Στη Γερμανία διεξάγεται μια μεγάλη δημόσια συζήτηση για το πώς θα διασωθούν οι Αφγανοί συνεργάτες των δυτικών κυβερνήσεων. Πάνω σε αυτό το ζήτημα, η TAZ σχολιάζει: «Αυτό είναι καινούργιο: η Ευρώπη επιλέγει τους δικούς της πρόσφυγες από το Αφγανιστάν. Η είσοδος και η εισαγωγή δεν καθορίζονται από την έκταση του κινδύνου, αλλά από το βαθμό πίστης ή ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος.
Οι άνθρωποι που έχουν εργαστεί για εμάς, απέναντι σε αυτούς έχουμε υποχρέωση λένε, αλλά το ενδιαφέρον περιορίζεται μόνο αυτούς τους ανθρώπους. Η αεροπορική μεταφορά Αφγανών που διοργανώνουν οι δυτικές κυβερνήσεις από την Καμπούλ, είναι καλή και σωστή. Δείχνει τι είναι δυνατό εάν θέλουν.
Η περιφρόνηση είναι όμως ακόμη μεγαλύτερη για τη συντριπτική πλειονότητα των Αφγανών που χρειάζονται προστασία χωρίς να έχουν εργαστεί για ξένες κυβερνήσεις».
Οι ευθύνες του Ντόναλντ Τραμπ για τη σημερινή κατάσταση στο Αφγανιστάν
Μεγάλη είναι η συζήτηση και για τον Αφγανό Πρόεδρο Γκάνι που εγκατέλειψε τη χώρα του. Ωστόσο, όπως παρατηρεί σε σχολιό της η Süddeutsche Zeitung: «Το μαχαίρι καρφώθηκε στην πλάτη του άτυχου Γκάνι από τον Ντόναλντ Τραμπ.
Ως Πρόεδρος των ΗΠΑ, στο Κατάρ είχε καταλήξει σε μια μοιραία συμφωνία με τους Ταλιμπάν: Μέχρι τα μέσα του 2021, θα έπρεπε να είχαν αποσυρθεί τα αμερικανικά στρατεύματα από τη χώρα που βρίσκονταν από το 2001, πράγμα που σήμαινε την απόσυρση όλων των δυτικών στρατιωτικών δυνάμεων. Χωρίς την προστασία τους, ο Γκάνι δεν θα μπορούσε ούτε να απομακρύνει τους Ταλιμπάν που προχωρούσαν πολύ γρήγορα, αλλά ούτε και να συμφωνήσει μαζί τους σε ένα διαμοιρασμό της εξουσίας. Τώρα όλα έγιναν πιο γρήγορα από όσο περίμενε κανείς.
Ακόμη και πριν φύγει ο τελευταίος Αμερικανός στρατιώτης από το Αφγανιστάν, η κυβέρνηση Γκάνι, η οποία ήταν πιστή στην Ουάσινγκτον, εκδιώχθηκε από την Καμπούλ. Λίγες μέρες νωρίτερα όμως ο Αφγανός Πρόεδρος είχε δηλώσει: ‘Δεν θα φύγω. Υπηρετώ τον λαό’».
Σχολεία, παιδιά και εμβολιασμοί
To θέμα του εμβολιασμού των παιδιών ενόψει της νέας σχολικής χρονιάς θίγει σε σχόλιό της η FAZ. Αναφέρει πως ναι μεν υπάρχει σύσταση από την αρμόδια επιτροπή να εμβολιάζονται οι ηλικίες 12 έως 17 ετών, ωστόσο υπάρχει μεγάλη ανάγκη ενημέρωσης τόσο των γονιών όσο και των μαθητών.
Και η FAZ συμπληρώνει: «Το θέμα γίνεται εκρηκτικό λόγω της σπουδαιότητας πέρα από το σχολείο. Εάν τα παιδιά εμβολιαστούν, παρά τον χαμηλό κίνδυνο νόσησης από κορονοϊό, δημιουργούν ένα τείχος για τους ενήλικες που δεν επιθυμούν να εμβολιαστούν».
Και λίγο παρακάτω η εφημερίδα επισημαίνει πως «Η πολιτική δεν επέβαλε υποχρεωτικό εμβολιασμό. Η πίεση πάντως στους μη εμβολιασμένους θα πρέπει να διατηρηθεί εντός των ορίων, πόσο μάλλον η πίεση στους ανήλικους. Οι μαθητές κουβαλάνε ήδη στα σχολεία συγκρούσεις από τους γονείς τους ή άλλους λόγω της μάσκας, των τεστ και των εμβολιασμών.
Έχουν όμως πολλά να κάνουν φέτος, ακριβώς λόγω των αποτυχιών στην πανδημία. Πολλοί εκπαιδευτικοί θα μπορούσαν να συμβάλλουν, ώστε να μην υπάρξει μεγάλη πίεση και να παρέχουν τις κατάλληλες πληροφορίες σχετικά με την ηλικία και τους εμβολιασμούς. Αλλά όπως ξέρουμε υπάρχουν πολλών ειδών σχολεία και εκπαιδευτικοί», καταλήγει σε άρθρο της στη Deutsche Welle η Μαρία Ρηγούτσου.