Τάσος Νούλας: Όταν κυβερνούν παλιάτσοι

Μια βιωματική εμπειρία από τη Νέα Υόρκη των καμένων περιπολικών και των κατεστραμμένων εμπορικών

Πριν από κάποιες εβδοµάδες µε τη δολοφονία του Τζορτζ Φλόιντ η Αµερική βγήκε από το σοκ της πανδηµίας µέσω ενός κοινωνικού ξεσπάσµατος. Το νότιο Μανχάταν, έδρα του Πανεπιστηµίου της Νέας Υόρκης όπου εργάζοµαι τα τελευταία τρία χρόνια (περιοχή µεταξύ Γιούνιον Σκουέρ και Σόχο), βρέθηκε στο επίκεντρο των διαδηλώσεων, µε τις πρώτες τρεις βραδιές να στιγµατίζονται από βίαια σκηνικά µε περιπολικά να καίγονται και µαγαζιά να καταστρέφονται· κύριοι στόχοι έγιναν αλυσίδες κολοσσών που πουλάνε κυρίως ρούχα και είδη πολυτελείας. Μια περιοχή που ήταν άδεια τους τελευταίους τρεις µήνες εξαιτίας της πανδηµίας –αφού 40% των πλουσιότερων κατοίκων του Μανχάταν απέδρασαν στα εξοχικά τους– γέµισε µε διαδηλωτές.

Άρχισα να καταλαβαίνω τι γίνεται ακούγοντας τα ελικόπτερα της αστυνοµίας να πετάνε µανιωδώς για ώρες πάνω από την πολυκατοικία όπου µένω, ενώ ταυτόχρονα άκουγα οµάδες ατόµων να ξεχύνονται στους γύρω δρόµους ουρλιάζοντας. ∆εν βγήκα έξω – έτσι κι αλλιώς ετοιµαζόµουν για την επιστροφή στην Ελλάδα και έχοντας αφήσει τη δουλειά µου αυτοµάτως βρέθηκα εκτός ιατρικής κάλυψης. Οπότε ούτε ξύλο ήθελα να φάω από το ΝYPD ούτε κορονοϊό να κολλήσω, γιατί σε περίπτωση που χρειαζόµουν ιατρική περίθαλψη θα µου κόστιζε µερικά χιλιάρικα. Στην Αµερική των ανισοτήτων δεν είσαι σίγουρος ούτε καν γι’ αυτά που σε µια χώρα µε τέτοιο πλούτο θα τα θεωρούσες δεδοµένα.

Τις πρώτες πέντε ηµέρες είχαµε σερί απαγόρευση της κυκλοφορίας, η οποία ξεκίνησε την πρώτη βραδιά στις έντεκα η ώρα, ενώ στη συνέχεια η πόλη έκλεινε στις οχτώ. Από το Τwitter feed κάθε δευτερόλεπτο ξεπεταγόταν και ένα νέο περιστατικό αστυνοµικής βίας µέχρι αυτά που συνέβαιναν στους δρόµους της γειτονιάς. Η κατάσταση εξελίχθηκε τόσο γρήγορα ώστε χρειαζόµασταν κάποιες ηµέρες για να συνειδητοποιήσουµε ότι αυτό που έγινε θα ήταν αδύνατο ακόµη και να το φανταστούµε λίγο καιρό πριν. Χρειαζόταν µια σπίθα για να εστιάσουµε στις κοινωνικές διαφορές που έβλεπες καρφιτσωµένες σε κάθε εικόνα της καθηµερινής ζωής. Και η σπίθα τώρα είναι ένα πολυµορφικό κίνηµα κυρίως νέων ανθρώπων οι οποίοι δεν έχουν όρεξη να ανεχτούν αυτά που οι προηγούµενες γενιές χώνεψαν: από την κλιµατική αλλαγή µέχρι την αδυναµία δηµιουργίας µιας κοινωνίας όπου όλοι έχουν ίσες ευκαιρίες, ίδια δικαιώµατα και προφανώς τη θέληση να ζουν χωρίς τον φόβο της καθηµερινής αστυνοµικής απειλής. Πλέον αισθάνεσαι ότι υπάρχει ελπίδα, αν και η κατάσταση παραµένει κρίσιµη.

Ο πρόεδρος Τραµπ αντέδρασε σαστισµένος και µε τον ίδιο αηδιαστικό τρόπο που συνηθίζει. Ενώ µερικές εβδοµάδες πριν συνεχάρη δηµοσίως ένα µάτσο φασίστες που εµφανίστηκαν στο κυβερνείο της πολιτείας του Μίσιγκαν για να διαµαρτυρηθούν για τα µέτρα κατά του κορονοϊού κρατώντας πολυβόλα όπλα, στην κοινωνική εξέγερση που ακολούθησε τη δολοφονία του Φλόιντ προώθησε φαντασιακές θεωρίες συνωµοσίας και έπαιξε το χαρτί της κατηγορίας των ακραίων µιλώντας για παρακίνηση των βίαιων επεισοδίων από το κίνηµα Αntifa.

Όλα αυτά συµβαίνουν ενόψει των εκλογών του Νοεµβρίου, που αναµένεται να είναι οι πιο τοξικές και διαιρετικές στην ιστορία των ΗΠΑ. Άλλωστε παρά το µίσος που τρέφει ένα µεγάλο κοµµάτι της αµερικανικής κοινωνίας, οι τελευταίες δηµοσκοπήσεις δείχνουν το 40% να υποστηρίζει τον πρόεδρο. Η Αµερική βγαίνει µε 40 εκατοµµύρια ανέργους από το πρώτο κύµα του ιού έχοντας µια κυβέρνηση διαβολικών παλιάτσων, ενώ ταυτόχρονα καλείται να συζητήσει το πρόβληµα των φυλετικών διακρίσεων και του ρατσισµού που σέρνει πίσω της για αιώνες. Ακούγοντας συζητήσεις αυτές τις ηµέρες αισθάνοµαι ότι ένα κοµµάτι της κοινωνίας (πέρα από το 40% των Ρεπουµπλικάνων ψηφοφόρων) δεν έχει διάθεση να παραδεχτεί το πρόβληµα ώστε να κάνει ουσιαστικές αλλαγές. Έχοντες και προνοµιούχοι φαίνεται ότι θέλουν να συνεχίζουν να κρύβονται πίσω από το δάχτυλό τους. Ένα άλλο προοδευτικό κοµµάτι θα επιδιώξει αλλαγές. Το πώς θα γίνει η κοινωνική «διαπραγµάτευση» των αντίρροπων δυνάµεων µένει να φανεί. Τα πάντα είναι πιο πιθανά από ποτέ.

Ο Τάσος Νούλας είναι αναπληρωτής καθηγητής,  New York University

Ετικέτες