Τάσος Σωτηράκης: Ο Άρης είναι ένα ιερό πρόσωπο που με έχει στιγματίσει

Τάσος Σωτηράκης: Ο Άρης είναι ένα ιερό πρόσωπο που με έχει στιγματίσει

Ο Τάσος Σωτηράκης ανήκει στις νέες δυνάμεις του θεατρικού χώρου, που τόσο δοκιμάζεται τελευταία. Με σημαντικές συνεργασίες στο ενεργητικό του, ο ρόλος της μέχρι τώρα πορείας του θα λέγαμε πως είναι ο «Άρης», ο Άρης Βελουχιώτης δηλαδή, όπως τον σκιαγράφησε στον μονόλογο της η αείμνηστη θεατρική συγγραφέας Σοφία Αδαμίδου. Μία παράσταση που σημείωσε μεγάλη καλλιτεχνική, αλλά και εμπορική επιτυχία, εφόσον πρόσφατα στην Πάτρα έκανε απανωτά sold out. Καλλιτέχνης με διευρυμένες δραστηριότητες, ο πολυσχιδής Σωτηράκης είναι και συνθέτης με άποψη ειδικά στο θέμα της μουσικής για το θέατρο. Το τελευταίο φαίνεται στην παράσταση «Ρίσκο», το έργο της Δήμητρας Παπαδήμα, με το οποίο έκανε το σκηνοθετικό του ντεμπούτο. Μία παράσταση – σοκ για δύο φαινομενικά ολότελα διαφορετικούς ανθρώπους που τους ενώνει η πτώση των αξιών και η ανελευθερία. Ή που μάλλον τους χωρίζει μια και καλή με τρόπο που δεν επιδέχεται περαιτέρω σχολιασμού, καθώς ελλοχεύει ο κίνδυνος του spoiler. Ο λόγος στον ίδιο τον Τάσο Σωτηράκη που μας μιλάει για όλους και για όλα.

Το πέρασμα απ’ την υποκριτική στη σκηνοθεσία ήταν κάτι σαν προορισμός για σας;

Όχι. Ποτέ δεν είχα σκεφτεί, ή έστω, ποτέ δε μου είχε δημιουργηθεί η ανάγκη να περάσω από την υποκριτική στην σκηνοθεσία. Φοβόμουν πάντα πως ήταν κάτι που δεν μπορώ να το κάνω. Δεν πιστεύω άλλωστε ότι είμαστε όλοι για όλα. Αυτό, βέβαια, δε σημαίνει ότι δεν μπορεί να έρθει κάποια στιγμή στη ζωή μας μια συγκυρία η οποία μπορεί να ανατρέψει κάτι και να μας οδηγήσει σε κάτι το οποίο δεν το έχουμε αγγίξει ποτέ ή θεωρούσαμε ότι δεν μπορούσαμε να το αγγίξουμε. Οπότε η σκηνοθεσία ήταν ας πούμε μια  συγκυρία στην συγκεκριμένη χρονική στιγμή. Όπως και να έχει την απόλαυσα αυτή τη διαδρομή από την πρώτη μέρα των δοκιμών έως και την πρεμιέρα της παράστασης και επιμένω να δηλώνω πως δε θεωρω τον εαυτό μου σκηνοθέτη. Έχω πολύ δρόμο μπροστά μου μέχρι να θεωρηθώ σκηνοθέτης….

Πως προσεγγίσατε ο ένας τον άλλον με τη συγγραφέα για το εν λόγω έργο;

Με είχε προσεγγίσει η Δήμητρα  Παπαδήμα τον περασμένο Μάρτιο. Δεν γνωριζόμασταν είναι η αλήθεια. Είχαμε μια τηλεφωνική συνομιλία και συζητήσαμε για ένα σήριαλ που είχε γράψει και τη συμμετοχή μου σε έναν πιλότο που θα γινόταν για το συγκεκριμένο σήριαλ. Αφού μιλήσαμε και γνωριστήκαμε, σε δεύτερο χρόνο, μου εξέφρασε την επιθυμία της να σκηνοθετήσω ένα έργο της. Αρχικά μου είχε στείλει να διαβάσω το “Κάπτεν Κοκέιν” και αργότερα το “Ρίσκο”. Τότε της είχα πει ότι δεν είχα σκηνοθετήσει ποτέ και πως δεν ήμουν σίγουρος πως μπορώ να κάνω κάτι τέτοιο.

Πέρασε ο χρόνος κι εγώ τότε έπαιζα στον “Άρη” και τα “Κόκκινα φανάρια” και δεν είχα ούτε τον χρόνο, ούτε το μυαλό να μπω σε αυτήν τη διαδικασία, παρά το γεγονός ότι με ιντρίγκαρε. Το καλοκαίρι που μας πέρασε ξαναδιάβασα το “Ρίσκο” και μου γεννήθηκε η ιδέα της πλατείας Εξαρχείων ως σκηνικό της παράστασης και μια σειρά σκέψεων για το πως θα μπορούσε να ανέβει αυτό το έργο και είπα θα το κάνω. Έτσι επικοινωνήσαμε ξανά και πήρα το ρίσκο να σκηνοθετήσω το “Ρίσκο”.

Είστε και μουσικός. Πόσο μοναχική είναι η τέχνη αυτή συγκριτικά με το θέατρο;

Είναι μοναχική η τέχνη του συνθέτη. Όπως είναι του ποιητή, του συγγραφέα, του ζωγράφου, του εικαστικού. Μοναχική μέχρι το έργο του να έρθει σε επαφή με τον κόσμο. Μετά δεν είναι μόνος του. Συμπορεύεται με το/τα έργα του σε σχέση με τον κόσμο στον οποίο το/τα έχει κοινωνήσει. Από την άλλη μιλάτε και σε έναν άνθρωπο που για τέσσερα χρόνια και τώρα πάμε στον πέμπτο παίζει έναν μονόλογο. Οπότε τη μοναξιά μου την έχω και στο θέατρο. Μου αρέσει όμως αυτό ο μοναχικός δρόμος και κόσμος της μουσικής. Με αυτοδιοργανώνει. Με επαναφέρει και με προσγειώνει ή με απογειώνει με έναν τρόπο που μόνο η μουσική μπορεί να το κάνει αυτό σε σχέση με το θέατρο.

Από την άλλη είναι τόσο σπουδαία και μαγευτική η μουσική που δε σε αφήνει ποτέ μόνο σου. Δημιουργείς κόσμους χωρίς όρια και περιορισμούς μέχρι εκεί που μπορεί να σε φτάσει η φαντασία σου. Ο Ραχμάνινοφ είχε πει: “H μουσική είναι αρκετή για μια ζωή, αλλά η διάρκεια μιας ζωής δεν είναι ποτέ αρκετή για τη μουσική”.

Θα ήθελα να μου πείτε με δυο λόγια πως δουλέψατε με τους δύο ηθοποιούς σας, κάτι που φαίνεται στην παράσταση.

Δουλέψαμε με πολλή αγάπη και εκτίμηση ο ένας για τον άλλο. Όσο κλισέ και να ακούγεται αυτό, τόσο αληθινό ήταν και είναι ακόμα. Έβαλα τον εαυτό μου στη θέση τους, γιατί ήταν το μόνο που μπορούσα να κάνω και θα αισθανόμουν ασφάλεια μια και όπως προανέφερα δεν είμαι σκηνοθέτης. Σκέφτηκα τι ζητάω εγώ από έναν σκηνοθέτη ως ηθοποιός και πώς θα δουλεύαμε μαζί. Το σημαντικό είναι ότι ήξερα από την αρχή  ποιος θα ήταν ο σκηνικός χώρος και τι ήθελα – θέλαμε να πει το έργο στον κόσμο. Δημιουργήσαμε έναν κοινό κώδικα επικοινωνίας και μια μεθοδολογία πάνω στην οποία πατήσαμε σε ό,τι αφορά στην ανάλυση του έργου και την υποκριτική. Από εκεί και πέρα, άφησα τα παιδιά να εκφραστούν ελεύθερα με πολλούς αυτοσχεδιασμούς, από τους οποίους έπαιρνα μικρά πραγματάκια, συνθέτοντας τις σκηνές. Το σημαντικότερο για μένα και, αυτό είναι που χαίρομαι περισσότερο, είναι πως και ο Γιώργος και η Νάντια έχτισαν τους ρόλους τους μέσα από τη δική τους ανάλυση και τη δική τους υποκριτική προσέγγιση και δουλειά σαν να είχαν αυτοσκηνοθετηθεί. Αυτό βέβαια επιτευχθεί μέσα από πολλή ουσιαστική και σε λεπτομέρεια δουλειά. Ήταν μια δουλειά συνόλου με πυρήνα τους ηθοποιούς και τους ευχαριστώ πολύ για το αποτέλεσμα. Γιατί δικαίωσαν πρώτα τον εαυτό τους και μετά εμένα και την Δήμητρα.

Ο «Άρης» είναι η μεγάλη θεατρική επιτυχία σας. Η εκμάθηση ενός ρόλου απαιτεί και ιστορική έρευνα ή να υποθέσω πως ήταν ένα Ιερό πρόσωπο που σας είχε εν μέρει στιγματίσει; Πολιτικά το εννοώ.

Ο Άρης είναι ένα ιερό πρόσωπο που με έχει στιγματίσει. Ιδεολογικά, πολιτικά και πολύ περισσότερο ως άνθρωπο. Προφανώς και η εκμάθηση ενός ρόλου που έχει υπάρξει απαιτεί ιστορική έρευνα. Πόσο μάλλον για μια προσωπικότητα όπως ήταν ο Άρης που, όπως έχω πει και παλιότερα, είναι άρρηκτα συνδεδεμένος με την νεότερη ιστορία της Ελλάδας. Μιας προσωπικότητας η οποία δημιουργεί αντιφάσεις και μέχρι και σήμερα έχει φανατικούς υποστηρικτές, αλλά και φανατικούς εχθρούς. Πολύ πριν γραφτεί το έργο από την αείμνηστη φίλη και συγγραφέα Σοφία Αδαμίδου είχα ξεκινήσει να μελετάω τη ζωή και την ιστορική και πολιτική του πορεία. Την ανθρώπινη φύση του. Τους αγώνες του. Την πίστη του για τη ζωή, τη λαοκρατία, τα ιδανικά του και τον τρόπο με τον οποίο αντιμετώπισε τις πολιτικές καταστάσεις μέσα σε μια από τις πιο σκληρές στιγμές της ιστορίας της Ελλάδας με την Γερμανική και Ιταλική κατοχή και φυσικά την Αγγλική κατοχή και τη σχέση του με το πάντα αγαπημένο του Κομμουνιστικό Κόμμα.

Όταν έκανα την πρόταση στη Σοφία για να γράψει έναν μονόλογο για τον Άρη, ήξερα μέσα μου ότι θα έρθει αυτή η ώρα. Από εκείνη τη μέρα μέχρι να γραφτεί το έργο πέρασαν τρία χρόνια και σε αυτά τα τρία χρόνια δεν σταμάτησα ποτέ να τον μελετάω. Και ακόμα και τώρα με εκπλήσσει…!

Βλέπουμε τελευταία μια δαιμονοποίηση της Αριστεράς, μια γελοία ταύτιση της με την ακροδεξιά. Ο «Άρης» ήταν και μία αντίδραση σ’ όλο αυτό, ένα ανάθεμα στην ανοησία, αν θέλετε;

Όπως ακριβώς το είπατε. Είναι εντελώς γελοία αυτή η ταύτιση. Είναι δύο απολύτως διαφορετικά πράγματα. Δυο εντελώς διαφορετικές και αντίθετες θέσεις. Ο Κομμουνισμός είναι ιδεολογία. Έχει ως πυρήνα του τον άνθρωπο και είναι η ανώτερη βαθμίδα εξέλιξης της ανθρώπινης κοινωνίας που παλεύει για την εξάλειψη των κοινωνικών τάξεων. Ενώ ο η ακροδεξιά με γνώμονα τον φασισμό προάγει υπερεθνικιστική πολιτική πρακτική, βασισμένη στον αυταρχισμό, στο διαίρει και βασίλευε με φυλετικές και ρατσιστικές διακρίσεις, υποσκάπτοντας την έννοια του συνόλου και μάλιστα με τρόπους όχι πάντα ορατούς.  Πώς λοιπόν ταυτίζονται αυτά τα δύο;  Είναι όντως ανόητο. Η παράστασή μας δεν δημιουργήθηκε  γι’ αυτόν το λόγο αλλά είναι πολύ καλό όταν μέσα από απ’ αυτή μπορεί κάποιος να διακρίνει αυτές τις διαφορές και να καταλάβει την ανοησία και τη γελοιότητα του πράγματος. Άλλωστε ο Άρης με τη θέση του και τους αγώνες του είχε ήδη ρίξει το ανάθεμα από τότε. Εμείς είναι το θέμα τι κάνουμε. Πώς μελετάμε και μεταφράζουμε την Ιστορία και ποια Ιστορία  θα παραδώσουμε στους επόμενους.

Τι ετοιμάζετε αυτόν τον καιρό με τον καλό μου φίλο, συγγραφέα και στιχουργό Ηλία Παπακωνσταντίνου;

Ετοιμάζουμε μια μουσικοποιητική εκδήλωση που θα ανέβει στο Μέγαρο Μουσικής με τίτλο “Κανένα τραγούδι δε σε χώρεσε”. Εκεί θα διαβάσω αποσπάσματα από τα έργα του Ηλία “Άνθρωπε” και “Γαία” και θα ακουστούν τραγούδια που θα ερμηνεύσει  ο Δημήτρης Κανέλλος με τη συνοδεία της Αρετής Κοκκίνου και του Δημήτρη Κουφογιώργου. Είναι μια ευτυχής συνάντηση γιατί μου δόθηκε η ευκαιρία, μέσω του κοινού μας φίλου Δημήτρη Κανέλλου, να γνωρίσω τον Ηλία. Δυστυχώς δεν γνώριζα ούτε τον ίδιο ούτε τα έργα του. Είναι ένας εξαιρετικός άνθρωπος και ένας εξαιρετικός ποιητής και συγγραφέας και χαίρομαι ιδιαίτερα για αυτή τη γνωριμία και αυτή τη συνεργασία.

Γιατί κάνετε τέχνη, κύριε Σωτηράκη, τι θέλετε να πείτε στον κόσμο κάθε φορά;

Γιατί δεν μπορώ να κάνω κάτι άλλο. Δεν μπορώ να φανταστώ τον εαυτό μου να κάνει κάτι άλλο. Μόνο μέσα από την τέχνη νιώθω να μην πνίγομαι και μόνο μέσα από την τέχνη νιώθω ότι μπορώ να επικοινωνήσω σε βάθος με τον κόσμο. Πέρα από τους πολύ κοντινούς μου ανθρώπους που με στηρίζουν και στηρίζω, μόνο με την τέχνη πιστεύω πως δεν χάνομαι στα σκοτάδια που όλοι μας κουβαλάμε… πως με αυτή μπορώ να πω όσα θέλω να πω , αυτά που δεν χωράνε σε λόγια. Είναι ο συνδετικός μου κρίκος με την κοινωνία και το μόνο μου όπλο να πω όσα έχω να πω. Είτε αυτό λέγεται μουσική είτε θέατρο.

Η υποκριτική είναι και μια μορφή ψυχοθεραπείας;

Ως ένα βαθμό είναι. Γενικά η τέχνη είναι και θεραπευτική. Μιλώντας για μένα θα έλεγα πως λειτουργεί περισσότερο ως μια μορφής αποσυμπίεσης και εκτόνωσης  παρά ως  ψυχοθεραπεία. Ο καθένας μας το βλέπει διαφορετικά, αναλογά τα προβλήματα και τις ανάγκες του.

Βλέπετε άλλες δουλειές, ποιους καλλιτέχνες Έλληνες θα θεωρούσατε ομογάλακτούς σας;

Φυσικά και βλέπω. Προσπαθώ κιόλας να μη βλέπω μόνο θέατρο αλλά και άλλες καλλιτεχνικές δουλειές. Υπάρχουν καλλιτέχνες που τους θεωρώ ομογάλακτους αλλά δεν θα σας αναφέρω ονόματα  γιατί δεν ξέρω εάν θα με θεωρούσαν κι εκείνοι δικό τους ομογάλακτο, μια και η έννοια έχει πολλές ερμηνείες και μπορεί να παρεξηγηθεί. Οπότε θα προτιμούσα να προστατεύσω και τον εαυτό μου και εκείνους. Μακάρι όμως να μπορέσω να συνεργαστώ μαζί τους και όταν έρθει η ώρα να  τους το εκμυστηρευτώ.

Documento Newsletter