Θεατρικά και κριτικά: Στην αδυσώπητη μηχανή του Ρομέο Καστελούτσι

Θεατρικά και κριτικά: Στην αδυσώπητη μηχανή του Ρομέο Καστελούτσι
(© Ανδρέας Σιμόπουλος)

Για την παράσταση «Bros» του Ρομέο Καστελούτσι που ανέβηκε στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση.

Ο Ροµέο Καστελούτσι, ο οποίος ενώ απολαµβάνει εδώ και χρόνια τη διεθνή αναγνώριση µόλις πρόσφατα άρχισε να γίνεται δηµοφιλής στην πατρίδα του την Ιταλία, είναι γνωστός για τις εικόνες που δηµιουργεί επί σκηνής. Τεράστια κάδρα-έργα τέχνης που αγγίζουν τα οπτικά θαύµατα. Η νέα του παράσταση, που φιλοξενήθηκε από τη Στέγη, έχει ακριβώς όλα τα χαρακτηριστικά του ιδιότυπου, σκληρού και σκοτεινού ριζοσπαστικού θεάτρου του: δυστοπικό σκηνικό περιβάλλον, φουτουριστική αισθητική, χρήση τεχνολογίας στο έπακρο, απρόσωποι πρωταγωνιστές, ελλειπτικός ή ανύπαρκτος λόγος και βεβαίως η ανάδειξη της θεατρικής πράξης σε όραµα και θαύµα.

Το θέµα της παράστασης (ο τίτλος είναι η σύντµηση της λέξης αδέρφια) αναµφισβήτητα είναι η βία και η καταστολή µέσα από τον κρατικό µηχανισµό της αστυνοµίας και γι’ αυτό τον λόγο (σύµφωνα µε τα όσα διαδίδονται στο παρασκήνιο) στρατολογούνται (κυριολεκτικά όπως είδαµε) ερασιτέχνες ηθοποιοί για να συγκροτήσουν αυτά τα «τάγµατα ασφαλείας», οι οποίοι µε µόνο µία ηµέρα πρόβας εκτελούν οδηγίες που τους δίνονται µέσω ακουστικών, σε µια ρεαλιστική συνθήκη οργανωµένων αστυνοµικών επιθέσεων στους δρόµους. Τα ροµπότ που «σκανάρουν» περιστρεφόµενα το περιβάλλον, εντοπίζουν στόχους και πυροβολούν, οι εκκωφαντικοί στα όρια της ανθρώπινης αντοχής ήχοι και δονήσεις (µοιράζονται ωτασπίδες στην παράσταση) και η απροκάλυπτη σκηνική βία ανθρώπου σε άνθρωπο δηµιουργούν στο κοινό την εφιαλτική αίσθηση της ανασφάλειας και της απειλής, αίσθηση που κορυφώνεται όταν τα «τάγµατα» κατεβαίνουν στην πλατεία και το κυκλώνουν απειλητικά.

(© Ανδρέας Σιμόπουλος)

Η µαταιωµένη έναρξη της παράστασης µε τον λευκοντυµένο προφήτη που απαγγέλλει χωρία από τον «Ιερεµία» δίνει τον τόνο της απελπισµένης, καταδικασµένης ύπαρξης λίγο προτού το κοπάδι θανάτου εισβάλει στη σκηνή και επιδοθεί σε διαδοχικούς φόνους και εγκλήµατα, σε ένα ντελίριο βίας που στρέφει ακόµη και στο ίδιο τον εαυτό του, απαλλαγµένο από ενοχές, έχοντας πια εξουδετερώσει τον κοιµώµενο προφήτη-συνείδησή του. Το φινάλε είναι καθηλωτικό. Το µικρό αγόρι ντυµένο στα λευκά όπως ο προφήτης εµφανίζεται στη σκηνή σαν λυτρωτικό φως και ελπίδα. Ετσι νοµίζει, ανακουφισµένο, το κοινό. Οµως το αγόρι φορά το σήµα των «ταγµάτων», κατακρηµνίζοντας την ελπίδα, προοιωνίζοντας ένα ζοφερό µέλλον όπου τίποτε δεν πρόκειται να αλλάξει, µε τη βία να αναγεννιέται και να διαιωνίζεται. Το ερώτηµα για την κότα και το αυγό επανέρχεται εµµονικά, σαν άλυτος γόρδιος δεσµός, σαν ερώτηµα της Σφίγγας για µια ανθρωπότητα που εντέλει είναι καταδικασµένη από την ίδια της την ύπαρξη.

Η παράσταση είναι ζοφερή, απελπισµένη, σχεδόν συντελειακή. Και παρόλο που χαθήκαµε µες στον κόσµο του Καστελούτσι, σαν άλλα θύµατα που βίαια εισήγαγε ο ευφυής αυτός σκηνοθέτης, γίναµε τελικά µέτοχοι της µυσταγωγίας µετέχοντας µαγνητισµένοι σε αυτή την καλοστηµένη θεατρική µηχανή του. Γι’ αυτό άλλωστε θεωρείται και σπουδαίος.

Documento Newsletter