Τέσσερις φοιτητές δημοσιογραφίας στο Πάντειο μιλούν για την ελευθερία του Τύπου, την κατάταξη των RSF και για το πώς βλέπουν την ενημέρωση
Ουραγός της ΕΕ, στην 88η θέση της παγκόσμιας κατάταξης για την αξιολόγηση ως προς την ελευθερία του Τύπου των Ρεπόρτερ Χωρίς Σύνορα (RSF), εξακολουθεί να παραμένει η χώρα, παρά το γεγονός ότι ανέβηκε 19 θέσεις από τη διαβόητη θέση 107. Δυστυχώς, η άνοδος οφείλεται αποκλειστικά και μόνο στις χειρότερες επιδόσεις που σημείωσαν άλλες χώρες.
Ετσι η Ελλάδα, ο τόπος που γέννησε τη δημοκρατία, για δεύτερη διαδοχική χρονιά έχασε τον χαρακτηρισμό της «φιλελεύθερης δημοκρατίας», όπως τονίζεται στην έκθεση του Ινστιτούτου V-Dem του Πανεπιστημίου του Γκέτεμποργκ για το 2023. Η Ελλάδα δεν κατονομάζεται ως «φιλελεύθερη δημοκρατία» από το V-Dem –για πρώτη φορά μετά το 1976– ήδη από το 2022. Στη σχετική έκθεση υπερτονίζονται οι τάσεις απολυταρχίας και υπονόμευσης της ελευθερίας της έκφρασης και των ΜΜΕ.
Σε αυτήν τη δυστοπική συγκυρία για την κατάσταση της δημοσιογραφίας στη χώρα φοιτήτριες και φοιτητές γεννημένοι το 2000, το 2002 και το 2005, που αγαπούν και σπουδάζουν τη δημοσιογραφία, μιλούν εφ’ όλης της ύλης και χωρίς μισόλογα στο Documento για την κατάσταση των ΜΜΕ, ενώ εξηγούν γιατί θέλουν ακόμη να γίνουν δημοσιογράφοι σε πείσμα των χαλεπών καιρών. Είναι όλοι μέλη της γενιάς των πολλαπλών κρίσεων και συμφωνούν πως η κρίση της ενημέρωσης στη χώρα μας συνδέεται άμεσα με την κρίση της δημοκρατίας.
Ελευθερία του Τύπου: «Στην πράξη δεν τη συναντάς»
«Νιώθω πως η ελευθερία του Τύπου στην Ελλάδα είναι κάτι σαν τους θρύλους: την ακούς αλλά δεν τη βλέπεις. Ετσι είναι και η ελευθερία του Tύπου στη χώρα μας. Ακούς πολύ συχνά να μιλάνε γι’ αυτή –κυρίως στην τηλεόραση–, αλλά στην πράξη δεν τη συναντάς» λέει χαρακτηριστικά η Γαβριέλλα Χατζηπλή, τελειόφοιτη φοιτήτρια δημοσιογραφίας στο Πάντειο.
Τον φόβο που βιώνουν οι δημοσιογράφοι να γράψουν την αλήθεια τονίζει ο τεταρτοετής Αντώνης Χαλάς: «Θεωρητικά πάντα ζούμε σε δημοκρατική χώρα, αλλά δεν είναι καθόλου φυσιολογικό ένας δημοσιογράφος να φοβάται να γράψει την αλήθεια γνωρίζοντας ότι μπορεί να απειλείται ακόμη και η ίδια του η ζωή. Ο Γιώργος Καραϊβάζ και η “αδυναμία” να αποδοθεί δικαιοσύνη για τον θάνατό του νομίζω ότι δείχνουν περίτρανα πως μερικές φορές κάποιοι δεν θέλουν να βγει η αλήθεια στην επιφάνεια».
Για τον πρωτοετή Βασίλη Τσουκαλά η ελευθερία του Τύπου είναι τρομακτικά περιορισμένη: «Το πρόβλημα αυτό ανέδειξαν θέματα όπως το έγκλημα των Τεμπών και η υπόθεση των υποκλοπών. Θυμηθείτε πώς τα κάλυψε η πλειονότητα των ελληνικών μέσων ενημέρωσης. Δεν τα ανέδειξαν ως θέματα, ενώ στο εξωτερικό ήταν πρώτες ειδήσεις και τα δύο για μεγάλο διάστημα».
Με τους προλαλήσαντες συμφωνεί και η Μυρτώ Ναστούλη, τελειόφοιτη στο ίδιο τμήμα. Σχολιάζοντας την κατάσταση των ΜΜΕ στη χώρα, τη θεωρεί «αποκαρδιωτική αλλά και αναμενόμενη, καθώς συμβαδίζει άψογα με τα πρότυπα απονομής δικαιοσύνης και (α)διαφάνειας της πολιτικής εξουσίας. Από την τηλεόραση μέχρι και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, τη βιαιότητα της είδησης πλέον την ξεπερνά ο τρόπος προσέγγισης και παρουσίασης από τους δημοσιογράφους. Η απογοήτευση και η οργή είναι αναπόφευκτες απέναντι στα διάφορα “pass” και στην υποβάθμιση της νοημοσύνης του λαού, απέναντι στη δαιμονοποίηση του φοιτητικού κινήματος, τη συγκάλυψη ή διακωμώδηση εγκλημάτων έμφυλης βίας κ.ά.».
Για τη θέση της Ελλάδας: Ενας λόγος η συγκάλυψη
Για τους φοιτητές και μελλοντικούς δημοσιογράφους οι λόγοι που κατέταξαν την Ελλάδα στην 107η θέση και τώρα στην 88η είναι απλοί, με πρώτο την κάλυψη του δυστυχήματος των Τεμπών: «Οταν δεν αναδεικνύεται μια τραγική είδηση όπως το έγκλημα στα Τέμπη, διότι στόχος σου είναι η συγκάλυψη ενός σφάλματος με ονοματεπώνυμο και πολιτική θέση, κι όταν δεν υπηρετείς τη δημοσιογραφική δεοντολογία φτάνεις στο χάλι μας» μας λέει ο Β. Τσουκαλάς.
Τη συγκάλυψη του εγκλήματος των Τεμπών τονίζει και η Μ. Ναστούλη: «Καθοριστικό παράγοντα για να είμαστε στην 107η και την 88η θέση σήμερα αποτέλεσε η αστραπιαία συγκάλυψη ευθυνών δεκάδων πολιτικών για το κρατικό έγκλημα στα Τέμπη που άφησε τους συγγενείς των θυμάτων αλλά και ολόκληρη την ελληνική κοινωνία μουδιασμένους και με μηδενική εμπιστοσύνη στα ελληνικά ΜΜΕ».
Αξίζει να υπενθυμίσουμε ότι η σιδηροδρομική τραγωδία ξεχάστηκε αστραπιαία και για μεγάλο χρονικό διάστημα από την πλειονότητα των ΜΜΕ όταν ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης προκήρυξε εθνικές εκλογές μέσα από την εκπομπή των «Πρωταγωνιστών» που είχε θέμα τα Τέμπη.
Πέραν του εγκλήματος των Τεμπών, η Γαβρ. Χατζηπλή σχολιάζοντας την 88η θέση της Ελλάδας θεωρεί ότι βασικός λόγος για την κατάταξη είναι και «η τρομακτική αύξηση της βίας», η οποία έχει πάρει πολλές μορφές: «Ξεκινώντας από την αστυνομική βία στις διαδηλώσεις κι όχι μόνο, τις παράνομες παρακολουθήσεις πολιτικών και δημοσιογράφων και φτάνοντας φυσικά στη μέχρι σήμερα ανεξιχνίαστη υπόθεση της δολοφονίας του Γιώργου Καραϊβάζ. Πλέον όπου υπάρχει σημαντική πληροφορία υπάρχει και βία. Κάπου εκεί είναι που βρίσκει χώρο και η παραπληροφόρηση. Είναι τόσο συχνή πλέον που νιώθω ότι έχει γίνει αποδεκτή ως φαινόμενο και έχει κανονικοποιηθεί κατά κάποιον τρόπο. Τέλος, σημαντικός παράγοντας είναι η λογοκρισία, η οποία είναι παρούσα παντού, ακόμη και στην τέχνη. Από τη στιγμή που ένα τραγούδι εκλαμβάνεται ως προτροπή σε βία (όπως το τραγούδι του Πάνου Βλάχου που αναφέρθηκε στον Αρη Πορτοσάλτε και τον Αδωνη Γεωργιάδη) κατά δημοσιογράφων και πολιτικών και κρίνεται γι’ αυτό, τότε τα πράγματα μάλλον είναι πολύ σοβαρά».
Το ζήτημα της βίας ως τροχοπέδη για να κάνει ένας δημοσιογράφος τη δουλειά του τονίζει και ο Αντ. Χαλάς: «Δεν είναι μόνο η κρατική παρέμβαση (υποκλοπές κ.ά.), αλλά και έχοντας δει τόσο πολλές φορές το έργο των δημοσιογράφων να εμποδίζεται από την ίδια την αστυνομία μόνο παράλογη δεν πρέπει να μας φαίνεται η κατρακύλα στην 107η θέση μέσα σε πέντε χρόνια. Ακόμη και η άνοδός μας στην 88η είναι αξιοπερίεργη με τα όσα συγκαλύφθηκαν αρχικά από τα ΜΜΕ στην υπόθεση των Τεμπών».
Μια ακόμη γενιά που θα φύγει στο εξωτερικό;
Η γενιά τους είναι η αμέσως επόμενη από αυτήν του «brain drain». Με την κατάσταση και τις εργασιακές γαλέρες που επικρατούν στον κόσμο των ελληνικών ΜΜΕ είναι λογικό να είναι οι αμέσως επόμενοι που θα διαλέξουν να ξενιτευτούν.
Μεταξύ των τεσσάρων η Γαβρ. Χατζηπλή είναι εκείνη που θα το σκεφτόταν. Γιατί; Οπως η ίδια εξηγεί, «είμαι σίγουρη πως το μέλλον θα είναι πολύ δύσκολο, αλλά νιώθω αισιοδοξία. Μάλλον γιατί η ελπίδα λειτουργεί ως ένστικτο επιβίωσης. Πιστεύω ότι όσο υπάρχουν άνθρωποι που αγωνίζονται για την αλήθεια και το δίκαιο τίποτε δεν έχει χαθεί. Θέλω όμως να φύγω στο εξωτερικό. Δεν γνωρίζω αν θα είναι για μικρό ή για μεγάλο διάστημα, ποτέ δεν ξέρεις άλλωστε. Ομως ειδικά μετά το Erasmus συνειδητοποίησα πόσο αβίωτη έχει γίνει η ζωή στην Ελλάδα, ιδιαίτερα στην Αθήνα. Γι’ αυτό θέλω να έχω την εμπειρία τού πώς είναι να ζεις σε μια ξένη χώρα, πιο οργανωμένη, πιο ήρεμη, με πιο πολλές δυνατότητες ισορροπίας δουλειάς – προσωπικής ζωής».
Ο Αντ. Χαλάς, από την άλλη, βλέπει στη γενιά του μια σημαντική αλλαγή και δεν επιθυμεί να φύγει από την Ελλάδα: «Βλέπω μια νέα γενιά δημοσιογράφων που προσπαθούν να εξελιχθούν με τις δικές τους δυνάμεις και όχι πατώντας επί πτωμάτων. Προσπαθούν να μη διαιωνίζουν τις παθογένειες που υπάρχουν στον χώρο και να δημιουργήσουν ακόμη καλύτερες συνθήκες για τους επόμενους».
Η Μ. Ναστούλη, που είναι κοντά στην απόκτηση του πτυχίου της, έχει σκεφτεί το εξωτερικό, αλλά όχι για να εργαστεί. «Ως Μυρτώ πιστεύω πως έχοντας μεγαλώσει εδώ, ο τρόπος με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε και αμφισβητούμε την πολιτικοκοινωνική κατάσταση και κατ’ επέκταση η δράση μας ως δημοσιογράφων έχει διαμορφωθεί και από το γεγονός ότι βιώσαμε την κατρακύλα στη θέση 88 και την 107. Απ’ όπου και για όπου γράφω η κριτική ματιά θα με ακολουθεί. Αθελά της η χώρα μάς “εφοδιάζει” για να προφυλαχθούμε απέναντι σε όσα ζούμε. Στόχος μου είναι να διεκδικήσω κι εγώ τα αυτονόητα, δίπλα στους λίγους και καλούς εργαζόμενους στα ΜΜΕ που σημειώνουν καθημερινές νίκες».
Μαζί της συμφωνεί και ο Β. Τσουκαλάς. Αν και πεσιμιστής, όπως ο ίδιος λέει, βλέπει τον μελλοντικό εαυτό του εντός των συνόρων. «Θα χρειαστεί ραγδαία αλλαγή στον κλάδο για να αναγεννηθεί το δημοσιογραφικό λειτούργημα και να υπηρετεί το αληθινό κι όχι το διεφθαρμένο. Ή, όπως λέει και ο στίχος του Μάνου Ελευθερίου, “θα ’ρθει καιρός που θα φανούν οι κήρυκες κι όχι μονάχα ψεύτες και ρουφιάνοι”».
Ονειρεύονται παρά την ανελευθερία του Τύπου
Αφού μας περιέγραψαν την κατάσταση της ελευθερίας του Τύπου μέσα από τα δικά τους μάτια, οι φοιτητές και οι φοιτήτριες μας εξήγησαν τους λόγους που επιθυμούν να γίνουν δημοσιογράφοι στην Ελλάδα.
«Αυτή την ερώτηση την κάνω συχνά στον εαυτό μου» λέει στο Documento η Γαβρ. Χατζηπλή. «Η απάντηση διαφέρει από διάστημα σε διάστημα. Εχω περάσει από τη φάση “θέλω να γίνω δημοσιογράφος” στη φάση “δεν θέλω να γίνω δημοσιογράφος” αρκετές φορές στη φοιτητική ζωή μου. Αυτή την περίοδο λέω πως μάλλον θέλω να γίνω δημοσιογράφος. Υποθέτω ότι αυτά που με ωθούν είναι η ανάγκη της Ελλάδας για υγιή δημοσιογραφία καθώς και κάποιοι δημοσιογράφοι που θαυμάζω. Η δουλειά τους με εμπνέει να μπω στον χώρο με τον δικό μου τρόπο».
Η τελειόφοιτη Μ. Ναστούλη ήθελε να γίνει δημοσιογράφος από τα χρόνια του γυμνασίου. Κίνητρό της είναι η αγάπη της για τη γλώσσα και την αλήθεια. «Παρόλο που τα παραπάνω εξακολουθούν να ισχύουν για μένα, τα φοιτητικά μου χρόνια με προσγείωσαν αρκετά ανώμαλα και με γέμισαν αμφιβολίες» εξηγεί και συνεχίζει: «Αυτό που με γεμίζει ελπίδα είναι πως είχα την ευκαιρία να αγαπήσω κι άλλες πτυχές της δημοσιογραφίας, όπως το ραδιόφωνο, το φωτορεπορτάζ, το ντοκιμαντέρ, και να πειραματιστώ και σε αυτούς τους χώρους, όπου ως αποδέκτης αντιλαμβάνομαι μια μεγαλύτερη ελευθερία έκφρασης».
Από μικρά παιδιά ήθελαν να ασχοληθούν με τη δημοσιογραφία ο Β. Τσουκαλάς και ο Αντ. Χαλάς. Για τον πρώτο το πραγματικά ενδιαφέρον είναι να αναδεικνύονται σωστά και αληθινά μια πληροφορία, ένα έγκλημα ή μια ιστορία. Ο Αντ. Χαλάς πάλι, παρά τις δυσκολίες του κλάδου, εξακολουθεί να θέλει να γίνει δημοσιογράφος και δη αθλητικός συντάκτης. «Ισως η ενασχόλησή μου με τον αθλητισμό γενικά αλλά και η λατρεία στο να μιλάω γι’ αυτόν και να τον αναλύω με έκαναν να διαλέξω αυτό το μονοπάτι» εξηγεί και συνεχίζει: «Βρίσκομαι σε μια σχολή που και μου έχει δώσει τη δυνατότητα να μάθω πράγματα πάνω στο αντικείμενό μου και μου έχει ήδη δώσει δυνατότητες να το ασκήσω. Αυτό λοιπόν μου δίνει το κίνητρο και την αισιοδοξία να το συνεχίσω, ανεξαρτήτως των συνθηκών».
Διαβάστε επίσης: Τέμπη: Έως 15 τόνοι εύφλεκτου υλικού υπήρχαν στο τρένο, πολλοί θάνατοι οφείλονται στη φωτιά – Τι έδειξε νέα έκθεση