Λόγος για την παράσταση «Φθινόπωρο χειμώνας» του Λαρς Νορέν που ανεβαίνει σε σκηνοθεσία Νίκου Μαστοράκη στο Θέατρο Οδού Κεφαλληνίας.
Χαρακτηρισµένο ως «αστικό κουαρτέτο», πρώτο µέρος της οµώνυµης τριλογίας, το έργο «Φθινόπωρο χειµώνας» ανήκει στα λεγόµενα «οικογενειακά» έργα του Λαρς Νορέν, του σηµαντικότερου Σουηδού δραµατουργού µετά τον Στρίντµπεργκ.
Οικογενειακές υποθέσεις µε κυρίαρχο σχήµα τη δυναµική µητέρα, τον παθητικό πατέρα και δύο παιδιά διαφορετικών φύλων και σεξουαλικού προσανατολισµού (στην προκείµενη περίπτωση δύο κόρες) είναι το χαρακτηριστικό µοτίβο αυτών των έργων του.
Στο «Φθινόπωρο χειµώνας» η µηνιαία συνάντηση των τεσσάρων µελών µιας µεσοαστικής οικογένειας, µιας οικογένειας-πρότυπο που λειτουργεί υπό το πρόσχηµα του καλοκουρδισµένου κοινωνικού κυττάρου υπηρετώντας το στερεότυπο της ολοκληρωµένης οικογενειακής ευτυχίας, µετατρέπεται σε κανιβαλική αδηφάγα τελετουργία µέσα από την εναντίωση της επαναστατηµένης µικρότερης κόρης στην αυταρχική µητέρα της. ∆ιαµέσου αυτής της σύγκρουσης έρχονται στην επιφάνεια µυστικά και πάθη, αποκαλύψεις και εξοµολογήσεις, µιας και πλέον ο µανδύας συγκάλυψης έχει αποτραβηχτεί για τα καλά για να αναδυθούν οι φροϊδικές καταβολές της σκληρής αλήθειας: το πρότυπο της σκληρής γιαγιάς-πεθεράς από την οποία δεν απογαλακτίστηκε ποτέ ο πατέρας, η αυτούσια και καθ’ ολοκληρίαν µετάγγισή του στη σύζυγο-νύφη και η κατ’ ανάγκη διαµόρφωση του εξίσου αυταρχικού χαρακτήρα της.
Ο Νίκος Μαστοράκης, δεξιοτέχνης του θεάτρου µας, έκανε µια ιδιαίτερα προσεκτική ανάγνωση και µελέτη του κλειστοφοβικού αυτού σκανδιναβικού δράµατος, στο οποίο εύκολα κανείς µπορεί να αναγνωρίσει τις καταβολές από τον κλασικό «Πατέρα» του Στρίντµπεργκ και το «Μεγάλο ταξίδι της µέρας µέσα στη νύχτα» του Ο’ Νιλ. Σκηνοθέτησε ενορχηστρωτικά τέσσερις φωνές για ένα έργο δωµατίου µε συγχορδίες, αντιστίξεις και σόλο, περνώντας απ’ όλες τις βαθµίδες του piano και του forte στην ένταση. Αιχµηροί διάλογοι στην κόψη του ξυραφιού (σε πλήρη συνέπεια η µετάφραση του Γιώργου ∆επάστα) εν µέσω σκηνικών κιβωτίων, εγκιβωτισµένης ατµόσφαιρας και δαιδαλωδών διαδρόµων (ο ορισµός της νοηµατικής σχηµατοποίησης µιας παράστασης από την Ελένη Μανωλοπούλου) ξεσκεπάζουν ανικανοποίητες επιθυµίες, διαψεύσεις προτύπων, προσωπικές απογοητεύσεις – µε λίγα λόγια εµπειρίες της ζωής που διαµορφώνουν και πλάθουν τις προσωπικότητες και τις ελλειµµατικές σχέσεις τους. Η επιµέλεια της κίνησης από τη Μαρία Αλαβάνου κινήθηκε στην ανάδειξη αυτών των συµπλεγµατικών οικογενειακών σχέσεων.
Η µητέρα Μαργκαρέτα της Μπέττυς Αρβανίτη συγκεντρώνει όλο το υλικό της κυρίαρχης δεσποτικής φιγούρας µέσα από µια δωρική ερµηνεία της συγκαλυµµένης σιγουριάς, η Μαρία Καλλιµάνη επιβεβαιώνει τη στόφα της ηθοποιού υψηλών δυνατοτήτων αποδίδοντας τον βρασµό ψυχής πίσω από τη φαινοµενική και εύθραυστη ψυχραιµία της Εύας, η Αννα Καλαϊτζίδου κινείται µε θυµό και οξύνοια στον ρόλο της Αννας που αποτελεί την κινητήρια δύναµη της παράστασης, ενώ ο Αλκης Παναγιωτίδης ως ο πατέρας Χένρικ είναι τόσο εύγλωττα βουβός που αφήνει τα µάτια του να καθρεφτίσουν στο κοινό την εγκλωβισµένη ψυχή του.