Τετ α τετ με τον ιδιοκτήτη του ιστορικού Berlin της Θεσσαλονίκης

Τετ α τετ με τον ιδιοκτήτη του ιστορικού Berlin της Θεσσαλονίκης

Το «Lust for life» του Ιγκι Ποπ είναι το αγαπημένο τραγούδι του Θόδωρου_x000D_
Παπαδόπουλου και δεν το άκουγε πουθενά μέχρι το 1979 που άνοιξε στη Θεσσαλονίκη_x000D_
το Berlin για να παίζει τη μουσική που ήθελε να ακούει. 

Σύντομα, λόγω της ιδιαίτερης αισθητικής του, η Χρυσοστόμου Σμύρνης στο κέντρο έγινε διαχρονικό σημείο αναφοράς της πόλης και το Berlin το πιο αντεργκράουντ μπαρ της. Μέχρι σήμερα κάθε πρωί, γύρω στις οκτώ εννιά, κλειδώνει τη σιδερένια πόρτα του ξεπροβοδίζοντας πάνκηδες, διανοούμενους, ζωγράφους, πορνοστάρ, ηθοποιούς, δημοσιογράφους, νοικοκυρές που ήρθαν για να ακούσουν την ίδια μουσική. Ο Μπερλινάς, όπως τον ξέρουν οι Θεσσαλονικείς, ένας άνθρωπος που στα 65 του ζει με την ίδια όρεξη που είχε στα 25 και στα 35, άνοιξε την πόρτα του μπαρ του στο Documento και μας διηγήθηκε πώς το σκοτεινό μέχρι το ’79 στενό που ενώνει την Τσιμισκή με την παραλία έγινε το πιο ζωντανό στέκι της πόλης.

Το πρώτο ορθάδικο

«Πήρα το μαγαζί στα τέλη του ’79, έβαλα κάτω όλες τις ιδέες που είχα μαζέψει από τις γύρες μου. Ταξίδευα ήδη στην Ευρώπη: στην Ολλανδία, τη Σουηδία, τη Γερμανία. Στο Μίνστερ είχα δει τον Αλέξις Κόρνερ, τον Τζον Μάγιαλ, τους Dead Kennedys, στο Ντίσελντορφ τους Suicide. Από τα μέσα του ’70 πήγαινα στο Βερολίνο για να παρακολουθήσω ό,τι με ενδιέφερε. Στο ICA στο Λονδίνο είχα δει, από τις αρχές του ’80, ό,τι πιο προχωρημένο έπαιζε τότε. Πήγαινα στο CBGB στη Νέα Υόρκη. Αγόραζα δίσκους και έχω συλλογή με κασέτες που θα τη ζήλευαν Αμερικανοί και Γιαπωνέζοι συλλέκτες. Εφτιαξα ένα μπαρ να παίζει μουσική για μένα. Το όνομά του το πήρα από το “Berlin” του Λου Ριντ γιατί μ’ άρεσε πολύ. Ηταν το πρώτο ορθάδικο της πόλης.

Τότε όλα τα μαγαζιά στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη παίζανε χίπικα. Doors, Τζάνις Τζόπλιν και τέτοια. Εγώ έπαιζα Velvet Underground, Class, Jam, Steve Lips Fingers, Ρίτσαρντ Χελ, Television, Ιγκι Ποπ. Και ελληνικά παίζαμε, αυτά που γουστάραμε. Τρύπες, Μωρά στη Φωτιά, τότε που ήταν πιο νταρκάδες. Η Κατερίνα που έπαιζε πλήκτρα στην πρώτη σύνθεση του γκρουπ δούλευε εδώ. Στο μπαρ δούλεψε στην αρχή και ο Αγγελάκας. Αμέσως έγινε χαμός. Γέμισε κόσμο το πεζοδρόμιο, απέναντι η πολυκατοικία δεν υπήρχε και αράζανε με τα ποτά τους στην αλάνα. Συχνές ήταν και οι επισκέψεις της αστυνομίας. Επαιζαν τότε οι επιχειρήσεις “Αρετή”.

Ιόλας, Βέντερς και Deus

Στη Θεσσαλονίκη υπήρχαν ήδη η Σελήνη, ο Δον Κιχώτης, το Λούκυ Λουκ, το Σαβόι, ο Λωτός, το Φοξ δίπλα μας, που ήταν το παλιότερο απ’ όλα, αλλά το Μπερλίν ήταν το πρώτο μπαρ που έπαιζε μουσική από πικάπ. Πέρασαν ως DJ πολλοί, ο Γιάννης Αγγελάκας, ο Ντίνος Ζούμπερης, o Θόδωρος ο Σκαρλπ, ο Γιώργος Ανέστης, ο Γιάννης Κώνστας, ο Σπύρος Βεδουράς. Το Μπερλίν είχε θαμώνες προχωρημένους τύπους του κέντρου, φρικιά, πάνκηδες, πορνοστάρ, μουσικούς, ηθοποιούς, σκηνοθέτες, ζωγράφους.

Από δω περνούσαν ο Μπίλι Μπο, ο Ιόλας, ο Μπουτάρης, ο Ακριθάκης, ο Λαζόγκας. Το έβρισκαν ιδιαίτερο. Για την αισθητική του, τη μουσική που έπαιζε και την ατμόσφαιρά του.

Μια φορά έφερα στο μαγαζί έναν τύπο που ήταν τρελαμένος με τον Καβάφη. Τον είχα γνωρίσει σε ένα εστιατόριο και του ’πα να ’ρθει από το μαγαζί. Εκεί που παίζαμε Dead Kennedys σταμάτησε η μουσική και απήγγειλε ένα ποίημα. Τα κάναμε όλα, κάναμε και συναυλίες με τα ελληνικά γκρουπ που γουστάραμε, παίξανε και οι Τρύπες και τα κάναμε όλα μέσα σε ένα φαν. Ο Βιμ Βέντερς ήρθε μια φορά όταν βρέθηκε στη Θεσσαλονίκη. Κάποιος του ’πε ότι έχω στον τοίχο την αφίσα από “Τα φτερά του έρωτα” από τότε που βγήκε η ταινία. Ηρθε νωρίς, φωτογραφήθηκε κι έφυγε. Ενα περιοδικό είχε γράψει τότε: “Ο Βέντερς σε δυο μέρη πήγε στην Ελλάδα, στο Αγιο Ορος και στο Berlin!”

Μετά τις συναυλίες

Ολες οι μπάντες από το εξωτερικό που έρχονταν στη Θεσσαλονίκη καταλήγανε εδώ μετά τα live. Οι Cramps –που τους κάναμε πάρτι μετά τη πρώτη τους συναυλία και ήρθαν εδώ με τακούνια, καλσόν και ζαρτιέρες–, οι Siouxsie and the Banshees, ο Dee Dee Ramone, οι Chills, ο Νικ Κέιβ, ο Μαρκ Αλμοντ, οι Savage Republic, οι Green on Red, οι Nomads που μου ’παν “τελειώσαμε τη συναυλία νωρίς για να ’ρθουμε στο Μπερλίν!”, ο Σκάι Σάξον με τους Seeds που τα ’φτιαξε με μια σερβιτόρα μας και έμεινε πίσω η περιοδεία τους. Μερικοί κάνανε και φασαρίες, όπως ο τραγουδιστής από τους Echo & The Bunnymen που πλακώθηκε με κάποιους και τον δείρανε, οι Deus που πετούσανε σκαμπό και οι Einstürzende Neubauten που κάνανε κάτι νούμερα.

Το μαγαζί δεν ήταν το καθωσπρέπει ποτάδικο. Φεύγανε μπίρες στον αέρα. Είχα δυο τρεις ανθρώπους έξω για να μη γίνονται φασαρίες. Δεν υπήρχε κλαμπ πουθενά στον κόσμο να δουλεύει μετά τις τρεις το βράδυ χωρίς σεκιούριτι. Τώρα έχω στην πόρτα έναν που ήταν ιεραπόστολος στη Μαδαγασκάρη. Πάντα ό,τι ιδιαίτερο βρισκόταν μπροστά μου το ’βαζα μέσα. Στο Berlin όλες οι φυλές του κόσμου είναι δικές μας. Θα ’ρθουν οι μυστήριοι τύποι από τον Βαρδάρη, οι σοφιστικέ του κέντρου, οι γκέι που δεν μπορούν να πάνε αλλού, η Πάολα η τραγουδίστρια, η κυρία Ντίνα, μια νοικοκυρά. Πέρυσι ερχόταν ένας μουσουλμάνος και δεν έπινε τίποτα όλο το βράδυ. Ο κόσμος είναι πάντα ανακατεμένος και αυτό μ’ αρέσει. Το Berlin δεν μπορείς να το κατατάξεις κάπου. Εδώ έρχεται όποιος θέλει, γράφει την τρέλα του σ’ ένα χαρτί και τ’ αφήνει κάτω».

Documento Newsletter