Τάσος Θεοφίλου: Μου τη δίνουν οι παθιασμένοι ντετέκτιβ

Τάσος Θεοφίλου: Μου τη δίνουν οι παθιασμένοι ντετέκτιβ

Μια συζήτηση για το βιβλίο του, τις σκοτεινές πλευρές της πόλης, τον μηχανισμό της αστυνομίας, τα στερεότυπα και τις φυλακές

Το τελευταίο βιβλίο του Τάσου Θεοφίλου «Είναι ήδη νεκρός» είναι µια φανταστική αστυνοµική νουβέλα βασισµένη σε δικογραφία που του εµπιστεύτηκε ένας συγκρατούµενός του στη φυλακή. Μέσα από την ιστορία επιχειρεί να ασκήσει κριτική στη στερεοτυπική εικόνα του νουάρ και να φωτίσει τις υπόγειες πλευρές της πόλης. «Οι ιστορίες των ανθρώπων που οι υποθέσεις τους έγιναν ένα στιγµιότυπο µαζί µε δηλώσεις υπουργών, νέα µέτρα, τα αποτελέσµατα των ποδοσφαιρικών αγώνων και την πρόγνωση του αυριανού καιρού» γράφει στο βιβλίο του. Ο Τάσος Θεοφίλου είναι αµετάκλητα ελεύθερος ύστερα από πέντε χρόνια άδικου εγκλεισµού κατηγορούµενος για συνέργεια σε ανθρωποκτονία και για ληστεία τράπεζας στην Πάρο τον Αύγουστο του 2012 χωρίς κανένα αποδεικτικό στοιχείο.

Ποιο είναι το θέµα του βιβλίου «Είναι ήδη νεκρός»;

Είναι µια αστυνοµική νουβέλα. Ο πρωταγωνιστής µου είναι ένας ειδικός φρουρός, ένας συνηθισµένος αστυνοµικός δηλαδή που βρίσκεται χαµηλά στην ιεραρχία. Ηθελα να προτείνω ένα πιο ρεαλιστικό µοντέλο αστυνοµικού. Ενδεχοµένως να είµαι επηρεασµένος και από την προκατάληψη που έχω απέναντί τους. Υπάρχει µια διάσταση κριτικής στον ίδιο τον µηχανισµό της αστυνοµίας αλλά συγχρόνως και στη νουάρ λογοτεχνία και την κατασκευή στερεοτύπων που συναντάµε κυρίως στις αστυνοµικές σειρές.

Ποια είναι τα στερεότυπα που συνοδεύουν συνήθως τις αστυνοµικές ιστορίες;

Υπάρχει ένα διαδεδοµένο µοντέλο για τον αστυνοµικό ή µπάτσο µε τη µορφή ντετέκτιβ όπως κατασκευάζεται κυρίως από τον κινηµατόγραφο και τις σειρές. Από τις σειρές του Netflix µέχρι όποια αστυνοµική ταινία παίζει ο Αλ Πατσίνο ή ο Ρόµπερτ ντε Νίρο είναι εµφανής µια τάση κατασκευής µε συγκεκριµένα χαρακτηριστικά. Το αντιηρωικό στοιχείο βρίσκεται στο γεγονός ότι αγαπώντας τη δουλειά του δεν καταφέρνει να είναι καλός οικογενειάρχης. Επίσης, αν έχει πουλήσει ακόµη και τον κολλητό του, δεν είναι επειδή θέλει να ανεβεί στην ιεραρχία αλλά επειδή έχει παρασυρθεί από την εµµονή του να λύσει το έγκληµα. Συγχρόνως δεν κάνει ο ίδιος ηθικές κρίσεις για το έγκληµα ή τον εγκληµατία, αλλά παρουσιάζεται σαν αποστασιοποιηµένος µάστορας. Αν παθιάζεται, είναι µόνο επειδή του αρέσει η πρόκληση και πολλές φορές βλέπει τον αντίπαλο µε σεβασµό ως ισάξιό του. Ως καθρέφτη του. Πολλές φορές ταυτίζεται µε αυτόν που κυνηγάει. Ε λοιπόν, ο ήρωάς µου δεν είναι αυτή η περίπτωση.

Ποια στοιχεία σε γοητεύουν σε αυτές τις ιστορίες;

Είναι ένας τρόπος να εκφραστούν όψεις της κοινωνικής ζωής στην πόλη που ξεφεύγουν από µια γλυκανάλατη καθηµερινότητα η οποία ανάγει σχεδόν σε συγκλονιστικά τα αδιέξοδα των µικροαστικών σχέσεων. Βγαίνουν στην επιφάνεια πράγµατα πιο υπόγεια και σκοτεινά, τα οποία θεωρώ ότι είναι χρήσιµο να αναδύονται, έστω και µέσω της λογοτεχνίας. Θα µε ενδιέφερε επίσης κάποια στιγµή να καταφέρω να γράψω ένα ολοκληρωµένο µυθιστόρηµα. Είµαι όµως αρκετά τσαπατσούλης, οπότε παραµένει επιθυµία και όνειρο που έχω για το µέλλον.

Η υπόθεση έχει στοιχεία αφήγησης, δικαστικού και αστυνοµικού ρεπορτάζ. Είναι πραγµατική ιστορία;

Είναι βασισµένη σε αληθινά περιστατικά. Την υπόθεση µου την είχε αφηγηθεί ένας συγκρατούµενος που µου εµπιστεύτηκε τη δικογραφία. Πρόκειται για έναν άνθρωπο καταδικασµένο σε δις ισόβια κάθειρξη και 90 χρόνια για ένα έγκληµα που δεν έχει διαπράξει. Τα ονόµατα, οι ηµεροµηνίες και τα γεγονότα είναι φανταστικά. Τα συµπεράσµατα που έχω βγάλει για το τι πραγµατικά συνέβη παραµένουν προσωπικές εκτιµήσεις, καθώς δεν επικυρώθηκαν από κάποια δικαστική απόφαση. Οποιος παρακολουθεί λίγο το αστυνοµικό ρεπορτάζ µπορεί να καταλάβει σε ποια υπόθεση αναφέροµαι.

Πιστεύεις ότι έχει αξία να αναδύονται τέτοιες υποθέσεις στη σφαίρα του δηµόσιου λόγου;

Είναι σηµαντικό τα θέµατα της φυλακής να αποκτούν ορατότητα, γιατί µε αυτό τον τρόπο µειώνεται η αυθαιρεσία της εξουσίας. Θεωρώ ότι η παραβατική οικονοµία, είτε εντός είτε εκτός των φυλακών, είναι µια κάθετα οργανωµένη οικονοµία που η κορυφή της καταλήγει στη σύνδεση µε την οικονοµική και πολιτική εξουσία. Στη βάση όµως αυτής της πυραµίδας συµβαίνουν αίσχη. Υπάρχουν άνθρωποι που εκτίουν εξοντωτικές ποινές για πολύ µικρά αδικήµατα ή για αδικήµατα που δεν έχουν κάνει. Θεωρώ ότι η δηµοσιότητα µπορεί να προστατέψει αυτό τον κόσµο που συνθλίβεται από την υποκρισία της αντεγκληµατικής ρητορικής.

Εχεις γράψει στο παρελθόν και άλλα βιβλία;

Κυρίως συλλογές µικρών διηγηµάτων. Το «Παρανουαρικό» περιγράφει τις συνθήκες ζωής ενός επισφαλούς εργαζόµενου. Αποσπάσµατα είχαν αξιοποιηθεί για να στηρίξουν ανύπαρκτες κατηγορίες εναντίον µου. Εχουν κυκλοφορήσει επίσης σε µορφή κόµικς το «Αντίο Μπάτµαν» σε σχέδιο του Kanellos Cob και ο «Οθέλλος» σε σχέδιο της Χριστίνας Σηφιανού. Το βιβλίο «32 βήµατα» είναι ιστορίες από τη φυλακή, όπως και το «Αχβαχικό».

Γιατί επέλεξες να αποδοµήσεις τον Μπάτµαν;

Προσπαθώ να αναδείξω τον τρόπο που συνδέεται η φιγούρα του µε την κατασκευή µιας αντεγκληµατικής ρητορικής στα αµερικανικά 50s. Αυτή η λογική πέρασε και στην Ελλάδα µε το δόγµα «νόµος και τάξη» στα τέλη της δεκαετίας του 1990. Ο Μπάτµαν υπηρετεί ένα µοντέλο εξουσιαστικής αυτοδικίας του κεφαλαίου. Ενας µεγαλοαστός αναλαµβάνει δράση για να πατάξει την εγκληµατικότητα. Είναι µια προσπάθεια να νοµιµοποιηθεί κοινωνικά η λογική της alt–right αυτοδικίας. Μιλάω πάντα για τον Μπάτµαν του κινηµατογράφου και όχι τόσο των κόµικς.

INFΟ

Το βιβλίο του Τάσου Θεοφίλου «Eίναι ήδη νεκρός» κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Red n’ Noir

Ετικέτες

Documento Newsletter