Με την_x000D_
προοπτική ολοκλήρωσης του προγράμματος τον Αύγουστο του 2018, οι αγορές έχουν_x000D_
ήδη στρέψει τα ραντάρ τους προς την Ελλάδα.
Το διακύβευμα είναι η ικανότητα της Ελλάδας να επανενταχθεί επί ίσοις όροις στην παγκόσμια οικονομία. Συγκεκριμένα, το ερώτημα είναι εάν η Ελλάδα έχει κάνει πρόοδο για να καταστεί οικονομικά σταθερή και δημοσιονομικά υπεύθυνη χώρα και εάν έχει αποκτήσει θεσμικό πλαίσιο που προωθεί τις ιδιωτικές επενδύσεις και τις εξαγωγές, μέσω ελεύθερων αγορών και βιομηχανικών πολιτικών υποστηρικτικών της διεθνούς ανταγωνιστικότητας της χώρας. Για να πείσουμε προς την κατεύθυνση αυτή, όμως, πρέπει να δεσμευτούμε ότι θα τηρηθούν ορισμένες κρίσιμες προϋποθέσεις:
Δημοσιονομική πειθαρχία. Η κυβέρνηση θα πρέπει να παρουσιάσει ένα αξιόπιστο σχέδιο αύξησης της παραγωγικότητας στον δημόσιο τομέα, έτσι ώστε να είναι σε θέση να διασφαλίσει τη διατήρηση των δημοσιονομικών πλεονασμάτων χωρίς να θέτει σε κίνδυνο την παροχή βασικών υπηρεσιών εκπαίδευσης, υγείας και κοινωνικής προστασίας προς τον πληθυσμό και χωρίς να προσφεύγει στη λύση της υπερφορολόγησης, η οποία υποσκάπτει την ανάπτυξη και συρρικνώνει την απασχόληση και τα φορολογικά έσοδα.
Ευέλικτη αγορά εργασίας. Αυτή είναι κρίσιμη παράμετρος ώστε η επερχόμενη ανάπτυξη να συνοδευτεί από ισχυρή δημιουργία νέων θέσεων εργασίας. Η επιστροφή σε ένα καθεστώς στο οποίο οι κοινωνικοί εταίροι συνδιαλέγονται σε ένα στρεβλό και άκαμπτο σύστημα συλλογικών διαπραγματεύσεων θα πρέπει να αποφευχθεί προς όφελος ενός συστήματος επιχειρησιακών συμβάσεων, με τις διαπραγματεύσεις σε υψηλότερο επίπεδο να επικεντρώνονται στις απαραίτητες αλλαγές που επιβάλλουν οι ταχύτατες τεχνολογικές εξελίξεις που επηρεάζουν διεθνώς τον χώρο της παραγωγής και της εργασίας. Ειδικότερα, οι κοινωνικοί εταίροι οφείλουν να επικεντρώσουν τις προσπάθειές τους στην αντιμετώπιση των προκλήσεων που θέτουν η ψηφιοποίηση της οικονομίας και οι δυσμενείς δημογραφικές εξελίξεις.
Εξαγωγικός προσανατολισμός. Η χώρα οφείλει να συνεχίσει τις μεταρρυθμίσεις και να ενστερνιστεί ένα νέο υπόδειγμα οικονομικής μεγέθυνσης το οποίο να βασίζεται στη μεταφορά πόρων από παραδοσιακούς, προστατευμένους και χαμηλής παραγωγικότητας κλάδους μη εμπορεύσιμων αγαθών και υπηρεσιών προς δυναμικούς και εξωστρεφείς κλάδους που είναι ανοιχτοί στον διεθνή ανταγωνισμό και παράγουν για εξαγωγές και υποκατάσταση εισαγωγών (κυρίως η μεταποίηση).
Πολιτική σταθερότητα. Οι πολιτικές εξελίξεις σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα δεν πρέπει να υπονομεύσουν την εφαρμογή των κατάλληλων οικονομικών πολιτικών. Ειδικά, χρειάζεται συναίνεση ανάμεσα στα πολιτικά κόμματα ώστε να αποφύγει η χώρα μια σειρά από διαδοχικές εκλογικές αναμετρήσεις, περιλαμβανομένου του ενδεχομένου εθνικών εκλογών με αφορμή την εκλογή του προέδρου της Δημοκρατίας το 2020. Πρέπει να σημειωθεί ότι στις πρώτες εκλογές μετά τις εθνικές εκλογές που είναι προγραμματισμένες για το φθινόπωρο του 2019 θα εφαρμοστεί σύστημα απλής αναλογικής. Αυτός ο εκλογικός νόμος, εφόσον δεν αλλάξει, είναι βέβαιο ότι θα μειώσει σημαντικά την ικανότητα σχηματισμού βιώσιμης κυβέρνησης και αυτό με τη σειρά του θα έχει αρνητικές επιπτώσεις για την οικονομική σταθερότητα και την ανάπτυξη. Οι αγορές το γνωρίζουν αυτό και το λαμβάνουν από τώρα υπόψη.
Οι αγορές παρακολουθούν, λοιπόν, προσεκτικά τις εξελίξεις στη χώρα για να εντοπίσουν εκείνα τα σημάδια που δείχνουν ότι η επιστροφή στις συνήθειες κακής διακυβέρνησης του παρελθόντος δεν είναι επιλογή και ότι θα αποφευχθεί με κάθε κόστος. Επιπλέον, οι αγορές θα εκτιμούσαν τη συνέχιση και εμβάθυνση των μεταρρυθμίσεων που δεν έχουν ακόμη υλοποιηθεί πλήρως, ώστε να καταφέρει η χώρα να αξιοποιήσει τα συγκριτικά της πλεονεκτήματα, εδραιώνοντας έτσι την υλοποίηση ισχυρών οικονομικών επιδόσεων στο μέλλον. Αυτό έχει ακόμη μεγαλύτερη σημασία με δεδομένη την αβεβαιότητα που υπάρχει σε σχέση με την προοπτική ελάφρυνσης του δημόσιου χρέους. Η Ελλάδα χρειάζεται ακόμη ισχυρότερη ανάπτυξη και δημοσιονομική πειθαρχία εάν επιθυμεί να διαχειριστεί αποτελεσματικά το ζήτημα της βιωσιμότητας του χρέους και να βελτιώσει την εικόνα της ως χώρας χαμηλής ανταγωνιστικότητας και αδύναμων θεσμικών επιδόσεων.
* Ο Μιχάλης Μασουράκης είναι επικεφαλής οικονομολόγος του ΣΕΒ