Την καθυστερημένη δειγματοληψία του Χημείου του Κράτους στον τόπο της σιδηροδρομικής τραγωδίας των Τεμπών αμφισβητεί τεχνική έκθεση πραγματογνώμονα που διεξήχθη για λογαριασμό συγγενών θυμάτων της τραγωδίας, ενώ παράλληλα ζητείται να γίνει «περαιτέρω έλεγχος και δειγματοληψία» από ανεξάρτητο εργαστήριο. Πρόκειται για δειγματοληψία που διεξήχθη την Τετάρτη 25 Οκτωβρίου, μετά από καθυστέρηση σχεδόν 8 μηνών, όπως κατήγγειλαν οι συγγενείς των θυμάτων, τόσο στον τόπο της τραγωδίας, όσο και στο χώρο προσωρινής αποθήκευσης των βαγονιών και των χωμάτων που απομακρύνθηκαν από το σημείο της σύγκρουσης.
Ένας από τους συγγενείς των θυμάτων της τραγωδίας ο Παύλος Ασλανίδης, προσέλαβε ως τεχνικό σύμβουλο την εταιρεία «Γκλαβόπουλος και Σία ΕΕ». Εκπρόσωποι της εταιρείας (πραγματογνώμονες της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Θεσσαλονίκης) παρευρέθησαν στο σημείο, το πρωί της Τετάρτης, ενώ το συντονισμό τους είχε αναλάβει ο πραγματογνώμονας της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Θεσσαλονίκης, Λάμπρος Γκλαβόπουλος.
Καθυστέρηση 8 μηνών και ερωτήματα
Όπως υπογραμμίζουν στην τεχνική έκθεση που δημοσιεύει το documentonews.gr, η δειγματοληψία εδαφών, πραγματοποιήθηκε από το Γενικό Χημείο του Κράτους με σκοπό την «ανάλυση των δειγμάτων για παρουσία εύφλεκτων χημικών ουσιών». Είχε προηγηθεί ο εντοπισμός της χημικής ουσίας ξυλόλιο στην εμπορική αμαξοστοιχία από την Επιτροπή Διερεύνησης Ανεξάρτητων Πραγματογνωμόνων Οικογενειών, με αποτέλεσμα οι συγγενείς των θυμάτων να ζητήσουν να πραγματοποιηθεί έλεγχος στο σημείο. Κάτι που θα έπρεπε βέβαια να είχε γίνει από την πρώτη στιγμή και όχι 7 μήνες και 28 μέρες από το τραγικό δυστύχημα. Πρόκειται για εξαιρετικά μεγάλο χρονικό διάστημα, κατά το οποίο «ο χώρος προσωρινής αποθήκευσης των βαγονιών και των όγκων χωμάτων που απομακρύνθηκαν από το σημείο της σύγκρουσης ήταν ‘ανοικτός’ και εκτεθειμένος στα καιρικά φαινόμενα», όπως επισημαίνεται στην τεχνική έκθεση. Είναι ερώτημα γιατί οι αρμόδιες ανακριτικές αρχές δεν φρόντισαν να γίνει νωρίτερα η δειγματοληψία εδάφους, όπως επίσης και να υπάρξει προστασία του χώρου, έναντι των καιρικών φαινομένων.
Οι εμπειρογνώμονες υπογραμμίζουν στην έκθεση τους ότι κατά την διεξαγωγή της δειγματοληψίας «χρησιμοποιήθηκε σκαπτικό μηχάνημα γενικού τύπου και όχι κάποιο ειδικό γεωτρύπανο δειγματοληψίας εδάφους». Επίσης, όπως επισημαίνεται, οι αστυνομικοί «απαγόρευσαν» στους εμπειρογνώμονες της ομάδας Γκλαβόπουλου τη «συλλογή – δειγματοληψία» εδάφους από το σημείο, όπως επίσης και τον «οποιοσδήποτε επιτόπιο έλεγχο με συσκευές ελέγχου».
Το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με το ότι δεν πάρθηκε «αντίδειγμα» από τους αρμοδίους του Χημείου του Κράτους, δηλαδή «δειγματοληψία εις διπλούν», εγείρουν ερωτήματα.
«Ως εκ τούτου κρίνουμε αυτονόητο ότι τα πορίσματα του ελέγχου του Χημείου του Κράτους θα είναι «τελικά» και μη δυνάμενα να διασταυρωθούν. Ήτοι, τρίτος ανεξάρτητος αναλυτής δε θα έχει πρόσβαση στα δείγματα αυτά αφότου ολοκληρωθεί ο έλεγχος τους (με δεδομένο ότι δεν έχει παρθεί αντίδειγμα)» επισημαίνεται στην έκθεση Γκλαβόπουλου.
«Δεν μπορεί να θεωρηθεί αξιόπιστη»
Εκτός από αυτά η ομάδα Γκλαβόπουλου προχώρησε σε μία σειρά από παρατηρήσεις που αφορούν τη διαδικασία της δειγματοληψίας.
Πιο αναλυτικά, όπως επισημαίνεται στην τεχνική έκθεση, «από την επιλογή εκσκαφής ενός μόνο σημείου (τυχαίου) στο σύνολο της επιφάνειας δεν μπορεί να προκύψει κάποιο ασφαλές συμπέρασμα για τη κατάσταση του εδάφους στο σύνολό της επιφάνειας». Επιπλέον, «από την επιλογή να πραγματοποιηθεί δειγματοληψία με σκαπτικό μηχάνημα και όχι με κάποιο ειδικό γεωτρύπανο δειγματοληψίας εδάφους, προκύπτει επίσης ζήτημα αντιπροσωπευτικότητας της συνολικής επιφάνειας της προς εξέτασης περιοχής». Σύμφωνα με τους πραγματογνώμονες «η διαδικασία της εκσκαφής και της δειγματοληψίας δεν μπορεί να θεωρηθεί αξιόπιστη καθώς παρατηρήθηκε συνεχής ανάμειξη χώματος από διαφορετικά στρωματικά βάθη, με αποτέλεσμα τα δείγματα διαφόρων βαθών να αναμειγνύονται μεταξύ τους ή και με ποσότητα χώματος που είχε χρησιμοποιηθεί ως μπάζωμα της συγκεκριμένης επιφάνειας»
«Ως εκ τούτου», επισημαίνουν, «δεν μπορεί να θεωρηθεί στρωματοποιημένη αντιπροσωπευτική δειγματοληψία».
Ενστάσεις όμως κατέγραψε η ομάδα Γκλαβόπουλου και για τη δειγματοληψία που έγινε κοντά στις σιδηροδρομικές γραμμές, η οποία «διενεργήθηκε σε βάθος περί τα 5-10 εκατοστά»
Σύμφωνα με την έκθεση, «τα δείγματα…δεν είναι αντιπροσωπευτικά των συνθηκών που υπήρχαν τη δεδομένη στιγμή του συμβάντος». Μάλιστα η «εκσκαφή έγινε με το χέρι από τους αρμόδιους του Χημείου του Κράτους» και όχι με «σκαπτικό μηχάνημα», καθώς στην περιοχή δεν υπήρχε προσβασιμότητα.
«Αναγκαίος νέος έλεγχος από ανεξάρτητο εργαστήριο»
Οι εμπειρογνώμονες καταλήγουν στην έκθεση τους σε δύο συμπεράσματα.
Το ένα από αυτά είναι ότι κρίνουν απαραίτητο να γίνει νέος έλεγχος και δειγματοληψία εδάφους από ανεξάρτητο εργαστήριο.
«Κρίνουμε σκόπιμο και αναγκαίο τον περαιτέρω έλεγχο και δειγματοληψία εδάφους από τρίτο, ανεξάρτητο και πιστοποιημένο εργαστήριο για χημικούς ελέγχους (τύπου BTEX). Είμαστε στη διάθεση των εντολέων μας για να ξεκινήσουμε τη διαδικασία αυτή» αναφέρεται χαρακτηριστικά.
Επίσης, όπως υπογραμμίζεται, από την παρούσα έκθεση δεν μπορούν να εξαχθούν συμπεράσματα για σχετικά με την πορεία της φωτιάς ή/και της έκρηξης, από τα «ίχνη» που έχουν αποτυπωθεί στα βαγόνια. Ωστόσο κάτι τέτοιο είναι εφικτό εάν κριθεί απαραίτητο και δοθεί «από την αρμόδια Ανακριτική Αρχή σχετική άδεια πρόσβασης στον χώρο εναποθήκευσης».
Όσα υπογραμμίζονται στην τεχνική έκθεση ενισχύουν τις αμφιβολίες των οικογενειών των θυμάτων, οι οποίοι καταγγέλλουν τις αρμόδιες αρχές «για εξοργιστικά ανεπαρκή διαχείριση του δυστυχήματος» και «πραξικοπηματική λειτουργία».
Διαβάστε αναλυτικά την τεχνική έκθεση: