Αρον άρον η κυβέρνηση ανοίγει δρόμο για αύξηση τιμών και υποβάθμιση της ποιότητας
Ενα ρέκβιεμ συνοδεύει πάντα τις κυβερνήσεις που εφαρμόζουν πολιτικές υπέρ της κερδοφορίας του κεφαλαίου. Παραδίδουν στην αγορά κοινωνικά αγαθά, εμπορευματοποιούν τη ζωή μας και τη θάβουν δημοσία (καπιταλιστική) δαπάνη. Τι είναι αυτό που κάνει την κυβέρνηση Μητσοτάκη, εν μέσω του θρήνου για την τραγωδία των Τεμπών και παράλληλα του προβληματισμού για την υποβάθμιση του σιδηρόδρομου, να προχωρά ακάθεκτη σε μια ακόμη «παράδοση – παραλαβή» κοινωνικού αγαθού;
Αυτές τις μέρες που η κοινωνία συλλογάται (και στους δρόμους της οργής), η κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει φέρει στη Βουλή την τελευταία πράξη της μετατροπής του νερού στη χώρα μας από δημόσιο αγαθό σε εμπόρευμα. Το προωθούμενο σχέδιο νόμου, που συζητείται εν μέσω σφοδρών αντιδράσεων, αποτελεί τον κρίσιμο κρίκο στον κύκλο εμπορευματοποίησης των υδάτων και των υπηρεσιών ύδρευσης ΕΥΔΑΠ/ΕΥΑΘ που έχει ανοίξει από χρόνια με πολιτικές εξυπηρέτησης του κεφαλαίου.
Ετσι ολοκληρώνεται ουσιαστικά η διαδικασία ιδιωτικοποίησης της ύδρευσης και της αποχέτευσης, όπως σημειώνει στο υπόμνημα της 7ης Μαρτίου 2023 προς την επιτροπή της Βουλής, εκ μέρους του Επιμελητηρίου Περιβάλλοντος και Βιωσιμότητας, η αντιπρόεδρος του ΣτΕ επί τιμή Μαρία Καραμανώφ.
Μάλιστα αναφέρει ότι αντί να επανορθώσει «την κατάφωρη καταστρατήγηση των αρχών του κράτους δικαίου που επέφερε ο Νόμος 4964/2022», το κράτος αποποιείται περαιτέρω τις αρμοδιότητες και τις ευθύνες του για παροχή ασφαλούς, ποιοτικής και καθολικής υδροδότησης σε προσιτή τιμή…
Μόνο δεινά για τους πολίτες
Ηδη, όπως προειδοποιούν κοινωνικοί και επιστημονικοί φορείς αλλά και εργαζόμενοι στις εταιρείες ύδρευσης και αποχέτευσης, η εξέλιξη αυτή εγκυμονεί κινδύνους, μια και η διαχείριση με κριτήριο το κέρδος δεν έχει σχέση με τις ανάγκες του κόσμου, αλλά οδηγεί σε αύξηση των τιμολογίων, ακόμη και σε υποβάθμιση της ποιότητας του νερού. Ολα αυτά την ίδια ώρα που η διεθνής πείρα καταδεικνύει ότι οι ιδιωτικοποιήσεις των υπηρεσιών και των υποδομών υδάτων μόνο δεινά για τους πολίτες επιφέρουν.
Σε χώρες της Ευρώπης αλλά και μέχρι την Αμερική αναζητούνται εναλλακτικές λύσεις (επαναδημοτικοποίηση ύδρευσης και συνεργατικά/συμμετοχικά σχήματα σε πόλεις όπως το Παρίσι, η Γκρενόμπλ, η Τεράσα κ.ά. ή κάποια μορφή αναστροφής της ιδιωτικοποίησης), ενώ δεν λείπουν ούτε οι πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις που αν και δεν σταματούν να διεκδικούν καλύτερους όρους δεν ξεχνούν να λένε ότι το νερό ως κοινωνικό αγαθό δεν μπορεί να συμβαδίζει με τον καπιταλιστικό δρόμο «ανάπτυξης»…
Πριν από ένα χρόνο το Μαξίμου αφαίρεσε (με τον ν. 4964/2022) τον έλεγχο του ελληνικού δημοσίου επί των δύο μεγαλύτερων φορέων παροχής υπηρεσιών ύδρευσης σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, καθώς επαναμεταβιβάστηκαν στο Υπερταμείο οι μετοχές ΕΥΔΑΠ/ ΕΥΑΘ. Και αυτό παρότι έχει εκδοθεί από το Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣτΕ) μια απόφαση το 2014 και δύο άλλες το 2022 με τις οποίες το ανώτατο ακυρωτικό δικαστήριο διατυπώνει με σαφήνεια ότι οι φορείς ύδρευσης πρέπει να είναι υπό δημόσιο έλεγχο.
Τώρα, εν έτει 2023, με το νέο σχέδιο νόμου της ΝΔ βάσει του οποίου η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας (ΡΑΕ) μετεξελίσσεται σε Ρυθμιστική Αρχή Αποβλήτων, Ενέργειας και Υδάτων, το κράτος παραδίδει «εκτός από τον έλεγχο, ακόμη και την απλή εποπτεία του (σ.σ.: του νερού)», κατά τη χαρακτηριστική διατύπωση της Μ. Καραμανώφ.
Οπως επισημαίνει στο Documento ο εκπρόσωπος των εργαζομένων στο ΔΣ της ΕΥΔΑΠ Γιώργος Αλεξανδράκης: «Είναι ανεπίτρεπτο και αντίθετο με τις αποφάσεις του ΣτΕ να εντάσσουν τους φορείς ύδρευσης, το νερό, στη ΡΑΕ, μια αρχή που ελέγχει με όρους ανταγωνισμού και λειτουργεί με βάση το κέρδος».
Και συμπληρώνει: «Ή κάτι δεν κάνουν καλά ή σε κάτι αποσκοπούν. Κατά την άποψη των εργαζομένων η κυβέρνηση της ΝΔ έχει συγκεκριμένη στόχευση. Επιδίωξη της κυβέρνησης Μητσοτάκη είναι να προχωρήσει η ιδιωτικοποίηση της ΕΥΔΑΠ/ ΕΥΑΘ/Δημοτικών Επιχειρήσεων Υδρευσης Αποχέτευσης (ΔΕΥΑ) και το νερό να γίνει από κοινωνικό αγαθό εμπόρευμα, σε μια λογική αγοραίου ανταγωνισμού».
Οπως εξηγεί ο ίδιος: «Σήμερα είναι φτηνή η τιμολόγηση του νερού της ΕΥΔΑΠ. Παρόλο που τα τιμολόγια είναι καθηλωμένα εδώ και πολλά χρόνια, πάνω από μια δεκαετία, η εταιρεία έχει υψηλή κερδοφορία. Τα ταμεία της είχαν 420 εκατ. ευρώ το 2019 και τώρα, αν και μειώθηκε στη συνέχεια το αποθεματικό της (λόγω μερισμάτων και μιας επιζήμιας συμφωνίας με το δημόσιο για το αδιύλιστο νερό), παραμένει να έχει 200 εκατ. ευρώ».
Σύμφωνα με τον Γ. Αλεξανδράκη, «οι νομοθετικές ρυθμίσεις που προωθεί η ΝΔ για το νερό οδηγούν σε ιδιωτικοποίηση της ΕΥΔΑΠ, σε αύξηση τιμολογίων και σε ποιοτική υποβάθμιση των υδάτινων πόρων».
Η εμπειρία της Θεσσαλονίκης
Οι εργαζόμενοι εδώ και χρόνια θέτουν στον δημόσιο διάλογο το πρόβλημα του να διαχειρίζονται την ύδρευση και την αποχέτευση εταιρείες εισηγμένες στο χρηματιστήριο με σκοπό το κέρδος – το 1999 είναι ορόσημο για την ΕΥΔΑΠ, ενώ το 2001 για την ΕΥΑΘ.
Η εμπειρία στη Θεσσαλονίκη την τελευταία εικοσαετία, όπως την περιέγραφε σε δημόσια παρέμβασή του προ διετίας ο χημικός και μέλος του ΔΣ του Σωματείου Εργαζομένων ΕΥΑΘ Κώστας Ζαμπέτογλου, σκιαγραφείται από τιμολόγια νερού που αυξήθηκαν υπέρογκα, από υποδομές που «γηράσκουν σταθερά, χωρίς οργανωμένο σχέδιο ανανέωσης» και με εργαζόμενους που μειώθηκαν στους 320 από πάνω από 750.
Στο ίδιο μήκος κύματος, σε εκδήλωση της Επιτροπής Αγώνα Εργαζομένων ΕΥΔΑΠ, ο επικεφαλής της Μανώλης Χαρατσής σχηματοποίησε ως εξής τις συνθήκες που διαμόρφωσαν το ΠΑΣΟΚ και η ΝΔ στην πορεία ιδιωτικοποίησης της ΕΥΔΑΠ: «Το μόνιμο προσωπικό τη δεκαετία του ’90, πριν ξεκινήσει η ιδιωτικοποίηση, ήταν 5.240 άτομα, ενώ ως το 2018 είχε μειωθεί φτάνοντας περίπου τα 2.100 άτομα με αυξημένο όγκο εργασίας. Παράλληλα υπήρξε μεγάλη πτώση των μισθών, που μεσοσταθμικά έφτασε το 35%».