τάξης. Η νέα τάξη πραγμάτων εγκαθιδρύεται, η μητριαρχία τελειώνει, η δημοκρατία έχει εγκαθιδρυθεί με ψέματα και fake news. Ενα πολίτευμα που μπορεί να είναι καλύτερο από τα άλλα, αλλά από τη γέννησή του είναι προβληματικό, με ευπαθή σημεία, πολλά κλειστά παράθυρα που δεν ανοίγουν και ανοιχτά που ξεχαρβαλώνονται. Η ίδια άρχουσα τάξη που δημιουργήθηκε τότε μας κυβερνά μέχρι σήμερα με όπλο το δημοκρατικό άλλοθι των ισχυρών.

«Ποιος κρίνει ότι κάποιος είναι άριστος; Μόνο ο χρόνος. Ο Λευτέρης Βογιατζής κι εγώ ήμαστε οι τελευταίοι μαθητές στη σχολή μας. Μας άφησαν στην ίδια τάξη και ξαναδώσαμε τον Σεπτέμβριο. Οι άριστοι ήταν άλλοι, εμείς η πλέμπα», λέει στο Documento ο Θεόδωρος Τερζόπουλος

Σας συγκίνησε πολύ η ιστορία τους;

Πολλές φορές έκλαιγα διαβάζοντας τον διάλογο της θεάς Αθηνάς με τις Ευμενίδες κάνοντας συνειρμούς με την παιδική μου ηλικία, με τον Εμφύλιο, με το πώς υπογράφηκε η Συμφωνία της Βάρκιζας, με τις εξορίες… Το φινάλε της τριλογίας θα είναι μια πένθιμη γιορτή ή μια νεκρώσιμη ακολουθία. Ο «Αγαμέμνονας» και οι «Χοηφόροι» είναι πιο προσβάσιμες τραγωδίες, υπάρχει σασπένς, θρίλερ, φονικά. Οι «Ευμενίδες» που είναι ριζωμένες στον μύθο με ρούφηξαν στο απίστευτο βάθος τους. Ηθελα στις «Ευμενίδες» να δώσω την πολιτική διάσταση, κανείς δεν θα δει στην παράσταση ένα λαϊκό δικαστήριο. Θα δει μια «Γκουέρνικα» ή έναν Καραβάτζο, τους πιο αγαπημένους μου αιρετικούς.

Εχετε πει ότι δεν πονούσατε όσο ψάχνατε στα σκοτάδια.

Οταν ανοίγει μια πόρτα και είσαι βαθιά σε μια άλλη περιοχή, με ένα υλικό που αντιμετωπίζεις για πρώτη φορά και όσο η περιέργεια μεγαλώνει, δεν καταλαβαίνεις τον πόνο. Ο πόνος είναι στο μυαλό και οι «Ευμενίδες» ήταν το παυσίπονό μου. Το ευάλωτο σώμα μου με βοήθησε να ξαναδώ αλλιώς τους μόνιμους συνεργάτες μου, τον Σάββα Στρούμπο που είναι συνδημιουργός στην παράσταση και τον εκτιμώ βαθιά, τον Τάσο Δήμα, τη Σοφία Χιλ, τον Δαυίδ Μαλτέζε, την Αγλαΐα Παππά και όλους τους υπόλοιπους, όπως και να μάθω από όλα τα νέα παιδιά της κρίσης που πρωταγωνιστούν στον χορό και σηκώνουν όλο το φορτίο στον πιο πολυπληθή χορό στην Επίδαυρο, που φέρει τη μανία, την τρέλα, το πάθος, το πένθος και όλες τις μεγάλες κλίμακες της τραγωδίας.

Τι θέλετε να μείνει στο μέλλον από όλα όσα κάνατε στο θέατρο;

Θα μείνει ό,τι είναι να μείνει. Εγώ δεν θέλω τίποτε. Αν η μέθοδός μου, που διδάσκεται στα μεγαλύτερα πανεπιστήμια του κόσμου, είναι ένα ισχυρό εργαλείο, θα μείνει. Ομως ο κόσμος αλλάζει. Σε λίγο με την εικονική πραγματικότητα και την τεχνητή νοημοσύνη δεν ξέρω αν θα υπάρχει θέατρο ή ένα διαδραστικό αυτοσχεδιαστικό ρέιβ πάρτι. Θα υπάρχουν κείμενα όσο θα φτωχαίνει ο εγκέφαλος και οι αισθήσεις θα υπολειτουργούν; Οσο φτωχαίνει η γλώσσα; Κανείς δεν γνωρίζει. Ολα διαρκούν λίγο. Ο,τι διαρκεί πιο πολύ μπορεί να είναι ένα τραύμα που συνεχίζει να αιμορραγεί.

Ποιο μπορεί να είναι αυτό το τραύμα;

Η μνήμη. Θα συνεχίσει να αιμορραγεί ή θα επουλώνεται με ψευτογάζες και ψευτοθεραπείες; Θα υπάρχει μνήμη ή μια θύμηση, μια απομνημόνευση; Εχουμε απομακρυνθεί πολύ από τους μεγάλους συγγραφείς, έχει δημιουργηθεί μια νέα δραματουργία που ασχολείται με μικρά θέματα. Ο άνθρωπος μικραίνει κι αυτό που μεγαλώνει και γίνεται εφιάλτης είναι η γιγαντοοθόνη, η εικονική πραγματικότητα που πάει να αυτονομηθεί χωρίς να μπορεί ο άνθρωπος να τη διαχειριστεί. Μέχρι να τον κατασπαράξει· και η Αναγέννηση, η αρχαία Ελλάδα, οι φιλόσοφοι, οι μεγάλες ιδέες να γίνουν κιμάς. Οι ανθρωπιστικές σπουδές δεν θα υπάρχουν, όλα θα αφομοιωθούν ή θα γίνουν κάτι άλλο και απομένει το ανθρώπινο σώμα ως το μόνο εργαλείο εξέγερσης και επανάστασης.

Οι νέοι από πού θα αντλήσουν δύναμη για να αντισταθούν;

Υπάρχει ασάφεια σε όλα τα επίπεδα, κανείς δεν ξέρει τι, πώς, γιατί, πού πάμε. Λέω πάντα στους νέους ότι η μόνη ελπίδα είναι να φτιάξουν ομάδες, κολεκτίβες, μικρά κύτταρα με ανθρώπους που συντονίζονται στο ίδιο μήκος κύματος με τις διαφορετικότητές τους. Ο άνθρωπος που είναι μόνος, όταν βλέπει κάποιον άλλον μόνο δεν πέφτει στην αγκαλιά του, τον εχθρεύεται. Ο ένας είναι εχθρός του άλλου γιατί είναι εχθρός του εαυτού του.

Τι γνώμη έχετε για τη δημοκρατία των αρίστων;

Και ποιος κρίνει ότι κάποιος είναι άριστος; Μόνο ο χρόνος μπορεί να κρίνει την αριστεία. Ο αγαπημένος μου φίλος, ο Λευτέρης Βογιατζής κι εγώ ήμαστε οι τελευταίοι μαθητές στη σχολή μας. Μας άφησαν στην ίδια τάξη και προετοιμαστήκαμε μαζί για να περάσουμε τον Σεπτέμβριο σκηνοθετώντας ο ένας τον άλλο. Οι άριστοι ήταν άλλοι, εμείς ήμασταν η πλέμπα.

Παρόλο που συνεργαστήκατε τελικά με το Εθνικό, εξακολουθείτε να μην έχετε εμπιστοσύνη στους κρατικούς θεσμούς;

Δεν δέχτηκα ποτέ θέσεις, αν και είχα πολλές προτάσεις να διευθύνω θεατρικές σκηνές και φεστιβάλ και εδώ και στο εξωτερικό. Εχω κάνει αμέτρητες παραστάσεις, χώρια τα συμπόσια, τις διαλέξεις, τα σεμινάρια από τη μια άκρη της γης ως την άλλη. Ηθελα πάντα να είμαι ελεύθερος σκοπευτής. Και τώρα παραμένω, αφού η συνεργασία μου με το Εθνικό Θέατρο γίνεται με τους δικούς μου όρους, με το θέατρο Αττις και την ομάδα μου και με πλήρη ελευθερία. Ποτέ δεν έκανα ούτε πρόκειται να κάνω τη δουλειά του συστήματος.

Από τους πολιτικούς έχετε κάποια ελπίδα;

Καμία, είναι όλοι μέσα στα παραθυράκια που αφήνει η δημοκρατία, ανάμεσα σε τροποποιήσεις, παράθυρα, σχισμές. Το σύστημα δημιουργεί και τους αρχηγούς και τους αντιπάλους. Η εποχή του Τσε Γκεβάρα έχει τελειώσει. Θα είναι πάντα ένα φωτεινό σύμβολο αλλά εκείνες οι εποχές έχουν γίνει κι αυτές ρετρό και το τραύμα δεν αιμορραγεί.

Τι θα θέλατε να κάνετε μετά την Επίδαυρο;

Να ξεκουραστώ. Εχω διαπράξει ύβρη υπερεκτιμώντας τις δυνάμεις μου επί χρόνια. Εχω γυρίσει τον πλανήτη δεκάδες φορές, αν ήμουνα πιλότος θα είχα πάρει δέκα συντάξεις, μόνο στην Ιαπωνία έχω κάνει 47 ταξίδια. Καταπονήθηκα, υπερέβαλα εαυτόν και το πλήρωσα. Τώρα θέλω να χαρώ τη ζωή, την καθημερινότητα, όλα όσα δεν έζησα. Χτες που βγήκα έξω είδα ξαφνικά τρία δαμάσκηνα τεράστια. Κι αυτό ήταν για μένα η παρουσία του Θεού. Μια καλή κουβέντα στον συνάνθρωπό μας για να πάψουν πια ο φθόνος, η ανοησία και η γελοιότητα, ενώ δίπλα μας στη Γάζα πεθαίνουν χιλιάδες άνθρωποι.

INFO
12 & 13 Ιουλίου, Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου