Τελικά καλό ή κακό για το ποδόσφαιρο το VAR;

Είκοσι πέναλτι σε 36 αναμετρήσεις, μία κίτρινη κάρτα στον Κριστιάνο Ρονάλντο, ένα καταλογισθέν πέναλτι υπέρ του Νεϊμάρ που ανακλήθηκε και η μη χρήση στο οφθαλμοφανές πέναλτι που έκανε ο Ντέρεκ Μπόατενγκ στον Μάρκους Μπεργκ, είναι κατά κύριο λόγο η …προσφορά του VAR στα γήπεδα της Ρωσίας.

Το Μουντιάλ που φιλοξενείται αυτές τις ημέρες στην μεγαλύτερη -σε έκταση- χώρα του πλανήτη, είναι η πρώτη κορυφαία διοργάνωση που εφαρμόζεται το σύστημα βοήθειας στους διαιτητές (Video Assistant Referee). Πρόκειται για μία καινοτομία, οι εμπνευστές της οποίας θεώρησαν ότι θα βοηθήσει ουσιαστικά προς την απονομή Δικαιοσύνης στο ποδόσφαιρο.

Άποψη που ενστερνίσθηκαν οι ιθύνοντες του παγκοσμίου ποδοσφαίρου, όπως ο πρόεδρος της FIFA, Τζάνι Ινφαντίνο, ο οποίος υπήρξε πρωτεργάτης και απόλυτος υποστηρικτής για την εφαρμογή της σύγχρονης τεχνολογίας στο λαοφιλέστερο των παιχνιδιών. Στην …αντίπερα όχθη, βρέθηκε ο ομόλογος του της UEFA, Αλεξάντερ Τσέφεριν, εκφράζοντας ανησυχία και προβληματισμό για το ζήτημα.

Όπως συμβαίνει με ο,τιδήποτε νέο μπαίνει στην ζωή του ανθρώπου από καταβολής κόσμου, οι απόψεις διίστανται. Από την μία πλευρά βρίσκονται όσοι θεωρούν ότι με την …ομάδα υποστήριξης του διαιτητή από τις εξέδρες του γηπέδου, είναι πολύ εύκολο να διαπιστωθεί -σε δεύτερο χρόνο και μετά την εξέταση της επίμαχης φάσης σε επανάληψη- οποιαδήποτε παράβαση που δεν υπέπεσε στην αντίληψη του «άρχοντα του αγώνα». Όπως επίσης, με την ίδια μεθοδολογία, καθίσταται ανάλογα εύκολο, να διορθωθεί μία λανθασμένη υπόδειξη.

Εάν αναλογισθούμε την πίεση που έχουν παίκτες και διαιτητής όταν εξελίσσεται ένας αγώνας, είναι πανεύκολο να αντιληφθούμε, πόσο δύσκολο είναι το έργο αυτού που αποφασίζει. Ο διαιτητής καλείται σε κλάσματα δευτερολέπτου και με μόνα εργαλεία την όραση, την αντιληπτική ικανότητα και φυσικά την γνώση των κανονισμών, αφ΄ ενός να ερμηνεύσει και αφ΄ ετέρου να αποφασίσει, εάν αυτό που συνέβη στην φάση που μόλις εξελίχθηκε είναι τιμωρητέο ή όχι. Με σφυγμούς που συχνά ξεπερνούν τους 150 και με το άγχος απόδοσης Δικαιοσύνης -όπως εξ΄ ορισμού είναι το έργο του μέσα στον αγωνιστικό χώρο- ο διαιτητής περνά εξαιρετικά δύσκολες στιγμές. Κάπου εκεί, παίρνει θέση στην εξίσωση και ο παράγοντας εμπειρία που αυξάνει την ορθότητα της όποιας επιλογής.

Υπό αυτήν την έννοια, δηλαδή αμιγώς την απόδοση Δικαιοσύνης, η χρήση του VAR δεν μπορεί να αμφισβητηθεί με ισχυρά επιχειρήματα. Ομως υπάρχει και η άλλη πλευρά του νομίσματος. Και σ΄ αυτήν την πλευρά, βρίσκονται σε συντριπτικό ποσοστό, αυτοί που έχουν παίξει ποδόσφαιρο, αυτοί που γνωρίζουν την οσμή των αποδυτηρίων, αυτοί που έχουν κάνει και έχουν υποστεί μαρκαρίσματα, αυτοί που γνωρίζουν άριστα την ψυχολογία του παιχνιδιού. Γι΄ αυτούς, η χρήση της τεχνολογίας, είναι «ξένη» και έχει αρνητικά αποτελέσματα, δεδομένου πως εξαφανίζει την «μαγεία της στιγμής», την ταχύτητα εξέλιξης μία αλληλουχίας φάσεων και τελικά «καταδικάζει» το παιχνίδι σε μία διαρκή αμφιβολία και αμφισβήτηση του παραμικρού. Είναι εκείνοι που υποστηρίζουν πως με το VAR το ποδόσφαιρο χάνει την «μαγεία» του, χάνει το απόβλεπτο στοιχείο που το χαρακτηρίζει και τελικά καθίσταται μία εν δυνάμει αίθουσα Δικαστηρίου.

Επίσης σημαντικό, είναι το στοιχείο πως με την χρήση του VAR δεν εξασφαλίζεται η ίδια εφαρμογή για ίδιες περιπτώσεις. Αφ΄ ενός γιατί στο ποδόσφαιρο καμία φάση δεν είναι ίδια με κάποια άλλη και αφ΄ ετέρου, επειδή ο διαιτητής τάδε έχει διαφορετικά κριτήρια, εμπειρία, γνώσεις και αντιληπτική ικανότητα από τον διαιτητή δείνα. Ετσι, παρατηρείται το φαινόμενο, να υποδεχθεί η «εσχάτη των ποινών» επειδή η μπάλα ακούμπησε στο χέρι αμυνόμενου κατά την διεκδίκηση της μπάλας σε εναέρια μονομαχία εντός περιοχής και να μην υπάρχει καν η εξέταση του video σε κλασσική ανατροπή επιθετικού από αμυντικό, όπως συνέβη στην περίπτωση του Μάρκους Μπεργκ στον αγώνα της Σουηδίας με την Γερμανία. Ομοίως, στην περίπτωση της κίτρινης κάρτας στον Κριστιάνο Ρονάλντο, κάποιος άλλος διαιτητής δεν θα ήθελε να δει καν σε επανάληψη την φάση, ενώ ένας τρίτος θα μπορούσε να αποβάλει τον Πορτογάλο άσο για πρόθεση αντιαθλητικού λακτίσματος.

Ενδεικτική είναι η άποψη που κατέθεσε προσφάτως, ο Τζανλουίτζι Μπουφόν, σύμφωνα με τον οποίο «Το ποδόσφαιρο χάνει την ομορφιά του. Είναι σαν να παίζουμε πόλο», ενώ ο Σάμι Κεντίρα, σχολίασε: «Είναι καταστροφή. Μπαίνει γκολ και δεν ξέρουμε αν πρέπει να πανηγυρίσουμε ή όχι. Χάνεται το πάθος και το συναίσθημα». Κάπου στην …μέση ο Ιταλός τεχνικός, Μασιμιλιάνο Αλέγκρι, επισημαίνει: «Είναι ένα σημαντικό εργαλείο, αλλά αν δεν θέλουμε να κάνουμε το ποδόσφαιρο κάτι άλλο, τότε δεν μπορεί να χρησιμοποιείται σε όλες τις καταστάσεις. Το VAR θα είναι χρήσιμο για συγκεκριμένες περιπτώσεις, όπως για παράδειγμα, εάν ένα φάουλ έγινε εντός ή εκτός περιοχής. Οπως και για το εάν ένας παίκτης είναι σε ελεγχόμενη θέση. Διαφορετικά, ένας αγώνας θα λήγει τα μεσάνυχτα».

Από την εμπειρία του την χρονιά που ολοκληρώθηκε στην Γερμανία, ο Ρούντι Φέλερ, φαίνεται να …μετανοεί: «Αρχικά ήμουν θετικά προσκείμενος στην προοπτική του VAR και περίμενα με περιέργεια να δω πως θα λειτουργήσει. Πλέον, η άποψη μου είναι πως δεν είναι χρήσιμο».

Το Video assistant referee, χρησιμοποιείται μόνο σε τέσσερις περιπτώσεις. Και ειδικότερα, όσον αφορά στα γκολ (περιπτώσεις οφσάιντ, επιθετικού φάουλ, αν ένας παίκτης σπρώξει τη μπάλα στα δίχτυα με το χέρι), στις κόκκινες κάρτες (και όχι στις κίτρινες), στα πέναλτι και στην τιμωρία σε λάθος παίκτη (κάρτα που δόθηκε σε έναν παίκτη, αλλά θα έπρεπε να δοθεί σε συμπαίκτη του).

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ

Ετικέτες